ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων Facebook Twitter
Είναι άλλο παίζω για να γίνω διάσημος και άλλο παίζω για να ζήσω. Εγώ έπαιζα για να ζήσω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

 

Ανοίγει το ασανσέρ και μια ζεστή και γνώριμη φωνή με υποδέχεται εγκάρδια. Είναι ο Αργύρης Παυλίδης, η φωνή που για δεκαετίες συντροφεύει παιδιά και ενήλικες μέσα από τις μεταγλωττίσεις του σε κινούμενα σχέδια, ταινίες και τηλενουβέλες, το πρόσωπο που παρουσίαζε μερικές από τις πιο όμορφες –και πρωτοποριακές για την εποχή τους– παιδικές εκπομπές και τηλεπαιχνίδια τις δεκαετίες του ’80 και ‘90. Ένας μικρόσωμος σκύλος πετάγεται και αυτός από το ασανσέρ, ο Πινέλι, σαν άλλος ήρωας παιδικών σειρών. H συζήτηση ξεκινάει από αυτόν, τον Πινέλι, ενώ ετοιμάζεται ο κρύος καφές. Η ζέστη του Ιουλίου είναι έντονη, αλλά η θέα στην Ακρόπολη από το ρετιρέ του Αργύρη Παυλίδη στο Κουκάκι μάς δροσίζει αρκετά. 

«Τον Σεπτέμβριο του 2010 κάνουμε πρόβες στο θέατρο Αλέκος Αλεξανδράκης στην Κυψέλη για το έργο "Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού" του Ντάριο Φο, με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Σπύρο Παπαδόπουλο. Ήμουν βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση. Με τον Σπύρο φεύγαμε πάντα τελευταίοι από το θέατρο. Ένα βράδυ βρήκαμε ένα σκυλάκι έξω από την πόρτα του θεάτρου, μικρό και ταλαιπωρημένο, το πήραμε και του δώσαμε το όνομα του αναρχικού, του πρωταγωνιστή Πινέλι, ως εκ τούτου ο σκύλος έχει δύο μπαμπάδες. Εγώ είμαι ο κηδεμόνας του, αλλά και τον άλλο του μπαμπά τον βλέπει πολύ τακτικά και πάντα αγαπιούνται», λέει ενώ ο καφές έρχεται με μπόλικα παγάκια.

Δεν πιστεύω σε ωραίες φωνές. Ούτε μικρός πίστεψα σε ωραίες φωνές. Πιστεύω σε γοητευτικές φωνές. Μια φωνή που λέει ωραία πράγματα μπορεί να είναι γοητευτική. Ένας άνθρωπος που χειρίζεται όμορφα την ελληνική γλώσσα είναι ένας πολύ γοητευτικός άνθρωπος.

Γεννημένος το 1955 στη Θεσσαλονίκη, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής Αθηνών «Γ. Θεοδοσιάδης», ο Αργύρης Παυλίδης σύντομα κλείνει μισό αιώνα στη μεταγλώττιση, στο θέατρο και στην παρουσίαση εκπομπών. Είναι αναμφίβολα ένας από τους πιο εμβληματικούς μεταγλωττιστές και αγαπημένη φωνή της ελληνικής τηλεόρασης. Ποιος δεν έχει «ταξιδέψει» μαζί του στις περιπέτειες του Τεν Τεν, του Αστερίξ, του Yu-Gi-Oh!, του Τέρι στη μοναδική «Κάντυ Κάντυ», μαζί με τα Χελωνονιντζάκια, τον Άρνολντ, τον Υπαστυνόμο Ρεξ και τα Πόκεμον; Αν ήσουν παιδί και έφηβος τη δεκαετία του ’80, σίγουρα έβλεπες το τηλεπαιχνίδι γνώσεων για παιδιά «Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι» του Διονύση Σιμόπουλου με παρουσιαστή τον Αργύρη Παυλίδη.

Έχει τεράστια όρεξη και αγάπη για αυτό που κάνει μέχρι σήμερα, αυτό βγήκε αβίαστα μέσα από τη συνέντευξη. Τη φωνή του συνεχίζουμε να την ακούμε μέσα από ήρωες και πλάσματα του Netflix, του Disney+ και ιαπωνικών anime σειρών και ταινιών («Μιράι, η μικρή μου αδελφή», «Kizaki Moto: Γενιά Φωτιά»).

Διάσημοι ήρωες με τη φωνή του Αργύρη Παυλίδη

— Πώς ξεκίνησε όλο αυτό; Δεν πιστεύω ότι ξύπνησε κάποιος μία ωραία πρωΐα και είπε ότι θα ασχοληθεί με τη μεταγλώττιση.
Στη δική μου ζωή και στη ζωή όλων των ηθοποιών, πρέπει να τύχουν «συναστρίες» για να συμβούν διάφορα πράγματα. Αστειεύομαι πάντα, δεν πιστεύω στα άστρα. Ξεκινάω από τη Θεσσαλονίκη και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Παίζω στο ΚΘΒΕ. Είμαι στη δραματική σχολή, έχω παλαβώσει από μικρός γιατί έχω δει μια παράσταση στο Βορείου Ελλάδος στον δεύτερο εξώστη. Η παράσταση είναι το «Σιρανό ντε Μπερζεράκ». Έχω τρελαθεί, είμαι 14 χρονών και έχω αποφασίσει ότι θα γίνω ηθοποιός. Σε όλη αυτήν τη μαγεία θέλω μια θέση.

Πραγματικά, τρία χρόνια αργότερα είμαι και εγώ σε αυτήν τη σκηνή, έχω κινήσει γη και ουρανό, και παίζω τους «Πιτσιρικάδες» στο ΚΘΒΕ. Είναι μια μαγεία, είναι ένα λούνα παρκ για εμένα. Η εφηβεία μου είναι γεμάτη συγγραφείς, αυτό με μια έννοια ορίζει και τη ζωή μου, γιατί στο θέατρο συναντάμε ανθρώπους σε κορυφαίες στιγμές της ζωής τους. Στην εφηβεία μου τα έζησα όλα αυτά μέσα από σκηνοθέτες και έργα που ανέβαιναν στο θέατρο και είχα μια εικόνα για το τι με περιμένει. Θεώρησα ότι όλα αυτά που βλέπω στα θεατρικά έργα, όλα αυτά που διαβάζω στα βιβλία –είμαι αναγνώστης από πολύ μικρός– είναι αυτά που με περιμένουν στη ζωή μου.

