To μειλίχιο τέρας

To μειλίχιο τέρας Facebook Twitter
Το μειλίχιο τέρας του Σιμόνε δεν είναι άλλο από μια παγκόσμια μαζική κουλτούρα ευδαιμονίας και ατομικισμού.
0

Αν μας αρεσουν οι μεγάλες επιτυχίες όσο και οι μεγάλες αποτυχίες, τότε μπορούμε -προς τέρψη και συμμόρφωση- να συγκρίνουμε τις ιστορίες της Δεξιάς και της Αριστεράς όπως εκδηλώθηκαν σε όλο το μάκρος του εικοστού αιώνα. Η Αριστερά, όλοι το ξέρουμε, επέδειξε κύρος πολιτικής θρησκείας στην οποία δεν έλειψαν τα κατορθώματα (επαναστάσεις στη Ρωσία, τη Γερμανία, την Κίνα, την Κούβα, τη Νότια Αμερική, εμφύλιος στην Ισπανία και την Ελλάδα) όσο και οι αντίστοιχες απογοητεύσεις. Στον αντίθετο πόλο η Δεξιά, με τις γνωστές παραφθορές της (φασισμός, ναζισμός, δικτατορίες) αλλά και με τον φιλελευθερισμό της τείνει να επιδεικνύεται συμφιλιωμένη με τη νεωτερικότητα και να συνάπτει αγαστές σχέσεις με την ευημερία.

Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο Ιταλός Ραφαέλε Σιμόνε -προφανώς ως απογοητευμένος αριστερός- αποφασίζει να θέσει τον δάκτυλο εις τον τύπον των ήλων, επιχειρώντας μια τολμηρή αναθεώρηση των χρόνιων επιχειρημάτων που υποβαστάζουν αυτά τα δύο πολιτικά συγκροτήματα. Για παράδειγμα: μια ματιά στα σημερινά πολιτεύματα των ευρωπαϊκών χωρών δείχνει ότι η Δεξιά προελαύνει (Γαλλία, Δανία, Ισπανία, Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία, ΗΠΑ, πρώην κομμουνιστικές χώρες), ενώ η Αριστερά περιορίζεται στο 26% του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Καθώς, λοιπόν, είναι εύκολο για τον πρώτο τυχόντα Ευρωπαίο πολίτη να συμφωνεί με τον πάπα όταν λέγει ότι ο μαρξισμός απέτυχε όσο και καπιταλισμός, στην πραγματικότητα ο καπιταλισμός, με όλες τις παραφθορές του, φαίνεται (τουλάχιστον διά γυμνού οφθαλμού) να χαίρει άκρας υγείας.

Η μαρξική εννοιολογία μπορεί να συγκινεί ακόμη τους ορκισμένους οπαδούς της, ωστόσο η πίστη στον μαρξισμό μάλλον ερείδεται στην πολεμική κατά του καπιταλισμού παρά στις ιστορικές πραγματώσεις του μαρξισμού-λενινισμού. Άλλωστε, το προλεταριάτο (ο κληρονόμος της γερμανικής φιλοσοφίας κατά Ένγκελς…) έδυσε, η ταξική συνείδηση υπαναχώρησε αισθητά, η θετική έννοια της «δικτατορίας» -προλεταριακής ή σοβιετικής- αφανίστηκε, με αποτέλεσμα η Αριστερά να επιχειρηματολογεί, αλλά ουσιαστικά να έχει εγκαταλείψει την εργατική τάξη. Στη Δεξιά, βέβαια, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Άλλωστε, η βαρύνουσα σημασία που παρουσιάζει το βιβλίο του Σιμόνε δεν αφορά ένα κάποιο μνημόσυνο της Αριστεράς με τα γνωστά συμπαρομαρτούντα (ταξικός εχθρός, νοικιασμένος κονδυλοφόρος, υστερόπρωτος προδότης), αλλά τη συναρπαστική διαπίστωση ενός νέου πολιτιστικού παράγοντα που δεν είναι άλλος από την κοινωνία της αφθονίας, από τη μεταστροφή δηλαδή του κοινωνικού προς την αμεσότητα, την κατανάλωση, τη μαζική κουλτούρα, ό,τι τέλος ονομάζουμε σήμερα μαζικότητα και εν ταυτώ νεωτερικότητα.

