Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο

 Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο Facebook Twitter
13

Απόδοση από τους New York Times για το LIFO.gr. Σταυριάννα Χαραλαμποπούλου

 

«Στις 20 Σεπτέμβρη του 1926, ο ελληνικής καταγωγής βιολιτζής Αλέξης Ζούμπας ηχογραφεί ένα από τα πιο συγκλονιστικά μουσικά κομμάτια που έχω ακούσει ποτέ.», αναφέρει η Amanda Petrusich των New York Times. Πρώτη φορά ήρθε σε επαφή με τη μουσική του μέσω του Cristopher King. Μέσα από μία τεράστια συλλογή βινυλίων, ο μουσικός παράγωγος της πρότεινε να ακούσει τον Ζούμπα. Είχε μάθει τόσο καλά το γούστο της, που ήταν σίγουρος ότι ο Έλληνας βιολιστής θα την μάγευε με το Ηπειρώτικο Μοιρολόι. Και δεν έπεσε έξω.

 

"Υπάρχει μια παλλόμενη υστερία στο παίξιμό του, η κάθε νότα τρέμει σα να υπέφερε πρόσφατα από μία συναισθηματική κατάρρευση"

Ο Αλέξης Ζούμπας ηχογράφησε το μοιρολόι στις 20 Σεπτεμβρίου του 1926, ένα θρήνο που μέχρι σήμερα ψάλλεται πάνω από τάφους στην Ήπειρο. Είναι λίγο μεγαλύτερο από τέσσερα λεπτά και άρτια εκτελεσμένο. Δεν είναι όμως η τεχνική που μάγεψε τη δημοσιογράφο. "Υπάρχει μια παλλόμενη υστερία στο παίξιμό του, η κάθε νότα τρέμει σα να υπέφερε πρόσφατα από μία συναισθηματική κατάρρευση". Λέγεται ότι εκείνη την περίοδο, ο Ζούμπας είχε βυθιστεί στη μελαγχολία της ξενιτιάς και της νοσταλγίας για την Ελλάδα, έχοντας περάσει στην Αμερική ήδη 16 χρόνια.

 Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο Facebook Twitter
Ο Γιάννης Χαλδούπης κάνει πρόβα στο δάσος - Andrea Frazzetta/ The New York Times

Σε μια προσπάθεια να μάθει τι ακριβώς ήταν αυτό που τον συγκίνησε τόσο πολύ, ώστε να δημιουργήσει ένα τόσο έντονο μοιρολόι, ποιος χαμός τον έφερε σε αυτή τη συναισθηματική κατάσταση, η Petrusich ταξίδεψε μέχρι την Ήπειρο και οι New York Times κατέγραψαν το οδοιπορικό της. Μετά από προτροπή του King, έφτασε στο χωριό Βίτσα. Ήθελε να ζήσει από κοντά την εμπειρία ενός μοιρολογιού, ενός λαϊκού πανηγυριού, αφού ο King της είχε πει ότι "αυτά τα τραγούδια ζουν και πεθαίνουν στα βλέμματα, τις χειραψίες και τις αγκαλιές που ανταλλάσσουν οι άνθρωποι στο άκουσμά τους". Ο παραγωγός, που ταξιδεύει όσο πιο συχνά μπορεί στην Ήπειρο, επέλεγε πάντοτε αυτό το μεσαίου μεγέθους χωριουδάκι, που βρίσκεται ψηλά στην οροσειρά την Πίνδου και διοργανώνει το ετήσιο πανηγύρι του στις 14-17 Αυγούστου. Ως δημοσιογράφος, η Petrusich πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος να λύσει το μυστήριο που την απασχολούσε ήταν να κάνει αυτό το ταξίδι και να ζήσει όλη αυτή την εμπειρία. Έτσι εκείνο το καλοκαίρι έκαναν μαζί το μεγάλο ταξίδι από την Αμερική στο ορεινό χωριουδάκι της Ηπείρου.

