Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Δύο αθλητικοί σύλλογοι που εκπροσωπούν περήφανα τα νησιά τους στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα

Η ιστορία του Διαγόρα Δρυοπιδέων Αιγάλεω, της Αστυπάλαιας Κορυδαλλού και των ανθρώπων τους, που αγαπούν το ποδόσφαιρο όσο και τα νησιά τους.

Από το Αιγαίο στα γήπεδα της Αττικής: Η ιστορία του Διαγόρα Δρυοπιδέων Αιγάλεω και της Αστυπάλαιας Κορυδαλλού

Χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο καταγωγής τους και σε μια πόλη που θα ζήλευε πολλά από τη νηνεμία του Αιγαίου βρίσκονται ο Διαγόρας Κύθνου Αιγάλεω και η Αστυπάλαια Κορυδαλλού, δύο αθλητικοί σύλλογοι που εκπροσωπούν περήφανα τα νησιά τους στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα του Λεκανοπεδίου. Αμφότεροι οφείλουν την ύπαρξή τους σε ντόπιες και ντόπιους που με ανιδιοτέλεια αλλά και πενιχρά μέσα διεκδίκησαν τη θέση τους στον αθλητικό χάρτη της Αττικής. 

Ένα απόγευμα, συνάντησα τους ιθύνοντες των συλλόγων στο γήπεδό τους, σε μια προσπάθεια να μάθω περισσότερα για την ιστορία τους. Μιλήσαμε για το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ, τη σύνδεση μεταξύ νησιού και πόλης αλλά και για τις ιδιαιτερότητες που κρύβει η διαχείριση τέτοιων αθλητικών σωματείων.

Πρώτη στάση το Δημοτικό Αθλητικό Κέντρο Αιγάλεω, η αθλητική εγκατάσταση που ο Διαγόρας μοιράζεται με δεκάδες σωματεία της περιοχής. Αφήνοντας το γήπεδο ποδοσφαίρου στα αριστερά μου, αναζήτησα τα γραφεία της ομάδας. Εκεί με περίμενε ο επί δεκατέσσερα χρόνια πρόεδρός της, Γιαννούλης Καλλίλας, παρέα με τον γιο του, Μανώλη, και άλλα στελέχη.

Γιατί όμως υπάρχουν τόσο πολλοί Κυθνιώτες στο Αιγάλεω; Όλα ξεκίνησαν στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ορισμένοι κεραμοποιοί από τη Δρυοπίδα Κύθνου αποφάσισαν να αναζητήσουν την τύχη τους στην Αθήνα, σε περιοχές πέριξ των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Στον Βοτανικό, στο Αιγάλεω και στα Καμίνια λειτουργούσαν μερικά από τα λιγοστά κεραμοποιεία της εποχής, με τους κατοίκους της Κύθνου να επιλέγουν συνειδητά για τη μετοίκησή τους τις εν λόγω περιοχές. 

Στον χώρο του γραφείου επικρατούσε μια ευχάριστη αναταραχή. Φωτογραφίες και αρχεία της νησιώτικης ομάδας ανασύρονταν από συρτάρια και ντουλάπια, ενώ ο πρόεδρος συντόνιζε την όλη προσπάθεια. «Να, αυτή έψαχνα, είναι από ένα φιλικό μας στην Κανάλα της Κύθνου. Παίξαμε σε ένα γήπεδο από άμμο, δίπλα στη θάλασσα, και μετά βγάλαμε την αναμνηστική φωτογραφία», θυμήθηκε καμαρώνοντας και έβαλε σε τάξη τα υπόλοιπα κάδρα στο τραπέζι. 

Ο Γιαννούλης είναι ένας από τους λιγοστούς «αιμοδότες» του ερασιτεχνικού αθλητισμού. Πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα και γεννημένος στο Αιγάλεω από Κυθνιώτες γονείς, αισθάνεται τον Διαγόρα δεύτερό του σπίτι.

Το 2008, όταν η ομάδα βάδιζε προς οριστική διάλυση, συγκροτήθηκε μια διοίκηση «σωτηρίας» από Κυθνιώτες της περιοχής. Τον επόμενο χρόνο, ο Γιαννούλης ανέλαβε τα ηνία της ομάδας και έκτοτε αποτελεί τον «μόνιμο» πρόεδρό της, καθώς στις εκλογές του συλλόγου αποτελεί τον μοναδικό υποψήφιο. «Ο Διαγόρας ιδρύθηκε το 1967. Έκτοτε, πολλοί διετέλεσαν πρόεδροι, κανένας όμως δεν έχει κάνει τη δική μου θητεία. Εδώ και δεκατέσσερα χρόνια χρηματοδοτώ την ομάδα αδιάλειπτα. Στη θεωρία υπάρχουν μέλη και Δ.Σ., αλλά στην πράξη τα κάνω όλα μόνος μου», είπε με μια αίσθηση πικρίας. 