Γράφει ο Σιμόνε: «Εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια, όλα τα ιδανικά της Αριστεράς και οι αρχές στις οποίες στηρίζονται είναι έρμαια του ανέμου που αποκαλείται “πνεύμα της εποχής”, έχουν παρασυρθεί από την καταιγίδα της νεωτερικότητας και των τεράστιων καινοτομιών που αυτή η καταιγίδα έχει φέρει: νέα οικονομία, νέες μορφές δικαίου και θεσμών, νέα πολιτική, νέες επιθυμίες, νέες τέχνες και νέους τύπους θεάματος και ψυχαγωγίας, νέες ιδιωτικές και δημόσιες συμπεριφορές, νέα πάθη, νέες καταναλωτικές συνήθειες, νέες μορφές φαντασίας, νέες αναπαραστάσεις του εαυτού μας και των άλλων, νέα σχέση με τη φύση και το σώμα…» (σ. 97). Το σημαντικό, βέβαια, δεν είναι η διαπίστωση όλων αυτών των καινοτομιών, όσο το γεγονός ότι η Αριστερά ουδέποτε προέβλεψε την εμφάνιση αυτού του «πολιτιστικού δεσποτισμού». Στραμμένη προς την κοινωνική αντίθεση και εν τέλει προς τη διασφάλιση της ψήφου, δεν κατάφερε να συλλάβει ολικά το νέο φαινόμενο που αψηφά τα παλαιά δεδομένα.

Παραδόξως, το φαινόμενο αυτό είχε καταδειχθεί από τον διάσημο Αλέξις ντε Τοκβίλ στο περίφημο βιβλίο του Η δημοκρατία στην Αμερική (1840) (μεταφρασμένο στην ελληνική από τον αδικοχαμένο φίλο μας Μπάμπη Λυκούδη, εκδ. Στοχαστής), ο οποίος μιλούσε για έναν απόλυτο ηγεμόνα που δεν θα ήταν βασιλιάς, δικτάτωρ, οδηγός των συνειδήσεων ή ό,τι άλλο, παρά μια αόρατη οντότητα που σήμερα ονομάζεται «μαζική κουλτούρα» και ο Σιμόνε την ξαναβαπτίζει «μειλίχιο τέρας».

«Βλέπω ένα αναρίθμητο πλήθος όμοιων και ίσων ανθρώπων -γράφει ο Τοκβίλ- που στρέφονται αδιάκοπα στον εαυτό τους για ν’ αποκομίσουν μικρές και καθημερινές απολαύσεις, με τις οποίες γεμίζουν την ψυχή τους. Καθένας τους, αποτραβηγμένος στην άκρη, δεν ασχολείται με την τύχη των υπολοίπων, τα παιδιά και οι φίλοι του απαρτίζουν γι’ αυτόν όλο το ανθρώπινο γένος, τους συμπολίτες του δεν τους βλέπει· υπάρχει στον εαυτό του και μόνο για τον εαυτό του, αν εξακολουθεί να έχει οικογένεια, ασφαλώς δεν έχει πατρίδα». Πρόκειται δηλαδή για μια εποπτεύουσα εξουσία που είναι απόλυτη, οργανωμένη, μεθοδική, προνοητική και ήπια. Αλλά δεν θυμίζει την πατρική εξουσία που επιδιώκει την ενηλικίωση του παιδιού· αυτή σκοπεί να καθηλώσει αμετάκλητα τους πολίτες στην παιδική ηλικία ώστε να θεωρούν τη διασκέδαση αυτοσκοπό. Άραγε, θυμίζει τίποτα η προφητεία ότι «οι σύγχρονοι άνθρωποι θέλουν να καθοδηγούνται και συνάμα να μένουν ελεύθεροι»;

Πόθεν πορίζεται λοιπόν το «μέλι» του το κατά Σιμόνε «μειλίχιο τέρας»; Καίριο μέλημα του «τέρατος» είναι οι ευχάριστες και αναζωογονητικές εμπειρίες. Με κάποιες «μικρές» καινοτομίες, βέβαια. Ο ελεύθερος χρόνος αντιτάσσεται φυσικά στον σκλαβωμένο χρόνο, ωστόσο δεν υποδηλώνει ανάπαυση όπως στο παρελθόν· σήμερα ο ελεύθερος χρόνος μετασχηματίζεται σε δραστηριότητες όπως γυμναστική, γιόγκα, κηπουρική κι ένα πλήθος παραπλήσιες δράσεις. Ουσιαστικά, οι παραδοσιακοί πολιτισμοί σβήνονται από τον χάρτη, μόνο και μόνο αν σκεφτούμε σοβαρά την εισβολή του θεάματος. Υπάρχει χώρος χωρίς οθόνη; Χωρίς διαφήμιση; Χωρίς «μπριζωμένα» ενδιαφέροντα; Ο άνθρωπος προσομοιάζει στην ηλεκτρονική συσκευή: οι μπαταρίες του αδειάζουν και αναφορτίζονται, οι δίσκοι της μνήμης τα ίδια. Το ταξίδι πωλείται ως προϊόν, προγραμματίζεται μήνες προτού εξοφληθεί. Κάθε σημείο του πλανήτη ανήκει τουριστικά σε παγκόσμιες αλυσίδες, παντού τηλεοράσεις, κονσόλες ηλεκτρονικών παιχνιδιών, κινητά τηλέφωνα. Η απόλαυση κυριαρχεί, έστω και αν τα τουριστικά τοπία συνορεύουν με τόπους που κυβερνιούνται από «άθλιες δικτατορίες».

