Χουλιαράκης: Η απομείωση του χρέους δεν είναι πανάκεια

Χουλιαράκης: Η απομείωση του χρέους δεν είναι πανάκεια Facebook Twitter
ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας
0

Η κυβέρνηση επιδιώκει τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων τώρα, ώστε το 2019 να μειωθούν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές, όπως ενημέρωσε την κοινοβουλευτική υποεπιτροπή για το χρέος, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης. Παρότι ανέδειξε ως σημαντικό παράγοντα για την πορεία εξόδου της χώρας από την κρίση, την απομείωση του χρέους, επισήμανε πως η απομείωση δεν αποτελεί πανάκεια.

Υπογράμμισε τη σημασία της μεγέθυνσης της φορολογικής βάσης και την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας. «Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία - ακόμη κι αν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, δεν υλοποιηθούν τώρα, αλλά στο τέλος του προγράμματος, όπως προβλέπεται στη συμφωνία του Eurogroup- η παραμετροποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων να γίνει τώρα», τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, προσθέτοντας ότι πρόταση της ελληνικής πλευράς είναι, σε χρονικό ορίζοντα δύο ετών να υπάρχει ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος για να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές και των επιχειρήσεων και αντίστοιχα οι συντελεστές κοινωνικής ασφάλισης.

Εξήγησε ότι πέραν του σημαντικού λόγου της ένταξης της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ένας ακόμη σημαντικός λόγος, είναι να δώσουμε από τώρα το σήμα στις αγορές, όσο και στην ιδιωτική οικονομία, πως θα υπάρξει το 2019 αυτός ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος. «Να υπάρχει, μια αξιόπιστη δέσμευση τώρα, ότι τα οφέλη που προκύπτουν από μία μείωση πρωτογενών πλεονασμάτων, συμβατή με την απόφαση του Eurogroup, θα οδηγήσουν σε τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και σε ενάρετο κύκλο την ελληνική οικονομία, που προφανώς είναι σε όφελος, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης» είπε.

Ο Γ. Χουλιαράκης σημείωσε ότι παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η απομείωση του δημόσιου χρέους αποτελεί έναν κρίσιμο κρίκο στην πορεία εξόδου της χώρας από την κρίση, επισήμανε ότι η απομείωση του δημόσιου χρέους δεν αποτελεί πανάκεια. Αναφερόμενος στους τέσσερις παράγοντες, που προσδιορίζουν την βιωσιμότητα του χρέους (οι ρυθμοί μεγέθυνσης του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος σε σταθερές τιμές -σε πραγματικούς όρους- το ύψος των ονομαστικών επιτοκίων με το οποίο δανείζεται η χώρα στις διεθνής αγορές και προφανώς το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων) είπε πως δύο από αυτούς είναι εξωγενείς.

«Ακόμη κι αν συμφωνήσουμε ότι το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων θα μειωθεί όπως πρέπει να μειωθεί, κι ακόμη αν δεχθούμε ότι ο πληθωρισμός μεσομακροχρόνια θα είναι στο επίπεδο των στόχων που θέτει η ΕΚΤ, δηλαδή στο 2%, οι άλλες δύο μεταβλητές που προσδιορίζουν την βιωσιμότητα του χρέους (ο ρυθμός μεγέθυνσης της Οικονομίας και τα επιτόκια δανεισμού) είναι ενδογενείς μεταβλητές», εξήγησε, επισημαίνοντας πως ο ρυθμός μεγέθυνσης της Οικονομίας μακροχρόνια, συναρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουμε τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή τις δομικές αδυναμίες που οδήγησαν την ελληνική οικονομία και το δημόσιο χρέος στο σημείο που το έφεραν το 2010.

Μεγέθυνση της φορολογικής βάσης


Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τόνισε πως το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έχει ιστορικά πολύ μικρή φορολογική βάση, υποχρεώνει κυβερνήσεις διαδοχικά -«το κάναμε κι εμείς τον προηγούμενο χρόνο», παραδέχθηκε- σε αύξηση των φορολογικών συντελεστών που επιβαρύνει ειλικρινείς και συνεπείς φορολογούμενους, κάτι που αποτελεί τροχοπέδη για την μακροχρόνια ανάπτυξη. «Η αντιμετώπιση λοιπόν, της παθογένειας πολύ στενής φορολογικής βάσης, είναι προϋπόθεση για υγιείς μακροχρόνιους ρυθμούς μεγέθυνσης κι αυτή είναι δική μας δουλειά» είπε.


Επίσης, αναφέρθηκε στην παράμετρο του επιτοκίου δανεισμού - που επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες, επηρεάζεται όμως, σε ένα βαθμό, και από την αξιοπιστία της δημοσιονομικής πολιτικής, «δηλαδή από την ικανότητα της χώρας να διατηρεί μεσομακροπρόθεσμα τα χαμηλά ρεαλιστικά αλλά θετικά δημοσιονομικά ισοζύγια».


Ευθύνες για τα ελλείμματα

Ο Γ. Χουλιαράκης καταφέρθηκε εναντίον των δύο προηγούμενων κυβερνήσεων, σημειώνοντας ότι μεσομακροχρόνια, ο λόγος που κλονίστηκε η αξιοπιστία της δημοσιονομικής πολιτικής, είναι γιατί αυτές παρήγαγαν ελλείμματα, ανεξαρτήτως με το αν η οικονομία ήταν σε ύφεση ή ανάκαμψη. Υπογράμμισε πως όταν η οικονομία μπαίνει σε ύφεση, οι οικονομικές αρχές πρέπει να έχουν την ευελιξία να εφαρμόσουν μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική (άρα να αποδέχονται λελογισμένα ελλείμματα).

«Τα κίνητρα είναι γνωστά. Είναι οι πελατειακές σχέσεις», παρατήρησε και έθεσε ως αδήριτη την ανάγκη να εκλείψει «αυτή η μεροληψία υπέρ της παραγωγής ελλειμμάτων» και να ολοκληρωθεί η αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας, κάτι που άλλωστε θα οδηγήσει σε μακροχρόνια χαμηλά επιτόκια δανεισμού. «Εμείς δουλεύουμε γι' αυτό», πρόσθεσε. 


«Άρα είναι κρίσιμη η αναδιάρθρωση του χρέους. Πρέπει να γίνει. Πρέπει να επιδιώκουμε τώρα την παραμετροποίησή της -και για να πειστούν οι αγορές ότι το χρέος είναι βιώσιμο και για να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης- αλλά πρέπει ταυτοχρόνως να συνεχιστεί η μάχη απέναντι στις παθογένειες της ελληνικής Οικονομίας και η αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας» κατέληξε.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