Στο καλό μυθιστόρημα

Στο καλό μυθιστόρημα Facebook Twitter
0

Ο ΤΙΤΛΟΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ φαίνεται να δηλώνει κάποιον αποχαιρετισμό του μυθιστορήματος (Στο καλό!), ενώ το περιεχόμενο σημαίνει το ακριβώς αντίθετο. Διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ένα παρόμοιο βιβλίο γράφεται από γαλλική γραφίδα, καθότι η Γαλλία -ήτοι η γαλλική γλώσσα- είναι μια από τις μάνες του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Αν αναλογιστούμε ότι η Ανθρώπινη Κωμωδία του Μπαλζάκ άρχεται με τη διάσημη φράση «Η γαλλική κοινωνία θα είναι ο ιστορικός, όσο για μένα θα κρατήσω τη θέση του γραμματέα», καταλαβαίνουμε ότι ο μυθιστοριογράφος δεν είναι τυχάρπαστος γραφιάς, παρά καταστατικό στοιχείο της κοινωνίας. Ο «γραμματέας» μυθιστοριογράφος συλλαμβάνει όσο πιο σφαιρικά γίνεται τα ήθη και τους τρόπους των πολιτών, την ιστορική στιγμή, την ψυχοσύνθεση των προσώπων του, με άλλα λόγια είναι, κατά περίπτωση, τόσο δημόσιος κατήγορος όσο και υπερασπιστής ατόμων, ιδεών και αισθημάτων.

Η μυθιστορηματικότητα -ειδικά στη Γαλλία- υπερβαίνει κατά πολύ την ποίηση, η οποία θεωρείται δύσκολο είδος και σχετικώς απόμακρο. Αν συγκρίνουμε τους αναγνώστες του Μαλαρμέ και του Μπωντλέρ με τους αναγνώστες του Μπαλζάκ και του Σταντάλ, όσον αφορά τον αριθμό, η διαφορά βγάζει μάτια. Τονίζουμε αυτές τις κοινότοπες διαπιστώσεις για να απλώσουμε κόκκινο χαλί στην ιδέα που συνέλαβε η Κοσέ. Μιά δράκα ιδιότυπων ατόμων -πάντα σε σχέση με τα γράμματα- συλλαμβάνει την ιδέα ν’ ανοίξει ένα βιβλιοπωλείο φανατικά αφιερωμένο «Στο καλό μυθιστόρημα». Σαφέστερα, θα λέγαμε ότι το βιβλιοπωλείο θ’ αντιπροσωπεύσει τα γούστα -γνωστά ή άγνωστα- ενός ιδιόμορφου κοινού που θα στραφεί -όπως και εγένετο- με θρησκευτικό δέος στις προτιμήσεις του βιβλιοπωλείου. Πρώτος και δυσκολότερος όρος, λοιπόν, θα είναι η εκλογή των βιβλίων. Πώς θα γίνει; Απο ποιους θα γίνει; Με τι κριτήρια; Απο ποιες γλώσσες; Σε τι αναλογία; Προφανώς, η έννοια του ιερατείου βγάζει μάτια, διότι αν στο κέντρο του Παρισιού (όπου λειτουργούν τόσα και τόσα βιβλιοπωλεία) αίφνης ένα από αυτά καταργήσει τους κανόνες της αγοράς, αρνούμενο να τοποθετήσει στα ράφια του μέτρια ή ανυπόληπτα βιβλία, το σκάνδαλο θα ξεσπάσει εν είδει επιδημίας. Πράγματι, ο πόλεμος που θα κηρυχτεί δεν θα είναι μόνο σκληρός αλλά κυρίως ανώνυμος, με επιθέσεις κατά προσώπων, απειλές, συκοφαντίες, αμαυρώσεις, εχθρικούς ιστότοπους, κλοπές και τα παρόμοια.

