Χάϊνριχ Μπελ: Η μοναχική περίπτωση ενός ουμανιστή και ακτιβιστή συγγραφέα

Χάϊνριχ Μπελ: Η μοναχική περίπτωση ενός ουμανιστή και ακτιβιστή συγγραφέα Facebook Twitter
Το εκτενέστερο και πιο φιλόδοξο έργο του Μπελ κατά τη δεκαετία του '50 είναι το "Μπιλιάρδο στις εννιάμιση" όπου σε έντονο ύφος αλλά και με τρυφερότητα και επιείκια, αφηγείται την ιστορία της εποχής του με τον πόνο, τις αυταπάτες και τις ελπίδες της, μέσα από το πρίσμα της ιστορίας μιας οικογένειας γερμανών αρχιτεκτόνων.
0

Ο γερμανός νομπελίστας Χάινριχ Μπελ –πεζογράφος που αγαπήθηκε πολύ και στη δική μας χώρα- ισχυριζόταν πως συγγραφέας δεν είναι παρά εκείνος που όσοι επιθυμούν να τον διαβάσουν το μπορούν, ανεξάρτητα από την εκπαίδευση που έχουν δεχτεί, ανεξάρτητα από τα προνόμιά τους. Διαφορετικά, έλεγε, δεν υπάρχει συγγραφέας. Αυτό ακριβώς ισχύει και στην περίπτωσή του. Ο δημιουργός του «Κλόουν» και της «Χαμένης τιμής της Καταρίνα Μπλουμ» δεν έκανε παραχωρήσεις στη λογοτεχνία του συρμού, δεν κολάκευσε το κοινό του. Τα βιβλία του όμως ήταν και παραμένουν προσβάσιμα σε όλους. Ουμανιστής, αντικομφορμιστής, άνθρωπος της δράσης, μολονότι δαφνοστεφανομένος και δημοφιλής έχτισε το έργο του μοναχικά, μακριά από μόδες, στρατευμένος στον αγώνα της αναθεώρησης των αξιών που είχαν προταθεί στους συμπατριώτες του επί ναζισμού, αποφασισμένος να καταδείξει τις μακροπρόθεσμες συνέπειες από την ανοχή στον Χίτλερ και το καθεστώς του. Ποιά ήταν η διαδρομή του; Ευκαιρία να το θυμηθούμε όχι μόνο επειδή φέτος συμπληρώνονται τριάντα χρόνια από τον θάνατό του, αλλά κι επειδή όπου να ΄ναι επανακυκλοφορεί στα ελληνικά ένα από τα κορυφαία έργα του, το «Ομαδικό πορτρέτο με μια κυρία» (μετ. Μ. Ζαχαριάδου, εκδ. Πόλις).

Γεννημένος στην Κολωνία το 1917 μέσα σε μια φιλότεχνη και φιλελεύθερη οικογένεια, ο Μπελ γαλουχήθηκε με τις αξίες του καθολικισμού κι επηρεάστηκε έντονα από την κουλτούρα και την παράδοση της πόλη του, της διχασμένης ανάμεσα στην καθολική αστική τάξη και το κόκκινο προλεταριάτο. Την εποχή που εισβάλλουν εκεί οι ναζί ο ίδιος πηγαίνει στο γυμνάσιο ακόμη και, σε αντίθεση με άλλους δεκαπεντάχρονους, αρνείται να ενταχθεί στη χιτλερική νεολαία. Όπως θα γράψει αργότερα σ' ένα αυτοβιογραφικό του δοκίμιο, οι λόγοι που πήρε τις αποστάσεις του, πέρα από ηθικοί και πολιτικοί ήταν κι αισθητικής φύσεως: ούτε η στολή τους του άρεσε, ούτε ενδιαφερόταν να παρελαύνει με το βήμα της χήνας. Είχε ήδη αρχίσει να γράφει (βλ. τα διηγήματα της συλλογής "Ο χλωμός σκύλος).

