Η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου κατέγραψε την εμπειρία της με τον καρκίνο σε ένα συγκλονιστικό βιβλίο

Η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου κατέγραψε την εμπειρία της με τον καρκίνο σε ένα συγκλονιστικό βιβλίο Facebook Twitter
Με το χρονικό του καρκίνου στο δικό της στήθος, η Σοφία Νικολαΐδου, δίνει ένα ντοκουμέντο χωρίς λογοτεχνικές φιλοδοξίες, όπως επιμένει, μια κατάθεση εν θερμώ...
2

Ας είμαστε ειλικρινείς. Ακούμε καρκίνος και μας σηκώνεται η τρίχα. Νιώθουμε δέος, αμηχανία και μια ανομολόγητη ανακούφιση αν το κακό έχει χτυπήσει μακριά. Η αρρώστια, όμως, δεν κάνει διακρίσεις. Εκεί που ζείς με την αλαζονία του υγιούς, εν πλήρει αμεριμνησία, μπορεί ξαφνικά να δεις τη γη να σου φεύγει από τα πόδια κι ό,τι βεβαιότητες έτρεφες να κάνουν φτερά. Μέχρι πρότινος, μια από τις πιο προικισμένες πεζογράφους μας, η Σοφία Νικολαΐδου, πίστευε κι αυτή πως ο καρκίνος συμβαίνει στους άλλους. Ήταν σίγουρη πως η ώρα της θα 'ρθει αφού γεράσει και πως είναι από την πάστα εκείνων που περνούν τη ζωή τους καλά. Ώσπου τον περασμένο Σεπτέμβριο, καθώς ψηλάφιζε στο στήθος της ένα γρομπαλάκι, άναψε μέσα της συναγερμός.  

Έναν χρόνο αργότερα, τα όσα βίωσε από την μαστεκτομή ως την χημειοθεραπεία, τα όσα είδε να χάνει αλλά και να κερδίζει στο μεσοδιάστημα, παραδίδονται από την ίδια σε κοινή θέα, χωρίς στολίδια, ωμά. Γραμμένο μεταξύ σπιτιού και νοσοκομείου, μέρα με τη μέρα, σε ανάκατες ώρες, πότε στο χαρτί πότε στο κομπιούτερ, ανάλογα με τις δυνάμεις της, το καινούριο της βιβλίο «Καλά και σήμερα» (εκδ. Μεταίχμιο) δεν είναι λογοτεχνία, λέει η Νικολαΐδου, είναι μια φωτογραφία της πραγματικότητας. «Όταν η ζωή εφορμά, η λογοτεχνία σωπαίνει. Ας κλείσει επιτέλους το στόμα της, να δούμε τι έχουν να πουν οι λέξεις, όταν μένουν μόνες τους. Τι έχουν να πουν, όταν έχουν απέναντί τους έναν άνθρωπο που νοσεί και πάσχει. Αν έχουν τα κότσια να παρηγορήσουν. Κι αν έχουν τη δύναμη να πουν τα πράγματα με το όνομά τους... Καρκίνος, πές το, και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε».

Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη από πατέρα μουσικό και μητέρα φιλόλογο, μαθήτρια του Μαρωνίτη και του Παπαγγελή στο Αριστοτέλειο και μ’ ένα διδακτορικό για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογογιών στη διδασκαλία της λογοτεχνίας, η Σοφία Νικολαΐδου εισέβαλε στη λογοτεχνική σκηνή στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 με δυό συλλογές μικροσκοπικών πεζών («Ξανθιά πατημένη», «Ο φόβος θα σε βρεί και θα σαι μόνος»), κι  ουδέποτε την εγκατέλειψε έκτοτε. Ο καρκίνος βρήκε την συγγραφέα του «Απόψε δεν κάνουμε φίλους» (The Athens Prize for Literature 2011) υπερδραστήρια, στα 46 της, πάντα πλάι στον ομότεχνό της  Σάκη Σερέφα, πάντα φιλόλογο στη δημόσια εκπαίδευση, μ’ έναν γιό στην προεφηβεία, κι ενώ ετοιμαζόταν η αμερικανική έκδοση του «Χορεύουν οι ελέφαντες;», του μυθιστορήματος που εμπνεύστηκε από την ανεξιχνίαστη δολοφονία του Πολκ. «Σκέφτομαι: είμαστε πολύ νέοι και οι δυο. Έχουμε ζωή μπροστά μας. Ταξίδια που θέλουμε να κάνουμε. Βιβλία που θα θέλαμε να γράψουμε. Τραπέζια κι αγκαλιές. Να χαρούμε το παιδί. Να το δούμε να μεγαλώνει, να ζει τη ζωή του.  Μω την πίστη μ’, που έλεγε και η γιαγιά, θέλω να τα ζήσουμε όλα». Ωστόσο, δεν αναρωτήθηκε «γιατί σε μένα;». Όχι από καλοσύνη ούτε από μοιρολατρία, αλλά επειδή απλώς «προέχει η αντιμετώπιση. Τα υπόλοιπα μπορούν να περιμένουν, για όταν θα έχω την πολυτέλεια να μιζεριάσω με την ησυχία μου».

