Και τώρα, ανθρωπάκο;

Και τώρα, ανθρωπάκο; Facebook Twitter
Θες-δεν θες ταυτίζεσαι με τις περιπέτειές του, τις οποίες αποτυπώνει με υπαρξιακή ενάργεια ο Φάλαντα, έχοντας βιώσει από πρώτο χέρι ανάλογα αδιέξοδα ως μανιοκαταθλιπτικός, εξαρτημένος από κάθε λογής ουσίες, που ξόδεψε τον μισό του βίο στη φυλακή και σε ψυχιατρικά ιδρύματα.
0

Αν οι Γερμανοί εξπρεσιονιστές ζωγράφιζαν, ο Χανς Φάλαντα έφτιαχνε πίνακες με λέξεις σε αντίστοιχα σκουρόχρωμες αναλογίες και με τα πρόσωπά του να βγαίνουν, θαρρείς, από παραμορφωτικό καθρέφτη. Η χρωματική παλέτα του, ανάλογη με το πλήθος ψυχικών διαταραχών και την απελπισία που έκρυβε το Βερολίνο των καμπαρέ και της διασκέδασης, είναι πολύ κοντά στους πίνακες του Γκέοργκ Γκρος και του Ότο Ντιξ, ενώ ο ρυθμός του ακούγεται σαν σπαραχτικό, αλλά επ' ουδενί συναισθηματικό τραγούδι του Κουρτ Βάιλ. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στον παραστατικό, υπόγειο και σχεδόν ναΐφ τρόπο με τον οποίο ο Γερμανός συγγραφέας καταγράφει το σκηνικό της απανθρωποποίησης που στήνεται στην καρδιά και στη ζωή της μεσοπολεμικής Γερμανίας αρχές της δεκαετίας του '30: ο ναζισμός δεν είναι, εν προκειμένω, ένα αφηρημένο φαινόμενο αλλά γεννιέται στο περιθώριο συγκεκριμένων πρακτικών που εξωθούν τους ανθρώπους στην απελπισία και στην τρέλα. Πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Γιοχάνες Πίνεμπεργκ, ένας μέσος, ανυπεράσπιστος άνθρωπος, χωρίς καταγωγή και καμία προστασία, στον οποίο ο συγγραφέας απευθύνει το πρωτογενές ερώτημα «Και τώρα, ανθρωπάκο;» όπως είναι ο τίτλος του magnum opus του που κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση Ιωάννας Αβραμίδου, εισαγωγή Κώστα Κουτσουρέλη, από τη σειρά Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg. Ένα ερώτημα ρητορικό, σχεδόν τραγικό, αφού είναι γνωστή η απάντηση που έδωσε τότε η μοίρα σε οποιονδήποτε τόλμησε να θεωρήσει ή να εκλάβει τα πράγματα αλλιώς, μακριά από τα όσα γράφονταν στο πρώτο μαύρο κεφάλαιο της ναζιστικής ιστορίας. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ο Πίνεμπεργκ, ο οποίος τόλμησε να ερωτευτεί, να παντρευτεί και να διεκδικήσει έναν αξιότιμο βίο –και κυρίως ένα σπίτι και μια εργασία– γι' αυτόν και την οικογένειά του. Μέχρι τέλους δεν παύει να αποκαλεί την αγαπημένη του «Μανάρι» –όπως αποδίδει η μεταφράστρια το Lämmchen–, όπως κι εκείνη αντίστοιχα τον ονομάζει «Μικρό» και τον γιο τους «Μπόμπιρα», σε μια θρασύτατη σχεδόν διεκδίκηση της χαμένης αθωότητας σε εποχές απόλυτου ζόφου. Σε αντίθεση, όμως, με αυτόν, ο οποίος κινείται αποκλειστικά από ανασφάλεια και αγάπη, στο σύμπαν του μπαινοβγαίνουν άνθρωποι που μόνο τους κίνητρο είναι η φιλοδοξία: πρώτη απ' όλους η μητέρα του, μια προαγωγός η οποία έφτασε να απειλεί τον γιο της, όταν δεν κατάφερνε να της εξασφαλίζει τα χρήματα για το ενοίκιο, χωρίς καμιά συμπόνια, ούτε καν για τον εγγονό της, αργότερα. Ο σύντροφος της μητέρας, αρκετά πιο συμπονετικός, δείχνει να συμπαραστέκεται στα αδιέξοδα του γιου, βρίσκοντάς του μάλιστα δουλειά σε ένα πολυκατάστημα με ρούχα, όταν εκείνος αναγκάζεται να μετακομίσει στο Βερολίνο από την επαρχία, ενώ το ίδιο βοηθητικός φαίνεται και ο μετέπειτα συνάδελφός του, γυμνιστής και οπαδός του δόγματος της επιστροφής στη φύση. Αλλά οι εκδηλώσεις συμπαράστασης δεν αρκούν για να απαλύνουν το αίσθημα ασφυξίας που προξενεί στον «Μικρό» όλος αυτός ο εσμός από ανθρωπίδια, υπερανθρώπους και υπανθρώπους που παρελαύνουν σε ένα θέατρο του παραλόγου, με τους κατοίκους του Βερολίνου να μοιάζουν κυριολεκτικά νεκροί πολύ πριν από τον θάνατό τους. Οι πλούσιοι εκμεταλλεύονται τους φτωχούς με κάθε τρόπο αλλά και πάλι οι ίδιοι δεν φαίνονται να είναι ευτυχισμένοι: η κόρη του πρώτου αφεντικού του Πίνεμπεργκ είναι κρυφά ερωτευμένη μαζί του, κάτι που του στοιχίζει τη δουλειά του, ενώ ακόμα και οι πλούσιοι επιχειρηματίες μετρούν μονάχα απώλειες. Από ανάλγητους αστέρες του σινεμά μέχρι πόρνες κρυμμένες στα καταγώγια, όλοι αυτοί συνιστούν ουσιαστικά τους ψευδεπίγραφους θεματοφύλακες μιας πόλης που ανακαλύπτει τον κόσμο της λαγνείας στο σημείο μηδέν, σαν μια ανώφελη απάντηση στα υπαρξιακά αδιέξοδα μιας κατακερματισμένης ταυτότητας. Κανείς όμως δεν γλιτώνει από τη μαύρη μοίρα του, όσα ευχάριστα διαλείμματα κι αν του παραχωρεί η νυχτερινή τάξη και η ανασφάλεια που διαπερνά κάθε έκφανση του δημόσιου βίου. Ένας αντίστοιχα ζωώδης φόβος απασχολεί διαρκώς τον ήρωα του Φάλαντα για το αν θα μπορέσει να επιβιώσει και αν θα είναι ο επόμενος που θα απολυθεί, κάτι που στοιχειώνει όλους σχεδόν τους υπαλλήλους: οι πιο δυνατοί από αυτούς καταφεύγουν στους ναζί, οι πιο αδύναμοι στα συνδικάτα, αλλά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. «Αλληλεγγύη των υπαλλήλων, έκκληση στον γερμανικό λαό, η εθνική κοινότητα, υπάρχει μόνο μια κοινότητα, η μικροβιακή κοινότητα, δεν πα 'να ψοφήσεις, τι σημασία έχει, υπάρχουν εκατομμύρια σαν εσένα» ομολογεί ο ίδιος ο Πίνεμπεργκ κάποια στιγμή στο βιβλίο.


