Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Στο θρυλικό γραφείο της κυρίας Μάνιας στην "Εστία"

Οι ξένοι φίλοι της σπουδαίας εκδότριας της Εστίας, αφηγούνται την ιστορία της συνάντησης μαζί της

Στο θρυλικό γραφείο της κυρίας Μάνιας στην "Εστία"
Η Μαρίνα Καραϊτίδη εξακολούθησε να υποδέχεται καθημερινά φίλους, συγγραφείς, δημοσιογράφους και πολιτικούς στο γραφείο της στο γενικό βιβλιοπωλείο της Εστίας, Σόλωνος 60, μέχρι τον Ιούνιο του 2012... Φωτό: Σπύρος Στάβερης.

Για την Μάνια Καραϊτίδη έχουν μιλήσει σχεδόν όλοι όσοι τη γνώρισαν. Οι άνθρωποι των γραμμάτων, οι φίλοι της, οι πελάτες του ιστορικού της βιβλιοπωλείου. Στις 26 Μαΐου, ένα χρόνο από τον θάνατό της με την ευκαιρία της δίγλωσσης έκδοσης με τίτλο Για τη Μάνια που συγκεντρώνει μαρτυρίες γαλλόφωνων φίλων της, το Γαλλικό Ινστιτούτο και οι Εκδόσεις Εστία, οργανώνουν ένα αφιέρωμα στην προσωπικότητα, η οποία με την παρουσία σφράγισε τα ελληνικά γράμματα και το χώρο των εκδόσεων.

Η Μάνια Καραϊτίδη ανέλαβε το 1972, μετά τον θάνατο του πατέρα της Κωνσταντίνου Σαραντόπουλου, τον εκδοτικό οίκο της Εστίας. Αποδεικνύοντας τη στέρεη παιδεία της, και με το συνακόλουθο πνεύμα της ανιδιοτελούς προσφοράς, δίνει νέα ώθηση  στο τετραμηνιαίο και μοναδικό τότε βιβλιογραφικό δελτίο (τα ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, υπό την καθοδήγηση του Κυριάκου Ντελόπουλου). Εγκαινίασε επίσης νέες σειρές ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας με τα πλέον έγκριτα ονόματα και με σπάνια ευαισθησία ως προς τα γλωσσικά και τα μεταφραστικά ζητήματα, αλλά και ως προς τους επαγγελματικούς κώδικες δεοντολογίας.

Η Μαρίνα Καραϊτίδη είχε «τη ματιά της Χιμένης» για τη Γαλλία. Oύσα Ελληνίδα, και κοσμοπολίτισσα, αγαπούσε αυτή τη χώρα, μιλούσε εκπληκτικά τη γλώσσα της, συμμεριζόταν τις αξίες της, καταβρόχθιζε τη λογοτεχνία της και την εξέδιδε

Αγαπημένες της ασχολίες μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής της ήταν η ανάγνωση ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας και ιστορίας, η ενεργή συμβουλευτική συμμετοχή της στον εκδοτικό οίκο της Εστίας, το θέατρο και ο κινηματογράφος, τα ταξίδια -προσωπικά ή επαγγελματικά σε εκθέσεις-, η φύση και η κηπουρική, η ενασχόληση με τα σκυλιά της. Πολλές από αυτές τις δραστηριότητες ενορχηστρώνονταν στο περίφημο γραφειάκι της οδού Σόλωνος, όπου αγαπούσε να υποδέχεται με θέρμη ανθρώπους που είχαν μικρότερη ή μεγαλύτερη σχέση με τα βιβλία. Στο φιλόξενο αυτό γραφείο της «κυρίας Μάνιας» έχει αναφερθεί διεξοδικά σε παλαιότερο άρθρο της και η παρισινή εφημερίδα Λε Μοντ.

