Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η πρώτη κριτική για τον ''Αστακό'' του Λάνθιμου, από τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο

Το φιλμ που προβλήθηκε στις Κάννες αποδεικνύει ότι, κι όμως, ο Λάνθιμος είναι αισθηματίας!

Η πρώτη κριτική για τον ''Αστακό'' του Λάνθιμου, από τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο
Ο Γιώργος Λάνθιμος με όλο το καστ της ταινίας. Φωτο: EPA/TRISTAN FEWINGS

Κι όμως, ο Γιώργος Λάνθιμος είναι αισθηματίας! Ο Αστακός κλείνει με το Τι Είναι Αυτό που το Λένε Αγάπη του Τάκη Μωράκη, με τη φωνή της Σοφία Λόρεν, από το Παιδί και το Δελφίνι, δια του λόγου το αληθές...

Ο "Αστακός" μόλις έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο φεστιβάλ Καννών, το πρωί στις 8.30, στην υπερπλήρη αίθουσα Lumiere (κυρίως δημοσιογραφική προβολή, με πολλούς συναδέλφους να μην μπορούν να βρουν θέση).

Ο Λάνθιμος δεν απογοήτευσε τους φαν του με τον Αστακό. Η ταινία είναι ένα σουρεαλιστικό ρομάντσο με οξυδέρκεια στην παρατήρηση της ανθρώπινης ψυχής και μαύρο χιούμορ.


Κατ' αρχήν, λύθηκε το μυστήριο του τίτλου: Όταν πεθαίνει η σύζυγος του Κόλιν Φάρελ και εκείνος αναγκάζεται να μεταβεί σε ένα ειδικό ξενοδοχείο που προβλέπει η νομοθεσία της δυστοπικής, αχρονικής κοινωνίας και να βρει ταίρι μέσα σε 45 ημέρες, καλείται να επιλέξει ένα ζώο στο οποίο θα ήθελε να μεταμορφωθεί σε περίπτωση που αποτύχει να "ξαναδιπλώσει". Ο Φάρελ διαλέγει τον αστακό για το γαλάζιο αίμα του και την ικανότητα του να παραμείνει γόνιμος μέχρι το τέλος της ζωής του. Η επιτροπή τον συγχαίρει για το ασυνήθιστο της επιλογής του, λέγοντας του μάλιστα πως οι περισσότεροι θέλουν να γίνουν σκύλοι, γι' αυτό και ο κόσμος έχει γεμίσει από τα συγκεκριμένα ζώα ενώ άλλα, όπως ο αστακός, είναι πλέον προστατευόμενα είδη.

Σκηνή από την ταινία.


Αδυνατώντας να προσαρμοστεί στην διαδικασία του φαινομενικά εκούσιου συνοικεσίου, ο Φάρελ καταφεύγει στο δάσος, στην ομάδα των μοναχικών, όπου γνωρίζει την Ρέϊτσελ Βάϊς, Κι από εκεί ξεκινάει η περιπέτεια τους, σαν κυνηγημένοι των κυνηγημένων, αφού και μέσα στο σύστημα των ανταρτών- μοναχικών, υπάρχουν περιορισμοί και τιμωρίες. Για παράδειγμα, απαγορεύεται κι εκεί το φλερτ και το σεξ, αν και επιτρέπεται ο χορός, μόνο όμως με υπόκρουση ηλεκτρονικής μουσικής και από ακουστικά- σε μια χαρακτηριστική, και θαυμάσια σεκάνς, όλοι χορεύουν στο δάσος, μόνοι τους, όπως κάνουν άλλωστε οι έφηβοι στα clubs, με μουσική που δεν φέρνει τα σώματα κοντά.

