To παράδοξο της Λογικής

To παράδοξο της Λογικής Facebook Twitter
1

Τον Νοέμβριο του 1755 έγινε ισχυρός σεισμός στη Λισαβόνα (καλή ώρα, όπως προσφάτως στο Νεπάλ). Εκτός από τα κτίρια που κατέρρευσαν, φωτιές και παλιρροιακό κύμα οδήγησαν χιλιάδες ανθρώπους στον θάνατο. Τα κακοποιά ένστικτα αφυπνίστηκαν, ληστείες και φόνοι συμπλήρωσαν την καταστροφή, οδηγώντας σε άγριες τιμωρητικές πράξεις. Η Ευρώπη συγκλονίστηκε. Το αποδεικνύουν σχετικές αναφορές του Καντ και του Γκαίτε. Θεολόγοι και φιλόσοφοι έβγαλαν «μαχαίρια»: αν ο Θεός είναι σοφός και ελεήμων, πώς γίνεται να μοιράζει τον όλεθρο εξίσου επί δικαίους και αδίκους; Πενήντα χρόνια μετά, μνήμη εκείνης της καταστροφής μεταφέρει ο Χάινριχ φον Κλάιστ (1777-1811), αυτός ο σπουδαίος, ευαίσθητος συγγραφέας που δεν άντεξε το δράμα της ύπαρξης και αυτοκτόνησε νεότατος, στη νουβέλα του Σεισμός στην Χιλή (4 Νουβέλες, εκδ. Άγρα).


Μια αρχοντοπούλα, η Γιοζέφα, υπέπεσε στο σφάλμα να ερωτευτεί τον δάσκαλο (Χερώνυμο) που της έκανε κατ' οίκον μαθήματα. Ο Χερώνυμο φυλακίζεται και η νεαρή οδηγείται σε μοναστήρι, όπου θα γεννήσει τον καρπό του άνομου έρωτά τους . Το γεγονός θα προκαλέσει τον αποτροπιασμό της «θεοσεβούς» κοινωνία και η Γιοζέφα θα καταδικαστεί σε θάνατο διά αποκεφαλισμού. Τη μέρα της εκτέλεσης, ωστόσο, ένας σεισμός ισοπεδώνει το μεγαλύτερο μέρος του Σαντιάγο. Η κοπέλα γλιτώνει κι ο Χερώνυμο δραπετεύει από τη μισογκρεμισμένη φυλακή. Ανέλπιστα η καταστροφή θα ξανασμίξει το ζευγάρι (μαζί με το νεογέννητο). Κάποιοι, φωτισμένοι από τη συμφορά, θα τους δείξουν αλληλεγγύη. Κάποιοι άλλοι, όμως, απ' αυτούς που ψάχνουν υπαιτίους για τη φρικτή «τιμωρία» του Θεού, προκαλούν τον θάνατό τους μέσα στην εκκλησία την ώρα της έκτακτης δέησης.

Σε μια πόλη όπου παρουσιάζονται εκατοντάδες παραστάσεις μέσα στη σεζόν, είναι πιο επείγον από ποτέ οι νεαροί καλλιτέχνες –το μέλλον του ελληνικού θεάτρου– να τοποθετούνται απέναντι στον χυλό της μετριότητας, απαντώντας εντίμως στο ερώτημα:«Τι προσφέρουμε; Είναι αυτό που παρουσιάζουμε το θέατρο που θα μας ενδιέφερε να δείτε;»


Ένας ευγενής άνδρας που θα υποστηρίξει το ζευγάρι θα δει τους φανατισμένους να σκοτώνουν το μωρό του. Θα διασώσει το μωρό της Γιοζέφας και του Χερώνυμο και θα το μεγαλώσει σαν δικό του παιδί. Η ζωή συνεχίζεται. Ο αγώνας του Καλού με το Κακό, του Λογικού με το Παράλογο, της δημιουργίας με την καταστροφή, δεν τελειώνει – ο καθένας «το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί».


Ο Σεισμός στη Χιλή αποτελεί έξοχο δείγμα νουβέλας. Η αρτιότητα της γραφής, γεμάτη εκπληκτικές εικόνες και αντιθέσεις (ομορφιάς εν μέσω τρόμου), συναγωνίζεται την πυκνότητα των ιδεών που εμμέσως , μέσα από τη ροή της ιστορίας, υποβάλλει ο συγγραφέας. Στο Bios μια ομάδα νεαρών ηθοποιών, καθοδηγημένη από τον Ακύλλα Καραζήση, επιχείρησε τη σκηνική αφήγησή της. Μοναδικά σκηνικά αντικείμενα, δύο λιωμένοι καναπέδες. Στη μέση της σκηνής, κατά την έναρξη της παράστασης, οι ηθοποιοί ζωγραφίζουν με χρωματιστές κιμωλίες σ' ένα μεγάλο τετράγωνο – τα ναΐφ σχήματα θα σβήσουν στη διάρκεια της δράσης, όντας προσωρινά όσο κι άνθρωποι, τα αποκτήματά τους, το ίδιο το σκηνικό εγχείρημα.


Η νουβέλα θα μπορούσε να παρουσιαστεί εν είδει μονολόγου. Η επιλογή ενός Χορού αφηγητών οδήγησε σε μια «διυποκειμενική» ερμηνεία: ο λόγος μοιράζεται σε όλους. Η παράσταση αρχίζει και κλείνει με λυπημένο τραγούδι. Δεν έλειψαν κάποια «ευρήματα» (όπως δυο-τρία σύντομα χορευτικά του συνόλου) που προκαλούσαν γελάκια στους γνωστούς, «έξυπνους» και με «χιούμορ» θεατές (αυτούς που δεν έχουν ιδέα, κι ούτε τους ενδιαφέρει να καταλάβουν, γιατί μιλάει η ιστορία). Ως προς την ερμηνευτική γραμμή, στην υποκριτική υιοθετείται η άρση της φωνής μέχρι του σημείου που τα πρόσωπα να κοκκινίζουν από την προσπάθεια και την ένταση.


Το αφηγηματικό θέατρο (που δραματοποιεί την αφήγηση, όχι το λογοτεχνικό κείμενο) έχει μεγάλο ενδιαφέρον, χωράει δημιουργικούς πειραματισμούς και έχει οδηγήσει σε σπουδαίες παραστάσεις (όπως οι Έμποροι των Εθνών του Θ. Αμπαζή). Εδώ, παρά την έντιμη προσπάθεια των οκτώ ηθοποιών, η πράξη μοιάζει «εφαρμογή» ταλαντούχων τελειοφοίτων δραματικής σχολής. Γιατί οι ποιότητες (ηλικίες και ερμηνευτικές επιδόσεις) του συνόλου δεν διαφοροποιούνταν αρκούντως ώστε να προκαλούνται ενδιαφέρουσες δραματικές σχέσεις, αντιθέσεις, αλληλεπιδράσεις. Δεν προκαλείται η παραμικρή δόνηση, ένα αίσθημα, μια σκέψη. Σε μια πόλη όπου παρουσιάζονται εκατοντάδες παραστάσεις μέσα στη σεζόν, είναι πιο επείγον από ποτέ οι νεαροί καλλιτέχνες –το μέλλον του ελληνικού θεάτρου– να τοποθετούνται απέναντι στον χυλό της μετριότητας, απαντώντας εντίμως στο ερώτημα:«Τι προσφέρουμε; Είναι αυτό που παρουσιάζουμε το θέατρο που θα μας ενδιέφερε να δείτε;»

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