Ανακαλύπτοντας θησαυρούς σε ένα από τα πιο εκλεκτά παλαιοβιβλιοπωλεία της Αθήνας

Ανακαλύπτοντας θησαυρούς στο παλαιοβιβλιοπωλείο του Δ. Ρέτσα στο Μοναστηράκι Facebook Twitter
Μου άρεσε το παλιό βιβλίο, πάντα. Δεν έχω απάντηση στο γιατί, εκεί έβρισκα τα ενδιαφέροντά μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO
0

Για τους βιβλιοφάγους και τους συλλέκτες βιβλίων το μαγαζί του Δημήτρη Ρέτσα στο Μοναστηράκι είναι κάτι σαν ναός, ένα μικροσκοπικό παλαιοβιβλιοπωλείο που απ’ έξω μπορεί να μη σου γεμίζει το μάτι, αλλά τα βιβλία που βρίσκεις στα ράφια του είναι ένας θησαυρός. Βέβαια, τα περισσότερα βιβλία που διαθέτει δεν μπορείς να τα βρεις στο μικροσκοπικό μαγαζί του, τα έχει σε μια αποθήκη που φιλοξενεί περισσότερα από είκοσι χιλιάδες βιβλία, τα οποία μπορείς να τα τσεκάρεις (και να τα παραγγείλεις) στο site του, που διαχειρίζεται η σύζυγός του.

«Οι κύριοι τομείς δραστηριότητας αφορούν στην Ιστορία, τη λαογραφία, την τοπική ιστορία, τις πρώτες εκδόσεις ελληνικής λογοτεχνίας, τις εικονογραφημένες εκδόσεις και επιλεγμένα βιβλία σε πολλούς άλλους τομείς» γράφει στην πρώτη σελίδα. «Οι επιλογές μας βασίζονται στις παλιές, σπάνιες και δυσεύρετες εκδόσεις κυρίως ελληνικών βιβλίων με ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα της κατάστασής τους». Ακόμα και αν κάτι δεν το έχει, είναι πρόθυμος να δεχτεί παραγγελία για να το βρει.

Κάπως έτσι ξεκίνησε η σχέση μας, ψάχνοντας ένα από τα πιο σπάνια βιβλία της ελληνικής λογοτεχνίας, το οποίο βρήκε στην πρώτη έκδοση, με την αυθεντική κουβερτούρα και την εικονογράφηση. Άκοπο! Πριν μου το παραδώσει ήθελε να ακούσει τη φωνή μου στο τηλέφωνο και μετά να με δει, μια παράξενη οντισιόν που έχει μεγάλη σημασία για τους ανθρώπους που αγαπούν το αντικείμενο της δουλειάς τους. Εκτός από έμπορος, ο κ. Ρέτσας είναι ένας άνθρωπος με τεράστια γνώση για τις ελληνικές εκδόσεις. Η σχέση του με τα βιβλία είναι σχέση ζωής, βρίσκεται στον χώρο των εκδόσεων από τότε που θυμάται τον εαυτό του και είναι συλλέκτης από μικρός, από 15 χρονών.

Θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς ιδιόρρυθμο ή και εκκεντρικό, αλλά η κουβέντα μαζί του είναι πολύτιμη, ειδικά αν σου αρέσουν τα παλιά βιβλία. Πλέον ανοίγει το μαγαζί του κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο από τις 10 μέχρι τις 14:00, στο site του όμως είναι διαθέσιμος κάθε μέρα.

Την ώρα που έφτασα στο μαγαζί είχε μόλις λάβει μερικές κούτες με βιβλία και τσέκαρε την ποιότητά τους. Μας δείχνει ένα γαλλικό περιοδικό της δεκαετίας του 1920 που είναι κυριολεκτικά έργο τέχνης.

