Πέθανε η φωνή των σταρ του Χόλιγουντ

Πέθανε η φωνή των σταρ του Χόλιγουντ Facebook Twitter
Η Νίξον ήταν η πρώτη που πιστοποίησε πως η χρησιμότητα, σε μια φάμπρικα που παράγει ασταμάτητα, είναι εξίσου σημαντική με τη διασημότητα και πως το ταλέντο λαμβάνει πολλές αποχρώσεις.
0

Μια από τις πιο γνωστές άγνωστες στην ιστορία του κλασικού Χόλιγουντ, τότε που το μιούζικαλ ήταν στις δόξες του και τα στούντιο δεν διακινδύνευαν έστω και μισό φάλτσο, η Μάρνι Νίξον ήταν εκείνη που έσωνε την παρτίδα, με τον πιο αθόρυβο, και ίσως μειωτικό γι' αυτήν, τρόπο. Τραγουδώντας μια από τις φωνές των αγγέλων στην «Ιωάννα της Λορένης», με την Ίνγκριντ Μπέργκμαν, η εκπαιδευμένη από μικρή σε χορωδίες και καλλιεργημένη στο κλασσικό τραγούδι Νίξον, ντουμπλάρισε την Μάργκαρετ Ο Μπράιαν σε δύο ταινίες, πριν ξεκινήσει μια στενή συνεργασία με την καθιερωμένη, αλλά φωνητικά τελείως άπειρη, Ντέμπορα Κερ (ή Καρ, όπως προφερόταν κανονικά), πρώτα στην τεράστια επιτυχία «Ο Βασιλιάς κι Εγώ», και την επόμενη χρονιά, στο «An Affair to Remember». Στο μεσοδιάστημα, προηγήθηκε μια μικρή, αλλά αποτελεσματική παρέμβαση της, στις ψηλές νότες των τραγουδιών της Μέριλιν Μονρόε, στο «Οι Κύριοι Προτιμούν τις Ξανθές». Η φήμη της διαδόθηκε στο Χόλιγουντ όταν στο εξαιρετικά απαιτητικό «West Side Story», αντικατέστησε εντελώς την ερμηνεία της Νάταλι Γουντ ως Μαρία, (αλλά και της Ρίτα Μορένο, στο κουιντέτο του Tonight), την ίδια στιγμή που το στούντιο είχε αποκρύψει το γεγονός από την ηθοποιό, μάλλον για να μην της ρίξει το εύθραυστο ηθικό- ήταν τόσο χαϊδεμένη, που πίστευε πως μπορεί να τα καταφέρει; Ας μην ξεχνάμε πως, αν και στην πτωτική του πορεία, το Χόλιγουντ εκείνης της εποχής έλεγχε απόλυτα το προϊόν και κυρίως τους συντελεστές που δούλευαν στα σπλάχνα του, αποφασίζοντας αυτοκρατορικά για τη μορφή και τις λεπτομέρειες των ταινιών, και επηρεάζοντας ακόμη και την εξωκινηματογραφική τους ζωή. Εκτός από την έλευση της τηλεόρασης και την νομοτελειακή παρακμή, ένας από τους κύριους λόγους της πτώσης της αυτοκρατορίας, έστω και αν δεν αναφέρεται εκτεταμένα, είναι η απελευθέρωση των σκηνοθετών αλλά και των ηθοποιών από το στρεβλό οικογενειακό μοντέλο, με την παράλληλη δύναμη που απέκτησαν οι ατζέντηδες που τους εκπροσωπούσαν. Αυτό εξηγεί εν πολλοίς την εντυπωσιακή αλλαγή ύφους των ερμηνειών μετά τη δεκαετία του 70: παλιότερα, οι ηθοποιοί έπαιζαν το ρόλο τους, γιατί υπάκουαν στις οδηγίες (δεν μπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς), ενώ στη συνέχεια, έδιναν μια πιο αυτοσχεδιαστική, μοντέρνα performance, όπως ο Πατσίνο και ο Ντε Νίρο, με ακραία και ανεξέλεγκτα, αν και συναρπαστικά φαινόμενα, όπως στην περίπτωση του Μάρλον Μπράντο στους Φυγάδες του Μισούρι, με την ενθάρρυνση της νέας γενιάς των σκηνοθετών, όπως ο Άρθουρ Πεν και ο Ρόμπερτ Άλτμαν. Το καινούριο σινεμά, που αποκαλείται από κάποιους μελετητές, presentational, επανέφερε στα γνώριμα αφηγηματικά του μονοπάτια, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, ο Τζορτζ Λούκας με τον Πόλεμο των Άστρων- αλλά αυτή είναι μια άλλη, μεγάλη συζήτηση.


