Το λεξικό που παίζει με τον θάνατο

Το λεξικό που παίζει με τον θάνατο Facebook Twitter
0

Εφόσον για να ζήσει κανείς, να εργαστεί και να μακροημερεύσει, οφείλει -θέλοντας και μη- να επινοήσει το εγώ του, την εργασία του και τον χρόνο του, ο Νίκος Δ. Πλατής επινόησε τη λεξικογραφία ως παραβλάστημα του μαύρου χιούμορ, της ελεύθερης γραφής και της σοβαρότητας, όσο κι αν η τελευταία υπονοείται, αλλά κατά κανόνα δεν κατονομάζεται. Ήδη έχουμε έναν μακρύ κατάλογο λεξικών: Κάμα Τσούχτρα (μείζων οδηγός του περιθωρίου), Το μαύρο λεξικό, το Μπαχαρικό λεξικό, το Αθωνικό λεξικό, το Ουαλικό λεξικό του σεξ, και πάει λέγοντας. Η ίδια η σύνθεση των λημμάτων, παρότι δείχνει να σέβεται την αλφαβητική κατάταξη (μάνα και πατέρας των πάσης φύσεως λεξικoγραφίας), ουσιαστικά ακολουθεί μιαν εσωτερική αφήγηση, η οποία διασκεδάζει με τις ασυνέχειες, τις παλιλλογίες και -γιατί όχι;- με την επιστημοσύνη του αντικειμένου που ενυπάρχει, αλλά σκοπίμως δεν δηλώνεται.

Στο «Α», για παράδειγμα, όπου το γράμμα άρχεται με το λήμμα «αθάνατο νερό», συνεχίζει με τη λέξη «αθάνατος», «αιφνίδιος θάνατος» και «ακαριαίος θάνατος», φτάνουμε στη λέξη «αλισίβα»: «Σταχτόνερο (νερό βρασμένο με στάχτη) χρησιμοποιούμενο, παλαιότερα, στο πλύσιμο ασπρόρουχων (μπουγάδα), αλουσιά. Υπάρχουν δυο λογιώ αλισίβες. Η μία θεωρείται η χαρά του κηπουρού και η άλλη είναι αυτή που προκαλεί την έντονη ευαρέσκεια του... κρυψίνοου δολοφόνου (βοηθάει τα μέγιστα στην αποσύνθεση του πτώματος). Εχει και διακριτική οσμή η αλισίβα, όπως μας... διαβεβαιώνει η φιλτάτη Αμερικανίς Τζόις Κάρολ Όουτς: «Όταν εγκαταστάθηκαν στο αραχνιασμένο πέτρινο κτίσμα του νεκροταφείου, που μόνο επιφανειακά είχε καθαριστεί μετά την αποχώρηση των προηγούμενων ενοίκων και μύριζε σαν αλισίβα (...) (Κόρ.). Είναι, λένε, η αλισίβα λίπασμα πρώτης τάξεως για τα φυτά των κήπων».

Ο Πλατής χαίρεται (σαν μικρό παιδί) κάθε φορά που η λελογισμένη ερμηνεία της λέξης παντρεύεται με κάτι αλλόκοτο, δυσεύρετο, το οποίο, αντί να μας παρασύρει σε ανούσια σχόλια, δένει τραγελαφικά και τέλεια με το δέον του λήμματος. Στη λέξη αλτσχάιμερ (έξω από δω), όπου τονίζεται η άνευ μνήμης απούσα προσωπικότητα του αλτσχαϊμερικού, ένα κείμενο του Γιάλομ έρχεται να προσφέρει μια βιωματική επαλήθευση. Ο 95άρης Φρανκ Τζέρομ, κλεισμένος σε ίδρυμα, όταν ο επισκέπτης τού θυμίζει την αλλοτινή καταπληκτική του μνήμη, παρατηρεί ότι δεν είναι κάτι τρομερό. Ξυπνάει, παίρνει το πρωινό του με τους άλλους ασθενείς που κάθε πρωινό του φαίνονται άγνωστοι (!), αλλά σιγά σιγά γίνονται γνώριμοι, βλέπει τηλεόραση, απολαμβάνει τα όσα βλέπει - δεν είναι και τοσο άσχημα... Γειασάν, λέμε εμείς.

