Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ούτε re-think ούτε re-launching Athens...

Το re-build είναι το θέμα μας [Από τον Γιώργο Κοκκόλη]

Ούτε re-think ούτε re-launching Athens...

 

Το τελευταίο διάστημα ολοένα και πληθαίνουν τα καλά νέα και οι εξαγγελίες για την Αθήνα. Το re-think Athens στην Πανεπιστημίου και το Ίδρυμα Νιάρχου στο Φάληρο έχουν δώσει τον τόνο για μια σειρά μεγάλων αστικών αναπλάσεων που υπόσχονται να αλλάξουν το προφίλ της πόλης.

Τελικά το re-think Athens ενσωματώνεται στο νέο σχέδιο του Γιώργου Καμίνη για την Αθήνα του 2020 που φέρει τον φιλόδοξο τίτλο re-launching Athens. To project περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την ανάπλαση στον Κεραμεικό από την Oliaros, αποκαταστάσεις κτηρίων, την αναδιαμόρφωση της πλατείας στη Βαρβάκειο Αγορά και κάνει ουσιαστικά χρήση πόρων από τα ευρωπαϊκά κονδύλια και το πρόγραμμα Jessica.

Χωρίς να θέλω να φανώ προπέτης – περιμένω ακόμα την επίσημη τοποθέτηση του δημάρχου και την ολοκληρωμένη παρουσίαση του προγράμματος- φοβάμαι ότι αυτό το τόσο θαρραλέο πρόγραμμα απλά ενσωματώνει επιμέρους δράσεις που είναι είτε ιδιωτικές πρωτοβουλίες είτε αρμοδιότητες άλλων υπουργείων και οργανισμών. Μακάρι βέβαια να πετύχει και να μη χαθεί κάπου στα μετόπισθεν της εκλογικής αντιπαράθεσης για τον δήμο της Αθήνας.

Σε κάθε περίπτωση το σχέδιο του κ. Καμίνη έχει ένα πολύ θετικό στοιχείο- μια ημερομηνία ορόσημο, ένα deadline για το πώς θέλουμε να είναι η Αθήνα το 2020. Σιγά το πράγμα θα μου πείτε. Κι όμως, για έναν λαό που δεν έχει μάθει σε πολλές λειτουργίες του να πειθαρχεί σε κανόνες και ημερομηνίες το ότι μπαίνει ένα deadline είναι σημαντικό.

Μαζί με αυτά ένα ολόκληρο πακέτο έργων υπόσχεται να μεταμορφώσει την πρωτεύουσα. Η λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας συμπληρώνει το παζλ του μεγάλου αρχαιολογικού περιπάτου ενώ παρά τις καθυστερήσεις προχωρά τόσο το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Φιξ όσο και το λίφτινγκ της Εθνικής Πινακοθήκης. Αν σε αυτά προσθέσουμε και την έλευση του Μουσείου Γουλανδρή στο Παγκράτι και το Μουσείο Ενάλιων Αρχαιοτήτων στον Πειραιά καταλαβαίνουμε ότι δημιουργείται ένα μεγάλο δίκτυο χώρων πρασίνου και πολιτισμού στην πόλη.

Ωστόσο αν παρατηρήσετε προσεκτικά τη φύση και τη λογική πίσω από αυτά τα έργα, θα διαπιστώσετε ότι είναι η ανάπλαση και η ανάδειξη συγκεκριμένων δημοσίων χώρων, κάτι σαν νησίδες μέσα στο συνολικό δέρμα της πόλης. Αυτό που λείπει και νομίζω πως είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο κάθε φορά που μιλάμε για την Αθήνα είναι το κάκιστο κτιριακό δυναμικό στον ιστό της -με απλά λόγια: η πόλη είναι άσχημη.

Όσο κι αν αυτοικανοποιούμαστε με το να λέμε για την ενέργεια της, τα στέκια της, τους ανθρώπους της, η Αθήνα είναι ΑΣΧΗΜΗ. Η μητροπολιτική της εικόνα θυμίζει περισσότερο προάστιο της Βηρυτού η πόλεις της Δυτικής Όχθης παρά ευρωπαϊκή πόλη. Η πόλη είναι άναρχη, σε διαρκή επέκταση και με κτίρια χωρίς ίχνος αισθητικής.

