Άσματα του χαμένου παραδείσου.

Άσματα του χαμένου παραδείσου. Facebook Twitter
Φωτό: Freddie F.
0

Επέστρεφα από το Κάιρο και την Αλεξάνδρεια, όπου ο πλούτος πολεμάει με τη φτώχια, η καταστροφή με την ελπίδα, το κουράγιο με την υπομονή. Εργοστάσια και ατέλειωτα σπίτια αιώνων μες στη φθορά του χρόνου.

Εδώ, οι φωνές των τραγουδιστριών, οι ναργιλέδες, η ομίχλη, αντικαθιστούν τη Χασεψούτ, την Κλεοπάτρα, τη Σφίγγα. Φτάνοντας στην Αθήνα, πήρα τον δρόμο για να συναντήσω την Χάρι Αλεξίου και τη Δήμητρα Γαλάνη.

Αντικαθιστούσα τα κτίρια δίπλα μου με άλλη ιστορία, άλλη προοπτική από την Αίγυπτο, μέχρι που τις συνάντησα. Η ημέρα ήταν παράξενα ποιητική. Λίγα σύννεφα στον ουρανό, μια ψύχρα, έδειχναν χειμώνα και ο αέρας μού φάνηκε πως έφερνε σκόνη από την έρημο, δεν ξεχώριζες τις ειδήσεις από το Πανελλήνιο ή την πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου.

Δίπλα στο τραπέζι, στο σαλόνι, ανάμεσα σε ζεστά φλιτζάνια τσαγιού, καφέ, αρχίσαμε το ταξίδι στον χρόνο. Στην ψυχή. Λίγο πριν απ’ το Παλλάς. Υπό τη σκέπη της Παλλάδος Αθηνάς που, όποτε τη ζητάμε, εμφανίζεται.

 

Να μιλήσουμε για επιστροφή, για μια συνάντηση δύο φίλων;

Δήμητρα Γαλάνη: Επιστροφή, δεν ξέρω.

Τριάντα ένα χρόνια δεν έχουνε περάσει από την πρώτη συνεργασία σας στον δίσκο «Τα τραγούδια της χθεσινής μέρας»;

Χάρις Αλεξίου: Από τη συνάντηση την πρώτη, ναι. Η τελευταία μας συνεργασία, επί σκηνής δηλαδή, ήτανε το ’89, με μια μεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και στην Αθήνα. Είναι, ξέρω γω, σαν τους συνεργάτες που ξαναβρίσκονται, ενώ έχουνε καιρό να τα πούνε.

Δ.Γ.: Ο ένας πήγε μια βόλτα στην Αυστραλία, αλλά αποφάσισε να γυρίσει. Σαν παλιννόστηση, ας πούμε. Έχει δίκιο η Χαρούλα, είναι κάτι τέτοιο.

 

Έπαιξε ρόλο και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα η Ελλάδα, ο κόσμος;

Χ.Α.: Εγώ δεν το συνδυάζω καθόλου. Ήταν η στιγμή που θα βρισκόμαστε πάλι. Δηλαδή, δεν μας έφτανε να είμαστε μόνο φίλες, θέλαμε να ξανατραγουδήσουμε παρέα.


Δηλαδή, να πείτε λόγια που η μία συμπληρώνει με τους στίχους των τραγουδιών την άλλη;

Δ.Γ.: Υπάρχει ένα πάρα πολύ παράξενο νήμα που μας δένει. Είναι αυτό το συγγενικό που είπε η Χαρούλα. Ότι συμβαίνουν πράγματα καικινούμαστε χωρίς να συνεννοούμαστε. Μ’ έναν μαγικό τρόπο. Ακόμα και στην καθημερινότητά μας. Κι αυτός είναι σαφώς ένας διάλογος, αναμφίβολα, αλλά δεν νομίζω ότι υπάρχουν κενά σ’ αυτόν το διάλογο. Δηλαδή, κενά που να συμπληρώσει η μία την άλλη. Είναι δυο απόλυτα κοινές πορείες με διαφορετικά τραγούδια, αν θέλετε.

Χ.Α.: Με διαφορετικά χρώματα.

Δ.Γ.: Διαφορετική γλώσσα. Τέτοια πράγματα.

Η ουσία όμως είναι κοινή, και ως άποψη γενικότερα της ζωής και ως άποψη στην τέχνη μας.

Χ.Α.: Έλεγε κάποτε -ντρέπομαι να το πω τώρα, αλλά θα σ’ το πω-, ο Μπιθικώτσης: «Εγώ είμαι η Αστυνομία Πόλεων και ο Καζαντζίδης η Χωροφυλακή!».


Νομίζω ότι οι ρόλοι τώρα ανήκουν σε σας. Ποια θα πάρει του Καζαντζίδη;

Δ.Γ.: Η Χαρούλα, βέβαια!

Χ.Α.: Το αστικό τραγούδι και το λαϊκό.

Δ.Γ.: Θέλω να πω κάτι. Το ωραιότερο πράγμα που έχει ειπωθεί ποτέ για μένα και τη Χαρούλα ήταν μια φορά, στο καμαρίνι, που μπήκε ένας θεόρατος άνθρωπος, δυο μέτρα, με μια μουστάκα ξανθιά - ήτανε από τη Θήβα μου φαίνεται, την πατρίδα σου.

Χ.Α.: Δεν θυμάμαι.

Δ.Γ.: Άκου την ιστορία, θα σ’ τη θυμίσω, στον Ζυγό ήμασταν τότε. Είχαμε ένα κοινό καμαρίνι με τη Χαρούλα. Μπαίνει μέσα φουριόζος, εμένα ούτε που με είδε, κατευθείαν πάει στη Χαρούλα και λέει «Κυρία Αλεξίου, ήρθα να σας καλέσω να ’ρθείτε στο πανηγύρι της Παναγιάς, στις 15 Αυγούστου, θα σας κάνουμε τα πάντα».