Προπόνηση της ομάδας του Διαγόρα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

Γιατί όμως υπάρχουν τόσο πολλοί Κυθνιώτες στο Αιγάλεω; Όλα ξεκίνησαν στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ορισμένοι κεραμοποιοί από τη Δρυοπίδα Κύθνου αποφάσισαν να αναζητήσουν την τύχη τους στην Αθήνα, σε περιοχές πέριξ των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Στον Βοτανικό, στο Αιγάλεω και στα Καμίνια λειτουργούσαν μερικά από τα λιγοστά κεραμοποιεία της εποχής, με τους κατοίκους της Κύθνου να επιλέγουν συνειδητά για τη μετοίκησή τους τις εν λόγω περιοχές. 

Με την πάροδο των χρόνων η ζήτηση αυξανόταν. Ολοένα περισσότεροι νέοι κεραμουργοί κατέφθαναν από το νησί στο Αιγάλεω, παίρνοντας μαζί το βιος και τις οικογένειές τους. «Οι περισσότεροι από τη Δρυοπίδα διάλεξαν να μείνουν στο Αιγάλεω για να είναι κοντά στη δουλειά τους. Εκτός από εμάς, υπάρχουν και αρκετοί Μικρασιάτες, όπως και Κρητικοί. Εμείς ήρθαμε συνειδητά εδώ. Έτσι ξεκίνησε και ο σύλλογος. Ορισμένοι δημιούργησαν μια ανεπίσημη ομάδα, η οποία στη συνέχεια συγχωνεύτηκε με αυτήν του Αγίου Σάββα, παίρνοντας το όνομα Διαγόρας. Εκτός των άλλων, ο σύλλογος διαχρονικά απαρτιζόταν από αθλητές με καταγωγή από το νησί. Πριν από δέκα χρόνια, έξι από τους έντεκα ποδοσφαιριστές ήταν από την Κύθνο. Φέτος έχουμε μόλις δύο».

Σήμερα, οι Κυθνιώτες αποτελούν σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού του Αιγάλεω. Έχουν ενσωματωθεί στην τοπική κοινωνία, ασχολούνται με τα κοινά και εκπροσωπούνται στα αθλητικά δρώμενα από τον Διαγόρα. Η περιοχή, εκτός των άλλων, επιλέγεται και από τους υποψήφιους δημάρχους Κύθνου για τις προεκλογικές τους ομιλίες, καθώς σε αυτήν εντοπίζεται πλήθος ετεροδημοτών.

Από το φωτογραφικό αρχείο της ομάδας. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
Οι Κυθνιώτες εκπροσωπούνται στα αθλητικά δρώμενα από τον Διαγόρα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
Από το φωτογραφικό αρχείο της ομάδας. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
 

Οι συνθήκες ωστόσο, δεν ήταν πάντοτε ευνοϊκές για τους Κυκλαδίτες. «Μερικοί Αιγαλεώτες δυστυχώς μας φθονούν, γιατί οι περισσότεροι από εμάς προκόψαμε. Κυρίως, όμως, φθονούν την ομάδα μας, λόγω της οικονομικής της ευμάρειας. Αυτό τους ενοχλούσε και ακόμα τους ενοχλεί. Φαντάσου, φτάσαμε στους ημιτελικούς του Κυπέλλου Ελλάδος στο μπάσκετ και δεν μας επέτρεπαν να παίξουμε σε γήπεδο της περιοχής. Το κακό με αυτά τα άτομα είναι ότι δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η ομάδα εκπροσωπεί και το Αιγάλεω, πέραν του νησιού». 

Το φιλόξενο κλίμα δεν ήταν, λοιπόν, ποτέ εύκολη υπόθεση για τον Διαγόρα. Οι αντίζηλοι του συλλόγου, όμως, δεν περιορίζονται μόνο στο Αιγάλεω. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται ακόμα και στην Κύθνο. Το περασμένο καλοκαίρι η ομάδα ταξίδεψε στο αγαπημένο της νησί για να δώσει φιλικό αγώνα απέναντι στον νεοσύστατο ΑΠΣ Κύθνου, και οι αντιδράσεις των ντόπιων ήταν μοιρασμένες. 