Αν δεν έχεις τη λόξα, το μικρόβιο του συλλέκτη, δεν κάνεις τέτοιο μαγαζί. Γιατί συλλέκτης ήμουν, και το μαγαζί το άνοιξα με τη συλλογή μου. Εδώ πέρα υπάρχει ένα θέμα, συνήθως ο συλλέκτης δεν αποχωρίζεται τη συλλογή έως ότου πεθάνει, εγώ είπα «τέρμα, από δω και πέρα έμπορος, όχι συλλέκτης». Δεν το ακολουθείς πάντα, αλλά είναι τόσα πολλά τα βιβλία, που μπορείς να κάνεις και τον συλλέκτη και τον έμπορο μαζί.  

— Τι κάνατε πριν ανοίξετε το μαγαζί;
Δούλευα πάλι στον χώρο του βιβλίου, επιμέλειες εκδόσεων, διορθώσεις, είχα δουλέψει σε εκδοτικούς οίκους, στον Gutenberg ας πούμε, και σε άλλους. Τελικά ήθελα να κάνω τον έξυπνο, είπα δεν μ’ αρέσουν οι εκδοτικοί οίκοι κι ασχολήθηκα με πανεπιστημιακούς. Με ανθρώπους, όχι οίκους, κι εκεί την πάτησα. Δούλευα σαν τον σκλάβο και δεν έβγαζα φράγκο επειδή οι περισσότεροι με δούλευαν κανονικότατα. Έφτασα σε ένα σημείο, είχα και υποχρεώσεις οικογενειακές, που είπα «κάτι πρέπει να κάνω». Τα βιβλία ήταν κάτι που ήξερα, από παιδάκι ερχόμουν στο Μοναστηράκι και αγόραζα, και τα τελευταία χρόνια ερχόμουν πάρα πολύ συχνά στο διπλανό μαγαζί, έτσι αποφάσισα να ανοίξω ένα παλαιοβιβλιοπωλείο. Ήξερα τη δουλειά, βρέθηκε αυτός ο χώρος και το άνοιξα. Το 1986.

— Δεν σας ενδιέφερε να ασχοληθείτε με νέα βιβλία;
Καθόλου. Μου άρεσε το παλιό βιβλίο, πάντα. Δεν έχω απάντηση στο γιατί, εκεί έβρισκα τα ενδιαφέροντά μου. Από 15 χρονών ερχόμουν στο Μοναστηράκι, στην Ηφαίστου υπήρχε ένα τεράστιο υπόγειο, και όποτε μου περίσσευε κανένα φράγκο ερχόμουν εδώ και αγόραζα βιβλία. Διάβαζα πάρα πολύ και διάβαζα από πολύ μικρός. Αν δεν έχεις τη λόξα, το μικρόβιο του συλλέκτη, δεν κάνεις τέτοιο μαγαζί. Γιατί συλλέκτης ήμουν, και το μαγαζί το άνοιξα με τη συλλογή μου. Εδώ πέρα υπάρχει ένα θέμα, συνήθως ο συλλέκτης δεν αποχωρίζεται τη συλλογή έως ότου πεθάνει, εγώ είπα «τέρμα, από δω και πέρα έμπορος, όχι συλλέκτης». Δεν το ακολουθείς πάντα, αλλά είναι τόσα πολλά τα βιβλία, που μπορείς να κάνεις και τον συλλέκτη και τον έμπορο μαζί.  

— Πόσους τίτλους διαθέτετε;
Περίπου είκοσι χιλιάδες.

 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Διάβαζα πάρα πολύ και διάβαζα από πολύ μικρός. Αν δεν έχεις τη λόξα, το μικρόβιο του συλλέκτη, δεν κάνεις τέτοιο μαγαζί. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

— Η τιμή ενός βιβλίου πώς καθορίζεται; Τι αξιολογείτε; 
Με την πείρα, καταρχάς. Δεν καταφεύγω, όπως πολλοί συνάδελφοι, στο ίντερνετ, δεν μου αρέσει αυτό, για να δουν πόσο έχει ένας άλλος την τιμή και να βάλουν αυτοί μια μικρότερη. 