Εγώ ήμουν από πίσω και της κλείνω το μάτι της Χαρούλας, ωραίο ακούγεται! Η Χαρούλα του λέει πάρα πολύ γλυκά κι ευγενικά «Είναι πάρα πολύ δύσκολο, διότι κάποιοι χώροι χρειάζονται ειδικό χειρισμό. Δεν είναι απλό». Κάποια στιγμή γυρίζει αυτός και με βλέπει σαν μύγα. «Α, κυρία Γαλάνη, είστε κι εσείς εδώ; Συγγνώμη».

Λέω, παρακαλώ. «Κοιτάξτε, δεν σας πρόσεξα, αλλά θέλω να σας πω κάτι. Εγώ, όταν ακούω εσάς, η ψυχή μου πάει στον παράδεισο. Όταν ακούω τη Χαρούλα, αναστατώνομαι». Αυτό είναι από τα ωραιότερα που έχω ακούσει. Από αυτή την άποψη, αν ανατρέξουμε στα χρόνια που έχουμε διανύσει στο τραγούδι, έχουμε συμπληρώσει μια καριέρα στη συνείδηση του ελληνικού λαού ως οι δύο όψεις του νομίσματος.

 

Θα λέγαμε ότι η μία πήρε το δρόμο της Ανατολής και η άλλη της Δύσης; Ή ότι πήγατε κάποτε στη Δύση και ξαναγυρίσατε στην Ανατολή;

Δ.Γ.: Εγώ προσωπικά θεωρώ ότι η παιδεία είναι αυτή που σε διαμορφώνει, και σαφώς η δική μου παιδεία, επειδή μεγάλωσα στην πόλη, στο κέντρο, ήταν αυτή των ανθρώπων που ζούσαν στην πόλη με όλες αυτές τις επιρροές. Και η Χαρούλα αντίστοιχα είχε μεγαλώσει σε μια επαρχιακή πόλη, με άλλες καταβολές, με το δημοτικό τραγούδι μέσα της. Ο πατέρας της είχε σχέση με αυτά. Εμένα, πάλι, ο πατέρας μου είχε σχέση με την όπερα. Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω.

Αυτά σίγουρα έχουνε παίξει κάποιο ρόλο.

Χ.Α.: Εγώ έχω επισκεφτεί την Ανατολή και με τη φωνή μου και ως καταγωγή, ας πούμε. Η Δήμητρα απλώς τη θαυμάζει.

 

Αλλά έχετε τραγουδήσει και στις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου;

Χ.Α.: Πέρα από αυτό, η φωνή μου κουβαλάει την Ανατολή. Την έχω. Με συγκινεί αυτό το τραγούδι. Αλλά μπορώ και το τραγουδάω κιόλας.


Ουμ Καλσούμ ή Φεϊρούζ;

Δ.Γ.: Και τις δύο, νομίζω.

Χ.Α.: Θα έλεγα ότι είμαι περισσότερο με την Ουμ Καλσούμ. Είναι πιο γήινη η Καλσούμ. Η Φεϊρούζ έχει κάτι ανατριχιαστικό στη φωνή της, άπιαστο τελείως.

 

Την είδατε στο Ηρώδειο;

Χ.Α.: Όχι. Δυστυχώς ήμουνα στη Λάρισα. Και οι δυο είναι μεγάλες. Εγώ πάω πιο πολύ στο γήινο.

Δ.Γ.: Θυμάμαι, μου έβαζε η Χαρούλα κάτι κασετούλες που είχε της Ουμ Καλσούμ και την ακούγαμε και λιώναμε κι οι δύο. Άκουγα το ίδιο τραγούδι δυο φορές, τη μια το έλεγε σαν ποίημα και μετά, όταν το ξανάλεγε, άκουγα τα πλήθη από κάτω να φωνάζουν. Και μου εξήγησε η Χαρούλα ότι στο ένα τραγουδούσε σε νέα αιγυπτιακά, νέα αραβικά, και στο άλλο χρησιμοποιούσε την παλιά γλώσσα. Και αυτή η διαφορά έκανε τον λαό να παραληρεί.

Χ.Α.: Μέσα στο τραγούδι τους υπάρχει πάρα πολλή προσευχή.

Σαν να μιλάς στον Θεό.

Χ.Α.: Ναι. Γι’ αυτό και είπαν τόσο μεγάλα τραγούδια, τέτοιας διάρκειας. Και επαναλαμβάνει ένα ρεφρέν πάρα πολλές φορές, όπως επαναλαμβάνουμε στην προσευχή. Κάθε φορά, εν τω μεταξύ, κάνει κάτι διαφορετικό με τη φωνή κι εκεί ο κόσμος αναστατώνεται.

Δ.Γ.: Κοίτα να δεις πόσο συνδεδεμένη είναι η Ανατολή με τη μουσική, και ιδίως με τη μουσική της. Πόσο η Ανατολή έχει τα φωνήεντα πολύ ανοιχτά και πόσο η Δύση δίνει πιο μεγάλη σημασία στα σύμφωνα. Και πώς τονίζονται μουσικά. Έχουν τεράστια σημασία, εφόσον μιλάμε για τραγούδι.


Η κρίση αυτή μας οδηγεί περισσότερο στη Δύση ή στην Ανατολή; Έχουμε πληγωθεί από τη Δύση, να κοιτάξουμε λίγο την Ανατολή, που λέει ο Ελύτης, πάλι;

Δ.Γ.: Δεν έχουμε πληγωθεί και από την Ανατολή; Αλλά μέσα από μια οπτική που θέλουμε να είμαστε συνέχεια πληγωμένοι. Αντί να έχουμε την ευτυχία της μέσης, αντί ν’ απορροφούμε την πληροφορία και από Ανατολή και από Δύση και να την κάνουμε κάτι καινούργιο που να χαρακτηρίζεται όχι τόσο από τον ήχο όσο από τη γλώσσα, αντί να είμαστε ευτυχείς γι’ αυτό, εγώ πιστεύω ότι τη μια πηγαίνουμε και φλερτάρουμε με την Ανατολή, όποτε μας πουλάει η Δύση, και μετά, όταν μας πουλάει η Ανατολή, φλερτάρουμε με τη Δύση. Αυτό είναι υποκριτικό για μένα.