Τα κεντρικά πρόσωπα αυτής της πνευματικής επιχειρήσεως είναι δύο, ο Ιβάν και η Φραντζέσκα. Συνάμα ένα γύρο κινούνται πολυάριθμοί συνεργάτες και φίλοι, όλοι με το δικό τους ιδιωτικό μυθιστόρημα. Όσο κι αν η αφηγήτρια πασχίζει τεχνηέντως να ενσωματώσει τη μοίρα του βιβλιοπωλείου στη ζωή καθενός από τους συνεργάτες, τελικά μόνο ο Ιβάν και η Φρατζέσκα θα ξεχωρίσουν πραγματικά. Έχουμε, δηλαδή, δύο πλάνα όπου κινείται η αφήγηση: το ένα, το κυριότερο, αφορά την εκλογή των τίτλων που θα προκαλέσει τον πόλεμο, το άλλο αναφέρεται στα πρόσωπα που δίκην ιεροφαντών ιδρύουν μια σχολή καλού γούστου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Για να διασφαλιστεί, λοιπόν, η ακεραιότητα της εκλογής των τίτλων, ανατίθεται σε μια πλειάδα μυθιστοριοφάγων να καταγράψει ο καθένας τους έναν δικό του κατάλογο και να τον καταθέσει στην επιτροπή, χωρίς να φαίνεται πουθενά το όνομά του. Έτσι, κατά κάποιον τρόπο τα βιβλία που θα έχουν την τιμή να φιγουράρουν στα ράφια θ’ αφήνουν την εντύπωση ότι εξελέγησαν αφ’ εαυτών, λόγω αξίας και όχι λόγω υπόπτου προτιμήσεως κι ενδοτικής προσωποληψίας. Ιδού η δίκην μανιφέστου απολογία του Ιβάν (ή Βαν): «Επιτρέψτε μου να επανέλθω στη διάκριση μεταξύ βιβλίου και μυθιστορήματος. Θα καταλάβετε σε λίγο γιατί επιμένω σε αυτό το σημείο. Τα βιβλία που με γοήτευσαν, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση της Φραντζέσκας, ήταν κατά 99% μυθιστορήματα. Τρελαίνομαι για λογοτεχνία, ενώ όλα τα άλλα -φιλοσοφία, δοκίμια, επιστήμες του ανθρώπου- δεν μου λένε πολλά πράγματα. Διαβάζω μόνο μυθιστορήματα, καθώς και τα βιβλία εκείνα που, χωρίς να είναι μυθιστορήματα, είναι λογοτεχνία: διηγήματα, φυσικά, αλλά και πράγματα, όχι κατ’ ανάγκην σύντομα: αφηγήσεις, χρονικά, ημερολόγια, κείμενα που δεν μπορείς να τα κατατάξεις πουθενά. Διαβάζω, επίσης, ποίηση αλλά και δοκίμια, όταν είναι γραπτά. Σπανίζουν, αλλα υπάρχουν. Ο Κλοντ Λεβί-Στρος, ας πούμε, ή ο Μισέλ Φουκό, για να περιοριστώ σε αυτούς τους δύο, είναι συγγραφείς. Τέτοιου είδους βιβλία, λοιπόν, έβρισκες στο άντρο μου».

Ο Πολάν έλεγε ότι το 90% των μυθιστορημάτων που εκδίδονται δεν αξίζει τον κόπο. «Ωστόσο, η κριτική γνωρίζει μόνο δύο νόμους - της συντεχνίας και της παρέας. Με μια λέξη είναι διεφθαρμένη». Άρα, το «Καλό Μυθιστόρημα» δεν θα είναι συνηθισμένο βιβλιοπωλείο. Αυτό είναι το στοίχημα. Οι πελάτες μας δεν θα είναι συνηθισμένοι πελάτες. Αυτοί που θα βλέπουμε στο Au bon roman είναι άνθρωποι που δεν αγοράζουν ποτέ ένα βιβλίο επειδή έχει μόλις βγει αλλά για άλλους λόγους, που δεν έχουν καμιά σχέση με την ημερομηνία έκδοσης, προς την οποία είναι εντελώς αδιάφοροι. Είναι άνθρωποι που μπαίνουν σ’ ένα βιβλιοπωλείο, ξέροντας τι θέλουν ν’ αγοράσουν, πηγαίνουν γραμμή στον βιβλιοπώλη και του λένε: «Θέλω το Τάιτους Γκρόουν του Μέρβιν Πικ...». Ο ντόπιος αναγνώστης, προφανώς, δεν νομίζουμε ότι έχει εποπτεία τόσων νεόκοπων μυθιστορημάτων. Ιδού ένας κατάλογος (που συνεχίζεται στις πίσω σελίδες του βιβλίου): Μοντιανό, Μισόν, Λοράν, Γκαϊγί, Εσγόζ, Οστέρ, Μπομπέν, οι δύο Ρολέν, Γκρενιέ, Ρουμπό, Ριό, Μπιανσιστί, Μπενοζιλιό, Μπεργκουνιού, Ντεβίλ, Λακλαβετίν, Σολοντενκό, Βιζάζ, Ρουσό, Ραφαέλ Μπιγιεντού, Σιλβί Ζερμέν, Ανί Ερνό, Ρεζίν Ντεταμπέλ, Νικόλ Καλιγκαρίς, Μαριλίν Ντεμπιόλ, Καρέ, Μιγιέ, Σεβιγιάζ, Ολντέρ, Ντι Νοτά...

