Το πλήρωμα του χρόνου

Το πλήρωμα του χρόνου Facebook Twitter
1

Κωστής ΠαπαγιώργηςΚάθε ζωντανός μοιάζει να κυνηγιέται από την άγνωστη μοίρα του, αυτή που, όταν επιτέλους τον συναπαντήσει, δεν συγχωρεί. Και ο θάνατος κάνει τη δουλειά του τέλεια, μαστορικά. Ο νεκρός δεν έχει κανένα ψεγάδι. Είναι απολύτως νεκρός. Κουφάρι πέρα για πέρα, στον αιώνα τον άπαντα. Άνθρωπος χωρίς ανάσα, αίμα κομμένο, μάτια βασιλεμένα πάνω από ένα σφιγμένο στόμα. Πού να 'ναι, άραγε, τα λόγια και τα έργα του; Αυτό το απλησίαστο που δεν ησυχάζει ποτέ μέσα στον ζωντανό; Όταν είναι δικός μας, ο νεκρός δίνει πλήθος σκληρά μαθήματα. Σαν πύρινη ρομφαία που διαπερνά την καρδιά, το ασάλευτο πτώμα αναστατώνει γύρω του τα πάντα καθώς εισάγει αναπάντεχα λίγη ανεπιθύμητη αιωνιότητα μέσα στο σπίτι. Κατά μία έννοια, σημαίνει το τέλος του κόσμου, το πλήρωμα του χρόνου. Η αγαπημένη κεφαλή δεν στρέφει πια, δεν είναι εκεί για κανέναν. Πλάι στα μαλακά μαξιλάρια, στο ψωμί και στο νερό, πλαγιάζει παγερά η άλλη πλευρά του χρόνου, ο τρόμος της οικογένειας με τη μορφή του αδιανόητου. Στο μάκρος του βίου μάς τυλίγουν συχνά απόκοσμες σκιές. Ένα τετράποδο μπορεί να μιλάει σαν άνθρωπος, πάνω σε ένα πρόσωπο διαβάζουμε ένα άλλο πρόσωπο, όπως και ένα γυαλί που πέφτει και τσακίζεται μπορεί να τραυλίζει το ανερμήνευτο.

Ανοίγοντας την ποιητική συλλογή του παλιού φίλου Αντώνη Ζέρβα, ο οποίος έχασε τη γυναίκα του, το πρώτο που αποδεχόμαστε είναι η σκέψη ότι, μπροστά στο νεκρό έτερον ήμισυ, πάσα προσποίηση είναι περιττή και αζήτητη. Οι κοινές λέξεις δεν λάμπουν, δεν έχουν νόημα, οπότε μόνο ένας ψαλμός θα μπορούσε να δανείσει το εύρος του στην αυταπάτη της μύχιας επαφής. «Μοιάζει σαν αγία, είπαν μόλις ξεψύχησες, με την πλάτη στο γειρτό μαξιλάρι. Ψάχνω το πόδι σου με το πόδι μου, / ξαπλωμένος στο υπέρδιπλο κρεβάτι μας, / Μα και η μνήμη συνήθεια είναι».

Η τέχνη του Ζέρβα αφορά τη διάσωση του βιώματος μέσα από μια σειρά αφαιρέσεις, οι οποίες τελικά φτάνουν σε ένα όριο που δεν ξεπερνιέται. «Ο χωρισμός μας ήταν μάλλον κωμικός. Έφυγα για να σου φέρω την τελευταία φορεσιά, κι έφυγες χωρίς να χαιρετήσεις, καρτερώντας στις τέσσερις Μαΐου δύο χιλιάδες δώδεκα λίγο πριν τις δώδεκα τη νύχτα»

«Βήχω και πετιούνται κομματάκια φάρυγγα, / Τα μάτια μού είναι ανυπόφορα, / Δεν μπορώ να μείνω μόνος, / κανέναν δεν αντέχω / Θέλω να σε θυμάμαι / με ζεματάει η μνήμη / Ο τάφος, τίποτα δικό σου / μα είσαι μέσα.
Ποτέ σου δεν θα μάθεις ότι πέθανα».

Ο Ζέρβας μοιάζει να συντηρεί τη σωτήρια αυταπάτη ότι η αγαπημένη γυναίκα εξακολουθεί να ζει και να παρακολουθεί τον άλλο εαυτό της μέσα από τις κινήσεις του. Με άλλα λόγια, η σύζυγος δεν έχει κόψει ακόμα τους δεσμούς με την πραγματικότητα και την οικογένεια, έστω και ως αγαπημένη σκιά επιμένει να βλέπει χωρίς να τη βλέπουν, γι' αυτό άλλωστε υπαγορεύει τους σπασμούς του πένθους στον σύζυγο.