Έρχεται ο Πέτρος Φυσσούν στη Θεσσαλονίκη, κάνει μια οντισιόν, παίρνει και εμένα. Και μετά κατεβαίνω μαζί του στην Αθήνα. Όταν κατεβαίνω στην Αθήνα το ’74-’75, για μένα η έννοια «μεταγλώττιση» δεν υπάρχει, δεν την ξέρω.

— Πώς μπήκατε σε αυτήν τη δουλειά; Και πότε ξεκίνησαν οι μεταγλωττίσεις στην Ελλάδα;
Δεν ξέρω καθόλου, απαντώντας στη δεύτερη ερώτηση. Θυμάμαι ότι υπάρχουν κάτι ασπρόμαυρες σειρές, όπως η «Μάχη», στην οποία μετά από λίγα χρόνια παίζω και εγώ. Αυτή ήταν μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή της ζωής μου, συναντήθηκα με αγαπημένους ηθοποιούς που έβλεπα στην ασπρόμαυρη τηλεόραση και έπαιξα μετά μαζί τους στη θεατρική σκηνή. 

Η μεταγλώττιση λοιπόν δεν υπάρχει, δεν την ξέρω τότε. Παίζω στο θέατρο Σινεάκ, εκεί που βρίσκονται σήμερα το Μικρό Εθνικό και το θέατρο Rex, τις «Περιπέτειες του Τομ Σόγιερ» στο παιδικό θέατρο του θιάσου Αλεξανδράκη-Γαληνέα. Παίζω τον Τομ Σόγιερ. Εκεί φέρνει ο σκηνοθέτης της μεταγλώττισης Σπύρος Μηλιώνης τα παιδιά του για να δουν την παράσταση. Μια κοινή μας φίλη ηθοποιός, που εργαζόταν στη μεταγλώττιση, μου λέει «ήρθε ένας σκηνοθέτης της μεταγλώττισης και θέλει να πας στο Studio Cross να σε δοκιμάσουν. Θέλεις;». «Ξέρω και ‘γω; Θέλω! Γιατί να μη θέλω;» απαντώ. Ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη ήμουν που είχε κατέβει στην Αθήνα και προσπαθούσε να ζήσει, να πληρώσει το νοίκι του. 

Δουλεύω στο θέατρο τότε, δουλεύω λίγο και στην τηλεόραση, παίζω στο «Θέατρο της Δευτέρας» της ΕΡΤ, πηγαίνοντας ακόμα στη δραματική σχολή. Έχω παίξει ήδη και στον «Χριστό ξανασταυρώνεται», όπου κάνω το Μπραϊμάκι. Οπότε, έχω μια αίσθηση των πραγμάτων. Και έχω περάσει, ξαναλέω, από το ΚΘΒΕ, έχω δει πολλούς ηθοποιούς να παίζουν, έχω παίξει μαζί τους πάνω στη σκηνή. 

Παρότι είμαι πιτσιρικάς, προσπαθώ να συλλέξω ένα «οπλοστάσιο». Ως εκ τούτου, κατεβαίνω ένα απόγευμα στο Studio Cross, είναι ο Σπύρος Μηλιώνης εκεί, ο κ. Ρούσσος, ο οποίος έχει το στούντιο μαζί με τον κ. Κωνσταντινίδη, οι δύο άνθρωποι που έστησαν και στήριξαν τη μεταγλώττιση. Κάνουν την «Οικογένεια Γουόλτονς». Είναι εκεί ο Βασίλης Καΐλας. Από εκείνο το απόγευμα μέχρι αυτήν τη στιγμή που μιλάμε είναι αγαπημένος μου άνθρωπος και φίλος, με έχει στηρίξει πολλές φορές στη δουλειά. Οι συνθήκες τότε είναι αλούτερες. Υπάρχει μια οθόνη, σε ένα διπλανό δωμάτιο είναι μια μηχανή προβολής η οποία προβάλλει μια λούπα, ένα κομμάτι ταινίας το οποίο γυρίζει. Βλέπεις, ακούς 7-6-5-4-3-2-1, αρχίζει η σκηνή, εσύ έχεις ένα κείμενο μπροστά σου. Κάνεις πρόβα και μετά παίζεις. 

Θυμάμαι πάρα πολύ καλά την πρώτη σκηνή που κάνω, είναι ο Μπεν, ένα από τα αδέλφια από την οικογένεια Γουόλτονς, ο οποίος πουλάει αυτοκίνητα σε μια μάντρα. Μου φάνηκε πάρα πολύ εύκολο. Το ξεπέταξα, όπως λέμε. Το έκανα με τη μία. Κοκκαλώνουν κάπως οι γύρω μου και μου λέει ο Μηλιώνης: «Όλη σου τη ζωή αυτοκίνητα πούλαγες;». Από εκείνο το απόγευμα, είμαι σχεδόν κάθε μέρα σε ένα στούντιο και μεταγλωττίζω. Πολύ γρήγορα έγινα πρωταγωνιστής στη μεταγλώττιση. Στο επόμενο σίριαλ, που λεγόταν «Family» («Οικογένεια»), παίζω τον κύριο πρωταγωνιστή, τον γιο. Από εκεί και πέρα εντάσσομαι πια στην ομάδα των επαγγελματιών ηθοποιών οι οποίοι εργάζονται στη μεταγλώττιση.

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων Facebook Twitter
Προσπαθούσα να έχω μια ελαφριά και κομψή ζωή. Δεν το κατάφερνα πάντα. Κάποιες φορές το κατάφερνα, αλλά αυτό ήθελα. Ήθελα την ανεξαρτησία μου και, να πω μια βαριά λέξη, την προσωπική μου ελευθερία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Αρκετά αγχωτική δουλειά;
Δεν σου δίνει κανένας χρόνο. Πρέπει να είσαι έτοιμος ηθοποιός, έμπειρος, να μπεις εκεί μέσα, να δεις αυτό που πρέπει να παίξεις και από το «οπλοστάσιο» που έχεις να βγάλεις εκείνη τη στιγμή αυτό που ξέρεις να διαχειρίζεσαι. 

— Τι είναι και τι δεν είναι ένας voice actor; Μπορείς κανείς αν δεν είναι ηθοποιός να δουλέψει στη μεταγλώττιση;
Αυτό το αντιμετωπίζουμε πάρα πολύ συχνά. Και τα πρώτα χρόνια, που έρχονταν άνθρωποι και μας έλεγαν «καλά, κι εγώ κάνω φωνούλες, γιατί δεν με παίρνετε;», και τώρα, που κάμποσοι άνθρωποι και νέοι σου λένε «εντάξει τώρα, γιατί να πηγαίνουμε σε δραματικές σχολές;».