Χ.Α.: Εγώ δεν θέλω ούτε Ανατολή ούτε Δύση. Επιτέλους, πρέπει να βρούμε την ταυτότητά μας. Ποιοι είμαστε.

Δ.Γ.: Αυτή είναι η ταυτότητά μας, αυτός ο πολιτισμός και αυτή η γλώσσα μας.

Χ.Α.: Δηλαδή, ενώ λέμε ότι είμαστε οι σπουδαιότεροι του κόσμου, οι πιο έξυπνοι, οι πιο ανοιχτοί, ότι όλοι έχουν πάρει τη γλώσσα, την αρχαιότητα, τον πολιτισμό, το πνεύμα μας, συνεχώς προσπαθούμε να είμαστε κάποιοι άλλοι.


Είναι νομίζω και το κακό προηγούμενο με μας.

Δ.Γ.: Συμφωνώ απόλυτα με τη Χαρούλα. Η ουσία είναι η γλώσσα μας. Τώρα, τι είναι όλο το υπόλοιπο δεν μπορώ να καταλάβω. Η γλώσσα.

X.Α.: Η γλώσσα, το μπλε χρώμα του Αιγαίου.

Ο Καβάφης ήξερε αγγλικά, γαλλικά και ολίγα ιταλικά, όμως έγραψε στα ελληνικά. Ο μεγαλύτερος ποιητής του κόσμου. Το ίδιο και ο Σολωμός. Τι μεγάλη τιμή…

Δ.Γ.: Όταν έχεις το προνόμιο να μιλάς μια γλώσσα η οποία μπαίνει τόσο βαθιά στις έννοιες των πραγμάτων και με τον πιο απλό τρόπο του κόσμου, δεν καταλαβαίνω τι έχεις να ζηλέψεις. Τίποτα δεν έχουμε να ζηλέψουμε. Ίσα ίσα, πρέπει να παίρνουμε την πληροφορία δεξιά κι αριστερά και να προχωράμε. Αλλά εμείς πάμε πίσω. Αντί να είναι ένας ορίζοντας απίστευτος, γίνεται ένα φαράγγι. Πώς τα έχουμε καταφέρει έτσι;

 

Έχετε τραγουδήσει στις μεγαλύτερες πρωτεύουσες του κόσμου, όπου το κοινό έρχεται ν’ ακούσει την τραγουδίστρια από την Ελλάδα, ή κάνω λάθος; Η οποία πιθανόν και να μπορεί να τραγουδήσει στη γλώσσα της χώρας στην οποία βρίσκεται.

Χ.Α.: Σε συναυλίες το κοινό έρχεται ν’ ακούσει τη συγκεκριμένη τραγουδίστρια. Όταν όμως πας σε ένα φεστιβάλ, είναι η πρόταση του Φεστιβάλ και ο κόσμος έρχεται ν' ακούσει κάποιον που δεν τον ξέρει. Μπορείς να τους κάνεις ένα δώρο και να πεις ένα τραγούδι στη γλώσσα του. Όταν τραγούδησα για τους Άραβες, είπα ένα τραγούδι της Ουμ Καλσούμ. Στους Γάλλους, ένα γαλλικό. Στους Γερμανούς, ένα γερμανικό.


Τα τραγούδια που τραγουδάτε στο Παλλάς καλύπτουν ένα πρόγραμμα πόσων ωρών;

Χ.Α.: Δυόμισι ωρών.

 

Η επιλογή έγινε από σας;

Χ.Α.: Δουλέψαμε η Λίνα Νικολακοπούλου, η Δήμητρα κι εγώ.

 

Έχετε τραγούδια από όλες τις περιόδους σας;

Χ.Α.: Ναι, βέβαια.

 

Και από τη «Μικρά Ασία» του Καλδάρα;

Χ.Α.: Το πρώτο μας τραγούδι είναι αυτό! Ξεκινάμε με αυτό!

 

Εσείς με τον Χατζιδάκι;

Δ.Γ.: Εγώ με τη «Χαλασιά μου». Ένα τραγούδι ερωτικό που είχε κάνει ο Δημητρίου. Αυτό είναι το πιο συγκινητικό γιατί το πρώτο πράγμα που είπαμε ήταν ότι αυτή η συνάντηση δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από το να ξεδιπλώσεις, ν’ ανοίξεις αυτά τα δύο βιβλία και ν’ αρχίσεις να παίρνεις και να χτίζεις.

 

Ακούγεται σαν ημερολόγιο;

Δ.Γ.: Υπάρχουν στιγμές που είναι σαν ημερολόγιο, αλλά δεν είναι αυτό η βάση. Αισθήματα είναι. Μεταφέρουμε αισθήματα και το ένα συμπληρώνει το άλλο και κάποια έρχονται σε αντίθεση.

Είστε πάντα και οι δυο σας στη σκηνή ή εναλλάσσεστε;

Χ.Α.: Είναι η πρώτη φορά που κάνουμε το πιο σύντομο σόλο. Είναι για τέσσερα τραγούδια η καθεμιά. Κάθε φορά φτιάχνουμε ένα εργάκι. Αυτό το έργο έχει αρχή, μέση και τέλος. Μια αρμονία.

Δ.Γ.: Είναι ένας διάλογος συνεχώς. Έχω την αίσθηση ότι με αυτά που θα κάνουμε στο Παλλάς θα είναι σαν ν’ ανοίγουμε το σπίτι μας για να έρθουν οι φίλοι μας και να περάσουνε καλά μαζί μας, όχι συμπαθητικά, αλλά ουσιαστικά.

