Απεργία την Πρωτομαγιά

Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα

Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα Facebook Twitter
0
Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα Facebook Twitter

Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα! Δεν είναι φάρσα. Δεν είναι αποκύημα νοσηρής φαντασίας. Πάρτε το στα σοβαρά. Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα. Σας εκλιπαρώ, πάρτε το στα σοβαρά!

Με φέρανε πριν τέσσερις μέρες. Μοιάζει με δωμάτιο ξενοδοχείου επιπλωμένο με εξοπλισμό που το έσκασε από σανατόριο των αρχών του προηγούμενου αιώνα.


Με φυλάει ένας νάνος με πλήρως ανεπτυγμένο six- pack και φλέβες στα μπράτσα, που αν τον ήξερε ο Σεφερλής θα είχε κάνει χρυσές δουλειές στις αρχές του 2000. Συνήθως αργά το βράδυ –έχει ρολόι –κούκο γι' αυτό ξέρω την ώρα- έρχεται ο Συνταγματάρχης, πάντα κουρασμένος και βαρύθυμος. Ανοίγει ένα παλιό ραδιόφωνο, τόσο παλιό που ο πυκνωτής του αλλάζει διάκενο με ροδέλα. «Γιατί είμαι πάντα τόσο κουρασμένος;» ρωτάει το νάνο. «Φταίνε τα άστρα που βαραίνουν τους ώμους σας». Κι ο Συνταγματάρχης είναι όντως τόσο κουρασμένος, που δε μπορεί να το λάβει ως ειρωνεία.


Η πόρτα στη μέσα μεριά δεν έχει πόμολο. Δεν ανοίγει. Υπάρχει μόνο ένα μικροσκοπικό λαγούμι απ' όπου μπαινοβγαίνει ο νάνος για να ανοίγει απ' έξω. Όταν έρχεται ο Συνταγματάρχης βγαίνει απ' το λαγούμι, ανοίγει απ' έξω και μπαίνουν μαζί. Όταν φεύγει, ο νάνος πάλι του ανοίγει απ' έξω.


Με άρπαξαν από ένα χίπστερ μπαρ στο κέντρο το Σάββατο το βράδυ, στις 3:52. Μεθυσμένος και ευδιάθετος καθώς ήμουν, μόλις είδα το νάνο να βγάζει τη μπλούζα του, αμέσως σκέφτηκα: να μια φωτογραφία που θα πάρει πολλά λάικ. Put your thumbs up in the air! Φώναξα στο νάνο καθώς πήγαινα δίπλα του κι έσκυβα για να μπει το πρόσωπό μου δίπλα στο τραχύ δικό του. Τότε εκείνος μου κατάφερε μια γερή κουτουλιά, με τους θαμώνες να ζητωκραυγάζουν.
Ξύπνησα καθώς με κατέβαζε κλοτσηδόν σε κάποιο υπόγειο. Όταν ρώτησα που ήμασταν μου απάντησε ότι ήμασταν στο ξενοδοχείο των εφιαλτών, αλλά εγώ πρόλαβα να δω από ένα φεγγίτη την καλλιτεχνικώς απαράδεκτη –μα αισθητικά ενδιαφέρουσα- ζωγραφιά μιας κοπέλας με καμπύλες και μαγιό, από 'κείνες που είναι μπαλέτο σε ταινίες του Βουτσά, ζωγραφιά που ήξερα ότι κοσμεί την είσοδο του παροιμιώδους κωλόμπαρου της Μιχαλακοπούλου.


Α, όχι απλώς έχω περάσει απ' έξω.


Την πρώτη μέρα ήρθε μια δασκάλα. Παρέδωσε μάθημα γράφοντας στον τοίχο και όταν ο κούκος χτύπησε, υπέγραψε με την ταγκιά της κι εξαφανίστηκε. Ο Συνταγματάρχης λέει ότι χρειάζομαι θεραπεία. Ο νάνος επιμένει να ρίχνει τη νευρικότητα μου στους καφέδες. Κανείς τους δε φαίνεται να δίνει σημασία στο ότι είμαι κλειδωμένος σ' ένα υπόγειο με οδοντιατρική πολυθρόνα, σφυριά λοβοτομής και άδεια κουτιά αναψυκτικών.