Τα επεισόδια είναι διάρκειας 23 λεπτών. Τα πλάσματα που ζούνε μέσα στα επεισόδια αυτά έχουν ζωή 6-7-8-9 λεπτών ο πρωταγωνιστής, τα άλλα έχουν 2-3 λεπτά ζωή, εκεί ολοκληρώνονται οι ιστορίες τους. Άρα, λοιπόν, αυτά τα πλάσματα τα βρίσκουμε σε κορυφαίες στιγμές της ζωής τους. Εκφράζουν συναισθήματα. Αν δεν είσαι εκπαιδευμένος και δεν έχεις τη δυνατότητα όλο αυτό που αισθάνεσαι να το κάνεις τέχνη, να μπορείς να το καναλιζάρεις και να το μεταδώσεις, το αποτέλεσμα θα είναι αστείο. Δεν θα είναι τίποτα. Θα έχεις προδώσει το πλάσμα αυτό το οποίο περιμένει, όχι να πάρει ζωή από εσένα, ζωή έχει, εσύ να πάρεις τη ζωή του. 

Μου λένε «δανείζετε τη φωνή σας». Εγώ το σέβομαι. Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να το εκλαμβάνει με τον δικό του τρόπο. Ως εκ τούτου, μπορώ και εγώ να το εκλαμβάνω με τον δικό μου τρόπο. Δεν δανείζω τη φωνή μου πουθενά. Δανείζομαι τη ζωή του άλλου. Δανείζομαι τη ζωή ενός πλάσματος που ξεκινάει από το σημείο Α να πάει στο σημείο Β. Και μπαίνω μέσα του για να το μιλήσω. Για να το υπερασπιστώ. Για να το δικαιώσω. Όχι για να το ακούσω μετά και να ενθουσιαστώ με τον εαυτό μου. Το θέμα είναι το πλάσμα αυτό με το οποίο συμπορεύεσαι 48 επεισόδια αν μπορείς να το δικαιώσεις μέσα σε αυτή την πορεία του. Αυτό πρέπει να το έχεις μάθει στη δραματική σχολή. Αν δεν είσαι χωράφι οργωμένο, δεν μπορείς να βγάλεις σιτάρι. 

— Αρχές της δεκαετίας του ’80, πώς βρεθήκατε να παρουσιάζετε την εκπομπή «Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι» του Διονύση Σιμόπουλου;
Παρουσίαση εκπομπών. Άγνωστες λέξεις. Τι ακριβώς είναι αυτό; Εγώ είμαι 26 χρονών το 1981. Να πω εδώ κάτι που δεν αναφέρεται πουθενά και το λέμε για την ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης. Εγώ παρουσιάζω το 1982 το πρώτο ζωντανό παιδικό τηλεπαιχνίδι στην ελληνική τηλεόραση. Δημιουργός του είναι η βραβευμένη στην Ευρώπη εικαστικός και δημιουργός παιδικών εκπομπών Άνια Καλλίδη. Η εκπομπή λέγεται «Παίξτε μαζί μου». Είναι το πρώτο ζωντανό παιδικό τηλεπαιχνίδι. Είμαι μισή ώρα απέναντι από δύο κάμερες, δείχνουμε ένα βίντεο με διάφορες αρχαιολογικές τοποθεσίες της Ελλάδας και ζωντανά στον αέρα παίρνω εγώ τηλέφωνο –όχι κάποιο τηλεφωνικό κέντρο– αριθμούς που έχουμε προσυμφωνήσει και μιλάω με παιδιά σε απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας, τα οποία έχουν δει το βίντεο και απαντάνε σε διάφορες ερωτήσεις. 

Παρουσίασα το πρώτο ζωντανό παιδικό τηλεπαιχνίδι αλλά συνάμα και το τελευταίο. Το 1997 παρουσιάζω τη μεγαλύτερη παραγωγή παιδικής εκπομπής που έχει κάνει η ΕΡΤ, το τρίωρο ζωντανό τηλεπαιχνίδι «Ας γνωριστούμε παίζοντας». Ήταν μια δημιουργία και σκηνοθεσία του Κώστα Ζωγόπουλου. Είχε τέσσερις παρουσιαστές στην Αθήνα, Χριστίνα Αυλιανού, Πάνος Βαρδάκος, Εμμανουέλα Αλεξίου, ζωντανά εγώ στο στούντιο με τη Χριστίνα, με 60 παιδιά γύρω γύρω, τρεις ώρες στον αέρα. Οι δύο παρουσιαστές είναι έξω στον δρόμο και ένας άλλος παρουσιαστής είναι στο Ηράκλειο ή στη Θεσσαλονίκη (στη Θεσσαλονίκη ο Κώστας Παπαδόπουλος) ή σε μια άλλη πόλη της Ελλάδας και παίζουμε όλοι μαζί στον αέρα. Τεράστια παραγωγή. Πήγε μέχρι το 2000. Με αυτή την εκπομπή πήγα απεσταλμένος της ΕΡΤ στη Σουηδία και από εκεί βγάλαμε εκπομπή με νέους Έλληνες που ζουν στη Στοκχόλμη και παίζαμε στον αέρα με τους Έλληνες που ήταν εδώ.

Κόκκινοι γίγαντες, άσπροι νάνοι, 7/11/1982

Όλα αυτά, όμως, ξεκινάνε από την εκπομπή «Παίξτε μαζί μου». Την οποία στην πραγματικότητα δεν ήθελα να κάνω γιατί δεν ήξερα τι είναι παρουσιαστής. Η εφηβεία μου είναι μέσα στη χούντα, στη χούντα δεν βλέπω τηλεόραση. Δεν έχω ιδέα. Εν πάση περιπτώσει, μου το προτείνουν από το παιδικό τμήμα της ΕΡΤ, επειδή έχω ήδη μία συνεργασία στις μεταγλωττίσεις και παίζω και στο «Θέατρο της Δευτέρας». Παρότι είμαι νέος, με ξέρουν στην ΕΡΤ. Μου προτείνει ο Νίκος Πιλάβιος και η Άνια Καλλίδη να παρουσιάσω την εκπομπή «Παίξτε μαζί μου». Λέω «τι παρουσιαστής; Δεν θέλω». Παίζω στο θέατρο με τον Στέφανο Ληναίο και την Έλλη Φωτίου στην ιταλική κωμωδία «Τα ανθρωπάκια» του Σάμι Φαγιάντ. Έχουμε μία είσοδο που κατεβαίνουμε οι ηθοποιοί από το θέατρο Άλφα και το γραφείο του κ. Ληναίου –που τον αγαπώ και σέβομαι– ήταν στα δεξιά. Πάντα κατέβαινα και λέγαμε μια καλησπέρα κλ.π. Κατεβαίνω, μου λέει: «Τι γίνεται; Βαρύ σε βλέπω;». Του απαντώ: «Μου λένε να παρουσιάσω ένα παιχνίδι. Παρουσιαστής είμαι;». Ευτυχώς, για καλή μου τύχη, με ευγένεια και αγάπη, μου εξήγησε ότι ο ηθοποιός είναι μια πολύ περίεργη δουλειά. Μία έχουμε δουλειά, μία δεν έχουμε. «Πήγαινε, βρε παιδί μου, να το κάνεις, μπορεί να σου ανοίξει έναν δρόμο». Του το χρωστάω…