Στο «Γ» ο Γεώργιος δε Ρώσσης, φίλος και γραμματικός του Διονύσιου Σολωμού αρχικά, μισητό πρόσωπο στη συνέχεια, επειδή ευνόησε τον Ιωάννη Λεονταράκη για τα γνωστά κληρονομικά ζητήματα του εθνικού μας ποιητή, τιμάται με την παράθεση του γνωστού εξαίσιου ποιημάτιου: «Του πατέρα σου, όταν έλθεις / δεν θα ιδείς παρά τον τάφο / είμαι ομπρός του και σου γράφω/ μέρα πρώτη του Μαϊού». Ακολουθεί μια εξομολόγηση για τη νεκρή γιαγιά του συγγραφέα, όλο συγκίνηση αυτή και χωρίς ίχνος χιούμορ. Αντίθετα, όταν έρχεται η σειρά να σχολιαστεί ο διάσημος «γύρος του θανάτου», που παίζεται ακόμα στα πανηγύρια της Κοζάνης, της Καρδίτσας, της Λάρισας, της Κατερίνης και της Θράκης, ο Πλατής γυρεύει (και βρίσκει, όπως πάντα) το έναυσμα του φιλόγελου. «Ο Ναπολέων Γεωργόπουλος φέρεται (από ανυπόστατο θρύλο) ότι ανακάλυψε στα 1714 τον γύρο του θανάτου (ελλείψει, όμως, μοτοσικλέτας, τον έκανε μόνος, τρέχοντας με τα πόδια). Κατασκοτώθηκε τρία χρόνια αργότερα, όταν παραπάτησε (κι ενώ έτρεχε με 30 χιλιόμετρα την ώρα)».

Από γράμμα σε γράμμα και από κεφαλή σε κεφαλή αντιλαμβανόμαστε την τακτική του Πλατή. Δεν πρόκειται μόνο για εξαντλητική λεξικογράφηση περί θανάτου, αλλά για ανθολόγιο ανεκδότων, βιωμάτων, επεισοδίων που τα αλέθει η ρόδα της ημέρας και της νύχτας και τα διατάσσει με πανουργία η αγέλαστη γραφίδα του. Λόγου χάρη, η φράση «Δεν θα με πειράξει καθόλου αν πεθάνω δέκα λεπτά νωρίτερα...» είναι εξαίσιο εύρημα που περατούται ακόμα πιο εύστοχα και τραγικοκωμικά: «Και δώδεκα και δεκαπέντε λεπτά...! Αρκεί μόνο να πεθάνω σπίτι μου!».

Στη λέξη «διασκέδαση» έχουμε μια καρτ ποστάλ των εκδόσεων Καράμπελα, όπου απαθανατίζεται η κηδεία του βασιλέως Γεωργίου Α’. Γιατί διασκέδαση; Μα, επειδή «ο λαουτζίκος ένιωθε τιμή και χαρά μεγάλη βλέποντας πρίγκιπες να παρευλάνουν με καϊζερικά κρανάκια και τα σπαθάκια τους, συν το μοναδικό θέαμα να δουν τον βασιλέα (έστω και σανιδωμένο) εκ του σύνεγγυς».

Το κωμικό, όπως ξέρουμε, έχει ιδιάζουσα σχέση με την αθανασία. Πόσες «κηδείες» έχουμε δει σε κωμωδίες; Ελάχιστες. Ο λόγος; Όσο πειστική κι αν είναι η νεκρώσιμος ακολουθία, ουδέποτε πειστήκαμε ότι ο νεκρός είναι όντως «πεθαμένος». Γι’ αυτό, κατά κανόνα, αν αναλογιστούμε τις κωμωδίες με Σταυρίδη, Χατζηχρήστο, Αυλωνίτη, Λογοθετίδη κ.λπ., η κηδεία απουσιάζει. Όπερ σημαίνει ότι ο κωμικός είναι «αθάνατος», όπου κι αν τον βάλεις -σε φέρετρο, σε νοσοκομείο, σε μάχη, σε μονομαχία, σε δυστύχημα- θα ανακαλύψει την κωμική διέξοδο για να σώσει την ίδια τη ζωή. Για να επιβιώνει κανείς δεν χρειάζεται απλώς να ξεχνάει τον θάνατο, αλλά να τον θυμάται με αλογάριαστα χρονικά περιθώρια, να είναι νεκρός επ’ αδεία, όπως έλεγαν οι μπολσεβίκοι, να σκέπτεται το όχι-ακόμα του Μαλλαρμέ, συνδυασμένο με το σαθρό ουδεπώποτε της νεανικής και αδοκίμαστης σοφίας. Το μέγα στυλ των προικισμένων ανθρώπων οξύνει τη ζώ-νεκρη διάθεση. Μην ξεχνάμε και τη Μικρή μας πόλη του Θορντον Γουάιλντερ, όπου οι κάτοικοι ζουν στις μνήμες κάποιου επιβιώσαντος (μια και αυτοί έχουν εν τω μεταξύ πεθάνει). Από κοντά και τον λαϊκό τρόπο:«Καλύτερα να χηρέψω εγώ 40 φορές, παρά μία η γυναίκα μου»!