Όπως όταν πας σπίτι σου κι αισθάνεσαι προστατευμένος από τους οικείους σου, έτσι κι εδώ δεν θα σου συμβεί τίποτα κακό και μέσα από ένα γλέντι, από μία ανταλλαγή, θα μπορείς να ξαναθυμηθείς, να ξανανιώσεις. Αυτό το βλέπω ν’ αποτυπώνεται πολύ στο πρόγραμμα που έχουμε φτιάξει μαζί με τα καλύτερα ταλέντα της μουσικής.


Είχατε πάντα αυτοπεποίθηση;

Χ.Α.: Πρώτα αποκτάς εμπειρίες, μετά έρχεται η αυτοπεποίθηση. Αρχίζει η επιτυχία, το σουξέ, η προσωπική σχέση με τον κόσμο, που δεν είσαι η τραγουδίστρια του συνθέτη. Αυτά σε πονηρεύουν. Μιλούν για προδοσία, αν αλλάξεις ρεπερτόριο.

Δ.Γ.: Ήμουν τόσο μαζεμένη, εύθραυστη. Είχα έναν φόβο όταν ξεκίνησα. Μετά έγινα η τραγουδίστρια της καρδιάς τους. Παντρεύονται, χωρίζουν, τα ξαναφτιάχνουν κάτω από τα τραγούδια μας, λένε.


Καίγεται κάποιος στη σκηνή;

Δ.Γ.: Μπορεί να τον διαλύσει. Μετράς μια αποθέωση και συ αγωνίζεσαι να κρατηθείς και να σταθείς στα πόδια σου.

Τα τραγούδια δεν αντικαθιστούν τον προφορικό λόγο, τα συναισθήματα;

Χ.Α.: Όταν νιώθω μοναξιά και σκοτεινιά, έχω το ραδιοφωνάκι δίπλα στο μαξιλάρι μου, που μου έχει κάνει πάρα πολύ καλό. Πολύ μεγάλη παρέα. Έχει διώξει φαντάσματα από το σπίτι μου, έχει διώξει φόβους, με έχει μαλακώσει, γιατί ένιωθα πως ένα τραγούδι γράφτηκε για μένα, ότι μιλούσε για μένα εκείνη τη στιγμή. Έχω γνωρίσει ανθρώπους που μου έχουνε εξομολογηθεί, μου έχουν πει πολύ μεγάλα λόγια που ντρέπομαι να τα πω - έχει συμβεί και σε μένα αυτό, ένα τραγούδι να σώσει μια στιγμή που νιώθεις ότι έχουν τελειώσει όλα, ότι είσαι μπροστά σε ένα τείχος και δεν ξέρεις πού θα πας. Η μουσική έρχεται σαν θεός και σου ξανανοίγει έναν δρόμο και σου δίνει ένα φως. Να, τις προάλλες ήμουνα στο σπίτι της Δήμητρας κι ένας άνθρωπος τής έφερε κάτι στο σπίτι, ένας γείτονας…

Δ.Γ.: Ένας γείτονας μου έφερε κάτι κούπες. Είπα «ευχαριστώ πολύ, τι σας χρωστάω;» και μου απάντησε «έχω πάει τόσες φορές στον παράδεισο μαζί σας, τι να ζητήσω»;

Χ.Α.: Με τον ίδιο τρόπο, μπορεί ένα ταξιτζής να μη σου πάρει λεφτά.

 

Είναι συγκινητικά αυτά τα πράγματα. Αποδεικνύουν ότι δεν είμαστε μόνοι μας ή ότι υπάρχει θεός ή θεοί; Υπάρχουν άνθρωποι;

Δ.Γ.: Υπάρχουν άνθρωποι.

Χ.Α.: Εγώ θέλω να πιστεύω ότι δεν είμαστε μόνοι μας.

 

Ότι κάποιος μας φροντίζει.

Χ.Α.: Οι άνθρωποι πρέπει να είναι μαζί. Τότε υπάρχει θεός. Γιατί ο θεός είναι αυτό το ωραίο που βλέπεις στη ζωή σου. Τις προάλλες είχα την ανάγκη ν’ ακούσω καλές ειδήσεις. Είδα τη λεόραση και είπα «δεν είναι δυνατόν να είναι μόνο αυτό η ενημέρωση». Μπήκα στον υπολογιστή μου και είδα καλά νέα. Και μπήκα και σ’ ένα σάιτ που δεν ήξερα κι ένιωσα χαρά. Αυτοί οι άνθρωποι πληρώνουν χαράτσια, έχουν μοναξιές, τους κόβουν τον μισθό, έχουν άρρωστα παιδιά, δεν μπορούν να πάνε στο νοσοκομείο, είναι απελπισμένοι. Αυτοί οι ίδιοι, όμως, κάνουν σπουδαία πράγματα. Βρίσκουνε παιδιά εγκαταλειμμένα, βρόμικα οικόπεδα και πάνε, τα καθαρίζουν και τα φυτεύουν. Με δική τους πρωτοβουλία. Φτιάχνουν όμορφες πλατείες.

Υπάρχουν άνθρωποι που κινητοποιούνται και προσφέρουν στο σύνολο -δεν μιλάω για φιλανθρωπικά και τέτοια-, ανεξάρτητα απ’ το αν έχουν οικονομική άνεση, και δεν το κάνουνε για πάρτη τους.

Δ.Γ.: Εγώ πάντως αυτό το βλέπω πολύ, γιατί μένω στο κέντρο της Αθήνας. Ότι δηλαδή δεν είμαστε μόνοι μας. Και μάλιστα το βλέπω όχι μόνο από μας αλλά και από άλλες φυλές.