Μπορεί να παρεκκλίνουμε από τον σχολιασμό μας, ωστόσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ένα παρόμοιο βιβλιοπωλείο στο κέντρο της Αθήνας. Ένα στέκι που θα βρίσκεται κοντά στο Σύνταγμα ή στο Γκάζι και όπου θα μπορεί κανείς να βρει αν όχι μυθιστόρημα (που δεν διαθέτουμε σε μεγάλη κλίμακα), τουλάχιστον μπόλικη ντόπια και ξένη ποίηση. Όσο για τις συνέπειες (στην εκλογή και στον αποκλεισμό των βιβλίων), νομίζουμε ότι θα προκαλούσε πολεμικές ανάλογες με αυτές που αφηγείται η Κοσέ. Διότι δεν πρόκειται για την πώληση ή μη του εκάστοτε βιβλίου, για την απουσία κάποιων συλλογών ή τη σταθερή παρουσία άλλων, όσο για το «δικαίωμα» αφανών κριτικών που δέχτηκαν ή αρνήθηκαν συγκεκριμένα βιβλία. Η απόρριψη ισοδυναμεί με καταδίκη σε «λογοτεχνικό θάνατο».

Το σημαντικό, λέει ο Ιβάν, δεν είναι να έχουμε όλα τα καλά μυθιστορήματα, αλλά το να μην έχουμε παρά καλά μυθιστορήματα. Επ’ αυτού θα χαλάσει κυριολεκτικά ο «φιλολογικός» κόσμος. Ποιοι είναι αυτοί οι εκλέκτορες που επιτρέπουν την είσοδο στο βιβλιοπωλείο «αυτών» των μυθιστορημάτων, αποκλείοντας πολυάριθμα άλλα; Ενώ ο Βαν και η Φραντζέσκα πιστεύουν ότι κάνουν επανάσταση μέσα στα πολιτιστικά ήθη, υπάρχει και η αντίθετη καμαρίλα που φρονεί ότι η γαλλική κακία, η πιο σκληρή μετά την αγγλική, κάνει παιχνίδι και υπονομεύει τα παριζιάνικα κι ευρύτερα γαλλικά αναγνωστικά ήθη. Αν η ιδέα του «καλού μυθιστορήματος» αποτύγχανε, προφανώς ουδείς θα έδινε σημασία, διότι η πρωτοβουλία θα θαβόταν κάτω από τις κοροϊδίες των αποκλεισμένων απ’ τα ράφια. Ωστόσο, συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Στρατιές αναγνωστών κάνουν το βιβλιοπωλείο να «σφύζει υπόκωφα», να γίνεται σιγά σιγά μυστική πατρίδα των απανταχού βιβλιόφιλων. Άλλωστε, η επιτυχία του βιβλιοπωλείου αποτελεί και τη θριαμβευτική δικαίωση των πρωτεργατών της επιχείρησης. Ποιο ήταν το ύφος του δικαιωμένου Ιβάν; «Είχε το ύφος ενός μουσικού που περιμένει χρόνια επί χρόνια την ώρα του, και μια μέρα συναντάει το κοινό του, παίζει τέλεια και ζει μια στιγμή ευδαιμονίας, συνειδητοποιώντας ότι από εκείνη τη στιγμή η ζωή του δεν θα είναι πια η ίδια».

Όσο για τους αναγνώστες που ήταν ικανοί να μένουν ακίνητοι τη μισή μέρα, βυθισμένοι στην ανάγνωση, σιωπηλοί, συχνά όρθιοι, με ένα βλέμμα τρελούτσικο, χαρακτηριστικό της νοσηρής βιβλιοφιλίας, όταν ξεπόρτιζαν από τον χώρο του βιβλιοπωλείου, προσπαθούσαν, βγαίνοντας στον δρόμο, να συγκρατηθούν και να μη χορέψουν.