Ο θάνατος, παρότι πλήττει τον νεκρό, ουσιαστικά είναι υπόθεση των ζωντανών. Κηδείες, θαφτικά, γραφειοκρατία, κηδειοχάρτι (δήλωση του νεκρού, διαθήκη, ψάξιμο στα στρώματα για κρυμμένα χρήματα), τα αναλαμβάνουν οι συγγενείς. Μια πολύ κομψή λεπτομέρεια περί του θανόντος αλίευσε ο Πλατής στη λαογραφία. Η βουλγάρικη φράση «Τσερέσοβα ζαντούσνιτσα» σημαίνει «Κεράσια για τις ψυχές», ήτοι το ψυχοσάββατο του Θέρους, όπου οι συγγενείς τρατάρουν (σε ζωντανούς και μακαρίτες) χούφτες με ολόφρεσκα κεράσια. Οι τάφοι αγάλλονται καθώς στολίζονται με το κόκκινο κερασί χρώμα και οι επισκέπτες τραγουδούν χαρούμενα.

Ούτε η λογοκλοπή του γνωστού στίχου: «Για δες καιρό που διάλεξε ο Χάρος να με πάρει, τώρα που ανθίζουν τα κλαριά και βγάνει η γης χορτάρι» διέφυγε από το δαιμόνιο του λεξικογράφου. Ο στίχος έχει αποδοθεί στον Αθανάσιο Διάκο (Μασαβέτας το πραγματικό του όνομα, Διάκος ήταν η εκκλησιαστική του ιδιότητα), ενώ ανήκει στον Κιοπρουλή Πασά, ένδοξο στρατηγό και πρώτο βεζύρη επί βασιλείας Μωάμεθ του Δ’. Ήταν Αλβανός υιός ενός Ελληνα ιερέα και απεβίωσε στην Ανδριανούπολη το 1665.

Το μαύρο περιβραχιόνιο που έφεραν άλλοτε οι απαρηγόρητοι συγγενείς νομίζουμε ότι δεν σχολιάζεται όσο θα του έπρεπε. Μικρά παιδιά πηγαίναμε στις κηδείες όπου, ως γνωστόν, διασκεδάζαμε με την όλη τελετή. Κλάματα, τσιρίδες, λιποθυμίες, μαύρα ρούχα, μαύρα μαντήλια, κραυγές, σπαραγμοί, κλάματα, κλάματα, κλάματα... Αλλά αυτό το μαύρο περιβραχιόνιο στο αριστερό χέρι τι ρόλο έπαιζε; Γιατί οι γυναίκες της οικογένειας του αποθανόντος μαυροφορούσαν επί χρόνια; Γιατί οι άνδρες έφεραν επί μήνες ένα μαύρο σειρήτι στον γιακά (που θύμιζε πένθιμο επιστολόχαρτο); Αυτή η ανεξήγητη υποχρέωση έμοιαζε λίγο (πολύ λίγο...) με τα καπέλα που φορούσαν υποχρεωτικά τα γυμνασιόπαιδα και τις ποδιές με το άσπρο γιακαδάκι που εφεραν τα κορίτσια. Μόνο όταν ακούγαμε τη φοβερή φράση «έβγαλε τα μαύρα» για τη χήρα, αρχίσαμε να υποψιαζόμαστε το τι και το πώς... Οι γριές δεν έβγαζαν ποτέ τα μαύρα. Πενθούσαν ισοβίως.