«Η Μαρίνα Καραϊτίδη είχε «τη ματιά της Χιμένης» για τη Γαλλία. Oύσα Ελληνίδα, και κοσμοπολίτισσα, αγαπούσε αυτή τη χώρα, μιλούσε εκπληκτικά τη γλώσσα της, συμμεριζόταν τις αξίες της, καταβρόχθιζε τη λογοτεχνία της και την εξέδιδε: Ραμπελαί, Μονταίνι, Προυστ, Σελίν, Ουελμπέκ, και τόσους άλλους. Πάντα, όταν την επισκεπτόμουν στο γραφείο της, η «Κυρία Μάνια», όπως την αποκαλούσαμε με τρυφερότητα αλλά και με απέραντο σεβασμό, με ρωτούσε να μάθει νέα για τους κοινούς μας Γάλλους ή γαλλόφωνους φίλους, που οι περισσότεροι είχαν φύγει πια γι 'αλλού. Είναι αυτοί οι φίλοι που σήμερα, μέσα από τα γράμματά τους ή τα σύντομα κείμενά τους, εκ- φράζουν τη φιλία τους και το πόσο ευτυχείς είναι που συναντήθηκαν κάποτε με αυτή τη μεγάλη εκδότρια, με αυτό τον ωραίο άνθρωπο», γράφει ως πρόλογο στην έκδοση η Κατρίν Βελισσάρη.

Η τελευταία παράγραφος του βιογραφικού της γράφει:

Η Μαρίνα Καραϊτίδη εξακολούθησε να υποδέχεται καθημερινά φίλους, συγγραφείς, δημοσιογράφους και πολιτικούς στο γραφείο της στο γενικό βιβλιοπωλείο της Εστίας, Σόλωνος 60, μέχρι τον Ιούνιο του 2012. Παρέμεινε ως το τέλος, ακόμα και κατ’ οίκον ασθενούσα, παθιασμένη αναγνώστρια κειμένων ελληνικής και ξένης πεζογραφίας. Ανάμεσα σε άλλα, οι ξένοι φίλοι της γράφουν για το γραφείο της στην Σόλωνος, αυτό το σπουδαίο λογοτεχνικό σαλόνι, το μη πολυτελές, το πνευματικό, στο οποίο πελάτες, γνωστοί φίλοι και άγνωστοι έριξαν μια ματιά ακούγοντας την βροντερή καθαρή φωνή της να φτάνει στη σάλα του βιβλιοπωλείου. Κανένα γραφείο, σε αυτή τη χώρα, δεν έγινε τόσο διάσημο όσο το γραφείο της κυρίας Μάνιας.

Δύο αναμνήσεις, δύο κυρίως εικόνες αναπαριστούν ίσως την ανάμνησή μου από τη Μάνια Καραϊτίδη. Πρώτα από όλα, η ατμόσφαιρα που σε κυρίευε στην είσοδο του βιβλιοπωλείου της: η ανάμνηση ότι εισδύω σε έναν ξεχωριστό κόσμο, όπου η τυχαιότητα υποχωρεί μπροστά σε ορισμένες αλήθειες που υπερβαίνουν τους αιώνες, αν είναι κανείς πρόθυμος να ακούσει ή να διαβάσει. Ένας κόσμος πάνω στον οποίο πλανιέται η προστατευτική μορφή του πατέρα της, ένας κόσμος που η ίδια ήξερε πώς να τον συμπαρασύρει ως τη σύγχρονη εποχή.

Κι ακόμα, υπάρχει η φράση που είπε καθώς αναχωρούσαμε μαζί από μια κηδεία: «Πάμε στο ζαχαροπλαστείο για ένα γλυκό προτού επιστρέψετε, είναι ο καλύτερος τρόπος, λέγανε οι παλιοί, για να μην μεταφέρεις τον θάνατο στο σπίτι σου» ...

Αγαπητή Μάνια, πόσα γλυκά πρέπει να φάμε προτού σας λησμονήσουμε;

Ζαν Πιερ Αρμενγκώ

Όποτε περνούσα -ως άλλος ιπτάμενος Ολλανδός- από την Αθήνα σαν τον άνεμο, για να πιάσω τον σφυγμό της μενεξεδένιας πολιτείας και να μάθω τα νέα του λογοτεχνικού υπόκοσμου, καταπώς έλεγε ο Ζιντ, πήγαινα κατευθείαν στην Εστία, στο άντρο της πρεσβυτέρας των εκδοτών, της Μάνιας Καραϊτίδη. Μονίμως ευδιάθετη, σαν να είχαμε ιδωθεί μόλις χθες, ξανάπιανε το νήμα των λόγων της, με ενημέρωνε για τις πρόσφατες εκδόσεις, μου έδινε πληροφορίες για τους κοινούς μας φίλους, έκανε προβλέψεις για την τύχη των υπό έκδοση βιβλίων, προσφέροντάς μου ταυτόχρονα κάτι δροσιστικό να πιω και ένα απαγορευμένο γλύκισμα. Ήταν η ζώσα μνήμη της ελληνικής λογοτεχνίας σε μια ευρωπαϊκή προοπτική 