 

Έχετε κινδυνέψει ποτέ;

Δ.Γ.: Όχι, δεν έχω κινδυνέψει, αλλά ήταν κάποια στιγμή που ήταν λίγο περίεργα τα πράγματα. Μ' έναν πολύ απλό διάλογο, όμως, τελείωσαν όλα. Οι άνθρωποι γίνονται επιθετικοί όταν τους χώνεις στον τρόμο και στη στέρηση και την ανελευθερία, την έλλειψη αξιοπρέπειας. Και πάλι, όταν δουν ότι έχουν απέναντί τους έναν άνθρωπο, γίνονται άνθρωποι. Προσπαθούμε όλοι να τους κάνουμε κτήμα.

Χ.Α.: Εγώ είχα μια πολύ τραυματική εμπειρία παλιά. Μπήκανε στο σπίτι μου ληστές με μαχαίρια και θέλανε λεφτά. Χτύπησαν τον άντρα μου και η κατάσταση ήταν πολύ άγρια. Πήρανε από το σπίτι ό,τι θέλανε, αλλά προσπαθήσανε κιόλας να του δέσουνε το τραύμα. Και βρίζανε μέσα από τα δόντια τους την ίδια την πράξη που κάνανε.

 

Ελληνικά βρίζανε ή ξένα;

Χ.Α.: Μισοελληνικά. Και θυμάμαι ότι ο ένας είπε, «και τώρα τι έκανα στον άνθρωπο;». Πόλεμο έχουμε, το καταλάβατε; Πόλεμο.


Κάνετε αυτό που θέλετε πάντοτε ή ακολουθείτε αυτό που θέλει το κοινό σας;

Δ.Γ.: Ξεκινήσαμε σε μια εποχή που το τραγούδι είχε αυτούς τους μεγάλους δημιουργούς και συνθέτες που ορίζανε έναν τρόπο.


Εσάς τα διαπιστευτήρια σάς τα έδωσε ο Χατζιδάκις;

Δ.Γ.: Εμένα τα διαπιστευτήρια μού τα έδωσε ο Δήμος Μούτσης και αμέσως μετά ο Χατζιδάκις. Και ο Ξαρχάκος. Ο Μάνος ήταν τότε στην Αμερική, αλλά αποφάσισε μετά από χρόνια να κάνει έναν δίσκο στην Ελλάδα. Θυμάμαι ότι πήρα ένα γράμμα του που έλεγε πως σ’ αυτόν το δίσκο θα έλεγα κι εγώ κάποια τραγούδια. Αυτή ήταν η λαχτάρα μου. Όπως καταλαβαίνεις, έλιωσα γιατί αυτό ήρθε αναπάντεχα. Αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Δήμο Μούτση, ο οποίος με πρωτοπήρε, ένα παιδάκι δεκάξι χρόνων, στα χέρια του και άρχισε να πλάθει τη φωνή μου. Έγραφε τότε το «Άσμα Ασμάτων». Το δουλεύαμε με τη φωνή μου και τα θυμάμαι τα τραγούδια ακόμα. Τόσο πολλή δουλειά κάναμε. Και με τον Σταύρο Ξαρχάκο μετά δουλέψαμε πάρα πολύ τη φωνή μου - εγώ ήμουν ακόμα πιο πολύ στα πούπουλα απ’ ό,τι η Χαρούλα. Δηλαδή, εγώ ξεκίνησα και σε μια εταιρεία όπου οι δημιουργοί είχανε τον πρώτο λόγο. Στην Κολούμπια τότε. Η Χαρούλα λίγο αργότερα. Ήτανε μάλιστα και μια εταιρεία που έδινε μεγάλη σημασία στο πρόσωπο του τραγουδιστή. Αυτά κάποια στιγμή σβήσανε, βέβαια. Και βρεθήκαμε και δυο μ’ ένα πολύ σημαντικό ρεπερτόριο. Με τους δημιουργούς που αγαπήσανε τη φωνή μας και θέλησαν να γράψουν γι’ αυτήν. Αυτό είναι το πιο σοβαρό απ’ όλα.

 

Τραγουδάτε με τα μάτια κλειστά ή ανοιχτά;

Χ.Α.: Με κλειστά.

 

Τι βλέπετε με τα μάτια κλειστά;

Χ.Α.: Όταν έχεις κλειστά τα μάτια, το έχεις ολόκληρο το τραγούδι. Γίνεσαι εσύ ο ίδιος τραγούδι. Δεν αποσπά την προσοχή σου τίποτε άλλο. Και είσαι ευαισθητοποιημένος απόλυτα. Δηλαδή ένα ακόρντο ν’ αλλάξει εκείνη την ώρα, θα σου ανοίξει τα μάτια. Το γεγονός ότι ακούς κάτι διαφορετικό μουσικά εκείνη την ώρα σε ξυπνάει.

Δ.Γ.: Υπάρχει βέβαια κάποια στιγμή, αυτό που λέει η Χαρούλα «με τα μάτια κλειστά», που είσαι εσύ αυτό που συμβαίνει. Υπάρχει όμως η στιγμή που θέλεις να τονίσεις κάτι και τον κοιτάς τον άλλο κατάματα. Και το λες έτσι. Το εννοείς εκείνη την ώρα.

 

Προετοιμαζόσαστε πολλή ώρα για να βγείτε στη σκηνή; Είσαστε πολλή ώρα στο καμαρίνι;

Χ.Α.: Δυο ώρες.

Δ.Γ.: Πέρα από αυτό, τον καιρό που τραγουδάς ζεις γι’ αυτό.

