Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Ο αφοπλιστικά ευγενικός και περιγραφικός Jonathan Demme μιλά στη LIFO

Ο σκηνοθέτης της Σιωπής των Αμνών και του νέου Η Ρίκι και η Ροκ, αποκαλύπτεται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο

Ο αφοπλιστικά ευγενικός και περιγραφικός Jonathan Demme μιλά στη LIFO
Η Βενετία δεν είναι ένας απλός διαγωνισμός ταινιών. Έχει τρομερή ιστορία και η πρόσκληση κάθε φορά, και αυτή είναι η τρίτη μου, είναι μεγάλη τιμή. Φωτο: EPA/ANDREA MEROLA

Κάνοντας ένα διάλειμμα από τα καθήκοντα του ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο τμήμα Ορίζοντες του φεστιβάλ Βενετίας, ο αφοπλιστικά ευγενικός και περιγραφικός ως την τελευταία λεπτομέρεια Τζόναθαν Ντέμι, βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει για την πρόσφατη ταινία του με τίτλο H Ρίκι και η Ροκ (Ricki and the Flash), με τη Μέριλ Στριπ στο ρόλο μιας μάλλον αποτυχημένης ροκ τραγουδίστριας που δεν το βάζει κάτω, αλλά τρομάζει στην ιδέα της επιστροφής στο οικογενειακό περιβάλλον που εγκατέλειψε πολλά χρόνια πριν, με αφορμή το άσχημο διαζύγιο της κόρης της και το γάμο-έκπληξη ενός από τους δύο γιούς της. Η κουβέντα, όπως αναμενόταν, στράφηκε βασικά στη μουσική, καθώς ο Ντέμι, εκτός από τις ταινίες μυθοπλασίας που τον έκαναν διάσημο, όπως η Οσκαρική Σιωπή των Αμνών και το Φιλαδέλφεια, έχει δηλώσει έμπρακτα την αγάπη του για τη ροκ, με κινηματογραφημένες συναυλίες των Talking Heads και του Νιλ Γιάνγκ. Το μοναχικό παιδί με το ευρύ μουσικό γούστο που μεγάλωσε παραμελημένο και δύσκολα έκανε φιλίες, βρήκε παρηγοριά στον Νατ Κινγκ Κόουλ, και δεν εγκαταλείπει τον πρώτο του έρωτα, καθώς οδήγησε την Μέριλ Στριπ στην πρώτη της ερμηνεία εμ συνοδεία ηλεκτρικής κιθάρας, και πρόσφατα απαθανάτισε τον Τζάστιν Τίμπερλεϊκ σε ένα σταθμό της μεγάλης περσινής περιοδείας του.

Η Βενετία δεν είναι ένας απλός διαγωνισμός ταινιών. Έχει τρομερή ιστορία και η πρόσκληση κάθε φορά, και αυτή είναι η τρίτη μου, είναι μεγάλη τιμή. Δεν ξεχνώ πως πολλές δεκαετίες πριν, ο Ακίρα Κουρασάβα είχε ξεκινήσει την μεγάλη καριέρα του από το Λίντο, και από εδώ ο κόσμος έμαθε ποιός είναι. Δεν συγκρίνομαι με κανέναν γίγαντα του σινεμά, αν και οι φιλοφρονήσεις πάντα βοηθούν το ηθικό μου.

Η ιστορία της Ρίκι είναι μια παραλλαγή της Σταχτοπούτας: δεν μπορεί να είναι διαφορετική, αφού μέχρι και τον πρίγκηπα της κερδίζει στο τέλος.

Η γενιά μου μεγάλωσε με το ραδιόφωνο. Έξι ετών ακόμη, ένα πολύ μοναχικό παιδί, καθόμουν μπροστά στο ραδιόφωνο και μάθαινα τα τραγούδια του Γκάϊ Μίτσελ και του Νατ Κινγκ Κόουλ. Η εκπαίδευση μου τράφηκε με πολλή μουσική. Από τότε που έγινα κινηματογραφιστής, φυσικά λάτρεψα το πάντρεμα της μουσικής με το σινεμά. Συνήθως εμπλουτίζω τις ταινίες μου με προσεκτικά επιλεγμένη μουσική, γιατί ειλικρινά πιστεύω πως εκτινάσσονται συναισθηματικά και βαθαίνουν νοηματικά. Αγαπώ δε ιδιαίτερα τα performance films: αν η μουσική και οι μουσικοί είναι σπουδαίοι, το να καταγράφω τις παραστάσεις τους είναι για μένα η πιό αγνή μορφή κινηματογράφου. Δεν μπορώ να σας προσφέρω αποδείξεις για το επιχείρημα μου, αλλά με ξετρελαίνει και με ιντριγκάρει η κατάσταση αυτή, Και τώρα, με το Η Ρίκι και η Ροκ, είχα επιτέλους την ευκαιρία να συνδυάσω την αγάπη μου για τους ηθοποιούς και τις ιστορίες, με την ζωντανή μουσική.