Με το που παίρνει απολυτήριο πιάνει δουλειά ως μαθητευόμενος σε βιβλιοπωλείο της Βόννης και το καλοκαίρι του 1939 γράφεται στο πανεπιστήμιο της Κολωνίας για να σπουδάσει γερμανική και κλασική φιλολογία. Ωστόσο, το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς καλείται στο στρατό και για τα επόμενα έξι χρόνια οι ανάγκες του πολέμου θα τον οδηγήσουν στην Πολωνία, τη Γαλλία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Σοβιετική Ενωση, μέχρι που θα συλληφθεί από τους Αμερικανούς και θα οδηγηθεί σε στρατόπεδο αιχμαλώτων. Η Κολωνία που θ' αντικρύσει το '45 ο Μπελ είναι μια πόλη κατεστραμένη. Κι είναι μέσα σ' αυτό το ρημαδιό που σφυρηλατείται η συγγραφική ταυτότητά του.

Σημαντικό μέρος των χρημάτων που συνόδευαν το βραβείο, ο Μπελ θα τα διαθέσει για να βοηθήσει τις οικογένειες συγγραφέων άλλων χωρών που βρίσκονταν φυλακισμένοι για τις ιδέες τους, και στο δικό του σπίτι είναι που θα βρεί καταφύγιο ο Σολτσενίτσιν όταν αποπέμφθηκε από τη Σοβιετική Ένωση. Διόλου τυχαίο που, επί δικτατορίας, επισκέφτηκε και την Ελλάδα, προκαλώντας στο χουντικό καθεστώς τεράστια δυσφορία.

Από την ίδια χρονιά θ΄αρχίσει να δημοσιεύει σ' εφημερίδες και περιοδικά διηγήματα και νουβέλες που ανασυνθέτουν την ατμόσφαιρα της ανεπανόρθωτης καταστροφής, της ανημποριάς και της απελπισίας, υιοθετώντας συνειδητά την τεχνική της αποσπασματικής αφήγησης, κι ένα ύφος λιτό, επηρεασμένο από τον Χέμινγουέι, χωρίς στολίδια. Θα ξεκινήσει περιγράφοντας την άθλια ζωή των στρατιωτών κατά τη διάρκεια του πολέμου ("Το τρένο ήρθε στην ώρα του", "Αδάμ, πού ήσουν;"), κι αφού ζωντανέψει την ανέχεια της μεταπολεμικής περιόδου ("Το ψωμί των πρώτων χρόνων") στην πορεία θα στρέψει την κριτική του στις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της νεοσύστατης Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας αποτυπώνοντας το ηθικό κενό πίσω από το εντυπωσιακό οικονομικό της θαύμα.

Από τις αρχές της δεκαετίας του '50 ο Χάινριχ Μπέλ συμμετέχει στις συναντήσεις της λογοτεχνικής ομάδας "Γρούπα 47", στόχος της οποίας ήταν να μπολιάσει τη μεταχιτλερική κοινωνία με τις δημοκρατικές αξίες, γίνεται μέλος της γερμανικής Ακαδημίας για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία όπως και του γερμανικού PEN, κι όχι μόνο βιοπορίζεται πια αλλά και διακρίνεται για τα γραπτά του. Η συγγραφή για τον ίδιο ήταν μάλλον αργή διαδικασία. Όπως εξηγούσε (σε συνέντευξή του που ενέταξε ο Αλέξης Ζήρας στο βιβλίο "Η τέχνη της γραφής στον 20ό αιώνα"), "μου έρχονται στο νου ορισμένες καταστάσεις, αρχίζω να τις απεικονίζω με λόγια κι έπειτα επινοώ τους χαρακτήρες. Η κατάσταση είναι εκείνη που δημιουργεί τους ανθρώπους, που καθοδηγεί τη συμπεριφορά τους και τα όσα λένε. Καμιά φορά, μια κατάσταση πραγμάτων είναι τόσο ενδιαφέρουσα ή ελκυστική, ώστε συσσωρεύονται πολύ περισσότερα πρόσωπα απ' όσα τελικά χρειάζονται για να γίνει ένα επιτυχημένο πάρτι. Το πάρτι γίνεται μεγάλο και υπάρχει πρόβλημα στην γνωριμία των ανθρώπων μεταξύ τους. Έτσι, αναγκάζομαι να πετάω έξω μερικούς. Δεν ξέρω αν το παράδειγμά μου είναι επιτυχημένο, το γράψιμο όμως για μένα είναι αυτό ακριβώς: μια δημοκρατική διαδικασία που την επινοώ στην πράξη...".

