Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Η ευχή και η κατάρα της εθνικής μας σχιζοφρένειας

Βγάζουν ή δεν βγάζουν νόημα οι αντιδράσεις μας;

Η ευχή και η κατάρα της εθνικής μας σχιζοφρένειας

Με τόσα θέματα, εντάσεις και μέτωπα ανοιχτά, η πασχαλινή ραστώνη φάνηκε εξαιρετικά σύντομη φέτος. Το ΔΝΤ εξοφλήθηκε έγκαιρα, αλλά τα σενάρια περί χρεοκοπίας-Grexit επανήλθαν, με την... Αποκάλυψη να μετατίθεται τώρα για τη συνεδρία του Eurogroup στις 24/4. Μέχρι σενάρια εκλογών έπαιξαν. Ε, και; Είδατε κάποιον να αγωνιά πραγματικά, χάλασε κανενός η ζαχαρένια; Όσο κι αν μόχθησαν τα κανάλια και τα εκδοτικά συγκροτήματα των μεγαλοοφειλετών να μας βγάλουν τη μαγειρίτσα από τη... μύτη, επισείοντας άλλοτε τον μπαμπούλα της στάσης πληρωμών κι άλλοτε τη διάλυση του κράτους, είτε με τις στρατιές μεταναστών που δήθεν πλημμυρίζουν την Ομόνοια (μέγα ψέμα, όπως διαπιστώνουμε όσοι κυκλοφορούμε στο κέντρο), είτε με την... υπεραγορά ναρκωτικών στην κατειλημμένη πρυτανεία του ΕΚΠΑ (όπου άντε να 'παιξε το πολύ κάνα τσιγαριλίκι, ενώ το πρεζεμπόριο απέξω είναι χρόνιο καθεστώς), αντιλαμβάνονται, νομίζω, και τα ίδια πως χτυπούν πια στου κουφού την πόρτα – συνεχίζουν όμως λόγω κεκτημένης ταχύτητας και «γραμμής».

Αν, πάντως, υπάρχει τελικά «καλός θεός της Ελλάδος», θα πρέπει να αναζητηθεί στον συνδυασμό του οργιώδους, σχιζοειδούς διονυσιακού στοιχείου με το έλλογο απολλώνιο που γέννησαν, κατά Νίτσε, την αρχαία τραγωδία και, ταυτόχρονα, την υπέρβασή της.


Όσο κι αν η κατάσταση παραμένει σταθερά κρίσιμη, η κινδυνολογία δεν έχει πια πέραση στον απλό κόσμο. Άλλοι αποκτήσαμε ανοσία στον τρόμο –έξι χρόνια τώρα τα λες και μισή γενιά–, άλλοι δεν έχουμε τίποτα πια να χάσουμε ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε, άρα «κλάιν», άλλοι κάπου αγανακτήσαμε με τα συνεχή εκβιαστικά διλήμματα, αληθινά ή ψευδεπίγραφα, άλλοι πάλι παραείμαστε... Έλληνες (ή «Ελληνάρες») ώστε να αγχωθούμε στα σοβαρά. «Δημοσιογράφε, πώς τα βλέπεις τα πράγματα;» με ρωτάνε καμιά φορά στη γειτονιά. «Ό,τι ξέρεις ξέρω, ζούμε το σήμερα σαν να μην υπάρχει αύριο» είπα προχτές του φούρναρη. «Πες το, ρε άνθρωπε, να μην ανησυχώ!». Γέλια τρανταχτά, το κουλούρι κέρασμα. Άντε εξήγα τώρα την... καταστασιακή αυτή αντίληψη, που φυσικά προϋπήρχε των μνημονίων στον Γερούν και στην Κριστίν. Άντε να συλλάβει ο Βόλφγκανγκ ότι η έλλειψη μακρόπνοων προγραμμάτων και σχεδιασμών, ο φαινομενικός ανορθολογισμός, η περίφημη «δημιουργική ασάφεια», στοιχεία συστατικά της εδώ ψυχοσύνθεσης, μπορεί να αποδειχτούν εξαιρετικά δημιουργικά όταν ξεπερνούν τους σκοπέλους της ατομικιστικής αφασίας. Δεν είναι θέμα κάποιου «αίματος» ή DNA, αλλά, να, κάτι το κλίμα, ο ήλιος, οι αέρηδες, η ευδαίμων Μεσόγειος με ολίγη από Ανατολία στην καλή της έκδοση, όσοι μένουν ή έρχονται να κατοικήσουν σε αυτό τον τόπο, ανεξαρτήτως καταγωγής, αποκτούν λίγο-πολύ τα χαρακτηριστικά του, όπως αντίστοιχα πράττουν οι ξενιτεμένοι σε Γερμανία, Αγγλία ή όπου αλλού συμπατριώτες. Γι' αυτό φαντάζει τόσο δύσκολη –και δυσλειτουργική– η κατά γράμμα προσαρμογή του ευρωπαϊκού, πόσο μάλλον του ελληνικού Νότου στα ήθη και τις ιδεοληψίες του Βορρά.