«Οι μισοί χάρηκαν και οι άλλοι μισοί μάς περίμεναν στη γωνία. Όταν παίζουμε στο νησί, βλέπουμε το παιχνίδι ως εκδρομή. Εκείνοι το βλέπουν ως το παιχνίδι της ζωής τους», επισήμανε ο γιος του προέδρου, με τον πατέρα του να προσθέτει πως «ο Διαγόρας για τους Κυθνιώτες είναι ομάδα του Αιγάλεω και για τους Αιγαλεώτες ομάδα της Κύθνου. Σαν τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας ένα πράγμα. Επισκεφθήκαμε ομαδικώς το νησί όταν ανεβήκαμε στην Α2 και δεν ενδιαφέρθηκε κανείς. Η Κύθνος, αν έγινε γνωστή κάποια στιγμή στα αθλητικά δρώμενα, το οφείλει στον Διαγόρα. Γυρίσαμε όλη την Ελλάδα με την ομάδα μπάσκετ».

Ο Γιαννούλης Καλλίλας με τον χάρτη της Κύθνου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

Σκεπτόμενος την ομάδα μπάσκετ, ο Γιαννούλης έστρεψε το πρόσωπό του στα δεξιά, εκεί όπου βρισκόταν, σε περίοπτη μάλιστα θέση, το τρόπαιο κυπελλούχου ΕΣΚΑ, ο σημαντικότερος τίτλος που κατέκτησε η ομάδα επί προεδρίας του. Το τμήμα καλαθοσφαίρισης, αδιαμφισβήτητα, είναι το πιο επιτυχημένο του συλλόγου, με την πορεία του στα εθνικά πρωταθλήματα να επιβραβεύει τη μακροχρόνια αφοσίωση των ανθρώπων του.

Από το 2016 και μετά οι πράσινοι σημείωσαν διαδοχική άνοδο, καταφέρνοντας να φτάσουν μάλιστα μέχρι και την Α' Εθνική (Α1). Οι αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις, ωστόσο, κατέστησαν αδύνατη τη συμμετοχή του συλλόγου στην κορυφαία κατηγορία.

«Στο τμήμα του μπάσκετ διαθέσαμε μεράκι και πολλά χρήματα. Μέχρι και τη Β' Εθνική περνούσαμε πολύ καλά. Μετά τα πράγματα έγιναν πολύ επαγγελματικά και δεν το ευχαριστιόμασταν. Εγώ είχα μάθει να είμαι φίλος με τους παίκτες. Αυτοί έγιναν επαγγελματίες. Όταν πήραμε ανοδική πορεία για την Α1 μας ζήτησαν υπέρογκα ποσά, υπέρογκα μπάτζετ και εγγυητικές. Έτσι ήταν αδύνατο να αγωνιστούμε. Πάντως, μέχρι και σήμερα, πολλοί θυμούνται την πορεία μας μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου και τους αγώνες που δώσαμε με την ΑΕΚ», ανέφερε ο πρόεδρος, κοιτάζοντας με ικανοποίηση τα υπόλοιπα στελέχη.

Ο Γιαννούλης και οι συνεργάτες του ασχολούνται πλέον αποκλειστικά με το ποδοσφαιρικό τμήμα και τις ακαδημίες του. Εξάλλου, είναι το μοναδικό τμήμα που κρατάει τον σύλλογο ενεργό. Η ομάδα φέτος κατάφερε να ανέλθει μετά από δέκα χρόνια στη δεύτερη τοπική κατηγορία, με τον πρόεδρο να αισθάνεται πια ότι έχει ολοκληρώσει το έργο του. 

«Έχω κάνει τον κύκλο μου. Η οικογένειά μου και εγώ έχουμε τραβήξει τα πάνδεινα για την ομάδα. Όταν χάναμε δεν κοιμόμασταν από τη στενοχώρια μας. Το ζούσαμε πολύ έντονα. Σπάνια βρισκόμασταν τις Κυριακές ως οικογένεια γιατί πάντα έπαιζε ο Διαγόρας. Μακάρι σε λίγα χρόνια να βρεθεί κάποιος άξιος συνεχιστής».

Ο πρόεδρος της Αστυπάλαιας Κορυδαλλού, Νικήτας Νικολάκης, στα γραφεία της ομάδας. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

Είχε πλέον νυχτώσει και η βραδινή προπόνηση είχε ξεκινήσει. Αποχαιρετιστήκαμε με τον πρόεδρο έξω από το γήπεδο και αμέσως αναχώρησα για το Δημοτικό Στάδιο Κορυδαλλού, ένα γήπεδο σε απόσταση αναπνοής από τις φυλακές. 