Η Νίξον προσπάθησε, χωρίς να το κάνει θέμα, να διεκδικήσει έμπρακτη «πίστωση», με τη μορφή των δικαιωμάτων, για τη συνεισφορά της, για πρώτη φορά στο «West Side Story». Της την αρνήθηκαν, όπως ήταν αναμενόμενο, και μόνο ο Λέναρντ Μπερνστάϊν τίμησε έναν όρο του συμβολαίου και της έδωσε το νόμιμο ποσοστό της από τα δικαιώματα του έργου που άλλωστε αυτός είχε συνθέσει. Το όνομα της Νίξον έγινε ιδιαίτερα γνωστό, και μάλιστα ακούστηκε ως αστείο στην απονομή των Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, με τη διαμάχη κορυφής γύρω από την κινηματογραφική μεταφορά του «Ωραία μου Κυρία». Το μουσικοχορευτικό θεατρικό, που βασιζόταν στον Πυγμαλίωνα του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, είχε κάνει τεράστια επιτυχία στο Broadway, η νεοφερμένη, και εξαιρετικά προικισμένη, Τζούλι Άντριους, αλλά ο Τζακ Γουόρνερ δεν την πίστευε και έβαλε βέτο για την αγαπημένη του επιλογή, την Όντρεϊ Χέμπορν, στο φιλμ που θα σκηνοθετούσε ο Τζορτζ Κιούκορ, πάντα με τον Ρεξ Χάρισον στο ρόλο του καθηγητή Χίγκινς. Όλα καλά, μόνο που η χαριτωμένη Χέμπορν δεν μπορούσε να τραγουδήσει με επάρκεια, και κλήθηκε ξανά, πυροσβεστικά, η Νίξον για να ντουμπλάρει, με την εγνωσμένη της προσαρμοστικότητα, όλα τα τραγούδια της Ελάιζα Ντούλιτλ, στο ρόλο που είχε παίξει και η ίδια σε μια μικρότερου βεληνεκούς παραγωγή στη σκηνή του New York City Center. Η ιστορικά πιο συντηρητική Disney εμπιστεύτηκε την Άντριους για τον αξέχαστο ρόλο της νταντάς Μέρι Πόπινς, η Χέμπορν δεν προτάθηκε καν για Όσκαρ, η Άντριους το κέρδισε το 1964 (απονομή το 1965) και από το πόντιουμ ευχαρίστησε χαμογελαστά, αλλά σαφώς ειρωνικά, τον Τζακ Γουόρνερ, για το ξεκίνημα μιας λαμπρής καριέρας. Ουσιαστικά, θα έπρεπε να αναφέρει την Μάρνι Νίξον για την ξεχωριστή ικανότητα της να μην ξεχωρίζει, γιατί, αν δεν συνηθιζόταν αυτό, οι κεφαλές θα καταλάβαιναν πως δε γίνεται να "κλέψουν" ολόκληρο μιούζικαλ, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ειδικός λόγος να το κάνουν. Για παράδειγμα, ο Τζέϊμι Φοξ, ο οποίος μπορεί να τραγουδήσει, ορθώς δεν τόλμησε να κοπιάρει τον αμίμητο Ρέϊ Τσαρλς στο Ray, αλλά μόνο να τον υποδυθεί, όπως ακριβώς έκανε και η Μαριόν Κοτιγιάρ ως Εντίθ Πιάφ. Αμφότεροι πήραν Όσκαρ χωρίς να αρθρώσουν νότα, αλλά με τι υποκριτική δεξιοτεχνία ισορρόπησαν τον σεβασμό των παραγωγών και των σκηνοθετών προς το πρωτότυπο, εμβληματικό υλικό! Ενώ, η Μισέλ Φάιφερ στο «Fabulous Baker Boys», έβγαλε μια μικρή, νόστιμη, καλιμπραρισμένη φωνή, αλλά έδωσε ατμόσφαιρα και προσωπικότητα, αντί να ντουμπλαριστεί από μια επίπλαστη τελειότητα, από κάποια άλλη, άνετα καλύτερη από εκείνην.