Η Μέριλ Στριπ είναι τόσο μανιακή με τη ροκ μουσική όσο κι εγώ! Μεγάλωσε με τη ροκ και τη λατρεύει.

Τα τραγούδια τα επέλεξα εγώ, εκτός από εκείνα της Lady Gaga και της Pink, που περιγράφονταν στο σενάριο της Ντιάμπλο Κόουντι. Προσπάθησα να φανταστώ ποιά κομμάτια θα έσπρωχναν προς τα εμπρός τη δραματική μας αφήγηση. Αν θυμάστε, ξεκινήσαμε με το American Girl, το οποίο συμπεριλαμβανόταν και στη Σιωπή των Αμνών: η νεαρή κοπέλα που πέφτει θύμα απαγωγής τραγουδάει το κομμάτι του Τομ Πέτι και ο λόγος που το ήθελα τότε, ήταν για να καταλάβει αμέσως το κοινό πως πρόκειται για το αρχέτυπο της νεαρής Αμερικανίδας. Στη Ρίκι, δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό να βάλω το χαρακτήρα της Μέριλ Στριπ να το αποδίδει με έναν πικρό, αυτοβιογραφικό τρόπο. Επειδή ήθελα να την εντάξω στην κατηγορία των γυναικών που ανατράφηκαν με ένα όνειρο και πολλές υποσχέσεις- το όνειρο της οικογένειας και την υπόσχεση μιας ροκ καριέρας, πράγμα που δημιούργησε ένα σχίσμα στην ανάστατη διαδρομή της. Όπως το Drift Away, που σε κάποια στιγμή σήμαινε πως ο σύντροφος της πούλησε την κιθάρα του για να τη βοηθήσει. Εν τούτοις, το τραγούδι του Μπρους Σπρίνγκστιν το βρήκε η ίδια η Μέριλ. Με κάλεσε ενθουσιασμένη ένα βράδι για να μου ανακοινώσει πως ανακάλυψε το My Love, που μάλιστα δεν είναι ένα από τα γνωστά κομμάτια του. Ήθελε ένα τραγούδι με στίχους που θα ταίριαζαν σε όσα ήθελε να πει στα παιδιά της και δεν μπορούσε να τα εκφράσει παρά μόνο μουσικά.

Η Μέριλ Στριπ είναι τόσο μανιακή με τη ροκ μουσική όσο κι εγώ! Μεγάλωσε με τη ροκ και τη λατρεύει. Πάμε μαζί σε συναυλίες, καθώς μετά το Manchurian Candidate γίναμε φίλοι. Το έχει δηλώσει πως το να παίξει κιθάρα σε μια ταινία και ταυτόχρονα να τραγουδήσει, είναι η πραγματοποίηση ενός μεγάλου της ονείρου. Δεν είχα κάποιο συγκεκριμένο πρότυπο τραγουδίστριας στο μυαλό μου, για να είμαι ειλικρινής. Στο σενάριο, η Ρίκι Ραντάζο περιγραφόταν κάπως αόριστα στο ύφος της Τζόαν Τζετ. Η Ντιάμπλο την φανταζόταν κάπως πιο πανκ από ότι μας βγήκε στην οθόνη. Είμαι σίγουρος πως η έμπνευση της Μέριλ για το στιλ της Ρίκ και τη μουσική της αντλείται από πολλά πρόσωπα, αλλά αν πρέπει να πω ένα, είναι η Λουσίντα Γουίλιαμς. Αν δεν τη γνωρίζετε, ψάξτε την, είναι καταπληκτική country-rock & roll τραγουδίστρια, τραχιά και με επιθετικές ερμηνείες, με νότια καταγωγή, και η Μέριλ ξέρει πολύ καλά τις σπουδαίες φωνές και τις έχει μελετήσει, έχοντας μεγάλη αδυναμία στη Γουίλιαμς.

Το σχολείο μου ήταν η μουσική και οι ταινίες, και οι πρώτες σχέσεις που είχα συνάψει ήταν με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Ο πατέρας μου έλειπε συνέχεια από το σπίτι και η μητέρα μου ήταν αλκοολική.

Η διαφορά του Ρίκι με το Rachel Getting Married, που έχουν πολλά κοινά σημεία από άποψης βασικής πλοκής, είναι πως στο πρώτο επιστρέφω σε μια χειριστική χρήση της κάμερας ενώ στο δεύτερο πούσαρα την αλήθεια μέσα από cinema-verite προσέγγιση. Η ιστορία της Ρίκι είναι μια παραλλαγή της Σταχτοπούτας: δεν μπορεί να είναι διαφορετική, αφού μέχρι και τον πρίγκηπα της κερδίζει στο τέλος.