Επιστρέφω και τους λέω ότι θα το κάνω. Και γίνεται. Το παρουσιάζω. Και τελειώνει αυτό. Μένω στην οδό Κυδαθηναίων στην Πλάκα, δίπλα στον Ζυγό, και παίρνω τις κυριακάτικες εφημερίδες πάντα, κάθομαι σε ένα καφέ, τις απλώνω στο τραπέζι και τις διαβάζω. Διαβάζω λοιπόν την ανακοίνωση της ΕΡΤ για τις εκπομπές που θα γίνουν τον χειμώνα –ακόμα δεν αισθανόμουν βολικά ως παρουσιαστής– και διαβάζω ότι η ΕΡΤ θα κάνει την εκπομπή «Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι» που θα τη δημιουργήσει ο αστροφυσικός κ. Διονύσης Σιμόπουλος, διευθυντής στο Ευγενίδειο Πλανητάριο, θα είναι εκπομπή τεχνολογίας και επιστήμης. «Αυτή την εκπομπή θα ήθελα να την κάνω» σκέφτηκα.

Γυρίζω σπίτι μου, σταθερά τηλέφωνα είχαμε τότε, χτυπάει το τηλέφωνο και ακούω μια φωνή που λέει «Έρση Δοξακοπούλου λέγομαι, είμαι παραγωγός της εκπομπής "Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι" και θέλω να μιλήσουμε για να την παρουσιάσετε». Νόμιζα ότι κάποιος μου έκανε πλάκα. 

Και ξεκινάει ένα μαγικό ταξίδι…. Έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους που θα ορίσουν πολλά χρόνια και ίσως τη μετέπειτα ζωή μου. Ο κ. Διονύσης Σιμόπουλος έφυγε πριν από λίγο καιρό από κοντά μας. Κάναμε μια συνέντευξη μαζί λίγο καιρό πριν φύγει, ήταν πολύ συγκινητικό και χαρήκαμε και οι δυο μας. Δεν είναι δυνατόν να γνωρίσεις και να συνεργαστείς με τον κ. Διονύση Σιμόπουλο και να μην επηρεάσει τη ζωή σου. Όπως και πραγματικά έγινε. Ο άλλος άνθρωπος είναι ο Γιώργος Δάμπασης, ο σκηνοθέτης της εκπομπής, με τον οποίο πάρα πολύ γρήγορα κολλήσαμε, γίναμε φίλοι, και ήταν και αυτός ένας επιδραστικός άνθρωπος στη ζωή μου.

Συνέντευξη Αργύρη Παυλίδη με Διονύση Σιμόπουλο

— Ίσως η εκπομπή έδωσε και εικόνα στη φωνή που γνώριζαν πολλοί μέσα από τις μεταγλωττίσεις.
Ήταν ένας συνδυασμός πραγμάτων, έχω παρουσία και στη θεατρική σκηνή και στο παιδικό θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου, που είναι ένας πολύ σημαντικός θίασος τη δεκαετία του ’80. Θεωρώ την κ. Καλογεροπούλου οικογένειά μου. Παίζω και για 6-7 χρόνια με τον καταπληκτικό ηθοποιό Θύμιο Καρακατσάνη, είμαι μέλος του θιάσου του. 

Ακόμα και με τη μηχανή, φορώντας κράνος, αν ρωτήσω κάποιον κάτι, με αναγνωρίζουν από τη φωνή. Κατάλαβα γρήγορα ότι έπρεπε να προστατευτώ από αυτό. Η εκπομπή «Κόκκινοι Γίγαντες, Άσπροι Νάνοι» ξεκινάει όταν εγώ είμαι 27 χρονών. Παρότι είμαι λίγο «προπονημένος» σε αυτά και τα έχω αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια, αν είσαι νέος και έχεις αναγνωρισιμότητα, μπορεί λίγο να μπερδευτείς. Ευτυχώς οι φίλοι μου δεν κινούνται σε αυτό το πλαίσιο της –ας πούμε– showbiz και φρόντισα να χτίσω ένα τείχος προστασίας μέσα μου και να πω ότι όλα αυτά που γίνονται τώρα συμβαίνουν σε έναν άλλον. Συμβαίνουν σε αυτόν που κάνει αυτά τα πράγματα. Όταν θα σταματήσει να τα κάνει, δεν θα του συμβαίνουν. Εντάξει, εμείς θα είμαστε πάντα εδώ. Και θα είμαστε ήρεμοι, ήσυχοι, και θα απολαμβάνουμε τη ζωή μας.

Προσπαθούσα να έχω μια ελαφριά και κομψή ζωή. Δεν το κατάφερνα πάντα. Κάποιες φορές το κατάφερνα, αλλά αυτό ήθελα. Ήθελα την ανεξαρτησία μου και, να πω μια βαριά λέξη, την προσωπική μου ελευθερία. Ήθελα να έχω ελευθερία στις επιλογές μου, γιατί η τηλεόραση τη δεκαετία του ’80 σε εμένα ανοίγει τις πόρτες και στα αλώνια και στα σαλόνια. Εγώ αγαπώ τα λιμάνια. Γιατί από τα λιμάνια μπορείς και να φύγεις.

Ήξερα ότι είχα πάντα μια διαφυγή. Ζούσα σε ένα σκάφος για 7-8 χρόνια και ήξερα ότι αυτό που με δένει με τη στεριά ήταν ένα σκοινάκι. Το οποίο αγαπούσα πάρα πολύ. Γιατί ήξερα ότι μπορούσα να το λύσω ή στη δύσκολη να το κόψω και να φύγω. Η διαφυγή είναι σημαντικό μέρος της προσωπικότητάς μου. Όποτε έχτιζα ένα οικοδόμημα, εργασιακό, προσωπικό ή συναισθηματικό, άφηνα πίσω του μια πορτούλα. Να μπορώ να διαφύγω. Ποτέ δεν θεωρούσα απόλυτα δεδομένα τα πράγματα μέσα στα οποία ζούσα. Ήξερα ότι πίσω μου είχα αφήσει μία πόρτα από την οποία μπορώ να διαφύγω.