Αυτός είναι και ο λόγος που οι τουρίστες δεν την προτιμούν, που κάθονται και χαζεύουν λίγο τον Παρθενώνα και μετά κάνουν hop on/off στα νησιά. Η έλλειψη δε ενός μητροπολιτικού δήμου δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την τουριστική ταυτότητα της πόλης και την ανάδειξή της διεθνώς.

Η Αθήνα έχει μια δομική αντίθεση λόγω του παρουσιαστικού της. Ενώ ο μέσος τουρίστας τη φαντάζεται στο αρχαίο της κλέος βλέπει μπροστά του μια πόλη σύγχρονη που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που φανταζόταν. Έτσι προτιμά τη γραφικότητα-ιδιαιτερότητα του τοπίου που του προσφέρουν τα νησιά μας –και καλά κάνουν εδώ που τα λέμε.

Tι πρέπει να γίνει λοιπόν; Πέρα από όλα αυτά τα πολύ ωραία και shiny έργα το πρώτο ουσιαστικό βήμα είναι να πεζοδρομηθεί η οδός Αθηνάς. Είναι τελείως παράλογη η αντίδραση των τοπικών μαγαζιών καθώς η εμπειρία του παρελθόντος δείχνει πως οι αξίες των ακινήτων όπου έχουν γίνει τέτοιες παρεμβάσεις έχει ανέβει. Από τη στιγμή που η Αθηνάς θα πεζοδρομηθεί δεν έχει νόημα να παραμείνει η οδός Μητροπόλεως ανοιχτή στα αυτοκίνητα. Έτσι μπορεί να πεζοδρομηθεί κλείνοντας το κομμάτι της Ερμού που παραμένει ανοιχτό στην πλατεία Αγίων Ασωμάτων. Με αυτόν τον τρόπο θα ολοκληρωθεί η πεζοδρόμηση του ιστορικού –εμπορικού τριγώνου των Αθηνών.

Ακόμη κι αυτό όμως δεν είναι αρκετό αν δεν εστιάσουμε όχι στους ιστούς αλλά στα ίδια τα κύτταρα της πόλης, τα κτήρια. Η περιβαλλοντική επιβάρυνση αλλά και η γήρανση του μπετόν αργά ή γρήγορα θα μας αναγκάσουν να αντιμετωπίσουμε σύντομα το θέμα π-ο-λ-ι-τ-ι-κ-ά.

Τι σημαίνει αυτό; Όπως ο Καραμανλής από τη δεκαετία του '60 ενθάρρυνε την αστυφιλία και προώθησε το μοντέλο της αντιπαροχής έτσι και τώρα πρέπει να υπάρξει ένα μοντέλο που θα δώσει κίνητρα στους ιδιοκτήτες να εγκαταλείψουν για λίγο τα σπίτια τους προκειμένου τα κτίρια να κατεδαφιστούν και να ανοικοδομηθούν με καλύτερους πολεοδομικούς και περιβαλλοντικούς όρους.

Για την υλοποίηση μιας τέτοιας διαδικασίας έχουν διατυπωθεί προτάσεις όπως η μεταφορά συντελεστών προς τα προάστια ή η ανταλλαγή ιδιοκτησιών. Σε κάθε περίπτωση ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να αποκαταστήσει αισθητικά όχι μόνο το ιστορικό κέντρο αλλά να δώσει νέα πνοή στα προάστια της που παρουσιάζουν ανάλογα προβλήματα κακής δόμησης και καταστροφής του αστικού και φυσικού περιβάλλοντος.

Ωστόσο για να έχει μια τέτοια πράξη νόημα απαιτείται ένα πολύ ουσιαστικό πράγμα: η κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης και η οριοθέτηση της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο, εκ των πραγμάτων θα αναγκαστούμε να αναπλάσουμε τον αστικό ιστό χωρίς να επεκτείνουμε αλόγιστα τα δίκτυα δίνοντας ώθηση στον οικοδομικό τομέα που υποφέρει.

Αυτή θα ήταν μια απαίτηση από ένα πολιτικό σύστημα. Να βρει τρόπους να συντονίσει τις δράσεις και τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες προκειμένου να επενδύσει στην προστιθέμενη αξία που έχει η πρωτεύουσα και κάθε ελληνική πόλη. Όταν αντιληφθούν ότι η πολιτική δεν αφορά μόνο επιθεώρηση λογιστικών φύλλων αλλά απόδοση οράματος και νοήματος τότε μπορούμε να ελπίζουμε για κάτι πραγματικά ουσιαστικό.