Μπαίνει κάποιος και ζητάει ένα βιβλίο της Ένωσης Κεφαλαιούχων, δεν το έχει, μετά ρωτάει αν υπάρχει καμία παλιά έκδοση των «Αθλίων» του Ουγκό. Ο κ. Ρέτσας του λέει «έχω μια που είναι η πρώτη έκδοση στη δημοτική, του Αυγέρη, 50 ευρώ πέντε τόμοι δερματόδετοι, στην καθαρεύουσα». Η πρώτη μετάφραση είναι του Σκυλίτση, τη δεκαετία του ’20, την έχει και αυτή, 50 ευρώ επίσης. Πέντε τόμοι. Ο πελάτης τα περιεργάζεται και φεύγει. Του λέει ότι υπάρχουν και άλλες μεταφράσεις, προτιμάει όμως την απλή καθαρεύουσα επειδή αυτή πρωτοδιάβασε. 

Τα στοιχεία που μπαίνουν είναι αρκετά, η παλαιότητα είναι το ένα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οποιοδήποτε παλιό βιβλίο έχει αξία. Δηλαδή μπορεί να είναι ένα βιβλίο του 1800 τόσο και να μην είναι τίποτα και μπορεί να είναι του 1980 και να είναι πάρα πολύ σημαντικό. Συνήθως, όμως, όσο πιο παλιό είναι μεγαλώνει η αξία του. Δεύτερον είναι η εικονογράφηση. Υπάρχουν βιβλία που έχουν εικονογράφηση από χαράκτες Έλληνες πολύ καλούς, έχουμε πάρα πολλούς, ο Τάσσος, η Κατράκη, ο Μόσχος, ο Βελισσαρίδης, ο Αστεριάδης έχουν κάνει καταπληκτικές εικονογραφήσεις, αυτό επίσης προσθέτει. Μετράει και αν είναι πρώτες εκδόσεις ή μετέπειτα. Η πρώτη έκδοση σαφώς έχει μεγαλύτερη αξία και πολύ μεγάλη διαφορά. Από θέματα, η ποίηση, οι ποιητές που έχουν αναγνωριστεί, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Εγγονόπουλος, έχουν σταθερή αξία. Μία συλλογή του Εγγονόπουλου σε πρώτη έκδοση μπορεί να κάνει και 500 ευρώ, αν είναι τωρινή θα κάνει 20. Επίσης, αν έχει αφιέρωση από τους γνωστούς, Σεφέρη, Ελύτη κ.λπ., η αξία αυξάνεται αρκετά, η υπογραφή από κάποιον άγνωστο δεν σημαίνει τίποτα. Υπάρχουν και άλλα πολλά τέτοια. Το πιο σημαντικό για να αξιολογήσεις ένα βιβλίο είναι η πείρα, μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έχεις δει πάρα πολλές φορές ένα βιβλίο και ξέρεις την αξία του. Τώρα, αν δεν το έχεις δει ποτέ και ψυχανεμίζεσαι ότι μπορεί να είναι κάτι πάρα πολύ καλό, τότε καταφεύγεις στο ίντερνετ. Ειδικά αν είναι ένα βιβλίο ξενόγλωσσο. 

Έχουν μπει στο επάγγελμα πάρα πολλοί, όταν λέμε πάρα πολλοί, δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσοι. Εκτός από τα μαγαζιά, που κι εκεί είναι τρέχα γύρευε, όποιος έχει έναν τρόπο μαζεύει βιβλία από δω κι από κει και τα βάζει στο e-bay ή και αλλού, και επειδή υπάρχει και η ανοησία και η απληστία και η άγνοια, όλα αυτά επιδρούν στο να εμφανίζονται κάτι τιμές παρανοϊκές. Και μετά πας να αγοράσεις από ένα σπίτι ένα βιβλίο και σου λέει «μα τι λέτε, αφού είδα στο ίντερνετ ότι κάνει τόσο!». Άντε συνεννοήσου. 