— Έχετε μια συνεχή και σταθερή πορεία στο θέατρο. Δεν το ξέρουν αρκετοί. Ποιες στιγμές θυμάστε πιο έντονα;
Από τα 50 χρόνια που είμαι σε αυτήν τη δουλειά, τα 23-24 τα πέρασα σε τρεις θιάσους. Το παιδικό θέατρο της Ξένιας Καλογεροπούλου, ο θίασος του σπουδαίου Θύμιου Καρακατσάνη και το Θέατρο της Γελοιότητας, το οποίο είχαμε φτιάξει μία ομάδα ηθοποιών, με τον Τάκη Χρυσικάκο, τον Κωνσταντίνο Τζούμα, τον Α. Καφετζόπουλο κ.ά., τη δεκαετία του ’80. Για 6-7 χρόνια ανεβάζαμε παραστάσεις όπως οι «Δυο Ορφαναί» που έκανε πολύ μεγάλη επιτυχία, η «Βαβυλωνία»…

Γύρω στα 36 μου χρόνια καταλαβαίνω ότι δεν έχω πράγματα να ονειρεύομαι. 40 χρονών τα σπάω όλα και ανεβάζω παραστάσεις με κείμενα που διασκευάζω εγώ για το θέατρο, σε μικρές σκηνές, Φούρνος, Μεταξουργείο, Λύχνος. Με τον φίλο μου Φώτη Πετρίδη, με τον οποίο δουλεύουμε μαζί στις μεταγλωττίσεις, γράφουμε το έργο για παιδιά «Η Σχολή των Πειρατών» για αυτούς που αγαπούν τη δική τους περιπέτεια και το ανεβάζουμε στο Θέατρο Μουσούρη, επίσης με μεγάλη επιτυχία. Γράφω το «Δι’ ευχών των αγρίων πατέρων ημών», ένα έργο που βραβεύεται και ανεβαίνει στο θέατρο Λύχνος. Πραγματεύεται τους ανθρώπους της γενιάς μου.

Τα τελευταία 3-4 χρόνια ανεβάζω στο θέατρο ένα πάρα πολύ ωραίο κείμενο που λέγεται «Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι – Χειρόγραφον Έλληνος υπαξιωματικού ανωνύμου» που είναι το μοναδικό γραπτό ντοκουμέντο για την ελληνική πραγματικότητα στην εποχή του Όθωνα. Ένας καταπληκτικός Κωνσταντινοπολίτης πολύγλωσσος που έρχεται εδώ, θέλει να καταταγεί στον ελληνικό στρατό και ζει 2-3 χρόνια στην Ελλάδα και γράφει για την καθημερινότητα, σε μια γλαφυρή φαναριώτικη γλώσσα, το οποίο ανεβάσαμε με δύο μουσικούς στο θέατρο. Είναι μια δουλειά που την αγαπήσαμε πολύ.

Και η τελευταία δουλεία ήταν το «Εγχειρίδιον του καλού κλέφτη» του Ηλία Πετρόπουλου, μια παράσταση κόμικ που φτιάξαμε με τη Δήμητρα Σπυρίδωνος. Στη σκηνή ήταν 220 σκίτσα από όπου πέρναγε όλη η παράνομη ζωή στην Ελλάδα από το ’45 μέχρι το ’70. 

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων Facebook Twitter
Δεν δανείζω τη φωνή μου πουθενά. Δανείζομαι τη ζωή του άλλου. Δανείζομαι τη ζωή ενός πλάσματος που ξεκινάει από το σημείο Α να πάει στο σημείο Β. Και μπαίνω μέσα του για να το μιλήσω. Για να το υπερασπιστώ. Για να το δικαιώσω. Όχι για να το ακούσω μετά και να ενθουσιαστώ με τον εαυτό μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Θα μπορούσατε να περιγράψετε τη φωνή σας;
Για εμένα αυτό είναι μια διαρκής αναζήτηση. Δεν πιστεύω σε ωραίες φωνές. Ούτε μικρός πίστεψα σε ωραίες φωνές. Πιστεύω σε γοητευτικές φωνές. Μια φωνή που λέει ωραία πράγματα μπορεί να είναι γοητευτική. Ένας άνθρωπος που χειρίζεται όμορφα την ελληνική γλώσσα είναι ένας πολύ γοητευτικός άνθρωπος. Άλλοι μικροί ήθελαν να γίνουν γιατροί, εγώ ήθελα να γίνω διανοούμενος. Μα δεν ήξερα τι είναι. Έβλεπα ανθρώπους που ήταν μορφωμένοι, είχαν διαβάσει βιβλία, πόσο όμορφα μιλούσαν. Πόσο όμορφα χειριζόντουσαν την ελληνική γλώσσα. Ως εκ τούτου, πόσο γοητευτικοί ήταν. Πιστεύω, λοιπόν, σε γοητευτικές φωνές.

Έχω παίξει σε επιθεωρήσεις στο θέατρο με πρωταγωνιστές όπως η Άννα Βαγενά, ο Γιώργος Κωνσταντίνου, με κορυφαίους καλλιτέχνες, έχω παίξει και σε μιούζικαλ. Έχω τραγουδήσει τραγούδια του Μίμη Πλέσσα και άλλων συνθετών στη σκηνή. Μέχρι τα 15 μου χρόνια δεν άνοιγα το στόμα μου. Γιατί όταν το είχα ανοίξει μια φορά, η μάνα μου είχε πει «αυτός έχει βραχνή φωνή, δεν τραγουδάει καλά». Και στη χορωδία του σχολείου δεν με έπαιρναν επειδή είχα βραχνή φωνή.

Ένα βράδυ, λοιπόν, στην Πλατεία Ναυαρίνου στη Θεσσαλονίκη, όπου μεγαλώνω, κάνουμε ένα πάρτι. Εγώ γύρω στα 15. Ένα κορίτσι ήταν 17 και πολύ όμορφη και όλη μας η προσοχή ήταν σε κείνη. Αλλά «μούγκα στη στρούγκα». Όταν οι άλλοι αρχίζουν να τραγουδάνε, ξαφνικά ξεγελιέμαι και αρχίζω να τραγουδάω και εγώ λίγο. Και λέει η κοπελιά που ευγνωμονώ από τότε: «Ώπα, οι ωραίες φωνές δεν τραγουδάνε». Και ξεκλειδώνει ένα κλειδί μέσα μου και αρχίζω και να τραγουδάω και να χρησιμοποιώ τη φωνή μου ως μέσο επικοινωνίας πλέον. Διότι λόγω των βιβλίων στα οποία ήμουν βουτηγμένος από παιδί, είχα πράγματα να πω, μπορούσα να χειριστώ έναν διάλογο. Από εκεί λοιπόν ξεκινάει όλο αυτό το πράγμα με τη φωνή. 