Πέθανε η φωνή των σταρ του Χόλιγουντ Facebook Twitter
H χαριτωμένη Χέμπορν δεν μπορούσε να τραγουδήσει με επάρκεια, και κλήθηκε ξανά, πυροσβεστικά, η Νίξον για να ντουμπλάρει, με την εγνωσμένη της προσαρμοστικότητα, όλα τα τραγούδια της Ελάιζα Ντούλιτλ στο «Ωραία μου Κυρία».

Με την απροθυμία των μελών της Ακαδημίας να επισημάνουν κάτι θετικό στην περίπτωση της Χέμπορν (δεν είχαν συνολικό πρόβλημα με το «Ωραία μου Κυρία», το οποίο και φιλοδώρησαν με 8 Όσκαρ), παρατηρήθηκε μια μεταστροφή στη συνήθεια της αόρατης κάλυψης, με επιχείρημα το απρόσωπο αποτέλεσμα. Η Νίξον, χωρίς να φταίει, ελαφρώς δαιμονοποιήθηκε, μόνο και μόνο επειδή έκανε τη δουλειά της, και ότι ακριβώς της ζητούσαν τόσα χρόνια, χωρίς να της δώσουν μια πραγματική ευκαιρία να δείξει το πραγματικό της πρόσωπο, αλλά και την αληθινή της φωνή. Μάλιστα, το περιοδικό Time την έχρισε The Ghostess with the Mostest (το Φάντασμα με τα πολλά προσόντα). Η μικρή της εμφάνιση, ως αδελφή Σοφία, στη «Μελωδία της Ευτυχίας», κατά σύμπτωση, δίπλα στην Τζούλι Άντριους, την ακριβώς επόμενη χρονιά, δεν στάθηκε ικανή για μεγαλύτερους ρόλους, τουλάχιστον στο σινεμά, γιατί μια καριέρα στο θέατρο την είχε, και δισκογραφικά, επικεντρώθηκε περισσότερο στο κλασσικό τραγούδι και μάλιστα απέσπασε δύο υποψηφιότητες για Γκράμι. Αν υποθέσουμε πως κάτι τέτοιο συνέβαινε στις μέρες μας, ένα σωματείο, αν όχι η ίδια, θα διεκδικούσαν τα δικαιώματα που της αναλογούσαν. Η Μερσέντες Μακέμπριτζ, μια πεπειραμένη καρατερίστα με Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου για το «Όλοι οι Άνθρωποι του Βασιλιά», έκανε παραπάνω από τη μισή δουλειά στο διαβολικό κρεσέντο της Λίντα Μπλερ στον «Εξορκιστή», εκστομίζοντας της γνωστές βρισιές της ανήλικης Ρέγκαν με ανατριχιαστική, και ελάχιστα παραμορφωμένη από τεχνικά μέσα, φωνή, αλλά ο σκηνοθέτης Γουίλιαμ Φρίντκιν δεν της παραχώρησε το credit, ούτε καν στους τίτλους. Η ηθοποιός διαμαρτυρήθηκε, εισακούστηκε και αποκαταστάθηκε, ενώ ο Φρίντκιν παραδέχθηκε το λάθος του και ζήτησε συγγνώμη- φαντάζομαι με το αζημίωτο. Πολλά χρόνια αργότερα, μερικοί αναρωτήθηκαν αν η motion capture ερμηνεία του Άντι Σέρκις ως Γκόλουμ άξιζε κάτι παραπάνω από τον θαυμασμό των φανατικών και μια απλή αναφορά στους τίτλους, ίσως και κάποιο βραβείο, ως κανονική, κι όχι χαριστική ή μερική, ερμηνεία. Συνδικαλιστικά και κυρίως δεοντολογικά, η βιομηχανία των μονομερών συμβολαίων και του κλειστού οικοσυστήματος, έχει διανύσει μεγάλη απόσταση από την παλαιάς κοπής, δουλική ευγνωμοσύνη των σταρ στους πατερούληδες που υλοποιούσαν το όνειρο, ως την περίπου απλή αναλογική της συνεισφοράς του καθενός.