 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Το πιο σημαντικό για να αξιολογήσεις ένα βιβλίο είναι η πείρα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO
 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

— Τα βιβλία πού τα βρίσκετε;
Η κυριότερη πηγή –που εγώ τη χρησιμοποιούσα παλιότερα σχεδόν αποκλειστικά– ήταν από σπίτια. Πεθαίνει κάποιος, οι απόγονοι δεν ενδιαφέρονται, θέλουν να ελευθερώσουν τον χώρο, και πέφτει μια βιβλιοθήκη στα χέρια σου. Από κει και πέρα, έρχονται άνθρωποι εδώ πέρα κάθε μέρα με βιβλία και τα πουλάνε. Δεν ξέρω πού τα βρίσκουν, απ’ τον κάδο της ανακύκλωσης μέχρι το σπίτι του θείου. Συν τα παζάρια που γίνονται εδώ κάθε εβδομάδα την Κυριακή και έρχονται επαγγελματίες ρακοσυλλέκτες, Ρομά κυρίως, οι οποίοι βάζουν αγγελίες κάθε μέρα και παίρνουν ολόκληρα σπίτια, από το ψυγείο μέχρι τα βιβλία και τους δίσκους της μουσικής. Κι έρχονται εδώ και τα πουλάνε.   

— Δυσκολεύεστε να βρείτε βιβλία σε σχέση με παλιότερα;
Ναι, υπάρχει μια τέτοια κατάσταση. Είναι δυσκολότερα για πολλούς λόγους, για μένα ο κυριότερος λόγος, γιατί πάντα υπάρχουν βιβλιοθήκες, είναι ότι έχουν πληθύνει οι έμποροι. Επομένως έχει μικρύνει το κομμάτι της πίτας.  

— Μου κάνει εντύπωση αυτό που λέτε, γιατί νόμιζα ότι ο αριθμός των παλαιοβιβλιοπωλείων έχει μειωθεί. 
Έχει αυξηθεί! Πολύ. Παλιά ήταν δέκα παλαιοβιβλιοπωλεία, τώρα μπορεί να είναι εκατό. Η Ιπποκράτους είναι γεμάτη. Και αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στους άλλους, οι οποίοι είναι δεκαπλάσιοι και εκατονταπλάσιοι ίσως, οι οποίοι δεν έχουν ούτε εφορίες, ούτε δήλωση επαγγέλματος, και δουλεύουν μαύρα. Αυτοί είναι πάρα πολλοί. 

— Το ενδιαφέρον του κόσμου έχει αυξηθεί να υποθέσω, για να υπάρχει τόση προσφορά βιβλίων. Υπάρχει κόσμος που στηρίζει τόσα παλαιοβιβλιοπωλεία; 
Δεν μπορώ να σου απαντήσω σε αυτό, μπορώ να σου πω όμως ότι θα περίμενα να είναι πιο λίγοι οι άνθρωποι που αγοράζουν βιβλία (εννοώ μεταχειρισμένα βιβλία), με βάση το τηλέφωνο, το ίντερνετ, αλλά βλέπω ότι υπάρχει κόσμος, όσος ήταν πάντα.  

— Τι ηλικίες έρχονται συνήθως στο μαγαζί σας;
Και νέοι. Και αυτό είναι το παρήγορο.  

— Τα νούμερα που βγάζουν οι έρευνες δείχνουν ότι δεν διαβάζει ο νεαρόκοσμος, τουλάχιστον όχι όσο παλιά, γενικά είναι απελπιστικά μικρός ο αριθμός των ανθρώπων που διαβάζει στην Ελλάδα. 
Να σας πω, μπαίνει εδώ ένα θέμα του τι διαβάζει. Υπάρχει μια εικόνα από την καθημερινότητα που δείχνει ότι ο κόσμος διαβάζει, εγώ βλέπω περισσότερους να διαβάζουν. Στο τρένο παλιά δεν έβρισκες κανέναν να διαβάζει, κανέναν, τώρα βλέπεις πολλούς. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με αυτό που μου λέτε. Δεν ξέρω από πού προκύπτει ότι ο κόσμος δεν διαβάζει. Δεν μπορώ να διαχωρίσω αν αυτός διαβάζει τη Λένα τη Μαντά ή αστροφυσική, από την εμπειρία μου σας λέω ότι οι αναγνώστες έχουν πληθύνει, διαφωνώ πλήρως με όσους λένε ότι διαβάζει λιγότερο πλέον ο κόσμος στην Ελλάδα.

