Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Πώς να γράφεις ποίηση, όταν δίπλα σου ψοφάνε της πείνας

"Σκατά στην Ποίηση!" Από τον Αλέξανδρο Παπαδόπουλο

Πώς να γράφεις ποίηση, όταν δίπλα σου ψοφάνε της πείνας

 

Πριν κάμποσο καιρό ένας παλαίμαχος ποιητής βύθισε στο σκοτάδι (ευτυχώς προσωρινά) ένα ιστότοπο ερωτικής ονειρογραφίας. Ήταν κάτι σαν μια χειρονομία κατακραυγής του πολιτικού σκότος. Το νόημα της πράξης ήταν: ‘δε μπορώ να ερωτογραφώ, όταν δίπλα μου άτομα ψοφάνε πείνας.’ Να ένας αφορισμός που το συναντάς πιο συχνά – εντός και εκτός διαδικτύου -- όταν η φρενίτιδα της επικαιρότητας επιταχύνεται. Όταν ας πούμε υπογράφονται τα μνημόνια. Εκείνες τις στιγμές ο ιστορικός χρόνος χοροπηδάει-- σαν μια διαταραγμένη κούνια-μπελα– περνάει από τον πληροφοριακό οργασμό στον εσχατολογικό φόβο, από την πολιτική ανάλυση σε ένα μεγα-φωνικό ξέσπασμα. Στο τέλος σκάει μέσα στον κατεπείγον της επικαιρότητας. Και κάπως έτσι, τα πολιτικά διλήμματα γίνονται υπαρξιακά. Ή τώρα ή ποτέ.

 

''Να πάνε γαμηθούν όλα, δεν έχω να φάω, κινδυνεύω να μείνω άστεγος, μπάφιασα από τις χαριτωμενιές του καθένα– τέλος τα ψέμματα.''

 

Τέλος και στο ψέμα της λογοτεχνίας. Μια φωνή έρχεται και επαναλαμβάνει επίμονα: όλο αυτό είναι το τρύπιο στέγαστρο της φρίκης. Η ποίηση και οι ποιητές αποτελούν το διανοητικό τσόφλι της ανισότητας—σπάσ' το επιτέλους. Ένα horror theatre από πρεστίζ και μούχλα είναι, τίποτα άλλο. Τα αραχνιασμένα alien της μεταπολίτευσης. Μια απολίθωση που ξερναέι υποκριτική χολή και αφόρητη προσποίηση– γερόντια που ξεμαλλιάζονται σαν λαϊκές τραγουδίστριες πάνω από το πτώμα της κοινωνίας. Η τέχνη στο σύνολο της είναι μέρος του σκανδάλου που καταρρέει με κρότο πάνω στο κεφάλι μας.  

 

 

Σου ρχεται λοιπόν να ξεδοντιάσεις στους ποιητές καθώς τους βλέπεις να βουλιάζουν σε μια αττίκ πολυθρόνα καπνίζοντας την πίπα τους. Θα ήθελες να διαρρήξεις το σαλόνι τους-- ο Ζενέ ντυμένος Κόναν. Να κοιτάξεις με περιφρόνηση τα ρομαντικά αντικείμενα, τις αντίκες, τις γραφομηχανές και τις γάτες. Στο πικάπ παίζει η Μαρία Κάλας. Θέλεις να κάνεις θρύψαλα αυτήν την εικόνα. Να χέσεις πάνω της. Να την κάνεις σαϊτα και να την πετάξεις στο γαμημένο τζακι τους – και μετά να τα κάνεις όλα κάρβουνο. Σεναριογραφείς εξευτελιστικά βασανιστήρια--τους βάζεις να παίζουν σε ταινίες τους Τζον Γουότερς. Θα τους κάνεις βουντού – κάθε φορά που επαναλαμβάνουν τις λέξεις –ουρανός, περιβόλι, αγέρας, φως – θα ορμάει πάνω τους ο Πάγκαλος ντυμένος Divine και θα τους δίνει γλωσσόφιλα – θα τους γλείφει παντού -- με το στόμα γεμάτο τζατζίκι. Αμέσως μετά – καθώς θα προσπαθούν ξεπλύνουν τη μπίχλα από πάνω τους – θα ορμάει στο με χασαπομάχαιρο η Πηνελόπη Δέλτα – δηλαδή ο Αντώνης Σαμαράς με περούκα και γυναικεία εσώρουχα εποχής [ σαν εθνογραφικό re-make της Ψυχώ, με το Σεφερλή στην καρέκλα του Χίτσκοκ].