Σύμφυτη με αυτό το κλίμα της σταδιακής μετατροπής του ανθρώπου σε ζώο είναι και η υφέρπουσα ειρωνεία που διατρέχει όλο το βιβλίο, κάτι που είναι καταρχάς εμφανές στον τίτλο των κεφαλαίων: «Ο Πίνεμπεργκ, επιστρέφοντας, διασχίζει το Μικρό Τιργκάρντεν, θα 'θελε να είναι Ροβινσώνας, όμως φοβάται επειδή πήρε τη θέση και οφείλει να χαίρεται». Το «χαίρεται» αναιρείται σχεδόν ταυτόχρονα από το «οφείλει», σάμπως ένα προτεσταντικό χρέος να επιτάσσει αναγκαστικά τη χαρά, σαν μια υποχρέωση στη θετική σκέψη που ποτέ δεν φτάνει. Οι ευχάριστες εκπλήξεις ή οι στιγμές όπου ο πρωταγωνιστής νομίζει ότι μπορεί και να δικαιωθεί ουσιαστικά εγκυμονούν την επόμενη οδύνη, αποδεικνύοντας πως η ευτυχία είναι μια φενάκη που έχει απομακρυνθεί από τη γερμανική κοινωνία προ πολλού. Είναι χαρακτηριστική η πολύ σκληρή σκηνή με τον πλούσιο πελάτη που προσποιείται ότι θα αγοράσει ένα αξιοσέβαστο αριθμό ρούχων από τον υπάλληλο Πίνεμπεργκ, αλλά τελικά φεύγει άπραγος. Έτσι είναι και τα παιχνίδια του βίου: μοιάζουν με αστραπιαίες αντανακλάσεις στον πανάκριβο καθρέφτη που αγοράζει ο ερωτευμένος σύζυγος για τη συμβία του, τη μοναδική ίσως σπατάλη που έκανε ο Πίνεμπεργκ ποτέ στη ζωή του, κάτι που του στοίχισε το μηνιάτικό του – και όχι μόνο. Θες-δεν θες ταυτίζεσαι με τις περιπέτειές του, τις οποίες αποτυπώνει με υπαρξιακή ενάργεια ο Φάλαντα, έχοντας βιώσει από πρώτο χέρι ανάλογα αδιέξοδα ως μανιοκαταθλιπτικός, εξαρτημένος από κάθε λογής ουσίες, που ξόδεψε τον μισό του βίο στη φυλακή και σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Παρ' όλα όσα λέγονται για τον χαρακτήρα του, όμως, ελάχιστοι συγγραφείς έχουν μεταφέρει τόσο ανάγλυφα τις εσωτερικές μετατοπίσεις σε ένα ισοπεδωμένο τοπίο, καταγράφοντας με ακρίβεια τα πρώτα στάδια επώασης του αυγού του φιδιού (στα ελληνικά κυκλοφορούν επίσης το αριστουργηματικό Μόνος στο Βερολίνο από τις εκδόσεις Πόλις και ο εξαιρετικός Πότης από την Κίχλη), σε αντίθεση με όλους όσοι θεωρούν ότι το Βερολίνο του Μεσοπολέμου ήταν η γη της ελευθερίας. Οι Βερολινέζοι δεν είναι τίποτε άλλο παρά θύματα –ή μήπως θύτες;– των παιχνιδιών που παίζουν οι πολιτικοί. Ακόμα και εδώ, σε αυτό το αριστουργηματικό μυθιστόρημα, όπου τίποτα δεν μοιάζει να επιβιώνει και όπου η απόγνωση αντικαθιστά την ελπίδα, υπάρχει κάτι που σώζεται και που σώζει πραγματικά: η αγάπη. Πέραν όλων των άλλων, το Και τώρα, ανθρωπάκο; είναι ένας ύμνος στην αγάπη μιας γυναίκας προς τον άντρα της, μια τρυφερή κίνηση υπόκλισης προς την υπομονετική και τρυφερή στάση του «Μαναριού» που μοιάζει να αγγίζει το μεταφυσικό, πούρο είδος αγάπης που συναντάμε στα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