Εκεί, μαζί με τον πρόεδρο της Αστυπάλαιας Κορυδαλλού, Νικήτα Νικολάκη, με περίμενε μία ακόμα μοναδική ποδοσφαιρική ιστορία. Γέννημα-θρέμμα Πειραιώτης και από Αστυπαλίτες γονείς, ο Νικήτας μυήθηκε στον κόσμο του ποδοσφαίρου από τα δεκαπέντε του. Παλαίμαχος τερματοφύλακας του Ολυμπιακού και της Προοδευτικής, γνωρίζει από πρώτο χέρι το λαοφιλές σπορ.

Το 2015 πήρε την απόφαση να συνδυάσει τις τρεις μεγαλύτερες αγάπες του: το ποδόσφαιρο με τον Κορυδαλλό και την Αστυπάλαια. Γνωρίζοντας πως η πειραϊκή συνοικία έχει πολύ κόσμο από το νησί, μοιράστηκε το όραμά του με τους συντοπίτες του για τη δημιουργία της «Αστυπάλαιας». 

«Μετέτρεψα το καταστατικό ενός ήδη υπάρχοντος σωματείου, του Α.Σ. Νέου Φαλήρου, μέσω του Πρωτοδικείου. Είμαστε πολλοί οι Αστυπαλίτες στον Κορυδαλλό. Βρεθήκαμε κάποια άτομα και αυτό το όνειρο έγινε πραγματικότητα», είπε ο πρόεδρος καθώς παρακολουθούσε την προπόνηση της ομάδας.

Η μετοίκηση των Αστυπαλιτών στον Κορυδαλλό πάει περίπου έναν αιώνα πίσω, όταν η ανοικοδόμηση κατοικιών στην περιοχή άνοιξε νέες προοπτικές εργασίας. Τότε, αρκετοί χωματουργοί και οικοδόμοι από το νησί πήραν την απόφαση να έρθουν στην Αθήνα και να εργαστούν στον Κορυδαλλό.

Η Αστυπάλαια του Κορυδαλλού αποτελεί τον μοναδικό αθλητικό εκπρόσωπο του νησιού, γι' αυτό χαίρει και της εκτίμησης των ντόπιων. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

«Θέλοντας και μη, θα πετύχεις πολλούς Αστυπαλίτες σήμερα στον Κορυδαλλό. Υπήρχε και πριν από κάποια χρόνια η Ένωση Αστυπαλιτών, η οποία μας παραχωρούσε πολλές φορές ακόμα και τα γραφεία της όταν κάναμε εκδηλώσεις. Σήμερα υπάρχουν δύο καφενεία στην περιοχή, ενώ θα συναντήσεις και αρκετούς νησιώτες, συνήθως μεγάλης ηλικίας», ανέφερε ο κ. Νικολάκης.

Παρά το γεγονός ότι ο σύλλογος δεν έχει πολυετή παρουσία στα αθλητικά δρώμενα, έχει καταφέρει να προσελκύσει τόσο τους Αστυπαλίτες όσο και τον υπόλοιπο φίλαθλο κόσμο του Κορυδαλλού. «Οι Αστυπαλίτες της περιοχής μάς αγαπούν και μας υποστηρίζουν. Από κει και πέρα, το ζήτημα είναι οικονομικό. Οι καιροί είναι δύσκολοι και οι αντιξοότητες κάθε μέρα πληθαίνουν. Είμαι αισιόδοξος ωστόσο γιατί στο γήπεδο θα έρθουν και Κορυδαλλιώτες που δεν έχουν καμία σχέση με την Αστυπάλαια. Αυτό για μένα είναι η μεγαλύτερη επιτυχία». 

Πίσω στην «πεταλούδα» του Αιγαίου, οι εξελίξεις και δη οι αθλητικές κυλούν με τον δικό τους ρυθμό. Μόλις πριν από μερικά χρόνια συστάθηκε ποδοσφαιρική ομάδα σε επίπεδο ακαδημιών, ενώ το πρώτο γήπεδο στην ιστορία του νησιού εγκαινιάστηκε τον περασμένο Αύγουστο. Τι κι αν βρίσκεται 360 χιλιόμετρα μακριά; Η Αστυπάλαια του Κορυδαλλού αποτελεί τον μοναδικό αθλητικό εκπρόσωπο του νησιού και γι' αυτό χαίρει και της εκτίμησης των ντόπιων. 

