4 σπάνιες ποικιλίες σταφυλιών απ' τις οποίες έφτιαχναν κρασί και οι αρχαίοι Έλληνες

4 σπάνιες ποικιλίες σταφυλιών απ' τις οποίες έφτιαχναν κρασί και οι αρχαίοι Έλληνες Facebook Twitter
Ο Διόνυσος ταξιδεύει με την άμπελο, στον κύλικα του Εξηκία
0

Η αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα εμφανίζεται τη νεολιθική εποχή, όταν ο άνθρωπος έγινε γεωργός και κτηνοτρόφος. Η ακμή του κρασιού ξεκινάει όταν το εμπόριο στην ανατολική Μεσόγειο αποκτά οργάνωση και αναπτύσσεται ραγδαία, περίπου από τον 10ο αιώνα π.Χ. Ταυτόχρονα, κάποια κρασιά γίνονται ονομαστά και περιζήτητα βάσει της προέλευσής τους. Συχνές αναφορές στο κρασί από φιλοσόφους, ρήτορες και περιηγητές της εποχής αποδεικνύουν ότι το κρασί αποτελούσε ήδη βασική διατροφική συνήθεια στην Ελλάδα – καθοριστικό συστατικό, επίσης, στη σχέση θεών και ανθρώπων. Ποιος θεός, άλλωστε, λατρεύτηκε περισσότερο από τον Διόνυσο;

 

Από τον 2ο αιώνα μ.Χ. –τη ρωμαϊκή περίοδο εξελίσσονται αμπελουργικές τεχνικές– δημιουργείται γαστρονομική κουλτούρα και τονίζονται οι θεραπευτικές ικανότητες του κρασιού. Με την αποδοχή του χριστιανισμού ως κύριας θρησκείας και κατά τους βυζαντινούς χρόνους η αμπελοκαλλιέργεια θα αναδειχθεί ακόμα περισσότερο, μια και υιοθετείται από μοναχούς και, παρά τους περιορισμούς και τις αντιδράσεις της Εκκλησίας, εξαπλώνεται παντού. Το κρασί βρίσκει τα πρώτα σημεία κατανάλωσης, τα καπηλειά.

 

Σήμερα, στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα καλλιεργούνται περισσότερες από 300 γηγενείς ποικιλίες, πολλές από αυτές μοναδικές.

 

Τους επόμενους αιώνες, και ιδιαίτερα κατά την οθωμανική κατοχή, το κρασί «πέρασε δύσκολες στιγμές», όμως η μακρόχρονη οινική κληρονομιά είναι πλουσιότερη σήμερα. Τέλη της δεκαετίας του ’60 εμφανίζονται τα πρώτα οργανωμένα κτήματα και μονάδες εμφιάλωσης. Από τη δεκαετία του ’90 αρχίζει η αναγνώριση από τους οινόφιλους διεθνώς.

Σήμερα, στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα καλλιεργούνται περισσότερες από 300 γηγενείς ποικιλίες, πολλές από αυτές μοναδικές. Προτείνουμε να δοκιμάσετε κάποιες σπάνιες γηγενείς ποικιλίες για να ανακαλύψετε τον οινικό πλούτο του τόπου μας.

4 σπάνιες ποικιλίες σταφυλιών απ' τις οποίες έφτιαχναν κρασί και οι αρχαίοι Έλληνες Facebook Twitter

Μαυρούδι

Πρόκειται για ερυθρή ποικιλία που συναντάμε στα νότια Βαλκάνια, χωρίς ωστόσο να ταυτοποιείται ότι πρόκειται –κατά τόπους– για το ίδιο ακριβώς σταφύλι. Κοινό γνώρισμα είναι το μαύρο χρώμα της φλούδας των σταφυλιών. Χαρακτηριστικά της ποικιλίας είναι τα πολύπλοκα αρώματα και η πλούσια γεύση, γι’ αυτό και ο Οδυσσέας με Μαυρούδι μέθυσε τον Κύκλωπα, σύμφωνα με τον μύθο. Σήμερα, αξιόλογες ετικέτες από Μαυρούδι συναντάμε σε Πελοπόννησο, κεντρική Μακεδονία και Θράκη.

Λημνιό

Το φημισμένο ερυθρό κρασί της Λήμνου που οι Έλληνες έπιναν στην εκστρατεία κατά της Τροίας! Επιπλέον, αμέτρητες είναι οι αναφορές από αρχαίους ποιητές και συγγραφείς. Ποικιλία «δύστροπη», τόσο στο αμπέλι όσο και στην οινοποίηση, χρειάζεται ανθρώπους που θα αφοσιωθούν για να την τιθασεύσουν. Εδώ και αιώνες, εκτός της Λήμνου, όπου η ποικιλία ονομάζεται Καλαμπάκι, Λημνιό καλλιεργείται στη Χαλκιδική, στην ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη.

