Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος

Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος Facebook Twitter
Σίγουρα, η εικόνα ενός ευτυχισμένου χήρου που παραδίνεται ηδονικά στη ζεστασιά του ήλιου, δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά σε εξομολογητικά κείμενα. Ωστόσο, η αυτοβιογραφία του Φίλιπ Ροθ δεν θα μπορούσε να είναι σαν τις άλλες.
0

Επιτρέπεται να χαίρεσαι -και να βροντοφωνάζεις πως χαίρεσαι- με τον χαμό ενός δικού σου ανθρώπου; Όσες αποστάσεις κρατάει από τον καθωσπρεπισμό o Φίλιπ Ροθ ως μυθιστοριογράφος, άλλες τόσες κρατάει και στην αυτοβιογραφία του. Απόδειξη, αυτό που ομολογεί στα παλιά (1988), αλλά φρεσκοτυπωμένα στη χώρα μας «Γεγονότα» (μετ. Κ. Σχινά, εκδ. Πόλις), όταν αναφέρεται στον επεισοδιακό, ανυπόφορο και γονιμότατο λογοτεχνικά πρώτο γάμο του.

Το 1968, λέει, αμέσως μετά την κηδεία της γυναίκας που είχε υπάρξει σύζυγός του, πήγε με τα πόδια ως το Σέντραλ Παρκ αναζητώντας το σημείο όπου συνέβη το αυτοκινητιστικό που την οδήγησε στο θάνατο. «Ήταν ένα υπέροχο ανοιξιάτικο πρωινό και πέρασα μία ώρα καθισμένος στο γρασίδι κοντά στον τόπο του ατυχήματος, με το πρόσωπο στραμμένο στον ουρανό για να με χτυπάει ο ήλιος. Είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτό ακριβώς έκανα: δόξαζα μέσα στη λιακάδα τη ζωντανή μου σάρκα. "Εκείνη πέθανε κι εσύ όχι". Αυτή η φράση τα συνόψιζε όλα. Πάντοτε ήξερα ότι για να τελειώσει αυτή η κατάρα, ένας από τους δυο μας έπρεπε να πεθάνει»...

Σίγουρα, η εικόνα ενός ευτυχισμένου χήρου που παραδίνεται ηδονικά στη ζεστασιά του ήλιου, δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά σε εξομολογητικά κείμενα. Ωστόσο, η αυτοβιογραφία του Φίλιπ Ροθ δεν θα μπορούσε να είναι σαν τις άλλες και δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς ως το σημείο που αναφέρεται στη γυναίκα που του ενέπνευσε το «Όταν ήταν καλό κορίτσι» ή το «Η ζωή μου ως άντρα» για να το αντιληφθεί. Είναι σαφές από την πρώτη κιόλας σελίδα μιας και ο Ροθ υποτίθεται πως υποβάλει το χειρόγραφό του στον ...Νέιθαν Ζούκερμαν, το διάσημο μυθιστορηματικό του alter ego, περιμένοντας από εκείνον μια ξεκάθαρη απάντηση: «Αξίζει τίποτε αυτό το βιβλίο; Έσο ειλικρινής»!

Μπορεί το "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" να τον είχε εκτοξεύσει στα ύψη, αλλά του είχε προκαλέσει και μια τεράστια πληγή απ' την οποία έπρεπε ν' απαλλαγεί. Κατά βάθος, ίσως γι' αυτό έγραψε τα "Γεγονότα".

Απ' ό,τι φαίνεται, τα "Γεγονότα" υπήρξαν καρπός ενός μεγάλου νευρικού κλονισμού. «Την άνοιξη του 1987», διαβάζουμε, «στο αποκορύφωμα μιας δεκαετούς περιόδου δημιουργικότητας, εκείνο που αναμενόταν να είναι μια ασήμαντη εγχείρηση, εξελίχθηκε σε παρατεταμένη σωματική δοκιμασία, η οποία οδήγησε σε ακραία κατάθλιψη, που με τη σειρά της με έσπρωξε στο χείλος της συναισθηματικής και πνευματικής κατάρρευσης». Στη συνέχεια, όμως, καθώς η αρρώστια υποχωρούσε και με τη διαύγεια του μετακαταθλιπτικού στοχασμού, ο Ροθ, σχεδόν άθελά του, όπως υποστηρίζει, άρχισε να στρέφει την προσοχή του σε κόσμους απ΄τους οποίους είχε πάρει προ πολλού αποστάσεις και ν' ανακαλεί εμμονικά την αφετηρία του.