 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Στο μαγαζί έρχονται νέοι άνθρωποι διαφόρων ειδών, κι έρχονται να αγοράσουν ένα βιβλίο για να το διαβάσουν. Τους «Αθλίους» του Βίκτωρος Ουγκό, π.χ., τους παίρνουν για να τους διαβάσουν. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

— Μου είπατε ότι έρχονται νέοι άνθρωποι στο μαγαζί, για να συλλέξουν ή για να διαβάσουν;
Στο μαγαζί έρχονται νέοι άνθρωποι διαφόρων ειδών, κι έρχονται να αγοράσουν ένα βιβλίο για να το διαβάσουν. Τους «Αθλίους» του Βίκτωρος Ουγκό, π.χ., τους παίρνουν για να τους διαβάσουν. Έρχεται και αυτός που είναι συλλέκτης από μικρός, με επιλογή, και παίρνει αυτά που θέλει. Έρχονται και παιδιά που θέλουν να κάνουν μια έρευνα επιστημονική σε διάφορα πεδία, και θέλουν βιβλία που είναι για τη δουλειά τους. Αυτό γινόταν πάντα και δεν έχει αλλάξει.   

— Υπάρχουν συλλέκτες που έρχονται να αγοράσουν ένα βιβλίο μόνο για τη σπανιότητά του και όχι για να το διαβάσουν;
(Γελάει) Στην περίοδο των παχιών αγελάδων, του Χρηματιστηρίου, υπήρξε ένα κύμα τεράστιο από αυτούς τους ανθρώπους. Οι οποίοι, δεν ξέρω πώς είχε γίνει αυτή η μόδα, έρχονταν και έπαιρναν τα βιβλία και άκουγα ύστερα, γιατί αυτά κουβεντιάζονται, ότι τα έβαζαν σε κούτες και τα έκρυβαν. Σαν αποθησαύριση. Δεν ξέρω αν τα πούλαγαν, αλλά τα μάζευαν και δεν τα διάβαζαν. Αυτή ήταν η ακραία κατάσταση. Τώρα, μπορεί να αγοράσει κάποιος από τους συλλέκτες ένα βιβλίο και να μην το διαβάσει. Ζητάει, π.χ., να βρει μια εικονογραφημένη έκδοση από έναν χαράκτη γνωστό, η οποία έχει τυπωθεί σε λίγα αντίτυπα, μια ποιητική συλλογή ας πούμε. Είμαι σίγουρος πως δεν θα τη διαβάσει, θα δει τα σχέδια, θα τη βάλει στη θέση της στο ράφι, και θα προχωρήσει σε ένα άλλο βιβλίο. Είναι πολλοί αυτοί που δεν θα το διαβάσουν. Η μάζα των συλλεκτών κατά κανόνα δεν διαβάζει, συλλέγει.     

— Τι ζητάνε πιο πολύ οι άνθρωποι που έρχονται στο μαγαζί σας;
Αυτό εξαρτάται από την πελατεία του κάθε μαγαζιού. Εγώ έχω προσανατολιστεί στην τοπική ιστορία και στη λαογραφία, επειδή σκέφτηκα κάποτε ότι ο χώρος είναι μεγάλος, είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι που θέλουν να μάθουν για τον τόπο τους, και το κύριο μέρος, αυτό που έχει τα περισσότερα βιβλία στις κατηγορίες μου, είναι αυτό, οπότε πουλάω πολλά τέτοια βιβλία. Από κει και πέρα, έχει ζήτηση η λογοτεχνία, η ιστορία. Επειδή έχω προσανατολιστεί από την αρχή του μαγαζιού στην ποιότητα, ελληνική λογοτεχνία, κυρίως πρώτες εκδόσεις, και στην ξένη λογοτεχνία πολύ καλές εκδόσεις και μεταφράσεις, δεν παίρνω τις εκδόσεις που βγάζουν οι εφημερίδες, καθόλου. Οι συνάδελφοι τις παίρνουν και καλά κάνουν.