Μέσα σε ένα τυπικά συμπαγές, ψυχρό, σχεδόν αντισηπτικό Λανθιμικό σύμπαν (η Αγγλία του πάει πολύ!) η χαραμάδα της αγάπης ανοίγει γενναία για τον Έλληνα σκηνοθέτη. Το θεμα του, όπως τόνισε και στη συνέντευξη τύπου, είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, όπως και στις προηγούμενες ταινίες του. Στον Αστακό, το ζητούμενο είναι η αγάπη και η έκφραση της, που φτάνει μέχρι το θαύμα της αυτοθυσίας, σε έναν κόσμο που συνθλίβεται από κανόνες ζευγαρώματος, νόμους ισοπεδωτικούς για οποιονδήποτε θέλει να ζήσει τη ζωή της αρεσκείας του, και αναγκάζεται να υποκρίνεται για να χωρέσει στην γενική εικόνα και την κρατούσα εντύπωση, και τελικά να επιβιώσει.


Η τοπογραφία της ταινίας είναι εξαιρετικά σχεδιασμένη, και οι ερμηνείες διαφοροποιούνται ενδεικτικά και ανάλογα με την ποσότητα του συναισθήματος που εκλύεται κάθε φορά για να προχωρήσει το δράμα. Γύρω από τις σταθερές αξίες στο σινεμά του Λάνθιμου, την Αριάν Λαμπέντ στο ρόλο της καμαριέρας/βοηθού/διπλής πράκτορος και την Αγγελική Παπούλια, που υποδύεται μια άκαρδη και βίαιη γυναίκα που αποζητά κι εκείνη ταίρι, ο Φάρελ και η Βάϊς ανταποκρίνονται περίφημα στο παιχνίδι ανάμεσα στο νατουραλισμό που γνωρίζουν καλά και σε μια προσεκτική κατάδυση στο απάνθρωπο παράλογο, χωρίς να χρειάζεται να επινοήσουν ακραίες ερμηνευτικές λύσεις. Το πιό ενδιαφέρον σημείο των ρόλων τους είναι η αόρατη ζώνη ανάμεσα στις επιθυμίες και τον φόβο.

Λέα Σεϊντού, Κόλιν Φάρελ και Γιώργος Λάνθιμος. Φωτο: EPA/TRISTAN FEWINGS


Ο Λάνθιμος δεν απογοήτευσε τους φαν του με τον Αστακό. Η ταινία είναι ένα σουρεαλιστικό ρομάντσο με οξυδέρκεια στην παρατήρηση της ανθρώπινης ψυχής και μαύρο χιούμορ του σεναριογράφου Ευθύμη Φιλίππου, γιά την άτσαλη συμπεριφορά των στριμωγμένων τροφίμων του ζωολογικού κήπου που έχει πάρει τη μορφή ξενοδοχείου, και των ελαφρώς γελοίων επιτηρητών τους. Ο Λάνθιμος το υποστήριξε με αυτοπεποίθηση και ρευστότητα, δημιουργώντας μια απολυταρχία χωρίς τρελούς δικτάτορες και ειδικά εφέ, σε ειδυλλιακό φυσικό τοπίο όπου τα πάντα υφέρπουν με αφύσικους τροπισμούς- σαν ένα καθαρόαιμο auteur θρίλερ, με ανοιχτή δράση και παράδοξες λεπτομέρειες.


Η προσμονή για την ταινία (τα πολλά πρώτα δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο που μιλάνε για υπολογίσιμο διεκδικητή βραβείων, η αθρόα προσέλευση) φάνηκε να είναι μεγάλη, Η αρχική αντίδραση στο Theatre Lumiere, αν κρίνουμε από το χλιαρό χειροκρότητα στο τέλος, δεν ήταν η αναμενόμενη. Να δούμε ποιάς υποδοχής θα τύχει στην βραδυνή, επίσημη πρεμιέρα.

 

Ο Φάρελ και η Βάϊς ανταποκρίνονται περίφημα στο παιχνίδι ανάμεσα στο νατουραλισμό που γνωρίζουν καλά και σε μια προσεκτική κατάδυση στο απάνθρωπο παράλογο, χωρίς να χρειάζεται να επινοήσουν ακραίες ερμηνευτικές λύσεις.