Πέθανε η φωνή των σταρ του Χόλιγουντ Facebook Twitter
«20 Feet from Stardom»


Η πονεμένη περίπτωση της Μάρνι Νίξον φέρνει στο νου το καταπληκτικό ντοκιμαντέρ του Μόργκαν Νέβιλ, «20 Feet from Stardom», που απέσπασε το Όσκαρ στην κατηγορία του το 2014 και δεν παίχτηκε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες, ακολουθώντας την αρνητική μοίρα των ταινιών που σχετίζονται με μουσική. Μέσα από την πορεία της Νταρλίν Λοβ, της Μέρι Κλέϊτον και της Λίσα Φίσερ, εξετάζονται οι διαφορετικές προσωπικότητες τριών backup singers, που αρίστευσαν επαγγελματικά, έκαναν καριέρες που άντεξαν στο χρόνο και αντιμετώπισαν τη δουλειά τους με άλλη ματιά η καθεμία. Ανάμεσα στις πρωταγωνίστριες του rock n' roll, και τις τραγουδίστριες που διέθεταν το ταλέντο αλλά δεν βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία, η ταινία κατέδειξε τρεις διαφορετικές προθέσεις και προσεγγίσεις στις ισάριθμες περιπτώσεις των εν λόγω γυναικών. Στα δύο άκρα τοποθετούνται η Λοβ και η Φίσερ: η πρώτη χάρηκε τη θέση της, και την αξιοποίησε όσο μπορούσε, δεδομένων των ευκαιριών και της αυτογνωσίας της, παίζοντας ακόμη και σε ταινίες, όπως το «Φονικό Όπλο», ενώ η Φίσερ συνειδητά δεν επιδίωξε τίποτε παραπάνω από το δεύτερη φωνή, επιλέγοντας μια ήπια ζωή και ένα ελεγχόμενο ωράριο, δίνοντας πάντα τα ρέστα της στην πίσω σειρά της μπάντας- ακόμη θυμάμαι τον Μικ Τζάγκερ να της γλύφει τα πόδια, στο απίστευτο jam του Some Girls, στη συναυλία των Rolling Stones στο ΟΑΚΑ. Από την άλλη μεριά, η Κλέιτον δοκίμασε τις δυνάμεις της με σόλο καριέρα, κάνοντας ένα δυναμικό soul άλμπουμ, το ομώνυμο του 1975, με προδιαγραφές ξεπετάγματος, ένα επιτελείο διαλεγμένων μουσικών να τη συνοδεύει, και την πλήρη υποστήριξη της εταιρείας της. Τίποτε δεν έγινε, ο δίσκος δεν πούλησε καθόλου, βραβεία δε ήρθαν, και η Κλέϊτον το θυμάται σαν το όνειρο που ξίνισε εφιαλτικά, και κλαίει με ειλικρίνεια στο ντοκιμαντέρ, συγκινώντας αυθεντικά, όπως όμως και οι άλλες δύο, με την εξομολόγηση τους σε άλλο ύφος, για τη φιλοσοφική πλέον έννοια του δευτεραγωνιστή μπροστά σε ένα κοινό που θέλει να χειροκροτεί τον πρώτο κι ένα οργανωμένο σύστημα που ανενδοίαστα ποντάρει σε αυτόν. Ο αμερικανικός όρος, unsung heroes, ταιριάζει γάντι στις περιπτώσεις τους.


Δεν είναι γεννημένοι όλοι για το μονοπώλιο του προβολέα, και μερικοί από τους καλούς, δεν το θέλουν σώνει και καλά, σε πείσμα των απερίσκεπτων βιογράφων που προσπερνούν τις λεπτομέρειες στο βάθος της μεγάλης εικόνας. Η Νίξον ήταν η πρώτη που πιστοποίησε πως η χρησιμότητα, σε μια φάμπρικα που παράγει ασταμάτητα, είναι εξίσου σημαντική με τη διασημότητα και πως το ταλέντο λαμβάνει πολλές αποχρώσεις. Το γεγονός πως πέρασε ξυστά, αν και μέσα σε αυτήν κατά κάποιον τρόπο, από τη φήμη, δεν έχασε το μυαλό της, δεν απογοητεύτηκε και δεν τα παράτησε, τραγουδώντας μέχρι τα γεράματά της, είναι μια σαφής ένδειξη πως γνώριζε ποια ήταν και μέχρι που μπορούσε να φτάσει, αγνοώντας ψύχραιμα δύο κακές συντρόφους της λογικής, την παρανόηση και την παράνοια.

Πέθανε η φωνή των σταρ του Χόλιγουντ Facebook Twitter
Mάρνι Νίξον, 1930-2016
Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