 

Ναι, ο άνθρωπος αντέχει, αντέχει περισσότερο απ' όσο μπορεί να φανταστεί. Το τι βιώνει, όμως, και το πώς επεξεργάζεται την εμπειρία του, είναι ατομική του υπόθεση, δε χωράνε συγκρίσεις.

 

Από την αρχή η Νικολαΐδου προτίμησε να μοιραστεί το κακό νέο, παρά να ρίχνει με τη σιωπή της νερό στον μύλο των κουτσομπόληδων. Το ανακοίνωσε χωρίς ευφημισμούς στους συγγενείς, τους συναδέλφους, τους φίλους, όπως και στον γιό της, που έμελλε έτσι να μεγαλώσει απότομα. Διαβάζοντας την μαρτυρία της βλέπεις ότι δεν παραιτήθηκε. Μπήκε σε κίνηση, πάλεψε να χωνέψει ότι επτά στις εκατό περιπτώσεις σαν την δική της πεθαίνουν, έπαψε να βουρλίζεται με βλακείες και ξεκίνησε το δικό της είδος ψυχοθεραπείας, γαντζωμένη απ’ αυτό που ήξερε να κάνει καλύτερα.

«Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014. Δεν μπορώ να καθίσω στο σπίτι. Βγαίνω έξω στη θάλασσα. Κρατάω σημειώσεις για την αρρώστια πάνω στο σώμα μου. Δε μου αρκεί. Αρχίζω πια να γράφω κανονικά. Επιτέλους. Το γράψιμο είναι  ο τρόπος μου να ζω τη ζωή μου. Μια φράση που ανέκαθεν πίστευα, όμως δεν την έχω νιώσει ποτέ τόσο βαθιά, σχεδόν στον πυρήνα της ύπαρξης, όσο τώρα. Η συγγραφή έκανε την αρρώστια λιγότερο φοβερή –τολμώ να πω πιό ανάλαφρη. Μου έδωσε τον τρόπο να κρατήσω το μυαλό μου και να οργανώσω τη μέρα μου. Είναι φάρμακο και παρηγοριά. Δύναμη. Δεν ξέρω τι έχουν οι άλλοι να κρατηθούν. Εγώ έχω τους ανθρώπους και τις λέξεις».

 

Μπορούμε να μπούμε στο βάσανο του άλλου ή τουλάχιστον να το επιχειρήσουμε; Αν σταθούμε στις αντιδράσεις που είδε γύρω της η Νικολαΐδου, άλλοι συμπάσχουν, άλλοι δείχνουν να νοιάζονται πραγματικά, άλλοι «στέλνουν κρύα διεκπεραιωτικά μηνύματα σαν να στέλνουν γλαδιόλες. Λένε μισή φράση και βγαίνουν από την υποχρέωση». Πέρα από τους αδιάφορους αλλά και τους κακούς –γιατί υπάρχουν κι αυτοί -  η ίδια αναφέρεται και σε μια κατηγορία ακόμα, τους ήδη καρκινοπαθείς που, καλοπροαίρετα και με αυτοπεποίθηση, δασκαλεύουν τους καινούριους. Ωστόσο, «η ζωή διδάσκει ότι οι συμβουλές δεν πιάνουν τόπο και η ανθρώπινη εμπειρία δεν μεταδίδεται. Την ακούς με συμπάθεια, παριστάνεις ότι τη συμμερίζεσαι και στο τέλος κάνεις του κεφαλιού σου. (...) Άγνοια κινδύνου. Αυτή είναι η αρρώστια που θέλω. Αρνούμαι ν’ ακούσω την προσωπική ιστορία οποιουδήποτε. Οι ιστορίες είναι καλές όταν έχουν κρυώσει. Τότε μπορούμε να μοιραζόμαστε τη φρίκη και τον πόνο «την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν», που θα έλεγε ο σοφότερος όλων, ο Αριστοτέλης. Τώρα δεν βλέπω, δεν ακούω τίποτε. Μυαλό και σώμα σε επιφυλακή, έτοιμα για μάχη».