 

Είσαστε μόνο τραγουδίστριες, δεν έχετε άλλη ζωή;

Χ.Α.: Όταν τραγουδάμε, είμαστε μόνο τραγουδίστριες. Δεν μπορείς την άλλη μέρα να ξυπνήσεις και να πας να κάνεις άλλα πράγματα, εκτός. Είσαι συντονισμένος σ’ αυτό, στο ότι το βράδυ θα πας να τραγουδήσεις και γι’ αυτό πρέπει να είσαι καλά, να μην αρρωστήσεις, να έχεις κοιμηθεί καλά. Δεν μπορείς να έχεις δυο ζωές όταν τραγουδάς.

Δ.Γ.: Πρέπει να μην έχεις φάει πριν, γιατί θέλει αναπνοή. Πρέπει να ξέρεις πάρα πολλά πράγματα από την Ιατρική.

 

Σας φοβίζει ο χρόνος για τη φωνή σας;

Χ.Α.: Ξέρω ότι θα έρθει αυτό. Ξέρω ότι κάποια στιγμή θα συμβεί. Αλλά δεν έχω σκεφτεί τι θα κάνω όταν σταματήσω να τραγουδάω. Θα υπάρχουν παραγωγές, θ’ ασχοληθούμε με νέους ανθρώπους. Από πιτσιρίκα έχω πει ότι θα καταλάβω πότε η φωνή μου θα πάψει να με ακολουθεί και ότι θα σταματήσω πριν. Σιγά! Νομίζω ότι όλοι οι καλλιτέχνες θέλουν να πεθάνουν πάνω στη σκηνή.

 

Δεν έχουν άλλη ζωή. Υπάρχουν τραγουδιστές που το απέδειξαν με τα χρόνια. Πρέπει συνέχεια να είναι πρώτοι σε αυτό που κάνουν.

Χ.Α.: Όταν έχεις φτάσει σε ένα καλό σημείο, σε κάποιο επίπεδο -να μην πω να έχεις κατακτήσεις τρόπους κι ερμηνείες-, μετά δεν μπορείς να κινηθείς πιο κάτω. Θέλεις να είσαι πάντα εκεί. Και ο κόσμος το ζητάει αυτό. Αλλά κι εσύ ο ίδιος δεν μπορείς να πας να κάνεις πιο πρόχειρα πράγματα. Η Νάνα (σ.σ. Μούσχουρη)μια φορά μου είχε πει κάτι συγκινητικό:

«Θέλω να σταματήσω να τραγουδάω. Θα κάνω τα τελευταία μου κοντσέρτα». Και της είπα «Εντάξει, έναν γύρο ακόμα να κάνεις στον κόσμο, να μια δεκαετία ακόμη. Τώρα να μη σε απασχολεί αυτό». «Ξέρεις», μου λέει, «Χάρις, δεν μπορώ να καθίσω. Εγώ δεν έχω μάθει να ζω. Δηλαδή ήμουνα συνεχώς με μια βαλίτσα στο χέρι, ταξίδευα και τραγουδούσα. Τώρα, αν με βάλεις να καθίσω και να μην κάνω τίποτα, δεν θα ξέρω πώς να το κάνω. Δεν θα ξέρω πώς να ζήσω».

Δ.Γ.: Αυτό είναι συγκινητικό.

Χ.Α.: Ευτυχώς, είμαστε άνθρωποι που έχουμε πάρα πολλά ενδιαφέροντα, δεν έχουμε νεκρούς χρόνους, δεν είμαστε φυτά όταν δεν τραγουδάμε. Κάνουμε πάρα πολλά πράγματα. Παρ’ όλα αυτά, γίνεται τρόπος ζωής το τραγούδι.

 

Παρά το ότι έχετε τραγουδήσει τα πάντα, είστε μια θεότητα της θλίψης με τα λυπημένα τραγούδια σας.

Χ.Α.: Οι πιο πολλοί τραγουδιστές και οι μεγάλοι είναι αυτοί που έχουν βαθιά μελαγχολία μέσα τους. Εδώ υπάρχουν τραγούδια με πάρα πολύ χαρούμενους ρυθμούς με τα οποία χορεύουμε, μεθάμε και που θα ‘μαστε μαζί / Αγάπη μου σε χάνω» και είμαστε στο τσακίρ κέφι.

Δ.Γ.: Ο Ζαμπέτας το έκανε αυτό.

 

Κλαυσίγελως.

Δ.Γ.: Στα λαϊκά συμβαίνει, όπως και στα σπανιόλικα, στα φλαμέγκο. Λένε τραγικά πράγματα με ρυθμούς πιο χαλαρούς. Όταν έπαιζαν τα «Καβουράκια» μικρή, πλάνταζα στο κλάμα. Έπεφτα στα πατώματα. Γιατί έμεναν τα καβουράκια μόνα τους στου γιαλού τα βοτσαλάκια. Γινόμουνα κουρέλι. Που έφευγε η μαμά τους.

 

Και ένας άνθρωπος θρηνεί για καβουράκια. Ούτε καν για δίποδο ή τετράποδο.

Δ.Γ.: Δεν μπορείς να φανταστείς κλάμα.

Χ.Α.: Η μικρή Μαφάλντα που έκλαιγε. Τη λέγαμε Μαφάλντα μικρή τη Δήμητρα.

Δ.Γ.: Πιο μεγάλη. Μικρή μικρή με λέγανε Μικρή Λουλού. Μετά έγινα Μαφάλντα.

Χ.Α.: Πάντως, είναι ωραίο που έχω περάσει από αυτήν τη μελαγχολία. Κέρδος είναι.

Στο Παλλάς δεν υπάρχουν τραπέζια.

Δ.Γ.: Είναι τρόπος ακρόασης ακριβώς.

 

Είναι ανθρώπινος χώρος.

Δ.Γ.: Δεν ξέρω αν είναι ανθρώπινος, αλλά έχει αξιοπρέπεια. Σέβεται τον κόσμο. Αλλά τα πράγματα οι άνθρωποι τα κάνουνε. Και οι καλλιτέχνες και η ιστορία τους.

 

Και δεν επιτρέπεται και το κάπνισμα.