Χάϊνριχ Μπελ: Η μοναχική περίπτωση ενός ουμανιστή και ακτιβιστή συγγραφέα Facebook Twitter
Χάινριχ Μπελ και Nodar Kakabadze

Το εκτενέστερο και πιο φιλόδοξο έργο του Μπελ κατά τη δεκαετία του '50 είναι το "Μπιλιάρδο στις εννιάμιση" όπου σε έντονο ύφος αλλά και με τρυφερότητα και επιείκια, αφηγείται την ιστορία της εποχής του με τον πόνο, τις αυταπάτες και τις ελπίδες της, μέσα από το πρίσμα της ιστορίας μιας οικογένειας γερμανών αρχιτεκτόνων. Ένα μυθιστόρημα "ικανό να κάνει καλύτερους τους ανθρώπους", σύμφωνα με τον πάπα της γερμανικής κριτικής Μαρσέλ Ράιχ Ρανίτσκι. Στο "Μια ζωή", την αυτοβιογραφία του, ο τελευταίος αφιερώνει κάμποσες σελίδες στον Μπελ, ανακαλώντας λεπτομερώς την βοήθεια που του είχε προσφέρει την περίοδο που ο ίδιος αποφάσιζε να εγκαταλείψει την κομμουνιστική Πολωνία για την Δ. Γερμανία. Όπως μάλιστα αναφέρει, όταν το '72 ρωτήθηκε από την Σουηδική Ακαδημία σε ποιόν ανήκει το δικαιωματικά το Νόμπελ, δεν ταλαντεύτηκε πολύ: "Κατανόμασα τον Χάινριχ Μπελ", γράφει, "εκείνον, τον γερμανό ιεροκήρυκα με τα κλοουνίστικα χαρακτηριστικά και τον τρελό με την ιερατική αξιοπρέπεια, εκείνον που μέσα σε μια νύχτα σχεδόν έγινε ένας Praeceptor Germaniae, ένας διδάσκαλος, που όμοιόν του δεν είχε ποτέ η Γερμανία. Ωστόσο, δεν υπερεκτιμώ τη δική μου επιρροή: και να μην τον είχα προτείνει εγώ, υποθέτω πως το βραβείο θα του απένεμαν ούτως ή άλλως».

Γεγονός είναι πως, μέχρι να φτάσει εκείνη η στιγμή, το έργο του Μπελ, καταχωρημένο στις συνειδήσεις ως αντιπροσωπευτικό της «λογοτεχνίας των ερειπίων», θα έχει αποκτήσει μια νέα διάσταση, χάρη στις «Απόψεις ενός κλόουν» (1963). Πρωταγωνιστής εδώ είναι ένας γόνος πλούσιας και ισχυρής οικογένειας που έχει εγκαταλείψει το πατρικό του, αηδιασμένος από την υποκρισία και την ψευτιά των δικών του κι εκείνων που τους περιστοιχίζουν. Σ' αυτό το μυθιστόρημα ο Μπελ στέκεται κριτικά απέναντι στο κυρίαρχο πνεύμα της ανόρθωσης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας και μέσω του ήρωά του, σατιρίζει από τον πνευματικό κομφορισμό των συγχρόνων του και το πολιτικό κατεστημένο μέχρι την επίσημη, συντηρητική ρωμαϊκαθολική Εκκλησία, με την οποία ο ίδιος, αν και βαθύτατα πιστός, θα έρθει σύντομα σε οριστική ρήξη.