 

Και στο τέλος ένας κριτικός κινηματογράφου θα σχολιάζει διθυραμβικά 'Υπέροχα, Υπέροχα.' Όλο αυτό μου θυμίζετει το 1968 στις Κάννες!!! Τότε ο κόσμος έλεγε: Δε μπορούμε να βλέπουμε ταινίες όταν ο κόσμος δέρνεται στα οδοφράγματα. Κάτω η ποίηση της οθόνης, ζήτω η ποίηση του δρόμου. Ας συντριβεί η διάκριση ανάμεσα στην αναπαράσταση και την ιστορία. Ζήσε πολιτικά, ζήσε κινηματογραφικά. Η θεαματική οργάνωση της εκμετάλλευσης λιώνει μέσα στην ριζοσπαστική αισθητοποίηση του καθημερινού.

 

Βεβαίως, βεβαίως... Η σχέση ποίησης, κινηματογράφου και απόγνωσης έχει αλλάξει ριζικά σε σχέση με το 68. Ό,τι κάποτε εξαγγέλθηκε ως πρωτοπορία, σήμερα διαχέεται ως ρουτίνα. Τώρα πια οι άνθρωποι ενώνουν την φρίκη, την καύλα, το ξεφωνητό, τη θλίψη, τον επιθανάτιο ρόγχο και τα μετα-θανάτια ροχαλητά σε μια αέναη αναμετάδοση. Ανάμεσα στα i-phone και το twitter φωσφορίζουν ψυχο-ρεπορτάζ – μια γεωγραφία από ιδέες, αναμνήσεις και διαθέσεις – ένας χάρτης εσωτερικότητας πάνω στο τραπεζομάντιλο της μαζικής κουλτούρας. Επομένως αυτοί που γράφουν ποιήματα—αυτοί που παραμιλούν -- δε βουλιάζουν στην πολυθρόνα. Βουλιάζουν στην οθόνη – βουλιάζουν στην πίκρα και στα χρέη. Και πολλές φορές βουλιάζουν στα δακρυγόνα. Ο διαχωρισμός τέχνης και ζωής γκρεμίζεται μες στην δίνη του παρόντος.

 

Έτσι η καθημερινότητα μετουσιώνεται σε μια κινηματογραφική διαχείριση του φόβου. Να τι μοιάζει να λέει ένας σύγχρονος ποιητής στο (ημι-δημόσιο) ημερολόγιο του: τώρα που η πραγματικότητα απλώνεται γύρω μου σαν καρκίνος – εγώ γλείφω τα μούτρα της αρρώστιας. Με ρίξαν σε ένα reality τρόμου . Ήθελα να εκδώσω ένα βιβλίο, να κάνω πορνο-ποιητικές performance, να βουλιάξω τα πάντα σε μια ονειρογραφία – αλλά ήρθε και με χτύπησε η ιστορία σαν φορτηγό. Και έτσι αποφάσισα να στήσω ένα ποίημα μέσα στο ασθενοφόρο – να προσποιηθώ ότι η καταστροφή είναι μια μουσική. Τα ραγισμένα μου κόκαλα κάνουν ζιγκ ζαγκ στο ρυθμό της-- θέλω να πεθάνω μέσα σε ένα πάταγο ναρκισσισμού. Έχεις πρόβλημα; Εσύ που με κοιτάς από την πολυθρόνα σου, χαϊδεύοντας ένα τόμο επαναστατικότητας;

 

Σε σένα μιλάω, εσένα που που με θεωρείς λούμπεν...που δε με αποκαλείς ποιητή αλλά “blogger’’. Που γελάς με το χάλι μου. Που δεν έχω λεφτά ούτε για τσίχλες – που ξοδεύω το χρόνο μου χορεύοντας rave στην αγκαλιά του Αλέξη Τραϊανού; Έχεις πρόβλημα που έχω πείσει τους πάντες ότι ο Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου είναι μια βουλγάρικη μάρκα εσωρούχων; Έχεις πρόβλημα που κάθε μέρα κάνω βουντού – πάνω σε βιβλία που δεν εκδόθηκαν, performances που δεν έλαμψαν και ακροατήρια που δεν χειροκρότησαν;

 

 

Λοιπόν φίλε μου ήρθε η ώρα να το μάθεις:

ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΟΥ.

 

Όπως δεν είναι πρόβλημα μου οι μουχλιασμένους ποιητές – που επιμένουν να νομίζουν ότι τα ποιήματα γράφονται από λέξεις. Δεν είναι το πρόβλημα μου τα στρυφνά γεροντο-hipster-άκια που δεν κατάλαβαν ένα πούτσο από τη σύγκρουση γλωσσών, από τη δολοφονική βουτιά της Σιλβια Πλαθ μέσα στο facebook.....Δεν είναι το πρόβλημα μου η αριστοκρατία της ευαισθησίας – οι βρικόλακες που μιλάνε εξ ονόματος της τέχνης, τα τζάκια που στερούν τη δόξα μου και χαστουκίζουν το ψώνιο μου.