Γράφει κάποιος στα σχόλια σε κάποιο βίντεο: «Αυτός μου αρέσει γιατί η φωνή του έχει κάτι αλήτικο μέσα που εμένα μου πήγαινε πολύ». Αυτό το βλέπει αυτός. Πηγαίνω σε μια πρόβα σε μία παράσταση που σκηνοθετεί μια κυρία, στην πέμπτη πρόβα μου λέει: «Σε παρακαλώ πάρα πολύ, πρέπει να αποφασίσεις ποια είναι η φωνή σου. Έρχεσαι εδώ με διαφορετικές φωνές ανάλογα με τη φωνή που χρησιμοποιείς στις μεταγλωττίσεις». Κατά καιρούς, λοιπόν, μπορεί να το έχω χάσει αυτό. Να μην ξέρω αν η φωνή είναι δική μου ή είναι του ήρωα με τον οποίο ζω για 8 ώρες την ημέρα μέσα σε ένα στούντιο. Είναι μια διαρκής αναζήτηση για εμένα. Γιατί από την άλλη, στο θέατρο αν δεν έχεις τη δική σου αλήθεια, δεν υπάρχεις. 

— Μια φωνή εκπαιδεύεται; 
Απολύτως. Και υπάρχουν και δάσκαλοι σπουδαγμένοι οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν έναν άνθρωπο. Αν δεν είναι εκπαιδευμένη μια φωνή, δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά της. 

Ο σκηνοθέτης, όταν σε φωνάζει, φωνάζει έναν ολοκληρωμένο ηθοποιό. Δεν περιμένει να σου πει πώς θα παίξεις. Πώς θα παίξεις ξέρεις εσύ. Σου λέει πώς είναι ο ήρωας και τι θέλει. Το τι θα κάνεις το ξέρεις εσύ. Έχεις δύο ώρες να κάνεις τέσσερα επεισόδια 23 λεπτών το κάθε ένα. Και σε αυτά τα επεισόδια θα παίξεις τρεις ρόλους.

— Ποια είναι η διαδικασία μεταγλώττισης ενός επεισοδίου ή μίας σκηνής; Φαντάζομαι όλα τρέχουν πολύ γρήγορα.
Πηγαίνεις στο στούντιο 9:45 το πρωί. Σου λέει ο σκηνοθέτης: «Γεια σου, Αργύρη. Έλα να σου δείξω. Κάνεις τον Τζον, τον Άλβιν και τον Σίλβερ. Ο Τζον είναι 30 χρονών, ο Άλβιν 50 και ο Σίλβερ είναι ένας γέρος κακός μάγος. Αυτούς τους τρεις κάνεις στη σειρά γιατί έχω πέντε ηθοποιούς, τρεις άνδρες και δύο γυναίκες. Λοιπόν, κοίταξέ τους. Βάλε να τον ακούσω λίγο. Επεισόδιο 1. Το iPad είναι εκεί. Παρ’ του μια στάθμη και πάμε!»

Αν δεν είσαι καλός σε αυτό, δεν θα ξαναδουλέψεις. Είναι τόσο απλά τα πράγματα. Πρέπει να είσαι έτοιμος, οργανωμένος, και να σου πω τι άλλο πρέπει να κάνεις και πρέπει να το κάνεις οπωσδήποτε; Πρέπει να έχεις κοιμηθεί νωρίς και να έχεις τραφεί σωστά, διότι η ενέργεια που πρέπει να έχεις εκείνη τη στιγμή είναι μεγάλη. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά. Χρονοβόρα και απαιτητική. Το κείμενο το βλέπουμε εκείνη τη στιγμή.

Υπάρχουν οι ανθρώπινοι νόμοι και υπάρχουν οι νόμοι της αγοράς. Αυτοί οι δύο νόμοι δεν συναντιούνται πολλές φορές. Οι νόμοι, λοιπόν, της ελληνικής αγοράς λένε αυτό, ότι έχω μια ομάδα εκπαιδευμένων άριστων επαγγελματιών οι οποίοι έρχονται εκεί και είναι καλύτεροι του αναμενομένου.

Ο Έλληνας μεταγλωττιστής γνωρίζει πάρα πολύ καλά την ευθύνη που έχει. Τεράστια ευθύνη. Αυτό που έγραψα χθες θα μείνει 50 χρόνια εκεί. Εμένα μπορεί να με έχει χωρίσει η αγαπημένη μου χθες, τι σημασία έχει; Τι σημασία έχει για το παιδί που βλέπει σε ένα χωριό στην πλατφόρμα αυτήν τη σειρά; Δεν ενδιαφέρεται κανένας και δεν πρέπει. 

Πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου άριστα. Εμείς κάνουμε δουλειά για παιδιά, για νέους. Τρεις φορές υπεύθυνοι. Το ξέρουμε αυτό.

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων Facebook Twitter
Αν δεν είσαι καλός σε αυτό, δεν θα ξαναδουλέψεις. Είναι τόσο απλά τα πράγματα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Υπήρχε κάποια «χρυσή εποχή» για τη μεταγλώττιση στην Ελλάδα;
Υπήρξε μια εποχή που άρχισε από τo 1996-1997 που έρχεται το ALTER και το STAR στην τηλεόραση. Κάνουμε τεράστια τηλεθέαση, 35%. 18-20 ώρες την ημέρα δουλεύουμε στην Audiovisual, η οποία αναλαμβάνει όλη αυτή την παραγωγή και παίζονται τόσες πολλές σειρές, βραζιλιάνικα, δεκάδες καθημερινές τηλενουβέλες, έχω παίξει πάρα πολλούς ρόλους και πρωταγωνιστές.