«Μαζί με το κλειστό δωμάτιο / πάει κι η παλιά φιλοδοξία / Κάθε πρωί ο ίδιος τρόμος: / ποιο δρομολόγιο θ' ακολουθήσω. / Νόμιζα πως σ' οδηγούσα / και να που μ' έριξες μονάχο / σ' ό,τι πολέμαγα να φύγω / μέσα στον χρόνο».

Όλες οι αναφορές του Ζέρβα φαίνεται πως εκμεταλλεύονται το βήμα πριν από τη σιωπή. Θέλει να μιλήσει με την αποθανούσα, να στήσει ένα μονομερές εσωτερικό κουβεντολόι, παίρνοντας άδεια από το θανατικό. Ένα από τα τρομερά σύνδρομα του πενθούντος είναι και η ενοχή ότι το αγαπημένο πρόσωπο στέκει άψυχο και αμίλητο, ενώ ο πενθών εξακολουθεί να παίζει την τραγικο-κωμωδία του ζωντανού που παραφέρεται πασχίζοντας να ακυρώσει την αμετακίνητη πραγματικότητα. Ο ζωντανός μετέρχεται όλα τα ευλαβικά μέσα της εθελοτυφλίας για να υποστηρίξει τον ευγενικό του διάλογο. Οδεύοντας προς το νεκροταφείο, είναι ο κύριος συνοδός και συνάμα ο επισκέπτης των επισκεπτών. Δεν γίνεται, με άλλα λόγια, να στερηθεί τη μύχια αυταπάτη ότι κρυφοαφουγκράζεται με μια βαθύτερη ακοή, με κάτι το άταφο που, έστω δυνάμει της παρελθούσας ζωής, μπορεί να τον παρακολουθεί και να τον κρυφονιώθει. Πράγματι, ο νεκρός «μας βλέπει». Δεν μας αφήνει από τα μάτια του.

Αντώνης Ζέρβας - Μερησαήρ, Μερησαήρ..., Ειρμοί νεκρώσιμοι. Εκδόσεις Μελάνι. Σελ.: 100. Τιμή: €10,00 

Είναι γεγονός ότι ο πεθαμένος δεν αποσύρεται εύκολα. Κατεξοχήν νυκτόλαλος και νυκτοβάτης, χρονοτριβεί χαρακτηριστικά στα παροράματα και παρακούσματα των ζωντανών. Η ηχώ των λόγων του –ειδικά στα όνειρα– κάνει τους οικείους να αυτιάζονται και να μαντεύουν με μειωμένο αυτοέλεγχο ένα φάντασμα εν μέσω ζώντων. Πιστή στην αλληλουχία και τη διάρκεια, η ζωή απεχθάνεται το αναπότρεπτο. Ευνοεί τις ανεπαίσθητες μεταβάσεις, όπως η ανήλικη κόρη χάνεται μέσα στη μεστωμένη γυναίκα ως διά χρόνιας μαγείας, όπως οι ηλικίες του ανθρώπου έρχονται και αναχωρούν ακροποδητί σαν μια σειρά βραχυπρόθεσμων μετενσαρκώσεων. Ο νεκρός μπορεί να μετώκησε εν ακαρεί, αλλά ο ζωντανός θα χρειαστεί μήνες και χρόνια για να εγκολπωθεί τη ριζική απομάκρυνση από το οικογενειακό σπίτι.

Πράγματι, το σπίτι βρίθει από ανάλογα ράκη, που με τον καιρό καταντούν αφόρητα παροράματα. Στους μυχούς του οίκου έχει αποταμιευτεί πολλή από την απολεσθείσα θέρμη του τεθνεώτος. Στις επιφάνειες των πραγμάτων καθυστερούν, ψυχαναγκαστικά, σπαράγματα του παρελθόντος. Ο ζωντανός μοιάζει να περιστοιχίζεται από άναυδους μάρτυρες που ανακαλούν τη φευγάτη παρουσία με δυσνόητους μαγνητισμούς. Ενδύματα που δεν λένε να σωπάσουν, προσωπικά αντικείμενα που αίφνης δεν ανήκουν σε κανέναν. Αφού κάθε πράγμα διασώζει κάτι από την παρουσία του χαμένου, ο ζωντανός έχει την ευλαβική ψευδαίσθηση ότι διά των αντικειμένων επαναφέρει κάτι από το πολυαγαπημένο πρόσωπο. Οι μεγάλες συμφορές έχουν πάντα κάτι το νευματολατρικό και το φυρόμυαλο. Έτσι, αθροίζουμε πράγματα για να ξαναβρούμε μια ακέραιη στιγμή ζωής, μετατοπίζουμε με παλμό καρδίας ένα πανωφόρι, σταθμίζουμε τα παλιά και τα νέα κάδρα στους τοίχους...