Κι έπειτα, το 1971, ξαναπιάνοντας όλα τα θέματα που τον είχαν απασχολήσει ως τότε, δίνει το θεωρούμενο από πολλούς magnum opus του, ένα μυθιστόρημα που μοιάζει με ντοκιμαντέρ και το οποίο θα γυριστεί αργότερα σε ταινία με πρωταγωνίστρια τη Ρόμι Σνάιντερ, το "Ομαδικό πορτέτο με μια κυρία": μια τοιχογραφία της γερμανικής κοινωνίας από τις αρχές ως τα μέσα του 20ού αιώνα, δοσμένη μέσα από ένα κολάζ αναρίθμητων μαρτυριών γύρω από την ζωή και την προσωπικότητα μιας "σχεδόν τέλειας" ανθρώπινης ύπαρξης, της Λένι. Με επίκεντρο αυτήν την απλή, δίχως ίχνος ηρωισμού, εσωστρεφή γυναίκα που έζησε τη γιγάντωση του ναζισμού κι επέζησε του πολέμου, που υπέστη ένα σωρό φρικαλεότητες και απώλειες χωρίς να χάσει την δύναμη και την ανθρωπιά της, ο Χάινριχ Μπελ ζωντανεύει ένα πλήθος χαρακτήρων –μεγαλοβιομήχανους και μεγαλοεπιχειρηματίες, στρατιώτες, μετανάστες και εργάτες, πόρνες, νοσοκόμες και καλόγριες, επιτυχημένους κι ατιδραστικούς, αποτυχημένους και καιροσκόπους- φιλοτεχνώντας με φαινομενική αφέλεια αλλά και με απίστευση οξυδέρκεια το πορτρέτο ενός ολόκληρου λαού σε κρίση. Μετά από αυτό το μυθιστόρημα, το 1972, τιμήθηκε με Νόμπελ, παραλαμβάνοντας το πρώτο που δινόταν σε συγγραφέα της χώρας του έπειτα από εκείνο στον Τόμας Μαν το μακρινό 1929. Να πώς κατέληγε η ομιλία του γραμματέα της Σουηδικής Ακαδημίας κατά την τελετή απονομής του βραβείου: "Η ανανέωση στο χώρο της γερμανικής λογοτεχνίας, που έκφρασή της αποτελεί η πνευματική δημιουργία του Χάινριχ Μπελ και στην οποία συνέβαλε τόσο αποφασιστικά ο ίδιος, δεν είναι μορφικό πείραμα: όποιος απειλείται με πνιγμό δεν νοιάζεται πώς να κολυμπήσει περίτεχνα. Εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ανανέωση που πηγάζει από την καταστροφή, με μια ζωή που ανασταίνεται, με μια πνευματική σπορά που τράφηκε από την νοσταλγία μέσα σε παγερές νύχτες, που φυτρώνει, βγαίνει στο φως και γεννάει καρπούς για να μας θρέψει και να μας ωφελήσει όλους. Τέτοιες προσφορές ήθελε να τιμήσει με το βραβείο του ο Αλφρεντ Νόμπελ".

Χάϊνριχ Μπελ: Η μοναχική περίπτωση ενός ουμανιστή και ακτιβιστή συγγραφέα Facebook Twitter
Oξύς θα σταθεί και με τον κίτρινο τύπο, οι πρακτικές του οποίου θα του εμπνεύσουν την «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ». Μια νουβέλα για το πώς γεννιέται και για το πού μπορεί να οδηγήσει η βία, όπου υπογραμμίζεται ο ρόλος της γλώσσας ως εργαλείο δημαγωγίας και η οποία, χάρη και στην κινηματογραφική μεταφορά της από τον Φόλκερ Σλέντορφ, αποδείχτηκε το δημοφιλέστερο έργο του.