Αυτή η δεκαετία νομίζω στεριώνει την ελληνική μεταγλώττιση. Αυτή τη δεκαετία έρχονται άνθρωποι από άλλες χώρες εδώ για να δουλέψουν, να στήσουν τη ζωή τους, μαθαίνουν ελληνικά από εμάς. Τα προγράμματα που κάνουμε παίζουν για 6-7 ώρες την ημέρα, τηλενουβέλες και πάρα πολλά παιδικά στο ALTER. Όλα τα χρόνια που υπήρξε το ALTER, δουλεύαμε για αυτό και για το STAR. Γίνεται χαμός, πραγματικά. Εκεί στήνονται και ρόλοι. O Yu-Gi-Oh, για παράδειγμα, Transformers, Χελωνονιντζάκια, Άρνολντ…

Η ελληνική μεταγλώττιση είναι κομμάτι της συλλογικής μνήμης. Όποιος και να είσαι, φτωχός, πλούσιος, όλοι έχουμε ένα μέρος που συναντιόμαστε. Την παιδική μας ηλικία. Η συλλογική μνήμη είναι κομμάτι του πολιτισμού.

— Έχει βοηθήσει η τεχνολογία σήμερα;
Έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Όταν ήμασταν μικροί λέγαμε «ρε συ, στην Αμερική έχει κάτι μηχανήματα, το λες και μαζεύουν τη φωνή σου, την απλώνουν…». Χθες γράφω, λοιπόν, μια δύσκολη σκηνή. Μου λέει ο Φώτης Πετρίδης: «Κάτσε να τη δω και θα τη φτιάξουμε… Πρέπει να τη μαζέψεις λίγο εδώ». Μετά από λίγο λέει ο Παναγιώτης Διαμαντής, ένας καταπληκτικός ηχολήπτης, «αφήστε το παιδιά, το έκανα εγώ». Το είχε φτιάξει.

Η μεταγλώττιση είναι απαραίτητη. Τη ζητάει ο κόσμος. Θέλει να ακούει τη γλώσσα του. Δένεται με τους ήρωες μέσα από τη γλώσσα του.

Βλέπω τα πάντοτε προσεγμένα και πάρα πολύ ωραία προγράμματα της ΕΡΤ, η οποία εξακολουθεί να κάνει υπέροχη δουλειά στο παιδικό της τμήμα. Το έχω ζήσει από κοντά και τη δεκαετία του ’80 και τη δεκαετία του ’90 και το αγαπώ πολύ. Αλλά και οι πλατφόρμες, και η Disney με την οποία δουλεύω και το Netflix. Οι σειρές που γίνονται για παιδιά είναι σύγχρονες σειρές, ακουμπούν στα σύγχρονα ερωτήματα της κοινωνίας και τα διαπραγματεύονται. Δεν πρέπει να τα φοβόμαστε. Η Disney δεν φοβάται.

Έχουμε μια ωραία ιδιαιτερότητα αυτήν τη στιγμή: ό,τι βλέπει ένα παιδί σε μια πόλη της Αμερικής, το ίδιο βλέπει και ένα παιδί σε μια τέντα στη Σαχάρα ή σε ένα δικό μας χωριό. Τα ίδια βλέπουμε όλοι. Ως εκ τούτου, η αγορά έχει αλλάξει. Λογικά κατευθυνόμαστε, και έτσι πρέπει να κάνουμε, στην κατανόηση, στην αποδοχή και στον σεβασμό διαφορετικών πολιτισμών και διαφορετικών συμπεριφορών. Οι σειρές πια δεν είναι ξανθοί Δυτικοί οι οποίοι πηγαίνουν να διαπραγματευτούν με κάτι ιθαγενείς. Έχουν τελειώσει αυτά. Καιρός ήταν. Και για τα παιδιά από τη δεκαετία του ’80 και του ’90, η οικολογία, η συνεργασία, η ομαδικότητα ήταν έννοιες για τις οποίες παλεύανε πολύ τα παιδικά προγράμματα. Τώρα παλεύουν και για άλλα πράγματα. Να φτιάξουμε νέους ανθρώπους, ενημερωμένους και πληροφορημένους για τις πραγματικότητες που ζούμε.

Οι σειρές, οι ταινίες, τα παιδικά προγράμματα είναι το καταφύγιο του παιδιού. Είναι εκεί που μένει μόνο του και διαλέγει τους ήρωές του. Δεν θα του πεις εσύ τι θα διαλέξει. Δεν ξέρεις τι θα διαλέξει. Το παιδί θα διαλέξει τον δικό του ήρωα και θα πορευτεί μαζί του. Είναι το καταφύγιό του αυτό. Όπως λειτουργούσαν για εμένα τα βιβλία, έτσι λειτουργούν οι σειρές, οι ήρωες, γι’ αυτό ταξιδεύουν με τους ήρωες τα παιδιά. Μου έχουν πει «εγώ έτρωγα bullying στο σχολείο και περίμενα το πρωί να ακούσω τον Yu-Gi-Oh για να πάρω δύναμη και να πάω εκεί πέρα».

— Έχετε δεθεί με κάποιους ρόλους;
Αν δεν δεθείς με τον ρόλο, δεν μπορείς να τον παίξεις. Όταν γυρίζεις στο σπίτι σου μετά την εγγραφή ή μετά την πρόβα ή μετά το γύρισμα, εάν δεν καθίσεις μόνος σου να μελετήσεις τι έχεις κάνει, δεν γίνεται. Όσο μελετάς τι έχεις κάνει, τόσο δένεσαι με αυτό το πλάσμα. Αν δεν το αγαπήσεις, αν δεν το θεωρήσεις σημαντικό κομμάτι της ζωής σου, δεν γίνεται. Όταν πηγαίνω στο στούντιο, είναι σαν να πηγαίνω να παίξω στην Επίδαυρο. Όποιος ρόλος και αν είναι αυτός. 

Πρόλαβα τους παλιούς ηθοποιούς. Οι παλιοί ηθοποιοί με συγκινούσαν πάρα πολύ γιατί έβλεπα τι κάνανε. Παίζανε για να φάνε. Το ένστικτο της επιβίωσης είναι πολύ ισχυρό. Αυτό το έβλεπα. Γι’ αυτό ήταν και πολύ σκληροί κάποιες φορές. Είναι άλλο παίζω για να γίνω διάσημος και άλλο παίζω για να ζήσω. Εγώ έπαιζα για να ζήσω. 

