Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Πήγαμε στους Neurosis

Μια συναυλία πραγματική εμπειρία

Πήγαμε στους Neurosis

Κείμενο: Δημήτρης Κότσης - Φωτογραφίες: hector.d photography

Οι Αμερικάνοι Neurosis είναι μία από αυτές τις μπάντες/ γεννήτορες. Πρωτοστάτησαν στο post-metal ιδίωμα από τα mid-‘80s και παραμένουν ένα σχήμα αδιαμφισβήτητης αλλά και σταθερής αξίας. Συνεπείς δισκογραφικά, κάποιες φορές ακόμα και μέσω του ambient-noise alter-ego τους, με το όνομα Tribes of Neurot, αποτελούν έναν πόλο έλξης για τους οπαδούς κάθε ακραίου μουσικού ιδιώματος, όπως και έναν ευσεβή πόθο του Ελληνικού κοινού, που έμελλε να γευτεί τους μουσικούς τους καρπούς για πρώτη φορά. Όχι όμως και του υπογράφοντος, που ανυποψίαστος μπήκε μέσα στο Fuzz Live Club, για να βρεθεί, λίγη ώρα μετά, με το στήθος του να γρονθοκοπιέται από χαμηλές συχνότητες, και τα μυαλά του να κείτονται κολλημένα κάπου εκεί πίσω,  σε κάποιον τοίχο.

Πρώτοι στη σκηνή, πριν το club ακόμη γεμίσει, ανέβηκαν οι Θεσσαλονικείς Agnes Vein. Το epic-drone-doom (sic) τους, δεν μου είναι άγνωστο και το πρόσφατο “Soulship” LP δικαιώνει τόσο τους ίδιους, όσο και όσους επιλέγουν να τους παρακολουθούν τα τελευταία χρόνια. Συναυλιακά, για άλλη μία φορά, δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά οι γνωστοί ογκόλιθοι που είναι σε κάθε εμφάνισή τους: Μπάσο-μενίρ, ένας από τους σημαντικότερους drummers του ιδιώματος για την εγχώρια σκηνή και ένας τρομακτικός frontman, που όταν δεν σκίζει το λαιμό του στο μικρόφωνο, μπολιάζει τους drone ρυθμούς του εγχειρήματος τους με υποχθόνιες, πολυφωνικές, κιθαριστικές μελωδίες. Οι Agnes Vein είναι τρομακτικοί. Τέλος.

Γνωστή είναι και η αξία των Universe217, που επίσης δεν είναι τίποτα «χτεσινοί». Η καλλιτεχνικότητα τους αποτελεί εδώ και χρόνια τον ακρογωνιαίο λίθο της ύπαρξής τους και προσεγμένες, μετρημένες κινήσεις σηματοδοτούν την πορεία τους στον χώρο, γεμάτη από υπέροχα βινύλια, εκκεντρικά video και μυσταγωγικές εμφανίσεις. Οι Universe217 ήταν δίχως άλλο η ιδανικότερη επιλογή για opening act στην συναυλία των Neurosis. Χωρίς φλυαρίες, ανέβηκαν στη σκηνή και δεν δυσκολεύτηκαν να μας κερδίσουν, όπως δεν δυσκολεύτηκαν να κερδίσουν και το χειροκρότημα του κόσμου, που όσο πέρναγε η ώρα, πλήθαινε και «ζεσταινόταν». Λίγο πιο εξωστρεφείς απ’ όσο συνήθως (μιας που η εσωστρέφεια ήταν και το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της Πέμπτης βράδυ, στο Fuzz Live Club) έδειξαν το πόσο χαίρονταν που έπαιζαν στο πλάι μιας μπάντας που –δίχως άλλο- τους έχει επηρεάσει όσο λίγες. Η βραδιά προχωρούσε όπως έπρεπε.

Χάνω τα λόγια μου... Η εισαγωγή του “A Sun that Never Sets” προμήνυε κάτι ιδιαίτερα άρτιο και ατμοσφαιρικό. Ο κόσμος είχε καρφωμένο το βλέμμα του στη σκηνή και πλέον το club αριθμούσε περίπου 1000 παρευρισκομένους. Στα επόμενα λεπτά, με το πρώτο «σκληρό» μπάσιμο των εγχόρδων, η πραγματικότητα είχε μετατραπεί σε ένα φτυάρι που επίμονα μας χτυπούσε στα μούτρα. Ο ήχος των Neurosis, ακόμα και σε αυτές τις πρώτες στιγμές, φαινόταν ξεκάθαρα πως είναι ένας από τους καλύτερους που έχουμε ακούσει σε εν Ελλάδι συναυλία, ενώ η μπάντα έμοιαζε κεφάτη (όχι με τη συμβατική έννοια του όρου) και πρόθυμη να μας δώσει τα δόντια μας στο χέρι. Ίσως τα παραπάνω να ακούγονται κλισέ και κάπως οπαδικά, όμως πρέπει να ξεκαθαρίσω τη θέση μου: ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ οπαδός των Neurosis. Η εμφάνισή τους ήταν τόσο άρτια και τα πολύ όμορφα φώτα του Fuzz στάθηκαν σύμμαχός τους, συνιστώντας την απόλυτη συναυλιακή εμπειρία του καλοκαιριού. Ο κόσμος χειροκροτούσε θερμά με κάθε ευκαιρία που του δινόταν, ενώ οι ίδιοι, απλόχερα μοίραζαν την τέχνη τους, όχι όμως και τις σκέψεις τους, μην αρθρώνοντας ούτε μία λέξη προς τον κόσμο, μέχρι το τέλος της βραδιάς. Τι κι αν έλειπαν τα υπέροχα visuals του Josh Graham που τους συνόδευαν σε παλιότερες εμφανίσεις τους, τι κι αν τα περίπου 90 λεπτά της εμφάνισής τους μας φάνηκαν λίγα, η ουσία είναι πως γίναμε μάρτυρες σε μία πραγματική εμπειρία, από αυτές που δε ζεις κάθε μέρα. Οι Neurosis ήταν εκεί και φρόντισαν να το κάνουν αισθητό και με το παραπάνω.