Ζακ Μπουσάρ

  

Σπανίως την είδα εκτός του μικρού της γραφείου. Γραφείο της ή σαλόνι της? Όταν την έβλεπα εκεί, δεν εργαζόταν. Δεν ήταν δικό της το φταίξιμο. Ήταν των επισκεπτριών και των επισκεπτών που την μονοπωλούσαν. Όμως αυτό δεν φαινόταν να την ενοχλεί. Αντιθέτως, σε υποδεχόταν με μια θέρμη άγνωστη στα καθ 'ημάς. Σε υποδεχόταν λες και δεν περίμενε παρά μόνο τη δική σου άφιξη και, ταυτοχρόνως, έδειχνε έκπληκτη, ευτυχισμένη που σε έβλεπε. Τότε λοιπόν την χαιρετούσες με φιλικό σεβασμό (έννοιες φαινομενικά ασυμβίβαστες, σαν οξύμωρο, στα καθ 'ημάς), προτού εγκατασταθείς σε ένα από τα καθίσματα στο πλάι του τραπεζιού της, που πάνω του συσσωρεύονταν χιλιάδες αντικείμενα, χιλιάδες χαρτιά, χιλιάδες βιβλία ... Σε ρωτούσε: «Καφεδάκι? Με γάλα? Και ζάχαρη? ... Όλα τα θέλεις απ 'τη ζωή »Ναι, από τις πρώτες φράσεις, με αφετηρία έναν απλό καφέ, η συνάντηση που είχε ξεκινήσει με μια κοινότοπη ανταλλαγή μπορούσε να εξελιχθεί σε φιλοσοφικό διάλογο:« Όλα τα θέλεις απ 'τη ζωή ...

Ζιλ Ντεκορβέ

 

Φιλόξενη αλλά και διορατική, η Μάνια μάς μάθαινε να ζούμε εν κοινωνία. Προσωπικά θα την παραλλήλιζα με μια άλλη μορφή των ελληνικών γραμμάτων, που χάθηκε πριν από είκοσι και κάτι χρόνια: τον Κωνσταντίνο Θ. Δημαρά, ιστορικό της λογοτεχνίας και μέγιστο ειδήμονα της συγκριτικής λογοτεχνίας. Ένας έρωτας παρεμφερής τούς ένωνε, ο έρωτας για την ομορφιά του βιβλίου. Και, στην παράδοση του Κικέρωνα, μια παρεμφερής δίψα για την αληθινή, την χωρίς ιδιοτέλεια φιλία»

Μισέλ Γκροντάν

Ένα σκοτεινό δωματιάκι στο βάθος του βιβλιοπωλείου Εστία, στην οδό Σόλωνος, ήταν το άδυτο των αδύτων. Για να περιγράψεις τον ιδιαίτερο χαρακτήρα ενός χώρου που θύμιζε μάλλον τακτοποιημένη αποθήκη παρά επιδεικτικό σαλόνι και για να εκφράσεις την αύρα του προσώπου που υποδεχόταν εκεί τους επισκέπτες, ένα σωρό μεταφορικές εκφράσεις συνωθούνται στον νου - εκφράσεις που χρειάζεται να τις παραμερίσεις αμέσως.

Γενικό αρχηγείο ή στρατηγείο, δεν ταιριάζει: υπερβολικά στρατιωτικοί όροι. Η Μάνια απέπνεε μια φυσική και αγαπητική εξουσία που δεν είχε τίποτα κοινό με τα στρατιωτικά πράγματα. Δεν διοικούσε ως επικεφαλής. Δεν προσπαθούσε να δώσει την εντύπωση ότι διαχειριζόταν μεγάλες δουλειές. Όχι μόνο δεν έμοιαζε να «πνίγεται» -όπως κάθε αφεντικό ή στέλεχος που σέβεται τον εαυτό του-, αλλά, απεναντίας, έδειχνε ότι ο χρόνος της είναι απεριόριστος.