 

Η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου κατέγραψε την εμπειρία της με τον καρκίνο σε ένα συγκλονιστικό βιβλίο Facebook Twitter
Από την αρχή η Νικολαΐδου προτίμησε να μοιραστεί το κακό νέο, παρά να ρίχνει με τη σιωπή της νερό στον μύλο των κουτσομπόληδων. Το ανακοίνωσε χωρίς ευφημισμούς στους συγγενείς, τους συναδέλφους, τους φίλους, όπως και στον γιό της, που έμελλε έτσι να μεγαλώσει απότομα. Διαβάζοντας την μαρτυρία της βλέπεις ότι δεν παραιτήθηκε...

Όταν δε γράφεις λογοτεχνία αλλά αντιγράφεις τη ζωή, λέει η Νικολαΐδου, όλα συμβαίνουν εν θερμώ. Οι λέξεις σφυροκοπάνε στο κεφάλι σου, στριμώχνονται, βιάζονται, φωνασκούν, γίνονται φάρμακο. «Η γραφή μεταθέτει το πρόβλημα: κάνει το συμβάν λέξεις, το πηγαίνει απέναντι κι εκεί δεν το ζεις, το κοιτάς να συμβαίνει». Τα χειρουργεία. Το τσιτωμένο δέρμα. Η χρονοβόρος διαδικασία της πλαστικής. Οι βελόνες που ψάχνουν φλέβες. Οι ναυτίες. Η αδυναμία. Οι πόνοι. Το τρομακτικό 7%, η σκιά του θανάτου, και «Το παιχνίδι της χαράς»,  το αθάνατο σωσίβιο της Πολυάννας. Οι φιλενάδες. Η αγωνία του παιδιού. Το σωτήριο χιούμορ. Τα ξεπουπουλιασμένα ματόκλαδα. Η περούκα. Η ζεστασιά του γάμου. Η Νικολαΐδου γράφει λιτά και κοφτά, χωρίς λεκτικές πιρουέτες, για όλα. «Επιτέλους σεξ. Προσεκτικά και με άγχος (μην πιάσεις εδώ, μην ακουμπήσεις εκεί). Παρά τα όσα μας έμαθαν οι ταινίες και τα βιβλία, δεν υπάρχει πιο ακομπλάριστο, ωμό, αναλγητικό σεξ από το συζυγικό. Ο καρκίνος του μαστού πυροβολεί τη γυναικεία μου υπόσταση: αφαιρεί στήθος, μαλλιά. Το σεξ είναι η πιο βαθειά επιστροφή στην κανονικότητα. Το σώμα λειτουργεί, θέλει, ζητάει, παίρνει».

Ορίστε μερικά ακόμα που, για να τα δει καθαρά, έπρεπε προηγουμένως ν’ αρρωστήσει: Το σώμα είναι μηχανή, έχει όρια. Του οφείλουμε προσοχή και φροντίδα. Η ζωή δεν είναι επάγγελμα, το ξέρουμε, το ξεχνάμε. Η ομορφιά και η χαρά είναι καθημερινή υπόθεση. Ναι, ο άνθρωπος αντέχει, αντέχει περισσότερο απ’ όσο μπορεί να φανταστεί. Το τι βιώνει, όμως, και το πώς επεξεργάζεται την εμπειρία του, είναι ατομική του υπόθεση, δε χωράνε συγκρίσεις. Στη διάρκεια της χημειοθεραπείας, υπό τη σκέπη των δικών της, των «τσεκαρισμένων στα δύσκολα», η Νικολαΐδου θα στέλνει βιβλιοκρισίες στην εφημερίδα, θα κρατάει επαφή με παιδιά από το σχολείο και με σπουδαστές της από τα μαθήματα δημιουργικής γραφής, θα διαβάζει Ιστορία με τον γιό της και θα πιάνουν ψιλοκουβέντα στο μεγάλο κρεβάτι, θ’ απολαμβάνει βιβλία σαν το «Ημερολόγιο το χειμώνα» του Όστερ, θ’ ακούει Αγγελάκα στη διαπασών. «Μες τον κακό χαμό, το άγιο δημόσιο μου έκανε ένα δώρο. Μου χάρισε το χρόνο να ζήσω την αρρώστια μου σαν άνθρωπος, να φροντίσω το σώμα μου, να συμμαζέψω το μυαλό μου. Η αναρρωτική άδεια κλείνει το μέτωπο του βιοπορισμού, για να μπορέσουν να αντιμετωπιστούν τα υπόλοιπα».

 

Η αρρώστια είναι, εκτός των άλλων, ταξική υπόθεση. Όπου φτωχός κι η μοίρα του. Άλλο όμως να το αντιλαμβάνεσαι στη θεωρία κι άλλο να το ζεις στο σώμα σου.