Δ.Γ.: Το κάπνισμα καλώς δεν επιτρέπεται την ώρα του τραγουδιού, γιατί τα πνευμόνια μας είναι γδαρμένα, αρρωσταίνουμε.

Σαν να καπνίζετε 1.500 τσιγάρα ταυτόχρονα.

Δ.Γ.: Ναι, αρρωσταίνουμε.

Χ.Α.: Όταν τραγουδάς και καπνίζει ο κόσμος γιατί χαλαρώνει, πίνοντας το ποτάκι του, είναι πάρα πολύ ωραίο γι' αυτόν και πολύ δύσκολο για μας. Δεν είναι σωστό όμως να λέμε στον κόσμο ότι μόνο έτσι θ' ακούει μουσική. Μόνο ταβερνιάρικη ή μόνο μπουζουξίδικη ή του Μεγάρου Μουσικής. Πρέπει να υπάρχουν διάφοροι χώροι και ο κόσμος να μπορεί να επιλέγει. Το είδαμε λιγάκι ότι ο Έλληνας πρέπει να καπνίζει. Μόνο αυτό υπάρχει; Ευτυχώς, έχουμε όλα τα είδη της μουσικής και αίθουσες όπου μπορεί ο καθένας ν’ ακούσει μουσική ανάλογα με τα κέφια του.

 

Μπορεί να υπάρχει αίθουσα όπου να επιτρέπεται να καπνίζει κανείς.

Χ.Α.: Όπως ήταν κάποια στιγμή, που δυστυχώς ο άλλος πήγαινε σ’ ένα κέντρο κι έπρεπε να βγει στις δύο η ώρα το πρωί ο τραγουδιστής και να μένουν έως τις πέντε και οι άνθρωποι που εργάζονταν μαζί του. Μην τον βάζεις τον άλλο να πάει τόσο αργά ν’ ακούσει μουσική. Θέλεις να γίνει αυτό; Ας υπάρχει και αυτός ο χώρος. Δεν είμαι κατά των χώρων αυτών, αλλά πρέπει να υπάρχουν επιλογές.

Δ.Γ.: Έχουμε ξεχάσει ότι πάντα υπήρχε νυχτερινή διασκέδαση στην Ελλάδα, αλλά όχι σε αυτόν το βαθμό κατάχρησης του χρόνου. Θυμάμαι,όταν ξεκινάγαμε, ερχόντουσαν οικογένειες στα μαγαζιά και φέρναμε και τα παιδιά τους.

Ήταν καλοντυμένοι άνθρωποι κι ερχόντουσαν ν’ ακούσουν τον αγαπημένο τους τραγουδιστή. Έχουμε ξεφύγει πάρα πολύ. Αυτό που σήμερα εννοείται ως διασκέδαση είναι η ανάγκη εκτόνωσης. Πνίγεσαι στο αλκοόλ, σε μια απίστευτη φασαρία, στον θόρυβο, αναισθητοποιείσαι και λες «α, πολύ ωραία». Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια αυτό το πράγμα έχει ξεφύγει τελείως.

Χ.Α.: Εντάξει, ας μην ξεχνάμε ότι τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια έχουμε πάρα πολλές μουσικές σκηνές.

Δ.Γ.: Όχι, δεν μιλάω γι’ αυτό, αλλά γι’ αυτό το βιομηχανικό πακέτο διασκέδασης.

Κάντε μια ευχή.

Χ.Α.: Παναγιά μου, βοήθησέ με να τραγουδάω πάντα!

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κύρα Κάπη: «O Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει προσποιηθεί ποτέ κάτι που δεν είναι»

Συνέντευξη / Κύρα Κάπη: H γυναίκα πίσω από το TikTok του πρωθυπουργού

Με αφορμή τη βράβευση της στα «Ermis Awards», η διευθύντρια Επικοινωνίας του πρωθυπουργού μιλά δημόσια για πρώτη φορά και περιγράφει το πώς διαμορφώνει τη δημόσια εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη ενώ απαντά για τα λάθη, την κριτική και τις δύσκολες στιγμές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δημήτρης Παπαϊωάννου

Συνέντευξη / Δημήτρης Παπαϊωάννου: «Αυτή θα είναι η τελευταία μου φορά στη σκηνή»

Λίγο πριν εμφανιστεί ξανά στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών με το ΙΝΚ, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου κάνει μια αναδρομή σε ολόκληρη την καριέρα του σε μια κουβέντα έξω απ’ τα δόντια με τον Δημήτρη Παπανικολάου, καθηγητή Νεοελληνικών και Πολιτισμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, για το περιοδικό «Dust», την οποία αναδημοσιεύει σε αποκλειστικότητα η LiFO.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
Χρήστος Μαρκογιαννάκης: «Στη Γαλλία είμαι δημιουργικά ελεύθερος, στην Ελλάδα όχι»

Βιβλίο / Χρήστος Μαρκογιαννάκης: «Στη Γαλλία είμαι δημιουργικά ελεύθερος, στην Ελλάδα όχι»

Τα νουάρ μυθιστορήματά του είναι από τα πιο αγαπημένα του γαλλικού αναγνωστικού κοινού: Ο βραβευμένος συγγραφέας και σύγχρονος μετρ του είδους σε μια συζήτηση για το «τέλειο έγκλημα» στη ζωή και στη λογοτεχνία.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Πέτρος Αϊβάζης: «Χρειάζεται αλληλεγγύη ανάμεσα στου ΛΟΑΤΚΙ+ που γερνούν, δεν βγαίνει αλλιώς»

LGBTQI+ / Πέτρος Αϊβάζης: «Χρειάζεται αλληλεγγύη ανάμεσα στους ΛΟΑΤΚΙ+ που γερνούν, δεν βγαίνει αλλιώς»