Μισέλ Γκερέν

Το ξέρω ότι τη Μάνια την αναπαριστούν συχνά κάπως έτσι: στο γραφείο της, στο βιβλιοπωλείο Εστία, στην οδό Σόλωνος. Να κάθεται, ευθυτενής, μπροστά από έναν με- γάλο χάρτη της Ελλάδας και των Βαλκανίων. Ένα κόκκινο δωματιάκι -ένα είδος αδύτου- όπου οι πολιτικοί, οι δια- νοούμενοι και όλοι οι εραστές των βιβλίων έρχονταν να βρουν ζεστασιά στο χαμόγελο και την κουβέντα της, με μπισκότα κι ένα ποτήρι ούζο. Ένα κόκκινο δωματιάκι όπου, καθημερινά, κάτω από τα εκκρεμή που παιχνίδιζαν στον αέρα, έρχονταν να πιουν, να μιλήσουν και να ανα- καλύψουν ξανά τον κόσμο.

Το ξέρω, συχνά την βλέπουν κάπως έτσι. Κι όμως, η πρώτη μου ανάμνηση δεν τοποθετείται στην οδό Σόλωνος αλλά σε ένα ηλιόλουστο πεζοδρόμιο εστιατορίου. Ένα υπαίθριο εστιατόριο με θαλασσινά, στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Είχε έρθει με την Εύα, και τότε, το 1999, την συνάντησα για πρώτη φορά.

Η λεπτομέρεια του ηλιόλουστου πεζοδρομίου έχει τη σημασία της. Όταν κλείνω τα μάτια, αυτή ακριβώς η γενναιόδωρη λάμψη πλημμυρίζει τη μνήμη μου. Λες και η Μάνια γινόταν ένα με το φως - γιατί, βέβαια, δεν άργησε να φωτίσει το γεύμα μας ...

Φλοράνς Νουαβίλ

 

Το γραφείο της Μάνιας το ανακάλυψα εκείνο τον Σεπτέμβρη του 1986. Η αλήθεια είναι ότι θύμιζε περισσότερο την κιβωτό του Νώε παρά γραφείο εκδότη. Ήταν ένα μουσειακό συνονθύλευμα ανόμοιων πραγμάτων, που διασκέδαζε το βλέμμα του επισκέπτη. Σ 'εκείνο το γραφειάκι των μόλις οκτώ τετραγωνικών, στο βάθος του βιβλιοπωλείου, όλα χωρούσαν: το μεγάλο της γραφείο, η πολυθρόνα της, άλλες δυο πολυθρόνες με φθαρμένο δέρμα, μια καρέκλα, ένα τραπέζι, ένας τεράστιος χάρτης της Ελλάδας και των Βαλκανίων καθώς κι ένα χρηματοκιβώτιο που, καιρό τώρα, δεν χρησίμευε σε τίποτα παρεκτός από την ομορφιά του. Ο σκύλος της ο Ήρθα (γιατί μια μέρα μπήκε στο βιβλιοπωλείο και δεν ξαναβγήκε ποτέ) ήταν επίφοβος αντίπαλος για την πολυθρόνα με το τριμμένο δέρμα, την οποία εγκατέλειπε με μισή καρδιά όταν κατέφθανε ο πρώτος επισκέπτης της ημέρας. Πολύ γρήγορα πληροφορήθηκα πως όλη η πόλη, όλος ο κόσμος της λογοτεχνίας και όχι μόνον, στριμωχνόταν καθημερινά για να επισκεφθεί τη Μάνια. Ανάμεσα στις 11 το πρωί και τις 3 το μεσημέρι. Ήταν ένα είδος τελετουργίας. Το γραφείο ήταν πάντα ανοιχτό. Με αψεγάδιαστη ευγένεια, η Μάνια ήξερε πώς να αποφεύγει τους εισβολείς λέγοντάς τους ότι θα τους έβλεπε αργότερα. Κάποια μέρα. Ίσως. Τους άλλους τους υποδεχόταν σαν να μην περίμενε παρά μόνον εκείνους, τους καλούσε να καθίσουν, έκανε τις συστάσεις προσφέροντας καφέ ή ένα δροσερό ρακί, πρότεινε ένα κουλουράκι.