Η πεθερά της Μπρουκ Μόριο, που είναι το αληθινό όνομα της σεναριογράφου Ντιάμπλο Κόουντι, είναι στην πραγματικότητα αρχηγός ενός μικρού συγκροτήματος που ειδικεύεται σε διασκευές και παίζει στη Νιού Τζέρζι, ακριβώς όπως και η Ρίκι Ραντάζο. Από εκείνην η Ντιάμπλο εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα της ηρωίδας. Η πεθερά είναι συντηρητική και ψηφίζει Ρεπουμπλικανούς, όπως και η Ρίκι! Η Ντιάμπλο, με τον καιρό, συνήθισε στην ιδέα πως μπορεί να κάνει παρέα με ανθρώπους αντίθετων πολιτικών απόψεων απο εκείνην και μάλιστα τους βρίσκει συμπαθέστατους. Βρήκα την ιδέα μιας ρόκερ δεξιών πεποιθήσεων πολύ φρέσκια. Σπάει το καλούπι, και φαίνεται γενναιόδωρη χειρονομία προς τους ανθρώπους που δεν περνάνε καλά στην παρούσα διακυβέρνηση της χώρας, αμείβονται πενιχρά και λογικά δεν ψηφίζουν τους Δημοκρατικούς.

Η Μέριλ είναι ασταμάτητη στο πώς προσέφερε συνεχώς στην ταινία. Βρήκε το τραγούδι του φινάλε από τα αρχεία του Σπρίνγκστιν, καθώς δε νομίζω πως είχε κυκλοφορήσει σε κανονικό άλμπουμ. Είχε υπογράψει πολύ πριν κληθώ να σκηνοθετήσω. Είχε ιδέες και τις έλεγε προς μεγάλη μου χαρά. Δική της πρόταση ήταν να έχει έναν αδελφό που σκοτώθηκε στο Βιετνάμ και όλος ο διάλογος που αφορά στη μνήμη του και πώς ακόμη την συγκινεί είναι γραμμένος από εκείνη. Δεν ανακατεύτηκα καθόλου στο ντύσιμο και το μακιγιάζ της. Μου παρουσιάστηκε έτοιμη, φτιαγμένη από μια ομάδα ενδυματολόγων, κομμωτών και μακιγιέρ και εντυπωσιάστηκα από το αποτέλεσμα.

Ο Jonathan Demme με τον Tom Hanks στα γυρίσματα του Philadelphia.

Το σχολείο μου ήταν η μουσική και οι ταινίες, και οι πρώτες σχέσεις που είχα συνάψει ήταν με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Ο πατέρας μου έλειπε συνέχεια από το σπίτι και η μητέρα μου ήταν αλκοολική. Φίλους είχα αλλά η ποπ κουλτούρα ουσιαστικά με διαμόρφωσε. Ειδικά η μουσική. Ήμουν παρών στη γέννηση της λευκής ροκ, με τον Μπιλ Χέϊλι και στα 20 μου, όταν έκανα βόλτες με το αυτοκίνητο μαζί με φίλους και ακούγαμε δυνατά μουσική στα 60ς, αναρωτιόμουν τι είδους μουσική θα άκουγα στα 60 μου χρόνια και βάλε. Λοιπόν η στιγμή έφτασε και ακούω ακόμη ροκ. Η σχέση είναι ισόβια!

Το μεγαλύτερο μου ατού, ως κινηματογραφιστής, παραμένει ο ενθουσιασμός μου. Το να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για μουσικούς που δεν μου λένε τίποτε το ιδιαίτερο, θα ήταν βασανιστήριο για μένα. Για να είμαι ειλικρινής, το καλύτερο μουσικό ντοκιμαντέρ που έχει γίνει, δεν έχει βγει ακόμη στις αίθουσες! Είναι η συναυλία του Τζάστιν Τίμπερλεϊκ και των Tennessee Kids, από την τουρνέ του 20/20, που σκηνοθέτησα τον περασμένο Ιανουάριο και ακόμη μιξάρεται. Δε μοιάζει με τίποτε που έχω δει στο παρελθόν. Η μουσική, τα φώτα, ο χορός του, η δεξιοτεχνία της μπάντας, είναι όλα φανταστικά. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν μου κάνατε την ερώτηση ήταν αυτό. Μιλώντας για δουλειές άλλων, φυσικά ξεχωρίζω το Woodstock, αλλά και το Last Waltz και το Rust Never Sleeps. Μου αρέσει το Stop Making Sense και το Heart of Gold λίγο παραπάνω από τα προαναφερθέντα, ακριβώς επειδή συναποτελούν τον κόσμο μου και τις ευαισθησίες μου γύρω από την μουσική που με έχει συγκινήσει.

Ο Jonathan Demme με τον Άντονι Χόπκινς στα γυρίσματα της ταινίας "Η Σιωπή των Αμνών".

*Η ταινία του Jonathan Demme «Η Ρίκι και το Ροκ» κυκλοφορεί από απόψε στις ελληνικές αίθουσες.