Έστω κι αν όλες οι απαριθμήσεις του Σιμόνε θυμίζουν πλήθος κειμένων που, κατοπινά, έχουν περιγράψει το φαινόμενο της μαζικότητας, η πρωτοτυπία του Τοκβίλ δεν θαμπώνει για τον απλούστατο λόγο ότι εξέφρασε προφητικά κάτι που δεν υπήρχε ακόμη. «Στον δυτικό κόσμο ελάχιστοι είναι σήμερα οι άνθρωποι που δεν διαθέτουν φωτογραφική μηχανή ή κάμερα. Αυτό έχει συγκεκριμένη συνέπεια: στον τόπο όπου συμβαίνει κάτι -αδιάφορο τι- υπάρχει πάντα κάποιος που το παρατηρεί και το κατα- γράφει μ’ ένα σιωπηλό, κρυστάλλινο μάτι. Έτσι, το μάτι αυτό μπορεί να μετατρέψει ταχύτατα ένα τρέχον γεγονός σε ντοκουμέντο προορισμένο για την ψηφιακή αιωνιότητα, εκτεθειμένο δηλαδή στον διαρκή κίνδυνο ν’ αναπαραχθεί σε μια οθόνη προσιτή σε οιονδήποτε. Μια κάμερα σε παρατηρεί όπου κι αν βρίσκεσαι, ακόμη κι αν δεν το αντιλαμβάνεσαι, παρά τις θορυβώδεις δι- εκδικήσεις του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, για το οποίο εδώ και χρόνια η Δύση καυχιέται και βασανίζεται».

Ο Σιμόνε -γλωσσολόγος το επιτήδευμα- δεν τσιγκουνεύεται ειρωνείες ή βολές κατά της Αριστεράς - την οποία πιθανότατα υπηρέτησε επί χρόνια.

«Μα, εγώ είμαι αριστερός!» - «Κόφ’ το, μας ακούει ο κόσμος» (Αλτάν).

«Είναι γνωστό πως το να είσαι πρώην κομμουνιστής μπορεί να γίνει πραγματικό επάγγελμα, ικανό σε μερικές χώρες (Ιταλία, Γερμανία) να σου εξασφαλίσει αναγνώριση και οικονομική άνεση»

«Η ριζοσπαστική Αριστερά προσείλκυσε πολλούς σοσιαλιστές με περούκα» (Ζίμελ).

«Κάποιοι παρατήρησαν πως όταν η Αριστερά δεν είναι στην εξουσία, μετανιώνει πικρά, κι όταν είναι στην εξουσία κλαίει και οδύρεται».

«Ο σοσιαλισμός ενδιαφέρεται περισσότερο για την παραγωγή και λιγότερο για την κατανάλωση» (Γκίντες).

Ωστόσο, το ζήτημα του βιβλίου υπερβαίνει κατά πολύ την αριστερή κοιλάδα του κλαυθμώνος ή τα αριστερά καβδιανά δίκρανα. Μέσα από τη σχοινοτενή αντιπαραβολή της Αριστεράς προς τη Δεξιά, το εξαγόμενο δεν είναι «πολιτικό» με την τρέχουσα έννοια· το μειλίχιο τέρας υπερβαίνει κατά πολύ τις πο- λιτικές παρατάξεις, το πολιτικό παρελθόν αγωνιστών και μη, την οιαδήποτε καλή ή κακή βούληση. Ο λόγος είναι απλός: δεν υπάρχει αριστερός ή δεξιός τρόπος να ζει κανείς. Ενώ υπάρχει ακόμη δεξιός ή αριστερός τρόπος να σκεφτόμαστε.

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