Έρχονται εδώ και άνθρωποι που τους στέλνουν από τα άλλα μαγαζιά για κάτι πολύ δύσκολο... Εγώ έχω μία γκάμα βιβλίων κι έναν αριθμό βιβλίων, τα περισσότερα απ’ αυτά είναι σε ένα αντίτυπο, όταν πουληθεί αυτό το αντίτυπο, ο άλλος που θα ’ρθει δεν θα το βρει. Κι αυτά είναι πολλά, κυρίως στον τομέα της λογοτεχνίας, ποίηση, σπάνιες ποιητικές συλλογές, Ελύτης, Καββαδίας. Ένα παράδειγμα σπάνιου βιβλίου που μου το ζήτησαν πριν από λίγες μέρες ήταν το «Πούσι» του Καββαδία, την πρώτη, εξαιρετική έκδοση της δεκαετίας του ’40 από τον Θανάση Καραβία – ήταν Ιπποκράτους και Ακαδημίας το μαγαζί του. Ήταν φίλοι με τον Καββαδία και όσα ποιήματα είχε στα δίφυλλα είχε και τόσα χαρακτικά, το κάθε ένα από άλλον χαράκτη. Είχε βγει σε 500 αντίτυπα, και κάνει κανένα 500άρι ευρώ το καθένα σήμερα. 

 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Εγώ έχω μία γκάμα βιβλίων κι έναν αριθμό βιβλίων, τα περισσότερα απ’ αυτά είναι σε ένα αντίτυπο, όταν πουληθεί αυτό το αντίτυπο ο άλλος που θα ’ρθει δεν θα το βρει. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO
 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Παλιά ήταν δέκα παλαιοβιβλιοπωλεία, τώρα μπορεί να είναι εκατό. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

— Έχετε αρνηθεί ποτέ να πουλήσετε βιβλίο σε κάποιον;
Ναι, επειδή είναι και ο χαρακτήρας μου τέτοιος. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα συγκεκριμένη περίπτωση που δεν έχω πουλήσει σε κάποιον βιβλίο, αλλά συμβαίνει, και μάλιστα αρκετές φορές, να έρχεται κάποιος και να ζητάει ένα βιβλίο που υπάρχει, να ρωτάει πόσο κάνει, «τόσο», και να λέει «ααα, εγώ το βρήκα με τόσο». Η απάντηση η δική μου είναι «τρέχα πάρ’ το πριν προλάβει άλλος». Κι αυτό είναι άρνηση. Οπωσδήποτε υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις.

—Έχετε βιβλία που δεν θα πουλάγατε ποτέ; Που δεν θα αποχωριζόσασταν από τη συλλογή σας. 
Δεν ξέρω, παίζεται. Όταν άνοιξα το μαγαζί, στο μυαλό μου είχα ότι αρχίζω με τα βιβλία που είχα συλλέξει. Αυτό οφείλεται στον χαρακτήρα μου, ότι μπορώ να το κάνω. Όπως αν κάτι πάει στραβά με έναν άνθρωπο δεν με ενοχλεί καθόλου να μην τον ξαναδώ, δεν με ενοχλεί πραγματικά, δεν με στεναχωρεί, τελείωσε, διαγραφή, έτσι κάπως έγινε και σε αυτό το θέμα, λόγω της ανάγκης μου για καινούργια δουλειά και για χρήματα κάθε μήνα για το σπίτι μου. Περνώντας ο χρόνος, τα βιβλία που ερχόντουσαν ήταν πάρα πολλά, επομένως πολύ εύκολα μπορούσα μερικά, ίσως τα καλύτερα με τα δικά μου κριτήρια, να τα βάζω στην άκρη και να τα βγάζω πέρα με τα υπόλοιπα. Πάρα πολύ άνετα έγινε αυτό. Αποτέλεσμα; Τώρα, εκτός από τα είκοσι χιλιάδες βιβλία και άλλα τόσα που δεν έχουν μπει ακόμα στο site, έχω κι άλλα που είναι σε άλλες μεριές.