Τα περισσότερα παιδιά που παίζουν δεν έχουν σχέση με την Αστυπάλαια, επομένως δεν μπορώ να έχω την απαίτηση να νιώθουν την ομάδα όπως εγώ. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
Τα δύο τρόπαια της ομάδας. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO
 

«Σίγουρα εισπράττω την εκτίμηση και την αναγνώριση του κόσμου. Όταν κατεβαίνω στο νησί με χαιρετούν εγκάρδια και με ευχαριστούν για όσα κάνω για την ομάδα. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν αρκεί. Πρέπει να περάσουμε από τη στήριξη στην υποστήριξη για να κάνουμε όνειρα για το μέλλον», τόνισε.

Για τον κ. Νικολάκη, ο σύλλογος αποτελεί καταφύγιο μνήμης. Αισθάνεται την ομάδα σαν εντευκτήριο που διατηρεί ζωντανή τη σύνδεση μεταξύ Αστυπάλαιας και Κορυδαλλού. Με αυτές τις αναφορές προσπαθεί να εμπνεύσει τους παίκτες, τον προπονητή αλλά και τα ίδια τα στελέχη. Μου εκμυστηρεύθηκε, όμως, πως είναι δύσκολο να βλέπουν όλοι τα πράγματα από τη δική του οπτική. 

«Προσπαθώ να περάσω στην ομάδα ένα διαφορετικό κλίμα, ότι δηλαδή εκπροσωπούμε και το όμορφο νησί μας, ωστόσο αυτό πολλές φορές έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Τα καθημερινά προβλήματα είναι πολλά και δεν σου αφήνουν πάντα το περιθώριο να δεις το θέμα ρομαντικά. Τα περισσότερα παιδιά που παίζουν, εξάλλου, δεν έχουν σχέση με την Αστυπάλαια, επομένως δεν μπορώ να έχω την απαίτηση να νιώθουν την ομάδα όπως εγώ. Υπάρχουν μόνο δύο των οποίων οι γονείς είναι από το νησί. Ελπίζω πως στο μέλλον παιδιά των ακαδημιών της Αστυπάλαιας θα θελήσουν να ενταχθούν στην ομάδα μας. Είναι πολύ νωρίς όμως για να κάνουμε τέτοια σχέδια», είπε και ανέβηκε τη σκάλα που οδηγούσε στα γραφεία.

Σε αυτόν τον χώρο περνά τις περισσότερες ώρες της εβδομάδας, προσπαθώντας πάντα να ξεκλέψει λίγο χρόνο από τις προσωπικές και επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Μοναδική του συντροφιά τα μόλις δύο τρόπαια της ομάδας αλλά και τα αποδυτήρια των παικτών, που βρίσκονται κυριολεκτικά δίπλα.

Ευχάριστο στιγμιότυπο από την προπόνηση της ομάδας. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LiFO

«Τις Κυριακές ή τα Σάββατα έρχομαι εδώ δύο ώρες πριν από το παιχνίδι, ενώ τις καθημερινές τακτοποιώ τις υπόλοιπες εκκρεμότητες. Τις περισσότερες τις τακτοποιώ εγώ κι αυτό καμιά φορά με εξουθενώνει. Από την άλλη, έχω μάθει να μη ζητάω, δεν ταιριάζει στον χαρακτήρα μου. Έτσι, η ομάδα συντηρείται αποκλειστικά από μένα, χωρίς τη βοήθεια των χορηγών».

Η προπόνηση της ομάδας είχε πλέον ολοκληρωθεί. Ο προπονητής της Αστυπάλαιας Γιώργος Πράπας περνάει από το γραφείο για να καληνυχτίσει τον πρόεδρο. Το τέλος της βραδιάς μάς βρίσκει να συζητάμε με τον κύριο Νικήτα πόσο απαιτητικό είναι να διαχειρίζεσαι έναν τέτοιο σύλλογο.

«Είναι πολύ δύσκολο. Για αρχή, οφείλουμε να αξιοποιήσουμε το ταλέντο που διαθέτουμε. Από κει και πέρα, βλέπουμε. Σημασία έχει ότι έχουμε κερδίσει την εκτίμηση στον Κορυδαλλό λόγω του χαρακτήρα μας και λόγω των επιδόσεών μας. Εγώ έτσι κι αλλιώς δεν θεωρώ τον εαυτό μου παράγοντα αλλά λάτρη του ποδοσφαίρου και αυτό ο κόσμος το καταλαβαίνει».

Ο κ. Νικήτας κλείδωσε τα γραφεία και έσβησε τους προβολείς του γηπέδου. Με ευχαρίστησε για την κουβέντα μας και πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Σε λίγες ώρες θα βρισκόταν και πάλι κοντά στην αγαπημένη του «Αστυπάλαια», ακόμα και αν τους χωρίζει ένα ολόκληρο Αιγαίο.