Αργύρης Παυλίδης: Η φωνή των παιδικών μας χρόνων Facebook Twitter
Αγαπημένος μου ρόλος είναι ο Αλήτης από τη «Λαίδη και ο Αλήτης» της Disney. Ένας ρόλος που ήταν πολύ κοντά μου. Νομίζω, αν ήμουν σκύλος, θα ήμουν αυτός. Και αν ο Αλήτης ήταν άνθρωπος, θα ήταν εγώ. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Και ποιον ρόλο αγαπάτε ιδιαίτερα;
Αγαπημένος μου ρόλος είναι ο Αλήτης από τη «Λαίδη και ο Αλήτης» της Disney, ένας ρόλος που ήταν πολύ κοντά μου. Νομίζω, αν ήμουν σκύλος, θα ήμουν αυτός. Και αν ο Αλήτης ήταν άνθρωπος, θα ήταν εγώ. Επίσης αγαπάω τον Αστερίξ και τον Τεν-Τεν, παιδικούς μου ήρωες που διάβαζα στα κόμικς της εποχής και μετά έπαιξα με τη φωνή μου. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο πράγμα για εμένα. 

— Έχετε κάποιο μήνυμα για τους νέους ηθοποιούς που θα θελήσουν να ασχοληθούν με τη μεταγλώττιση;
Η μεταγλώττιση είναι κομμάτι της υποκριτικής εργασίας του ηθοποιού. Για να γίνεις ηθοποιός πρέπει να είσαι διαταραγμένος άνθρωπος, πρέπει να έχεις μέσα σου άδεια δωμάτια και να περιμένεις με αγωνία να κατοικηθούν από απελπισμένα πλάσματα.  

Τα πλάσματα που θα αντιμετωπίσεις και θα κληθείς να υπερασπιστείς είναι πλάσματα σε ακραίες στιγμές της ζωής τους, φονιάδες, καταχραστές, δόλιοι. Η τέχνη εξερευνά το ανθρώπινο. Αν αρχίσεις να εξερευνάς το ανθρώπινο, θα εκπλήσσεσαι συνέχεια από τη σκοτεινιά που έχει. Εγώ μπήκα σε αυτό από μικρός, ως εκ τούτου δεν παντρεύτηκα ποτέ, δεν έκανα παιδιά, έμεινα στο αρχικό σχέδιο που έλεγε όχι γάμοι, όχι παιδιά, όχι δάνεια, όχι ακίνητη περιουσία, τέσσερις κανόνες που ακολούθησα μέχρι τώρα. Λάθος, σωστό, αυτό είναι, γιατί είδα πώς είναι η ζωή όταν ήμουν έφηβος μέσα από τα βιβλία και μέσα από τα θεατρικά έργα και μου φάνηκε δύσκολη…

Έχουμε μια ωραία ιδιαιτερότητα αυτήν τη στιγμή: ό,τι βλέπει ένα παιδί σε μια πόλη της Αμερικής, το ίδιο βλέπει και ένα παιδί σε μια τέντα στη Σαχάρα ή σε ένα δικό μας χωριό. Τα ίδια βλέπουμε όλοι. Ως εκ τούτου, η αγορά έχει αλλάξει.

— Ποια είναι τελικά η δύναμη της μεταγλώττισης;
Κουρεύομαι λοιπόν σε ένα κατάστημα περιποίησης μαλλιών και η κοπελιά που κάνει το λούσιμο βάζει τα κλάματα. Το καταλαβαίνω και αισθάνομαι περίεργα. Το καταλαβαίνει και αυτή ότι το καταλαβαίνω. Μου λέει: «Σας ζητώ συγγνώμη, εγώ μεγάλωσα στην Αλβανία του Χότζα και για να σας βλέπουμε κλείναμε τα παντζούρια και βάζαμε κουβέρτες στα παράθυρά μας, γιατί αν ακουγόταν έξω η ελληνική τηλεόραση θα πηγαίναμε φυλακή». Όταν το σκέφτομαι αυτό, μου έρχεται ο στίχος του Μάλαμα: «Όσα κοστίζουν μια δραχμή, γι' άλλους κοστίζουν μια ζωή». 

Πρέπει να προσέχεις πολύ ό,τι δουλειά και αν κάνεις. Ποτέ δεν ξέρεις τι επίδραση θα έχεις στον άλλον άνθρωπο. Πώς αυτός θα τη μεταβολίσει. Είμαστε όλοι υπεύθυνοι ο ένας απέναντι στον άλλον. Αυτή είναι η αλήθεια της ζωής μας. 

Μιλάω μόνο για τη δύναμη της μεταγλώττισης και τίποτα άλλο, άνθρωποι μου λένε: «Μικρός, άλλαζαν πόλη οι γονείς μου γιατί ήταν καθηγητές και ο μοναδικός μου φίλος ήσουν εσύ. Περίμενα να σε ακούσω για να πάω στο σχολείο. Για να πάρω κουράγιο». Αυτά δεν τα ξέραμε οι ηθοποιοί που κάναμε αυτήν τη δουλειά. Τώρα, όμως, τα ξέρουμε. Ξέραμε ότι είχαμε ευθύνη απέναντι σε αυτήν τη δουλειά. Τώρα το γνωρίζουμε γιατί τώρα έχουμε την ανταπόκριση του κόσμου. Ακριβώς επειδή μεγαλώσατε εσείς, γίνατε δημοσιογράφοι, αρχίσατε να επικοινωνείτε μαζί μας και μέσα από εσάς καταλάβαμε ότι η δουλειά μας είχε μια επιδραστικότητα μέσα στην ελληνική κοινωνία. 

Η ελληνική μεταγλώττιση είναι κομμάτι της συλλογικής μνήμης. Όποιος και να είσαι, φτωχός, πλούσιος, όλοι έχουμε ένα μέρος που συναντιόμαστε. Την παιδική μας ηλικία. Η συλλογική μνήμη είναι κομμάτι του πολιτισμού. Η μεταγλώττιση είναι κομμάτι της συλλογικής μνήμης, λοιπόν. Έχω μια χαρά μέσα μου και μια υπερηφάνεια που συμμετείχα και εγώ σε αυτό. Αισθάνομαι ότι κάτι έχω κάνει, κάπως στις δυσκολίες λέω: «Ναι, ρε παιδί μου, ωραία, αλλά έχεις συμμετάσχει σε όλο αυτό». Μου δίνει κουράγιο.  

Οθόνες
0

ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Pulp Fiction / Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Τη στιγμή που οι δύο υποψήφιοι Πρόεδροι, ο Μπάιντεν χιουμοριστικά και ο Τραμπ απειλητικά, επικαλούνται την προτίμησή της για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι των προεδρικών εκλογών, η Τέιλορ Σουίφτ ξεφουρνίζει ένα ακόμα μουσικό ημερολόγιο με επικάλυψη μελαγχολικής εκδίκησης έναντι των πρώην της και την ίδια synthpop μονοτονία που επιμένει να σπάει ρεκόρ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