Η Petrusich χρησιμοποίησε για τη Βίτσα τη φράση "ασυνήθιστα ειδυλλιακή". Εντυπωσιάστηκε από τα ολόλευκα σπίτια από ασβεστόλιθο με τις "ελάχιστες παραχωρήσεις στην νεωτερικότητα". Διάβασε για την ιστορία της, από τους Βυζαντινούς μέχρι τον Λόρδο Βύρωνα, θαύμασε την καθαρή και γεμάτη υγεία ατμόσφαιρα του τόπου, τα καλντερίμια και τα πλατάνια στην κεντρική πλατεία. Στο χωριό που οι περισσότεροι επιστρέφουν το καλοκαίρι, το αυγουστιάτικο πανηγύρι του σφύζει από κόσμο, τραγούδι και χορό. Η δημοσιογράφος έφαγε σουβλάκια, ήπιε τσίπουρο και έζησε μέσα σε ένα κλίμα "χαρούμενο, σχεδόν ενθουσιώδες". Έμαθε, από έναν 33χρονο ντόπιο, ότι το πανηγύρι γίνεται για να γιορτάσουν οι άνθρωποι ότι "σήμερα είμαστε εδώ μαζί και του χρόνου μπορεί να μην είμαστε και γι' αυτό χορεύουμε, και γι' αυτό κλαίμε".

 Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο Facebook Twitter
Ξημέρωμα στη Βίτσα: O Διονύσης Παπαστέργιος οδηγεί τους κατοίκους παίζοντας λαούτο - Andrea Frazzetta/ The New York Times

Το μοιρολόι που άνοιξε το πανηγύρι ήταν αυτοσχεδιασμός, όπως είναι όλα τα μοιρολόγια, με εξαίρεση την ύπαρξη ορισμένων μουσικών δεικτών που συνθέτουν το είδος. Οι περισσότερες παραδοσιακές Ηπειρώτικες ενορχηστρώσεις αποτελούνται από κλαρίνο, βιολί, λαούτο και ντέφι. Η μελωδία του είναι ταραγμένη και ορισμένες φορές, αν η εκτέλεση είναι πολύ καλή, το μοιρολόι μπορεί να "ξεδιαλύνει πράγματα μέσα σου". Είναι "γι' αυτούς που δεν είναι εδώ".

Οι μουσικοί στην Ήπειρο θεωρούνται κάποιου είδους ψυχολόγοι. Βλέπουν τι είναι "σπασμένο" και προσπαθούν να το φτιάξουν, όπως λέει ένας ντόπιος μουσικός. Τα πανηγύρια είναι ένα λαϊκό τελετουργικό κάθαρσης.

Η εκτέλεση του "Ηπειρώτικου Μοιρολογιού" που άκουσε και έζησε η Petrusich σε εκείνο το πανηγύρι δεν ήταν ίδια με του Ζούμπα, αφού δεν μπορεί να υπάρχει  το ίδιο μέγεθος απελπισίας κάθε φορά. Αυτό που άκουσε η δημοσιογράφος στη Βίτσα ήταν μια πιο απαλή εκδοχή της σύνθεσης, με λιγότερη ταραχή μέσα της αλλά εμποτισμένη με "μία ανείπωτη πείνα". Το βλέμμα του Γρηγόρη Καψάλη, ο οποίος εκτελούσε το κομμάτι στο κλαρίνο, ήταν μαλακό, συχνά έχανε στην εστίασή του και έμοιαζε χαμένο. Κατά τη διάρκεια του μοιρολογιού, οι ντόπιοι ξεκίνησαν τους παραδοσιακούς τους χορούς. Η Petrusich σηκώθηκε και μπήκε στον κύκλο, κάνοντας "συνεχόμενες και γελοίες προσπάθειες" να ακολουθήσει τα πολύπλοκα βήματα του χορού. Την επόμενη μέρα, ο Καψάλης της είπε ότι την χάρηκε γιατί "είχε μπει στο πνεύμα".

Μέσα από την έρευνά της, η δημοσιογράφος ανακάλυψε ότι η δύναμη της Ηπειρώτικης μουσικής, που αποτελεί την πηγή και τη δομή της εμπειρίας του πανηγυριού, προέρχεται από την έντονη απομόνωση του τόπου. Οι μουσικές αυτές συνθέσεις συχνά μιμούνται τις "σκληρές φιγούρες του τοπίου" και τα όργανα αναπαράγουν φυσικούς ήχους.

Μετά την δεύτερη μόλις μέρα παραμονής της στο χωριό, η Petrusich ένιωσε πως είχε παρασυρθεί σε μία "κατάσταση συνεχούς παραζάλης" και πως η μουσική την "γιάτρευε". Η αντίληψη για τις θεραπευτικές ικανότητες των μοιρολογιών και των πανηγυριώτικων τραγουδιών είναι ιδιαίτερα έντονη στην Ήπειρο και οι μουσικοί θεωρούνται κάποιου είδους ψυχολόγοι. Βλέπουν τι είναι "σπασμένο" και προσπαθούν να το φτιάξουν, όπως της είπε ένας ντόπιος μουσικός. Τα πανηγύρια είναι ένα λαϊκό τελετουργικό κάθαρσης.

 Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο Facebook Twitter
Ένας κάτοικος του χωριού χορεύει στη μουσική από το κλαρίνο του Γιάννη Χαλδούπη - Andrea Frazzetta/ The New York Times

Την τελευταία μέρα του πανηγυριού, ο King την ξύπνησε στις 8 το πρωί, αφού είχανε πέσει για ύπνο μόλις 3 ώρες πριν. "Ετοιμάζονται". Η Petrusich σηκώθηκε και τον ακολούθησε στην κεντρική πλατεία του χωριού. Είχε έρθει η ώρα για τον τελευταίο χορό. Οι ντόπιοι ήταν ακόμα εκεί, εξαντλημένοι αλλά χαρούμενοι, ακόμα στην "πίστα". Ένας άντρας, μεγάλος σε ηλικία, την πλησίασε και της είπε: "Κατάλαβες; Βλέπεις; Δεν χρειαζόμαστε γιατρούς! Είμαστε χαρούμενοι!". Εκείνο το πρωί η Amanda Petrusich άφησε το δημοσιογραφικό της μπλοκάκι στην άκρη και μπήκε στο χορό. Οι ντόπιοι συνόδευσαν την μπάντα στην έξοδο του χωριού, όπου και έκαναν έναν κύκλο γύρω τους, αποχαιρετώντας τους με χειροκροτήματα και χορό.

Με ένα μαγικό τρόπο όλοι ησύχασαν ταυτόχρονα. Μετά από ένα σιγανό κλάμα μικρής διάρκειας, "από εκείνο που δεν αντιλαμβάνεσαι μέχρι να φτάσει η αλμύρα στα χείλη σου", ξεκίνησαν όλοι μαζί την επιστροφή στο χωριό. "Ήταν σαν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Όλοι αγκαλιάζονταν και έδιναν ευχές". Στο τέλος βγήκε και η απαραίτητη αναμνηστική φωτογραφία. Η ατμόσφαιρα της ξενιτιάς, η ίδια που συγκίνησε τον Αλέξη Ζούμπα έναν αιώνα πριν, είχε αρχίσει να ξεθωριάζει. Η εμπειρία της Petrusich από το 3ήμερο πανηγύρι της είχε τελικά δώσει ένα κομμάτι της απάντησης που αναζητούσε.

 Οι New York Times αναζητούν την σαγηνευτικότερη μουσική του κόσμου στην Ήπειρο Facebook Twitter
Το πανηγύρι στο Βρίστοβο - Andrea Frazzetta/ The New York Times

"Αυτό που μάλλον διέλυσε τόσο πολύ συναισθηματικά τον Ζούμπα σε εκείνο το studio της Νέας Υόρκης ήταν η σκέψη ότι ίσως δεν θα κατάφερνε ποτέ να γυρίσει πίσω. Για εμάς, τουλάχιστον, υπήρχε η ελπίδα ότι όσα νιώσαμε θα μας ακολουθούσαν όλο το χρόνο, μέχρι την επιστροφή μας το επόμενο καλοκαίρι".

13

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μουσική / 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μια κουβέντα με τον Salem Rashid Skourlis, τον ιδρυτή της ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας ακραίου και ambient ηλεκτρονικού ήχου, έναν Έλληνα που ζει μεταξύ Τόκιο και Μπανγκόκ και διαπρέπει στο εξωτερικό.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
10 πράγματα για τον Enrico Sangiuliano

Μουσική / Enrico Sangiuliano, ένας περφεξιονιστής του dancefloor

Ο DJ που έχει δει πολλές κυκλοφορίες του να μπαίνουν στα «κομμάτια της χρονιάς», όπως το remix που έκανε με τη σύζυγό του Charlotte de Witte στο «The Age of Love», επιστρέφει στην Αθήνα το Σάββατο 9 Μαρτίου. Συγκεντρώσαμε λοιπόν δέκα πράγματα που πρέπει να ξέρετε για εκείνον πριν χορέψετε στα πολλά του BPM.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Jack Lamar ένας ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή από την Γενιά Α μιλάει στη LiFO

Μουσική / Jack Lamar: Ο δεκάχρονος ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή στο ελληνικό TikTok

Συναντήσαμε τον ράπερ που ανήκει στη Γενιά Α ενώ γύριζε το βιντεοκλίπ του «Oh Oh» στην πλατεία Συντάγματος. Ηχογράφησε το πρώτο του κομμάτι στα οχτώ, λέει πως οι βρισιές στο τραπ δεν τον αγγίζουν, κλείνει τα αυτιά του ή τις προσπερνά.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Πώς θα αφηγούμασταν μουσικά τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες; Με αφορμή το ομώνυμο συμφωνικό ποίημα του Ρίχαρντ Στράους, η Ματούλα Κουστένη βουτά σε έναν συναρπαστικό μουσικό κόσμο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ

σχόλια

7 σχόλια
"in Epirus, a historically contentious chunk of land on the Greek-Albanian border. "Τέτοια γράφονται σε διεθνή έντυπα και μετά προσπαθούμε να μπαλώσουμε τα αμπάλωτα (κι από τις δύο πλευρές που μπορεί να ερμηνευτεί η ρήση). Κατα τ'άλλα υπέροχη μουσική και μουσικοί. Το ηπειρώτικο μοιρολόϊ είναι Διονυσιασμός στην άρνηση, κλάμα για τον οργασμό της ζωής.
Ανώριμε, διάβασε προσεκτικότερα. Λέει "Ηπειρος", δεν λέει "Βόρεια Ήπειρος" ή "Αλβανία" ή "Ιλλυρία". Έχεις δεί τον χάρτη της Μεγάλης Αλβανίας; Kι επίσης (από την άλλη πλευρά) πως δικαιολογούμε εμείς την ρητορική περί Βορείου Ηπείρου με όλη την ιστορική φόρτιση που αυτή εμπεριέχει δεδομένου των ιστορικών συνθηκών που ειπώθηκε;
Αν πας στο πανηγύρι της Βίτσας είναι γέροι μόνο το πρώτο βράδυ και τα υπόλοιπα δύο είναι house και dubstep. Στην πλατεία κάτω από τον πλάτανο αντί να χορεύουν κάνουν break dance.Πλάκα μας κάνεις? Τι αυτοί είμαστε σαν λαός? Τα ισοπεδώσαμε όλα. Τη σέβονται οι νέοι, την ακούνε, την αγαπάνε. Τι θες να κάνουν? 365 μέρες κλαρίνα να ακούνε? Όλα τα είδη μουσική είναι. Απλά τώρα υπάρχει ποικιλία και η μουσική είναι παντού διαθέσιμη. Μπορείς να ταιριάξεις όλες τις περιστάσεις με μουσική. Δεν ακούς μόνο στο αμάξι, το σπίτι και στο καφενείο απ το juke box. Δεχόμαστε όλα τα είδη μουσικής. Εξελισσόμαστε. Δεν ξεχνάμε όμως την παράδοση που είναι κομμάτι μας και την αγαπάμε
Καλήσπερα. Eπειδή ανήκω στην νεολαία, αντιπαρατίθεμαι στην άποψη σου σε σχέση με τις μουσικές επιλογές των νέων και σου λέω ότι τα ερεθίσματα μας εξαρτώνται από τους γονείς μας. Π.χ. εγώ από κούνια θυμάμαι τον πατέρα μου να μου βάζει CD των Χαλκιάδων, των Καψάληδων κτλ. Ετσί εγω μεγάλωσα με μια μεγάάάλη συμπάθεια προς τη παράδοση μας. Στη συνέχεια κατάλαβα ότι με ελκύει και γιαυτό τώρα είμαι και μουσικός. Και επειδή μιλάω εκ πείρας σου λέω ότι οι νέοι στα γλέντια και στα πανηγύρια σέρνουν πρώτοι το χορό. Βεβαίως δεν σημαίνει ότι είναι η πλειοψηφία. Όμως στέκομαι στο ότι η παράδοση μας κρατιέται από εμάς και όχι τόσο από τους μεγάλους.. Εκείνοι ότι είχαν να δώσουν το έδωσαν. Και πίστεψε με αν δεν ήταν οι νέοι της Ηπείρου, στη προκειμένη περίπτωση, αύτος ο μουσικός και λαογραφικός πλούτος της δεν θα είχε φτάσει σαν ενέχυρο στους NYT. Μακάρι να διατηρήσουμε ατόφια την παράδοση της Ελλάδας και του ελληνισμού για άλλα 100 χρόνια και ας ακούμε ταυτόχρονα Πάολα και Τσαμπά. Γιατί δυστυχώς δεν έχουμε τόσο μεγάλα μυαλά και καρδιές για να αντέξουμε συναισθηματικά τα μοιρολόγια της Ηπείρου, τα κλέφτικα του Μωριά, τους απτάλικους της Μ. Ασίας και τον κυκλαδίτικο μπάλο. Οπότε οι νέοι βρίσκουν ''καταφύγιο'' σε κάτι πιο ''ελαφρύ''. Πάντως δεν είμαστε έτσι καθολικά σαν λαός όπως λες.