Μούχταρο

Ερυθρή τοπική ποικιλία της Βοιωτίας, με αναφορές στον Ησίοδο. Η διάσωση της ποικιλίας οφείλεται αρχικά στην οικογένεια Ζαχαρία και στη συνέχεια στην οικογένεια Σαμαρτζή (αμφότερες από το χωριό Άσκρη), που από τη δεκαετία του ’90 ξεκίνησαν να την οινοποιούν, με αξιόλογα αποτελέσματα χρόνο με τον χρόνο. Χαρακτηριστικό του Μούχταρου είναι τα έντονα αρώματα κόκκινων και μαύρων φρούτων.

Χυδηριώτικο

Ο λέσβιος οίνος είναι γνωστός από το έργο «Δειπνοσοφιστές» του Αθήναιου, καθώς και από αναφορές του Αρχέστρατου, του Κλέαρχου, του Έφιππου κ.λπ. Μαζί με τη Χίο και τη Θάσο, η Λέσβος ήταν φημισμένος τόπος παραγωγής κρασιού κατά την αρχαιότητα. Σήμερα, λιγοστά οινοποιεία αγωνίζονται να αναδείξουν τον οινικό πλούτο των νησιών αυτών μέσα από την καλλιέργεια και οινοποίηση τοπικών ποικιλιών. Χαρακτηριστική περίπτωση η οικογένεια Λάμπρου από τα Χύδηρα της βορειοδυτικής Λέσβου, με εμμονή και προσήλωση στην ερυθρή ποικιλία Χυδηριώτικο. Ευχάριστη έκπληξη αποτελεί η εκδοχή σε Blanc de Noirs, δηλαδή λευκό κρασί από ερυθρά σταφύλια.

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα μυστήρια της κουζίνας του λιμανιού

Γεύση / Mε τα«δώρα» του λιμανιού θα μαγειρέψεις τα ωραιότερα φαγητά

Κάβουρες από τα βαθιά νερά, φλογάτες σκορπίνες, μαγιάτικα στον φούρνο και άλλα ψάρια που δεν φτάνουν στον πάγκο του ιχθυοπώλη. Η βόλτα στο λιμάνι είναι πηγή έμπνευσης για τους σπιτικούς μάγειρες.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Γλυκιά Σύρος: Ζαχαροπλάστες, συνταγές και μνήμες από το παρελθόν της Ερμούπολης

Γεύση / Γλυκιά Σύρος: Παραδοσιακά ζαχαροπλαστεία και συνταγές από την Ερμούπολη

Αμυγδαλωτά, χαλβαδόπιτες, νουγκατίνες, σφολιάτσες και πολλά ακόμη παραδοσιακά γλυκά, μαζί με μια ιστορία 200 χρόνων, αναδεικνύουν την Ερμούπολη σε βασίλισσα της ζαχαροπλαστικής.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Η Ταβέρνα «Πλάτων» στο Βούπερταλ

Γεύση / «Kάθε φορά που μυρίζω ούζο, θυμάμαι την ταβέρνα Πλάτων στο Βούπερταλ»

Ο Παύλος και η Ελένη, μετανάστες στη Γερμανία, δημιούργησαν μια αυθεντική ελληνική ταβέρνα, που εδώ και τρεις δεκαετίες σερβίρει απλά αλλά πεντανόστιμα πιάτα και είναι διάσημη για τον λεπτοκομμένο χειροποίητο γύρο της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η αγκινάρα

Γεύση / «Ο καλύτερος μεζές είναι η κεφαλή της άγριας αγκινάρας»

Χοιρινό με αγκιναρόφυλλα κοκκινιστά στη Σητεία, κεφαλές αγκινάρας γεμιστές με ρύζι στην Κάσο και αγκινάρες-μουσακά στην Άνδρο: η αγκινάρα δίνει τόσο πολλά τη στιγμή που διεκδικεί μόνο το ελάχιστο.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Aspasia: Πώς η Σταυριανή Ζερβακάκου έστησε ένα εστιατόριο-προορισμό

Γεύση / Aspasia: Ένα εστιατόριο που ανταμείβει κάθε στροφή του δρόμου προς τη Μάνη

Στο απόγειο της φήμης της, η Σταυριανή Ζερβακάκου αποφάσισε να επιστρέψει σε έναν τραχύ τόπο και να στήσει ένα εστιατόριο-προορισμό σε έναν μικρό ορεινό οικισμό, αξιοποιώντας στην κουζίνα της όσα άγρια της δίνει το μέρος.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η άνοιξη και το καλοκαίρι της ρίγανης

Γεύση / H ρίγανη που δίνει γεύση στα καλοκαίρια μας

Είναι το πιο δημοφιλές μυριστικό της Aνατολικής Μεσογείου και δίνει ιδέες για μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά καλοκαιρινά εδέσματα, όπως η ριγανάδα, ο ντάκος, η χωριάτικη σαλάτα και οι ριγανάτες σαρδέλες.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