Γράφει ο Ζέρβας: «Όλα είναι έξω σ' ένα μέσα / όπου παίζονται / όσα σκέπτομαι και νιώθω / ατέλειωτα μα στιγμιαία / χωρίς να συμμετέχω. / Στον ύπνο, το δικό μου / γίνεται πιο δικό μου / και πιο ξένο ταυτοχρόνως. / Όλα μου φαίνονται μια φρεναπάτη / τόσο δυναστική όσο και το κουφάρι / της μέρας και της νύχτας / του έξω και του μέσα. / Ζούμε ξανά τα ίδια, χωρίς Θεό.

Μετά το πένθος, η σοφία / λένε σε πείσμα του Αχιλλέα. / Κανένας δεν σ' απήγαγε / πού να σε ψάξω; / Κανένας δεν σε σκότωσε / ποιον να εκδικηθώ; / Έφυγες σύμφωνα με τον νόμο / με τα επίσημα χαρτιά / Έπρεπε να πεθάνεις για να δω / μες στα πανιά του κλάματος / πως θριαμβεύει η ζωή / σαρώνοντας το κάθε μέσα / Η τρέλα αρχίζει / σαν γίνει αντεραστής ο Χάρος.

Πόσο γλυκά και ήρεμα / φεύγεις απ' το μυαλό μου, αγαπούλα μου, / λες και ποτέ δεν έζησες κοντά μου, / ποτέ δεν σε φαρμάκωσε η φωνή μου.

Σώπασες σαν τον άνεμο που χτες ακόμα / τράνταζε πόρτες και παράθυρα / οι σύρτες κόλλαγαν, αγανακτούσα κι έψελνα / δεν πρόφταινα να κλείνω.

Του χρόνου δεν θα ξέρω καν / πότε και πού σε θάψαν / αν ζήσαμε δεν ζήσαμε μαζί / αν ήμουν μάνα ή γιαγιά μου.

Δεν ξέρω καν πού έβαλες τη βέρα / τη μέρα που είπες να την κόψουν / και μου ραψαν το χέρι, / το χέρι που θα σου 'κλεινε τα μάτια.

Μα κι αν ανασταινόσουν τώρα / θ' αρχίζανε τα ίδια πάλι, / θα βλαστημούσα το παρόν / που ρήμαζε την παρουσία.

Ιδού λοιπόν / μες στην παλιά νεκρόπολη των στίχων / το πένθος της αγάπης μου / είναι κάτι το ιδιωτικό / και μάλιστα παρωχημένο, σαν τους στίχους. / Δεν κάνουν λόγο για προγόνους / και άρα ούτε για τους απογόνους / είναι σαν να διαλέξανε την έρημο / όπου χωνεύθηκαν τα νέα / της ηδονής και της οδύνης. / Κάθομαι πάλι ανάμεσα στις πλάκες / στους κύκλους των προγόνων / και ξανακούω στη σιωπή σου / σύσσωμη την αρχαιότατη φωνή: / «Πάτριος θεός ή τίποτα» / Τίποτα, γλυκιά μου. Τίποτα / απ' όσα ξέραμε και ξέρω»

Θα έλεγε κανείς ότι η σύζυγος και ο σύζυγος πήγανε μαζί με μια καμπάνα, όπως έλεγαν οι παλιοί. Τουλάχιστον, έστω για μια στιγμή, αυτό ισχύει για το πένθος και για το αποκάρωμα μπροστά στον νεκρό. Αφού όμως η ζωή είναι ανεξήγητη χαρτορίχτα που μοιράζει τον χρόνο κατά βούληση, ο ζωντανός –έστω κι αν τρέμει μήπως το σύμπαν πέσει πάνω και τον πλακώσει– μετατρέπει τη μνήμη του σε σκοτεινή αγιότητα, ιδρύει μια σχέση εξ απορρήτων με τον βαθύτερο εαυτό του, το σκάει μέσα στον χρόνο έστω και ερήμην του χρόνου, κάνοντας ποιητικό χαρακίρι.

Φιδάκι τρώει τα μάτια της
Σκουλήκι τα μαλλιά της
Μα της ψυχής το βάσανο
Ταΐζει τη μιλιά μου.

Χωρίς καμιά αμφιβολία ο πενθών  αποκτά δεύτερη ψυχή, αποδέχεται τις ριπές της τρέλας, κι αφού η ποίηση είναι ψάρι φωτοβλέφαρο, θυμίζει μάτι όπου ρέει το δάκρυ του χρόνου κι έτσι γεμίζει η γκλάβα μας.

Βιβλίο
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