Από τη σεξεργασία και τα drag shows στην Αμερική ως την τηλεόραση, το σινεμά και τον ΛΟΑΤΚΙ+ εθελοντισμό στην Αθήνα, η «Ελληνίδα Divine» είναι ένας γλυκύτατος άνθρωπος με γεμάτη ζωή και νοιάξιμο για τους άλλους seniors της κοινότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων

Οθόνες / Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων

Ηθοποιός, σκηνοθέτης, παρουσιαστής παιδικών εκπομπών όπως οι θρυλικοί «Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι», πρωτοπόρος της μεταγλώττισης και η φωνή αγαπημένων μας ηρώων σε σειρές και ταινίες κινουμένων σχεδίων. O Αργύρης Παυλίδης σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στη LiFO.
ΜΑΝΟΣ ΝΟΜΙΚΟΣ
ΕΠΕΞ Η Daglara και το θρίλερ του «έθνους»: τρόμος, έρως και βουκολικό σικ

Συνεντεύξεις / Η Daglara στο Φεστιβάλ Αθηνών: Τρόμος, έρως και βουκολικό σικ

Performer, σχεδιάστρια ρούχων, πωλήτρια, φιλότεχνη, ντίβα, τέρας λαγνείας, η Daglara και η τέχνη της διαχέονται με λίκνισμα και γρύλισμα σε ένα σωρό πίστες της καθημερινότητας και της απόδρασης.
ΑΛΕΞΙΝΟΣ ΠΥΡΑΥΛΟΣ
Ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας: «Το μπαρ το ναυάγιο δεν ήταν μπαρ»

Μουσική / Μια ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας: «Το μπαρ το ναυάγιο δεν ήταν μπαρ»

Μια ανέκδοτη συνέντευξη της Αρλέτας στον δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Μιχάλη Γελασάκη το 2009, όπου μιλάει για τον τελευταίο της δίσκο, τα «αδικημένα» τραγούδια της, τους νέους, τους φραγκοφονιάδες της γενιάς της και αφηγείται την ιστορία του τραγουδιού το «Μπαρ το ναυάγιο», που δεν ήταν μπαρ! Δημοσιεύεται στo Lifo.gr για πρώτη φορά, έξι χρόνια μετά τον θάνατό της.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Γιώργος Καστανάς: «Ε, ναι! Είμαι Έλληνας κι ας με πίκρανε ο νόμος»

Συνέντευξη / Γιώργος Καστανάς: «Ε, ναι! Είμαι Έλληνας κι ας με πίκρανε ο νόμος»

Ο νεαρός που έγινε viral στο TikTok όταν πήρε στα χέρια του την ελληνική ταυτότητα μετά από 5 χρόνια αναμονής, μιλά αποκλειστικά στη LIFO για όλη του τη ζωή στην Ελλάδα του ρατσισμού, αλλά και της άφατης καλοσύνης.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Διονύσης Τεμπονέρας: «Να μην δούμε ξανά το χάρτη όλο μπλε»

Βασιλική Σιούτη / Το πολιτικό άστρο του Διονύση Τεμπονέρα μόλις αναδύθηκε ― Μια συζήτηση

Ο Διονύσης Τεμπονέρας παρέμενε σχεδόν άγνωστος την εποχή της εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ και αναδείχθηκε μόλις πρόσφατα, στην πτώση, όταν κλήθηκε να βοηθήσει με κεντρικό ρόλο την τελευταία στιγμή. Κατά κοινή ομολογία τα πήγε καλά, αλλά το αποτέλεσμα είχε κριθεί προ πολλού. Δεν είναι ο αγαπημένος της ελίτ ούτε των κομματικών μηχανισμών, όμως πολλοί πιστεύουν ότι το πολιτικό του άστρο μόλις αναδύθηκε, κι ας αρνήθηκε να είναι υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματος.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Αφροδίτη Παναγιωτάκου: «Στα Γιάννενα λειτουργήσαμε ριζωματικά, δεν πρέπει να προσγειώνεσαι πουθενά»

Εικαστικά / Αφροδίτη Παναγιωτάκου: «Στα Γιάννενα λειτουργήσαμε ριζωματικά, δεν πρέπει να προσγειώνεσαι πουθενά»

Η διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση επιστρέφει στη γενέτειρά της με τη διπλή ιδιότητα της καλλιτεχνικής διευθύντριας της νέας μεγάλης έκθεσης ψηφιακής τέχνης «Plásmata II: Ioannina» και της συνδημιουργού ενός από τα πιο εντυπωσιακά έργα της.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Σεμίνα Διγενή: «Στα χρόνια της τηλεόρασης η ζωή περνούσε δίπλα μου κι εγώ την αγνοούσα»

Οι Αθηναίοι / Σεμίνα Διγενή: «Στα χρόνια της τηλεόρασης η ζωή περνούσε δίπλα μου κι εγώ την αγνοούσα»

Η δημοσιογράφος, συγγραφέας, και βουλευτής ΚΚΕ μιλάει για όλα τα μεγάλα κεφάλαια της ζωής της - από τα περιοδικά μέχρι την τηλεόραση, και από τα βιβλία μέχρι την πολιτική.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δήμητρα Δασκαλάκη: «Δεν είναι δυνατόν να αποτελείς κύτταρο της κοινωνίας και να μη στηρίζεις τις γυναίκες και τη μητρότητα»

The Upfront Initiative / Δήμητρα Δασκαλάκη: «Δεν είναι δυνατόν να αποτελείς κύτταρο της κοινωνίας και να μη στηρίζεις τις γυναίκες και τη μητρότητα»

Η Γενική Διευθύντρια Οργανωσιακής Ανάπτυξης και Επικοινωνίας της METRO ΑΕΒΕ μιλά στη LIFO για την ισότητα στην πράξη και για τα μέτρα στήριξης και ενδυνάμωσης των γυναικών εργαζομένων στην εταιρεία, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