Σημαντικό μέρος των χρημάτων που συνόδευαν το βραβείο, ο Μπελ θα τα διαθέσει για να βοηθήσει τις οικογένειες συγγραφέων άλλων χωρών που βρίσκονταν φυλακισμένοι για τις ιδέες τους, και στο δικό του σπίτι είναι που θα βρεί καταφύγιο ο Σολτσενίτσιν όταν αποπέμφθηκε από τη Σοβιετική Ένωση. Διόλου τυχαίο που, επί δικτατορίας, επισκέφτηκε και την Ελλάδα, προκαλώντας στο χουντικό καθεστώς τεράστια δυσφορία. Πρόεδρος τώρα του διεθνούς PEN και πάντα έτοιμος ν' αναμιχθεί στα πολιτικά πράγματα –«ποτέ μου δεν ξεχώρισα την λογοτεχνία από την πολιτική, το κάθε τι που γράφεις, ακόμα κι ένα ποίημα, είναι μια πολιτική πράξη εφόσον κοινοποιείται»- ο Μπελ θα υποστηρίξει ανοιχτά τους Σοσιαλδημοκράτες χωρίς ωστόσο να μετριάσει την κριτική του για την στάση του κόμματος απέναντι στην άκρα αριστερά. Αντίστοιχα οξύς θα σταθεί και με τον κίτρινο τύπο, οι πρακτικές του οποίου θα του εμπνεύσουν την «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ». Μια νουβέλα για το πώς γεννιέται και για το πού μπορεί να οδηγήσει η βία, όπου υπογραμμίζεται ο ρόλος της γλώσσας ως εργαλείο δημαγωγίας και η οποία, χάρη και στην κινηματογραφική μεταφορά της από τον Φόλκερ Σλέντορφ, αποδείχτηκε το δημοφιλέστερο έργο του.

Οι πρώτες μεταφράσεις του Μπελ στην Ελλάδα έγιναν αμέσως μετά τη βράβευσή του με Νόμπελ από τον Γιάννη Λάμψα και τις εκδόσεις Ζάρβανος, ενώ στη δεκαετία του '80 τη σκυτάλη πήραν οι εκδόσεις Γράμματα. Σήμερα, από τη βάση της Biblionet φαίνεται ότι βρίσκονται σε κυκλοφορία δεκατρία βιβλία του (από τα Γράμματα, τον Πατάκη, το Μεταίχμιο και τις εκδόσεις Πόλις) ανάμεσα στα οποία το προτελευταίο του μυθιστόρημα «Ασφυκτική προστασία» και το κύκνειο άσμα του «Γυναίκες σε τοπίο με ποτάμι». Στα χρόνια που μεσολάβησαν από τον θάνατό του, το 1985, η τέχνη της μυθοπλασίας σαν να έχασε μέρος του ειδικού της βάρους στην κοινωνία. Ο ίδιος ωστόσο επέμενε –και καλό είναι να το θυμόμαστε στη χρησιμοθηρική εποχή μας- ότι «συγκρίνοντας κανείς ένα βιβλίο ιστορίας μ' ένα καλό μυθιστόρημα που έχει γραφτεί την ίδια περίοδο, θα βρεί στο δεύτερο πολύ περισσότερες όψεις της πραγματικότητας απ΄ όσες στο πρώτο. Τα ιστορικά βιβλία προσφέρουν τις βασικές γραμμές, τα γεγονότα, αλλά αποσιωπούν τις λεπτομέρειες που δικαιολογούν τα όσα συνέβησαν. Ο ιστορικός βάζει στο ίδιο τσουβάλι φαινόμενα που έχουν μικρές ή μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Κανονικά οι διαφορές αυτές δεν θα έπρεπε να χάνονται, γιατί αναδεικνύουν την πολυμορφία μιας πραγματικότητας. Κι αυτήν την πολυμορφία καλείται να υπηρετήσει το μυθιστόρημα κι ο μυθιστοριογράφος».

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