Είναι αυτά που δεν θέλω να τα κινήσω, μία πάρα πολύ καλή συλλογή νέας ελληνικής λογοτεχνίας. Και το «Πούσι» το έχω, δεν του το έδωσα, αν και θα μπορούσα, έχω βγάλει όμως ένα σωρό και έχω δώσει, ή μπορώ να το δώσω αύριο, όπως μου ’ρθει. Ένα που δεν θα έδινα ποτέ γιατί θα ήθελα να το πάρει η κόρη μου και είναι δύσκολο να αποχωριστώ, είναι ένα πολύ σπάνιο βιβλίο. Ο Μακρυγιάννης είχε βάλει έναν ζωγράφο να ζωγραφίσει τις μάχες – υπάρχει και μία έκδοση της Εθνικής Τράπεζας με αυτό το υλικό. Είναι 24 πίνακες απ' τις μάχες που έχει περιγράψει ο Μακρυγιάννης στον Παναγιώτη Ζωγράφο και στα παιδιά του. Είχαν εγκατασταθεί στο σπίτι του, ο Μακρυγιάννης έλεγε και αυτοί ζωγράφιζαν μέχρι το 1839. Αυτούς τους πίνακες τους είχε κάνει σε περίπου πέντε αντίγραφα, από τα οποία κάποια χάθηκαν. Στη δεκαετία του 1930 ο Γεννάδιος βρήκε μια σειρά στην Ιταλία σε έναν παλαιοπώλη, θα έβγαιναν για δημοπράτηση, και πήγε και τα πήρε και έκανε μια έκδοση τρομερή σε 300 αντίτυπα, φυσικό μέγεθος, τυπωμένα στην Ελβετία, καταπληκτικά. Και έτυχε από ένα σπίτι να βρω ένα τέτοιο, το οποίο τώρα κάνει 20 χιλιάδες ευρώ. Αυτό δεν θέλω να το δώσω. Δεν έχει σημασία το πόσο κάνει, είναι πάρα πολύ όμορφο, είναι υπέροχο και είναι και ένα κομμάτι της ιστορίας μας. Ζωντανό κομμάτι. 

 Δημήτρης Ρέτσας Facebook Twitter
Το μαγαζί μου έχει μια ιδιαιτερότητα, δεν φαίνεται, οπότε δεν μπαίνει κανένας από τύχη. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

— Φαντάζομαι, είναι και το πιο ακριβό που διαθέτετε. 
Ναι, έχω κι άλλα ακριβά, αλλά αυτό είναι το πιο ακριβό.

— Ξένοι έρχονται να αναζητήσουν ελληνικά βιβλία;
Το μαγαζί μου έχει μια ιδιαιτερότητα, δεν φαίνεται, οπότε δεν μπαίνει κανένας από τύχη, σπανιότατα, αλλά έρχονται πολλοί και θέλουν αρχαίους συγγραφείς, κυρίως την «Οδύσσεια», αλλά και άλλα αρχαία έργα. Ασχολούμαι μόνο με το ελληνικό βιβλίο, δεν έχω ξενόγλωσσο, καθόλου, και πότε-πότε λαμβάνω e-mail από ξένους που ζητάνε βιβλία. Στέλνω στο εξωτερικό αρκετά πράγματα, και σε Έλληνες και σε ξένους. Ένας συλλέκτης του Φρόιντ από Γερμανία μου παρήγγειλε πρόσφατα ό,τι είχα από Φρόιντ, πάνω από 15 βιβλία στα ελληνικά, πάρα πολλοί ξένοι θέλουν τον «Μικρό πρίγκιπα» στα ελληνικά, προφανώς επειδή μαζεύουν εκδόσεις του από όλο τον κόσμο...  