Η νεκροφάνεια παίδεψε πολύ τους ζωντανούς, όχι για την απατηλή εμφάνιση του ασθενούς αλλά κυρίως επειδή συνέβαινε το μακάβριο ολίσθημα να θάβουν τον ημιθανή και μετά από χρόνια, όταν συνέλεγαν τα οστά του, να τον βρίσκουν μπρούμυτα μέσα στο φέρετρο... Κατά τον Μεσαίωνα υπήρχαν κοινότητες όπου η συχνή ταφή νεκροφανών τις ανάγκασε να δένουν το χέρι του «θανόντος» με ένα μακρύ σχοινί που η άλλη άκρη του ήταν δεμένη στο γλωσσίδι της καμπάνας. Αναστήθηκα, σπεύσατε! Όπως αναφέρει ο Πλατής, στο Σαντιάγκο της Χιλής, σε ένα κοιμητήριο Ευαγγελιστών, είχαν τη φαεινή και ψιλομακάβρια ιδέα να τοποθετούν μέσα στο φέρετρο ένα σύστημα συναγερμού. Άλλωστε, γνωστή εταιρεία των ΗΠΑ έχει λανσάρει ένα ειδικό μοντέλο κινητού για νεκροφανείς. Ποιος διάσημος παρακαλούσε τη γυναίκα του να επιμείνει στη διάγνωση του θανάτου του για να μη βρεθεί «ζωντανός» μέσα στον τάφο του; Ποιος άλλος από τον Ντοστογιέφσκι...

Η λέξη «μακάβριος» που κυκλοφορεί στις καθημερινές κουβέντες μας άνευ ετυμολογικού διαβατηρίου, εξηγείται γελοιογραφικά από τον Πλατή, επιτρέποντας στον αναγνώστη να σπεύσει στα ετυμολογικά λεξικά. Ο Μπαμπινιώτης παραδέχεται ότι η καταγωγή, το έτυμον της λέξης, παραμένει αμφίβολη. Η λέξη μαρτυρείται από το 1897 και είναι μεταφορά του γαλλικού macabre που δήλωνε τον «μακάβριο χορό». Μια από τις εκδοχές μολογάει ότι η λέξη προέρχεται από τον ζωγράφο Μακαμπρέ, άλλη υποστηρίζει ότι η σκούφια της κρατάει από το λατινικό Maccabaeus (ελληνιστική Μακκαβαίος), όσο για την τρίτη εκδοχή, συνδέει τη λέξη με το συριακό Μακαμπρέι, ήτοι τάφρος, λάκκος. Πάντως, οι λέξεις έχουν αυτό το ιδιάζον: κυκλοφορούν αιωνίως σε όλα τα στόματα, μεταφέρουν τα νοήματα, έρχονται και φεύγουν χωρίς να ξέρει κανείς πού κατοικούν, άλλωστε αποτελούν τη σφραγίδα του ανθρώπου, καθότι αυτές χάρισαν στον χόμο σάπιενς την ισχύ και τον αληθινό χρόνο.

Πέρα από την αναγνωστική αξία που παρουσιάζει το τετραπέρατο λεξικό του Πλατή, υπάρχει και η αμιγώς οπτική πλευρά, που χαρίζει στον αναγνώστη ιλαρή διάθεση και ανανεωμένο ενδιαφέρον. Μιλάμε για δεκάδες κι εκατοντάδες φωτογραφικά στιγμιότυπα, γελοιογραφίες, σκηνές δρόμου, νεκροταφεία, σκίτσα, φάτσες διασήμων που, εικονικά, αλλάζουν τρόπον τινά τις ταχύτητες του κειμένου. Ο λεξικογράφος, μετά από τοση πείρα που αποταμίευσε με τις ερευνές του, έχει αποκτήσει ανθηρό ήθος, έκτακτη ευγένεια κι ένα είδος ανθρωπιστικης ανωτερότητας, καθότι βλέπει όλους τους τομείς των λεξικών του ως μια ισόβια προσήλωση στις σοβαρές και γελοίες στιγμές του ανθρώπου. Ασφαλώς η αντιστροφή είναι μέσα στα πράγματα: η σοβαρότητα έχει πάντα (και) το τικ της γελοιότητας, όπως και η γελοιότητα συχνά πυκνά αποδεικνύεται πιο σοβαρή κι από κηδεία... 

      

     

     

      

       

       

        

         

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