Υπάρχει έπειτα εκείνη η «εθνική σχιζοφρένεια» που μας κατατρέχει από καταβολής νεοελληνικού κράτους, επειδή καταρχάς διστάζουμε να αποφασίσουμε πόσο Δύση ή Ανατολή, δηλαδή πόσο νεωτεριστές ή αναχρονιστές –συμβατικά εννοούμενοι πάντα οι όροι– επιθυμούμε να είμαστε. Έτσι κάπως ερμηνεύεται το ότι προεκλογικά επιμέναμε, δημοσκοπικά, να θέλουμε τον ΣΥΡΙΖΑ εξουσία αλλά με τον Σαμαρά πρωθυπουργό, ύστερα εκλέξαμε ακροαριστερή μεν –κατ' όνομα, έστω– κυβέρνηση, αλλά με ακροδεξιίζον «δεκανίκι», ότι βρίζουμε μεν το ευρώ, αλλά εφτά στους δέκα δεν διανοούμαστε να το αποχωριστούμε, ότι ακόμα κι αν παραμένουμε από τα πιο θρησκευόμενα ευρωπαϊκά έθνη (έρευνα Win-Gallup Inc.), το κάνουμε με έναν τρόπο κάπως ιδιαίτερο, τύπου «άντε, τράγο, τέλειωνε με το "Χριστός Ανέστη", θα κρυώσουν τα κοψίδια», όπως έδειξε και πρόσφατη δημοσκόπηση της Κάπα Research στο τελευταίο «Βήμα»: ο ίδιος λαός που δηλώνει χριστιανός ορθόδοξος σε ποσοστό 81,4%, με έναν στους δύο να θεωρεί αρκετά ως πολύ σημαντική τη θρησκεία κι ένα 44,3% να θέλει τα θρησκευτικά σύμβολα στα σχολεία, είναι κατά 82,5% υπέρ του πολιτικού γάμου (κι ας επιλέγουν οι περισσότεροι θρησκευτικό για να «νιώσουν»), ενώ ένα 65,6% βρίσκει την εκκλησιαστικά καταδικαστέα ομοφυλοφιλία «τρόπο ζωής που θα πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτός». Ένας στους δύο τάσσεται, μάλιστα, υπέρ του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου – το μεγαλύτερο ως τώρα ποσοστό σε σχετικές δημοσκοπήσεις, δείγμα ότι μάλλον η Πολιτεία είναι τελικά ανέτοιμη, όχι η κοινωνία, ένα 58% της οποίας δηλώνει άλλωστε ευσυνείδητα «μάλλον αμαρτωλό»!


Οι μισοί, εξάλλου, όσων δηλώνουν χριστιανοί ορθόδοξοι παραβλέπουν δόγματα θεμελιώδη –Δευτέρα Παρουσία, ανάσταση νεκρών–, ένα 62,5% πιστεύει στο «μάτι» και σχεδόν ένας στους δέκα στα ζώδια (μόνο;). Μήτε καν σοβαροί θεούσοι δεν καταφέρνουμε να είμαστε, δικαιώνοντας τη βυζαντινή παροιμία «από μπροστά Σαρακοστή και από πίσω Πάσχα». Κι αν η Ελλάδα σώζεται «μόνο με θαύμα», καθώς ακούμε, υπόψη ότι στα θαύματα πιστεύουν διπλάσιοι δεξιοί-κεντρώοι (κοντά 60%) απ' ό,τι Συριζαίοι και λοιποί αριστεροί. Αν, πάντως, υπάρχει τελικά «καλός θεός της Ελλάδος», θα πρέπει να αναζητηθεί στον συνδυασμό του οργιώδους, σχιζοειδούς διονυσιακού στοιχείου με το έλλογο απολλώνιο που γέννησαν, κατά Νίτσε, την αρχαία τραγωδία και, ταυτόχρονα, την υπέρβασή της.