Δεδομένου ότι πάσα επιτυχία -όποια κι αν είναι αυτή- δημιουργεί εχθρούς, δεν άργησαν να εμφανίζονται στο διαδίκτυο μηνύματα χολερικά, καταγγελτικά, πολεμικά ενίοτε. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο σνομπ από το περιβόητο Στο καλό μυθιστόρημα, είναι η πιο μπουρζουάδικη συλλογή βιβλίων στον κόσμο». Άλλοι εγκατέλειπαν τα προσχήματα και ξεσπούσαν σε βρισιές. «Μια παπάρα είναι αυτό που κάνετε!». Δεν έλειπαν κι εκείνοι που απειλούσαν ευθέως: «Ρε ψηλομύτες, θα σας κόψουμε το λαρύγγι, κρεμάλα στους φασίστες! Από κοντά και η καταγγελτική αρθρογραφία. Ενώ όμως θα περίμενε κανείς από τους ιδρυτές του βιβλιοπωλείου να μη δώσουν σημασία, η γενικευμένη κατακραυγή τους πλήγωσε κατάκαρδα. Τα βάσανα του βιβλιοπωλείου παραλληλίστηκαν με το διάσημο βιβλιοπωλείο του Φρανσουά Μασπερό (1970-1980) που κατάφεραν να το κλείσουν (εκτός των άλλων, και οι αχόρταγοι βιβλιοκλέπτες!). Ακόμη και ο υπουργός Πολιτισμού συντάχθηκε με τους εχθρούς του «κινήματος»: «Αν υπάρχουν κορυφές είναι γιατί υπάρχουν βουνά. Η πνευματική καλλιέργεια είναι ένα σύνολο. Δεν θα υπήρχαν κορυφές, αν δεν υπήρχαν τα υποστρώματα, οι ομαλές πλαγιές και τα λιβάδια, σε πιο χαμηλά υψόμετρα. Το πνεύμα της δημοκρατίας είναι να αγαπάς το σύνολο, να καθοδηγείς το σύνολο, να εξυψώνεις το σύνολο, και ν’ αφήνεις την ατομική ελευθερία να εκφράζει και εδώ, όπως αλλού, τις προτιμήσεις της». Η απάντηση, βέβαια, είναι γνωστή: ουδεμία σχέση έχει η λογοτεχνια με τη δημοκρατία! Μπορεί οι αναγνώστες να είναι δημοκρατικοί, οι συγγραφείς όμως ουδέποτε είχαν αγαστές σχέσεις με το δημοκρατικό αίσθημα της γραφής.

Αφήνουμε τη συνέχεια να την απολαύσει ο αναγνώστης, παρακολουθώντας, εκτός των άλλων, και την ιδιωτική ζωή των δύο κύριων προσώπων: του Ιβάν και της Φραντζέσκας. Η Κοσέ κάνει τα πάντα για να δώσει στο μυθιστόρημά της δραματική πνοή, συναιρώντας την τύχη των προσώπων με την τύχη του βιβλιοπωλείου. Μια απορία, βέβαια, του αναγνώστη αφορά και το εξής ερώτημα: το μυθιστόρημα που περιγράφει το Καλό Μυθιστόρημα θα είχε, άραγε, το υψηλό δικαίωμα να τοποθετηθεί στα ράφια του περιβόητου βιβλιοπωλείου; Παρά την επιδεξιότητα της αφηγήτριας, η κεντρική ιδέα υπερέχει κάπως έναντι των προσώπων. Έρωτες, συγγένειες, προσδοκίες και απογοητεύσεις έρχονται σε δεύτερη μοίρα, καθώς η τύχη του βιβλιοπωλείου δεν μπορεί να προσωποποιηθεί μέχρι του σημείου οι ιδρυτές του να ταυτιστούν μαζί του. Πίσω από τις σελίδες του «Καλού μυθιστορήματος» θροΐζει το πνευματικό ζήτημα της αυθεντικής λογοτεχνίας που καταργεί πάσα εξωλογοτεχνική συγγένεια. Τυχαία, μήπως, παρατίθεται το σχόλιο του Φλωμπέρ; «Πήρα να διαβάσω το Αρτίρ του Ευγένιου Σύη. Ό,τι πρέπει για ξέρασμα. Πρέπει να το διαβάσεις για να λυπηθείς τα χρήματα, την επιτυχία, το κοινό. Η λογοτεχνία πονάει στο στήθος. Φτύνει, βγάζει αφρούς από το στόμα, σκεπάζει τα περιττώματά της με αρωματισμένους ταφτάδες. Χρειάζονται Χριστοί της Τέχνης για να θεραπεύσουν αυτόν το λεπρό...».

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