Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η Νύχτα των Στρατηγών, ΙΙ

Και τότε η Παράκρουση άρχισε να ανταλλάσσει χειραψίες με την Παράνοια, κι οι δυο μετά χόρεψαν καζατσόκ με την Παραφροσύνη

Η Νύχτα των Στρατηγών,ΙΙ 

 

Και τότε η Παράκρουση άρχισε να ανταλλάσσει χειραψίες με την Παράνοια, κι οι δυο μετά χόρεψαν καζατσόκ με την Παραφροσύνη, είπε ο Μπαμπασάκης με όλα τα Πι κεφαλαία, και γύρισε ο Σταθόπουλος και του είπε, Πάψε πια να μιλάς σαν Δημουλά, οπότε ο Αρανίτσης συμπλήρωσε, και επί δύο ώρες και δώδεκα τυπογραφικά συμπλήρωνε, την παρατήρηση την αυστηρή λίαν του Σταθόπουλου, ψέγοντας, επί δύο ώρες, ας το επαναλάβουμε: δύο (2 !!), τον Μπαμπασάκη και καταλογίζοντάς του ότι όχι μόνον μιλάει σαν Δημουλά αλλά και ότι είχε κάνει λάθος προ εικοσαημέρου όταν είπε ότι στον Εξώστη έπιναν whiskey sour/ουίσκυ σάουρ. Σκέτο, κανονικό, σκοτσέζικο, απλό, χωρίς τίποτα, καθόλου σάουρ, μην ξαναπείς σάουρ, να τα αφήσεις αυτά τα σάουρ, σκέτο ουίσκυ πίνουν στον Εξώστη, Ίκαρε, επέμενε μέσα σε μιαν άλω ή αχλή κερκυραϊκής ρυθμολογίας ο Αρανίτσης, επαναληπτικά αλλά με απρόσμενες παραλλαγές εντός της επαναληπτικής επιμονής του, πράγμα που ώθησε τον Παπαγιώργη να βγει από την υπερδωδεκαετή σιωπή του (επί τέτοιων ζητημάτων σιωπή, εννοούμε, ζητημάτων λογοτεχνικών) και να ανακόψει ελαφρώς την δίωρη επίπληξη λέγοντας: Ναι, ρε μπαγάσα, δίκιο έχει ο Ευγένιος, μη μιλάς σαν Δημουλά. Άμα λάχει, μη μιλάς και καθόλου για δέκα μέρες. Και μετά, άρχισε μόνος του να παραθέτει εδάφια από την Επανάληψη του Κίρκεγκαρντ, τα οποία ήσαν συναφή ποιος ξέρει με τι, οπότε ο Βακαλόπουλος στράφηκε ελαφρώς δεξιά, όπως κοιτάμε από την Καλλιδρομίου προς το εσωτερικό του Ένοικου, ένευσε στην Βίκυ των Έξι και, με την βελούδινη αργή κυψελιώτικη φωνή και ψυχραιμία του, της είπε να μην του φέρει ουίσκυ σάουρ όπως στους άλλους, αλλά ένα Bacardi Cola, με τρία παγάκια, σε παρακαλώ, Βίκυ.

 

Μετά είκοσι έτη: «Ο Θ.Σ., ο εκκεντρικός ζωγράφος Λ.Ν., ο Ανώνυμος Άλλος και ο ταπεινός εγώ που σας ιστορώ, εγκαινιάσαμε το τελετουργικό να διαβάζουμε τις σελίδες του Εξώστη πίνοντας πάντα ουίσκι σάουρ, κάτω από μια ταμπέλα που τη φτιάχνουμε κάθε φορά με χαρτόνια και μαρκαδόρους και που λέει “Ατλάντικ”», επεσήμανε ο Γιώργος - Ίκαρος Μπαμπασάκης, στις 13 Σεπτεμβρίου 2012.

 

Αυτή είναι η σελίδα 67, με τίτλο «ΔΑΠΑΝΗΘΗΚΑ ΣΤΙΣ ΛΟΧΜΕΣ», του βραβευμένου βιβλίου Το Αυτόματο του Θάνου Σταθόπουλου, ενός εκ των Έξι, ως γνωστόν. Το Αυτόματο εκδόθηκε στις εκδόσεις Γαβριηλίδης, και όπως έλεγε ο Thomas Pynchon, και θα αποδείξω εγώ, ο Οδυσσέας Γεωργίου, όλα συνδέονται. Κατ’ αρχάς, ο Μπαμπασάκης επιμένει είκοσι χρόνια μετά να λέει ότι στο Ατλάντικ σέρβιραν ουίσκυ σάουρ. Πέραν αυτού, ο τίτλος «ΔΑΠΑΝΗΘΗΚΑ ΣΤΙΣ ΛΟΧΜΕΣ» δεν ανήκει στον Σταθόπουλο, παρά μόνον ως προς το ότι τον επέλεξε (άλλωστε, ο Σταθόπουλος διακονεί ευφυώς, όπως ξέρουμε, το détournemet και την μεθοδολογία Αρχείο/Επιλογή/Παράθεση/Επικόλληση). Ο τίτλος είναι του μακαρίτη Γιώργου Β. Μακρή.

 

Η αγωνία κορυφώνεται: Γιατί ο Σταθόπουλος επέλεξε αυτόν τον τίτλο; Ποιος είναι ο εκκεντρικός ζωγράφος Λ.Ν.; Γιατί ο Μπαμπασάκης επιμένει στο ουίσκυ σάουρ; Γιατί ο Βακαλόπουλος έλεγε Βίκυ τη Βίκυ, και μάλιστα έλεγε και Σε παρακαλώ στη Βίκυ; Τέλος, γιατί εγώ, ο Οδυσσέας Γεωργίου, δεν βρίσκω κάτι καλύτερο να κάνω από το να ασχολούμαι μήνες τώρα μ’ εκείνη τη Νύχτα των Στρατηγών;

 

Συνεχίζεται. Αύριο: Δαπανήθηκα στις λόχμες, ΙΙ