Παλαιοβιβλιοπωλείο Δημήτρης Κ. Ρέτσας, Άστιγγος 6, Μοναστηράκι, 210 3251405, 210 6232373, [email protected]

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πριν από 50 χρόνια κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ»

Βιβλίο / Πριν από 50 χρόνια κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ»

Η συγκλονιστική καταγραφή των απάνθρωπων συνθηκών στα σοβιετικά κάτεργα από τον Αλεξάντερ Σολζενίτσιν εμφανίστηκε «λαθραία» το 1973, είκοσι χρόνια μετά από την αποφυλάκιση του συγγραφέα
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπερνάρ Πιβό: «Αμήχανοι θεατές»

To πίσω ράφι / Όταν ο Μπερνάρ Πιβό επιτέθηκε στη μέση νοικοκυρά για τα τηλεοπτικά σκουπίδια που καταναλώνει

Το βιβλίο «Αμήχανοι θεατές» του Γάλλου πολιτιστικού δημοσιογράφου που πέθανε πριν από λίγες ημέρες ήταν σαν τις εκπομπές του, ανάλαφρο και ταυτόχρονα διεισδυτικό.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ν. Μούσχουρη- Φ. Απέργης: «Το όνομά μου είναι Νάνα»

Το πίσω ράφι / Νάνα Μούσχουρη: «Είμαι ικανή ν’ αγαπήσω, αλλά όχι να πέσω στα πόδια του ανθρώπου που αγαπώ»

Η βιογραφία «Το όνομά μου είναι Νάνα», ένα δυσεύρετο πια βιβλίο του 2007, προέκυψε από την απόφασή της Μούσχουρη ν’ αφηγηθεί τη ζωή της στον Φώτη Απέργη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

The Book Lovers / «Υπάρχει η βουλιμική, υπάρχει και η ανάγνωση dégustation. Προτιμώ τη δεύτερη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Νίκο Τσούχλο, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ωδείου Αθηνών και αναπληρωτή καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, για το αναγνωστικό του εκκρεμές.
THE LIFO TEAM
σταινμπεκ

Σαν Σήμερα / Σαν σήμερα το 1940 «Τα σταφύλια της οργής», το magnum opus του Τζον Στάινμπεκ, τιμάται με το βραβείο Πούλιτζερ

Στο δημοφιλέστερο βιβλίο του, που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ σαν σήμερα το 1940, ο Στάινμπεκ αποτυπώνει την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Με το καινούργιο κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Βιβλίο / Ο Σαλμάν Ρούσντι έζησε για να ξαναβάλει κοστούμι Ραλφ Λόρεν

Τα πιο κρίσιμα 27 δευτερόλεπτα της ζωής του, η δολοφονική επίθεση που δέχτηκε το 2022 σε ένα κέντρο για συγγραφείς στη Νέα Υόρκη αποτελεί τον πυρήνα του αυτοβιογραφικού βιβλίου του «Μαχαίρι».
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Απώλειες / Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Η ζωή και το έργο του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα που στις σελίδες του κατάφερε να συνδυάσει τη μαγεία των Γνωστικών με την περιπέτεια της περιπλάνησης και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πέτρος Μάρκαρης: «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»

Το πίσω ράφι / «Η Αθήνα της μιας διαδρομής»: Η περιήγηση του Πέτρου Μάρκαρη στις γειτονιές από τις οποίες περνά ο Ηλεκτρικός

Η διαδρομή Πειραιάς - Κηφισιά δεν είναι απλώς ο συντομότερος δρόμος για ν’ ανακαλύψει κανείς την Αθήνα, αλλά κι ο προσφορότερος για να διεισδύσει στην κοινωνική της διαστρωμάτωση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

The Book Lovers / Μαρία Κομνηνού: «Ο Κάφκα και ο Μελβίλ με συνδέουν με τη μητέρα μου»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με την πρόεδρο του ΔΣ της Ταινιοθήκης της Ελλάδας και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τις «διαδρομές» που κάνει από τα βιβλία στο σινεμά και από το σινεμά στα βιβλία.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ο Καβάφης στην Αθήνα

Σαν Σήμερα / Η ιδιαίτερη, «περίπλοκη και κάπως αμφιλεγόμενη» σχέση του Καβάφη με την Αθήνα

Σαν σήμερα το 1933 πεθαίνει ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια: Η έντονη και πολυκύμαντη σχέση του με την Αθήνα αναδεικνύεται στην έκθεση του νεοαφιχθέντος Αρχείου Καβάφη στη Φρυνίχου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