Να' τος λοιπόν στα 55 του, έχοντας ήδη πίσω του μια ντουζίνα μυθοπλαστικά έργα -από το "Αντίο Κολόμπους", το "Kι ό,τι θέλει ας γίνει" και το πολύκροτο "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" μέχρι τον "Συγγραφέα-φάντασμα" και το "Ζούκερμαν λυόμενος"- έτοιμος να δώσει ένα γραπτό αφυδατωμένο από τους χυμούς της φαντασίας. Αυτός ο δεξιοτέχνης των βιογραφικών αντικατοπτρισμών, αυτός που επέμενε να κρύβεται πίσω από τη μάσκα του Πόρτνοϊ, του Ζούκερμαν, του Τάρνοπολ, του Κέπες, να΄τος τώρα αποφασισμένος να καταστεί «βιογραφικά ορατός», να παρουσιαστεί «αμεταμφίεστος». Τι τον διαμόρφωσε ως συγγραφέα; Τι τον κράτησε δέσμιο μιας ετοιμοπόλεμης, διαταραγμένης γυναίκας; Και πώς αυτός ο καλοαναθρεμένος γιος δυο ανεπίληπτων Εβραίων μικροαστών έφτασε να προκαλέσει την οργή των ομοθρήσκων του;

Aν τον εμπιστευτούμε, τα παιδικά του χρόνια ήταν σχεδόν ειδυλλιακά, ανέμελα. Αν και στενεμένη οικονομικά, η οικογένειά του ήταν εργατική κι ενωμένη, στη δε γειτονιά του, οι συζητήσεις περί ιουδαϊσμού και εβραϊκής ταυτότητας ήταν ανύπαρκτες. «Το να μεγαλώνεις ως Εβραίος στο Νιούαρκ τη δεκαετία του '30 και του '40, με το εβραϊκό σου σχολείο και τα όλα σου, δεν το ένιωθες μόνο σαν έναν απολύτως νόμιμο τρόπο να μεγαλώνεις ως Αμερικανός, αλλά σαν κάτι παραπάνω: το να μεγαλώνεις ως Εβραίος όπως εγώ και το να μεγαλώνεις ως Αμερικανός μου φαίνονταν ένα και το αυτό». Εκείνο που κυριαρχούσε στην Αμερική τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ήταν «το υπέροχο αίσθημα ότι είχες τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους, ότι μπορούσες να κάνεις τα πάντα και να μην αποκλειστείς από τίποτε». Απ' τη μεριά του είχε εκφράσει την επιθυμία να σπουδάσει νομικά. Στο ταπεινό Μπακνέλ, όμως, όπου θα έκανε το πρώτο κύκλο των σπουδών του, θ' ανακάλυπτε σύντομα την πραγματική κλίση του.

Εκεί, παράλληλα με την δραστηριοποίησή του στην εβραϊκή αδελφότητα (που φιλοδοξούσε ν' αφήσει το στίγμα της ως η πλέον ελευθέρια του πανεπιστημίου), ο Ροθ συμμετείχε και στην συντακτική επιτροπή ενός αντίστοιχα φιλόδοξου λογοτεχνικού περιοδικού, υπό τις φτερούγες ενός νεαρού λέκτορα της αγγλικής φιλολογίας και της συζύγου του, η οποία είχε εργαστεί για ένα φεγγάρι στον New Yorker. Όπως ομολογεί, ένα από τα πράγματα που θαύμαζε στους τελευταίους ήταν η αδεκαρία τους: «Είχαν τα βιβλία και τους δίσκους τους, το παλιό τους αυτοκινητάκι κι ένα μικρό σπιτάκι χτισμένο με τούβλα, λιτά επιπλωμένο... Ό,τι δεν είχαν στην κατοχή τους δεν έδειχνε να τους λείπει. Έκαναν τη φτώχεια να φαίνεται κάτι τόσο εύκολο και ανέμελο, ώστε αποφάσισα ν' ακολουθήσω το παράδειγμά τους και να γίνω κι εγώ μια μέρα φτωχός, είτε ως καθηγητής αγγλικών, είτε ως σοβαρός συγγραφέας και μάλιστα τόσο καλός, ώστε τα βιβλία του να μην του αποφέρουν καθόλου χρήματα».

Το συγκεκριμένο ζευγάρι ήταν οι πρώτοι Εθνικοί στους οποίους ο Ροθ έδωσε μια εκ των έσω περιγραφή της εβραϊκής γειτονιάς του, της οικογένειάς του, των φίλων του. «Όποτε πηδούσα απ' την καρέκλα μου για να μιμηθώ τους πιο γραφικούς συγγενείς μου, διαπίστωνα ότι δεν διασκέδαζαν απλώς, αλλά ότι ενδιαφέρονταν και με ενθάρρυναν να πω περισσότερα για την καταγωγή μου». Ο ίδιος, ούτε που σκεφτόταν πως αυτά τα ανέκδοτα θα μπορούσαν να γίνουν ποτέ λογοτεχνία. Οι ιστορίες που έγραφε εκείνη την περίοδο, ήταν, λέει, «πένθιμα αφηγήματα για ευαίσθητους νέους που συντρίβονταν από την σκληρότητα της ζωής». Ήταν απλοϊκές ιστορίες που δανείζονταν από την «γλυκανάλατη πειθώ» του Σάλιντζερ και από την «αραχνούφαντη ευαισθησία» του Καπότε, τραβώντας ταυτόχρονα στα άκρα την «αυταρέσκεια» και τον «αυτοοικτιρμό» του Τόμας Γουλφ. Μέχρι να σκάσει η βόμβα του "Πόρτνοϊ", με την ξεκαρδιστική ψυχαναλυτική συνεδρία ενός καταπιεσμένου από τους γονείς του εβραίου ο οποίος αυνανίζεται ακατάπαυστα, ο Φίλιπ Ροθ ζούσε και ανέπνεε κάτω από τον αστερισμό του Χένρι Τζέιμς. Για να προσχωρήσει στην αισθητική της «εξτρεμιστικής μυθοπλασίας» και να επιδείξει την «αποσβολωτική θρασύτητα» που θα έκανε έξαλλους τους ραβίνους, έπρεπε προηγουμένως να συναντήσει - στο Σικάγο, το 1956 – το «κορίτσι των ονείρων» του.

Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος Facebook Twitter
O νεαρός Φίλιπ Ροθ, αριστερά, με τους γονείς του και τον μεγαλύτερο αδερφό του, Σάντι, έξω από το σπίτι τους στο Νιούαρκ.

Η τραυματική εμπειρία του Ροθ από την πρώτη του γυναίκα, διεκδικεί στα "Γεγονότα" τη μερίδα του λέοντος. Η ξανθή, γαλανομάτα Τζόσι, όπως την βαφτίζει για τις ανάγκες του βιβλίου, δεν αποτελούσε απλώς την αρχετυπική ενσάρκωση της άριας εθνικής Αμερικανίδας. Κόρη ενός αλκοολικού μικροεγκληματία από το Μίσιγκαν, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του, άρτι διαζευγμένη, καταχρεωμένη και μητέρα δύο παιδιών, ήταν για κείνον κάτι σαν εξωτικό πουλί που τον έκανε να νιώθει απελευθερωμένος από κάθε σύμβαση. Γρήγορα, εν τούτοις, στο πρόσωπό της θ' ανακάλυπτε μια γυναίκα «ωμή, αλλοπρόσαλλη, φθονερή, ανικανοποίητη, ραδιούργα». Γιατί λοιπόν την κυνήγησε; Γιατί την παντρεύτηκε; Γιατί δεν το έβαλε στα πόδια;

Την ίδια ακριβώς απορία έχει και ο Ζούκερμαν. Στο τελευταίο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας του, καθώς ο Αμερικανός συγγραφέας δίνει τον λόγο στον μυθιστορηματικό του εαυτό κι επιτρέπει στον Ζούκερμαν να του τα ψάλλει έξω από τα δόντια, αντιλαμβάνεται κανείς πως ό,τι προηγήθηκε δεν είναι παρά μια εκδοχή της αλήθειας. Ενδεχομένως ο Ροθ να στάθηκε ανίκανος να παραδεχτεί πόσο υπεύθυνος ήταν για τα βάσανά του. Υπό το βάρος της νοσταλγίας, ενδεχομένως να απάλειψε πόση ασφυξία ένιωθε στο σπίτι του και ν' αντιμετώπισε επιδερμικά τη σύγκρουση με τον πατέρα του. Ενδεχομένως να 'χε τόσο πολύ ανάγκη να συμφιλιωθεί με τη φυλή του, ώστε να ήθελε να ξεχάσει πόσο δυσφορούσε παλιότερα με τις κοινότοπες απαιτήσεις της. Από πού, όμως, πήγασε η λαχτάρα του γι' ανεξαρτησία, η σφοδρή του επιθυμία να σπάσει τα ταμπού; Για την ψυχανάλυση που έκανε ο ίδιος επί μια επταετία, αφιέρωσε στο γραπτό του μόλις μία πρόταση. Τόσο επαίσχυντα ήταν τα θέματα που συζητούσε με τον γιατρό του όλον αυτόν τον καιρό;

Όσο κουρασμένος κι αν ήταν από τα ψέμματα και τις μεταμφιέσεις, άλλο τόσο εξουθενωμένος πρέπει να ήταν ο 55χρονος Ροθ και από τις επιθέσεις που είχε δεχτεί ως κυνικός, επιπόλαιος, μισογύνης, αντισημίτης. Μπορεί το "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" να τον είχε εκτοξεύσει στα ύψη, αλλά του είχε προκαλέσει και μια τεράστια πληγή απ' την οποία έπρεπε ν' απαλλαγεί. Κατά βάθος, ίσως γι' αυτό έγραψε τα "Γεγονότα": για να κατευνάσει μέσα του όση οργή του είχε απομείνει, για να δείξει προς τα έξω τις όποιες καλές του πλευρές και, με ανανεωμένες τις δυνάμεις, να προχωρήσει μπροστά. Όπως και να' χει, έδωσε μια αυτοβιογραφία που διαβάζεται ως άτυπος οδηγός στα πρώτα μυθοπλαστικά του έργα και σαν ένα πανέξυπνο και συναρπαστικό μυθιστόρημα. Το μόνο που δεν εξασφαλίζουν τα "Γεγονότα" είναι ματιές από την κλειδαρότρυπα.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