Κατρίν Βελισσάρη

  

Πρώτη συνάντηση, άμεσο αίσθημα συνενοχής. Ήξερα ενστικτωδώς ότι το πέρασμα από τα αρχαία στα νέα ελληνικά θα μου άνοιγε τις πύλες ενός νέου κόσμου. Με οδηγό μου την Κατρίν Βελισσάρη στο πρώτο «επαγγελματικό» μου ταξίδι στην Ελλάδα, ανακαλύπτω σύντομα το κέντρο αυτού του κόσμου: ένα γραφειάκι στο βάθος του βιβλιοπωλείου Εστία, όπου εντυπωσιασμένη συναντώ την Κυρία Καραϊτίδη, «αφεντικίνα» των εκδόσεων Εστία, που ιδρύθηκαν το 1885 και που ο κατάλογός τους αριθμεί ό, τι ουσιαστικό διαθέτει η ελληνική και η παγκόσμια λογοτεχνία. Μια κυρία απίστευτα θερμή, με βλέμμα απίστευτα ζωηρό και παιχνιδιάρικο, με υποδέχεται μ 'ένα ηχηρό: «! Μα είστε Αλσατή, λατρεύω την Αλσατία» Στο εξής θα ήμουν για τη Μάνια «η Αλσατή», και βλέποντας αυτή την αληθινή κυρία, την τόσο περίεργη για όλα, την τόσο καλλιεργημένη, την τόσο φιλόξενη, σκέφτηκα ότι το επάγγελμα του εκδότη θα είναι σίγουρα εκπληκτικό.

Για τη Μάνια, οι εκδόσεις ήταν τρόπος ζωής: ποτέ μου δεν συνάντησα πιο μανιώδη αναγνώστρια, ούτε ικανότερη στη μετάδοση του ενθουσιασμού της.

Σαμπίν Βεσπιζέρ

Φωτό: Σπύρος Στάβερης.

Αφού -σύμφωνα με τον κανόνα που λέει ότι δεν μπορούμε να φανταστούμε παρά μόνο αυτό που απουσιάζει- μου αρέσει να σας αναπαριστώ έτσι όπως εμφανίζεστε σε μια από τις τελευταίες φωτογραφίες σας, που είχε, βεβαίως, τραβηχτεί με σας καθισμένη στο διάσημο εκείνο γραφείο της οδού Σόλωνος, το γραφείο που προσέλαβε μυθικές διαστάσεις με το πέρασμα των χρόνων. Στηρίζεστε στον αγκώνα σας, η παλάμη σας μισοκρύβει το πρόσωπό σας, στάση που δίνει στο χαμόγελό σας μεγαλύτερη λάμψη. Πάνω στο γραφείο, συσσωρευμένα σε έναν απίστευτο και πολύχρωμο αχταρμά, βιβλία, εφημερίδες, έγγραφα και ποικίλα αντικείμενα. Στον τοίχο παρατηρούμε αυτόν τον χάρτη που έχει περιγραφεί εκατό φορές, της Μεγάλης Ελλάδας, κυρίως όμως βλέπουμε αιωρούμενα, σαν κρεμασμένα ένα γύρω, τα πιο ετερόκλητα αντικείμενα, ένα είδος ευτράπελης και συγκινητικής Απογραφής: στα αριστερά, ένας Καραγκιόζης γειτονεύει με ένα εικόνισμα, ειδώλιο-σκιά που ζυγώνει προς το φως, κι ύστερα, από την άλλη πλευρά, μια γοργόνα υπερίπταται μιας κεραμικής κούκλας με σταυρωμένα πόδια. Κι ύστερα άλλα αγαλματίδια, πίνακες, κεραμικά λουλούδια, κι ούτε ξέρω τι άλλο ... Όλα αυτά τα αντικείμενα μου μιλούν για σας και μου μιλούν για την Ελλάδα, για τη δική σας Ελλάδα, γι 'αυτήν την Ελλάδα που θα 'θελα τόσο να μου την γνωρίζατε σαν να ήσαστε η θεά Εστία, φιλόξενη και γενναιόδωρη συνάμα, όπως συμφωνούν όλοι όσοι σας γνώρισαν.

Ολιβιέ Ντεκότ

 

To υλικό μας έχει παραχωρηθεί από τις εκδόσεις Εστία και την Κατρίν Βελισσάρη. Τα κείμενα αποτελούν αποσπάσματα από την έκδοση "Για τη Μάνια". Οι φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο της εκδότριας κυρίας Εύας Καραϊτίδη.