 

Για την ακρίβεια όλα αυτά είναι η παρηγοριά μου – η φρίκη τους είναι το υλικό μου.

 

Γιατί εγώ ξέρω και το βλέπω: αυτοί που λογοτεχνίζονται ηλεκτρονικά, που παραμιλούν σαν πνίγηκε ο Μπάροουζ στο λαιμό τους και χορεύουν στο μπαλκόνι σαν τη Μαρία Κάλας στα πρόθυρα νευρικής κρίσης (με το ένα χέρι στη σκούπα και το το άλλο στο πλάστηρ) βυθίζονται κάθε μέρα στο κενό. Από τον ένα στίχο στον άλλο, παρεμβάλλονται απλήρωτα νοίκια και απέραντη οργή.


Και έχουν δικαίωμα να παίξουν -- δηλαδή να παλέψουν -- με το σκοτάδι με όποιον τρόπο γουστάρουν.


Ζήτω η Πόζα που Παρηγορεί -- η πιο ωραία Τέχνη ήταν πάντα μια αγκαλιά της απόγνωσης με τη χαζομάρα.

 

Το μυστικό είναι να ζεις τη ζωή σου σαν μια ταινία επιστημονικής φαντασίας -- να σκεπάζεις με μετα-φυσικό φως όλα τα αντικείμενα -- να γελάς με τις αστείες πόζες των ανθρώπων -- να φοράς την ανωνυμία σου σαν ένα μανδύα εξαΰλωσης -- να γίνεσαι αόρατος. Και κάθε μέρα να απαντάς στο χάος με παραζαλισμένα μανιφέστα – μια στάση αγέρωχη μέσα στα συντρίμμια. Σαν μια καχεκτική γάτα που χαμογελάει υπεροπτικά πάνω από ένα άδειο σκουπιδοτενεκέ – συνομιλώντας με την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Το μυστικό είναι να αντιπαραβάλεις εικονογραφημένα ημερολόγιο απόρριψης με στίχους γραμμένους πάνω από σώματα μυθικών πορνο-σταρ... (όπως ο φίλος σου που διαμαρτύρεται με σιωπές).

 

 

 

Και μετά να ανακοινώνεις:

 

1) Ποίηση είναι να φλερτάρεις διαρκώς με αυτό που δε μπορείς να έχεις -- ένα πρόσχαρο, έγχρωμο και ψηφιακό μνημείο του ανέφικτου.

2) Ποίηση είναι το ανεκπλήρωτο και το ανεκπλήρωτο είναι μια συνταγή πολλαπλασιασμού της καύλας και της δαιμονικότητας -- δηλαδή της μουσικότητας.

3) Η ποίηση σήμερα εκρήγνυται ενάντια στον εαυτό της, καίγοντας το dna της: δηλαδή τις λέξεις, τις χαρτόδετες εκδόσεις, τις δάφνες και τα βραβεία.

4) Η ποίηση μετουσιώνεται σε ένα σύμπλεγμα από ψηφιακά ημερολόγια και επιστημολογίες της απόγνωσης. Ενώνει το Σίσυφο με τη Μαdonna, τη χαζομάρα με τη έκσταση και το μονόλογο με το φλερτ

5) Η ποίηση παραχωρεί τη θέση της στην ποιητικότητα, δηλαδή σε ένα πολυφωνικό και συναισθητικό σώμα εντυπώσεων, βιωμάτων και παραληρημάτων...

6) Ποίηση είναι να κρατάς ένα μικρό αρχείο από τον παραληρηματικό λόξιγκα που σε πιάνει όταν --καμιά φορά νομίζεις ότι όλα έχουν τελειώσει -- τις σπασμωδικές φράσεις, τα αυτο--χαστούκισματα, την εικονογραφία της κατρακύλας...

7)Ποίηση είναι να ξυπνάς το πρωί να κοιτάς το αρχείο του τρόμου και τρελαίνεσαι από τη χαρά σου.

8) Ποίηση είναι να απογειώνεσαι μέσα στον αυτο-εξευτελισμό

9) Ποίηση είναι να κάνεις κωλοτούμπες μες στον πανικό.

10) Ποίηση είναι μια συναυλία από πορδές μέσα σε μια βραδιά ποίησης!!!

 

 

Ο Αλέξανδρος Παπαδοπουλος είναι cultural theorist και performing artist -- o ιστότοπος του ειναι εδώ: www.postnubilablog.blogspot.com