Γράφω αυτή την έκκληση βοήθειας, καθώς ο νάνος έχει πέσει για ένα εκατομμύριο πουσ-απς. Άφησε το κινητό του πάνω στην οδοντιατρική καρέκλα, το πήρα και η πρώτη σελίδα που άνοιξε ήταν αυτή. Απ' ότι φαίνεται οι νάνοι body builders έχουν έντονες κοινωνικές ανησυχίες. Γράφω όσο πιο γρήγορα γίνεται, δεν ξέρω πόσο χρόνο έχω. Είμαι κλειδωμένος σε ένα υπόγειο, κάπου στη Μιχαλακοπούλου, και χρειάζομαι βοήθεια. Δεν είναι φάρσα. Δεν είναι διαφημιστικό τρικ. Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα.


«Γιατί;» αναρωτιέται ο Συνταγματάρχης ακούγοντας το ραδιόφωνό του. «Γιατί το κάνεις αυτό; Δεν υπάρχει καν νάνος, απλώς σου άρεσε η εικόνα ενός νάνου φέτες.»


Αλλά δε δίνω σημασία, γιατί ο νάνος είναι πραγματικός, όσο πραγματικό είναι και το χίπστερ μπαρ απ' όπου με άρπαξε στις 3:52 το Σάββατο, όσο πραγματική είναι η Μιχαλακοπούλου εδώ απ' έξω. Ξέρω ότι για να φύγω πρέπει να πιάσω στον ύπνο το νάνο. Και ναι, είναι νάνος, αλλά είναι και body builder.


Ο Συνταγματάρχης τινάζει τη σκόνη από τα αστέρια του κάθε φορά που είναι να ξεκινήσουμε την ψυχανάλυσή μου. Με ρωτάει για τη ζωή μου, τα συναισθήματά μου και μουτζουρώνει πάντα αφηρημένα κάτι. Όταν ρωτάω γιατί βρίσκομαι εδώ, ο νάνος έρχεται και βγάζει μια σέλφι μαζί μου. Ο Συνταγματάρχης με ρωτάει γιατί νομίζω ότι βρίσκομαι εδώ. Του εξηγώ ότι δεν έχω ιδέα, διαπιστώνει ότι κι αυτή μου η άγνοια κάτι πρέπει να σημαίνει. Όλα σημαίνουν κάτι, την ώρα μάλιστα που ο νάνος φέρνει βρώμικο από την καντίνα.


Κάποια απ' αυτές τις μέρες περιμένω να με σκοτώσουν, να με βιάσουν, να μου πάρουν κανένα νεφρό, τουλάχιστον να με χτυπήσουν. Αλλά αυτοί δεν κάνουν τίποτα, δε δείχνουν να θέλουν τίποτα συγκεκριμένο από 'μένα. Η αβεβαιότητα είναι εξοντωτική. Παρακαλώ το Συνταγματάρχη να βάλει το όπλο του στον κρόταφό μου, προσπαθώ να εξοργίσω το νάνο που υποθέτω πως απ' τα στεροειδή θα είναι πιο ευέξαπτος, όμως τίποτα.


Το μόνο που θέλω είναι να με βλάψουν. Έστω λίγο. Δεν είμαι μαζοχιστής, απλώς μόνο έτσι θα βγει νόημα.
Ο νάνος τελείωσε, με είδε που γράφω στο τηλέφωνό του, αλλά ούτε που ασχολήθηκε. Έχει πάρει τώρα μια λεκάνη και κάνει ποδόλουτρο. Με κοιτάζει γαλήνιος. Το ραδιόφωνο του Συνταγματάρχη παίζει κι εκείνο γαλήνια, στο μπουφέ πάνω από τη λεκάνη του νάνου. Δε μ' έχουν δεμένο. Μπορώ να κινούμαι ελεύθερα.


Τους δίνω άλλη μια ευκαιρία. «Θα με σκοτώσετε;». Δεν απαντούν. Κι ύστερα η μουσική έχει σταματήσει, τα φώτα έχουν σβήσει από το βραχυκύκλωμα, ο νάνος είναι ψητός, και το ραδιόφωνο του Συνταγματάρχη πλέει ράθυμα στη λεκάνη.


Το μόνο φωτεινό σημείο στο δωμάτιο είναι το τηλέφωνο που γράφω.


Βοηθήστε με. Ο νάνος πέθανε, δεν υπάρχει τρόπος να βγω κι ο Συνταγματάρχης σφυρίζει αδιάφορος. Είμαι εγκλωβισμένος. Σε κάποιο υπόγειο, κάπου στη Μιχαλακοπούλου. Κοντά στο κωλόμπαρο.


Δεν προσπαθώ να σας πουλήσω τίποτα.

0

Απεργία την Πρωτομαγιά

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