 

Όμως, η ασφάλιση, είναι πληγή: «Αυτή τη στιγμή αναρρώνω από την εγχείριση. Αν περίμενα από το ταμείο μου, ακόμα θα ήμουν στην αναμονή για τον υπέρηχο και τη μαστογραφία. Είναι πολλά που με κάνουν έξαλλη. Ας πούμε: το ταμείο δε δικαιολογεί το ένθεμα στο στήθος, το θεωρεί πολυτέλεια. Το δικαιολογούσε πριν από δύο χρόνια. Δεν ξέρω ποιά σούπερ νόβα της πολιτικής το υπέγραψαν αυτό (που άλλωστε δεν είναι η σκληρότερη περικοπή), αλλά τους εύχομαι να μη βρεθεί η μάνα, η αδελφή, η γυναίκα ή η κόρη τους στο τραπέζι του χειρουργού, να της πετσοκόψουν το στήθος για να σωθεί και να ξυπνήσει ακρωτηριασμένη στο κρεβάτι της (...) Η αρρώστια είναι, εκτός των άλλων, ταξική υπόθεση. Όπου φτωχός κι η μοίρα του. Άλλο όμως να το αντιλαμβάνεσαι στη θεωρία κι άλλο να το ζεις στο σώμα σου».

 

Το «Καλά και σήμερα» κυκλοφορεί σε μια εποχή όπου η μυθοπλασία χάνει έδαφος κι όπου η λογοτεχνία αξιοποιεί όλο και περισσότερες μαρτυρίες και ντοκουμέντα –ως και το Νόμπελ φέτος, στο non fiction δόθηκε. Σε μια εποχή διαφάνειας, επίσης, όπου τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού όλο και μπερδεύονται. Ο καθένας σήμερα μπορεί να κοινοποιήσει –στον τοίχο, στο σάιτ, στο μπλογκ του- την προσωπική του ιστορία, ενώ πληθαίνουν οι συγγραφείς που αξιοποιούν  αυτοβιογραφικά στοιχεία για να δώσουν ίσως τα πιο δυνατά έργα τους. Η «Καλοσύνη των ξένων» του Τατσόπουλου με το χρονικό της υιοθεσίας του, το «Αίμα νερό» του Βλαβιανού με τα δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια, το «Βιβλίο της Κατερίνας» του Κορτώ για την μανιοκαθλιπτική μητέρα του, το τελευταίο εξομολογητικό μυθιστόρημα του Κουμανταρέα, ανεξάρτητα από τη λογοτεχνική τους αξία,  ανταποκρίθηκαν και σε μια δίψα για περισσότερη αλήθεια, για περισσότερες δόσεις πραγματικότητας.

Με το χρονικό του καρκίνου στο δικό της στήθος, η Σοφία Νικολαΐδου, δίνει ένα ντοκουμέντο χωρίς λογοτεχνικές φιλοδοξίες, όπως επιμένει, μια κατάθεση εν θερμώ. Μας θυμίζει, εν τούτοις, ότι η αρρώστια, όπως και τα λογοτεχνικά έργα, λειτουργεί σαν καθρέφτης. Στο βάσανο του άλλου βλέπουμε και τα δικά μας ζόρια, διακρίνουμε ρωγμές που δε θέλαμε ή δυσκολευόμασταν να σκαλίσουμε. Η ίδια προσπάθησε να ζήσει το δικό της με συναίσθημα αλλά χωρίς δυστυχία, με φόβο αλλά χωρίς πανικό, με περίσκεψη αλλά και με δράση, μέσα στη ζωή. Μετά τον καρκίνο, έχασε την ησυχία της αλλά απέκτησε μια βαθύτερη αίσθηση των πραγμάτων. Στο «Καλά και σήμερα» αποτυπώνεται ο δικός της τρόπος να κρατηθεί όρθια. Κι είναι ένας τρόπος ικανός να παρηγορήσει, να εγκαρδιώσει, να βρεί μιμητές.

2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ / Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

Ο Αυτοκράτορας της Χαράς είναι ένα λογοτεχνικό επίτευγμα. Ένα μεγάλο μυθιστόρημα με ιστορίες απλών ανθρώπων που τις σχέσεις τους ορίζουν η καλοσύνη και η αλληλεγγύη. Με αφορμή την κυκλοφορία του, ένας από τους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του μιλάει για τη λογοτεχνία, τους ήρωές του, την queer ταυτότητα και την κατάσταση όπως διαμορφώνεται στην Αμερική του Τραμπ σε μια συνέντευξη-ποταμό.
M. HULOT
Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Βιβλίο / Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα με καλεσμένους από 16 χώρες και τιμώμενο πρόσωπο τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, το φετινό φεστιβάλ σημείωσε τη μεγαλύτερη προσέλευση στην ιστορία του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

The Review / Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα έκδοση του έργου του Ζαν Ζενέ, εξετάζουν τους λόγους που μπορεί να μας αφορά ακόμα και σήμερα το θρυλικό βιβλίο του 1945. ― ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