Απεργία την Πρωτομαγιά

Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος

Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος Facebook Twitter
Σίγουρα, η εικόνα ενός ευτυχισμένου χήρου που παραδίνεται ηδονικά στη ζεστασιά του ήλιου, δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά σε εξομολογητικά κείμενα. Ωστόσο, η αυτοβιογραφία του Φίλιπ Ροθ δεν θα μπορούσε να είναι σαν τις άλλες.
0

Επιτρέπεται να χαίρεσαι -και να βροντοφωνάζεις πως χαίρεσαι- με τον χαμό ενός δικού σου ανθρώπου; Όσες αποστάσεις κρατάει από τον καθωσπρεπισμό o Φίλιπ Ροθ ως μυθιστοριογράφος, άλλες τόσες κρατάει και στην αυτοβιογραφία του. Απόδειξη, αυτό που ομολογεί στα παλιά (1988), αλλά φρεσκοτυπωμένα στη χώρα μας «Γεγονότα» (μετ. Κ. Σχινά, εκδ. Πόλις), όταν αναφέρεται στον επεισοδιακό, ανυπόφορο και γονιμότατο λογοτεχνικά πρώτο γάμο του.

Το 1968, λέει, αμέσως μετά την κηδεία της γυναίκας που είχε υπάρξει σύζυγός του, πήγε με τα πόδια ως το Σέντραλ Παρκ αναζητώντας το σημείο όπου συνέβη το αυτοκινητιστικό που την οδήγησε στο θάνατο. «Ήταν ένα υπέροχο ανοιξιάτικο πρωινό και πέρασα μία ώρα καθισμένος στο γρασίδι κοντά στον τόπο του ατυχήματος, με το πρόσωπο στραμμένο στον ουρανό για να με χτυπάει ο ήλιος. Είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτό ακριβώς έκανα: δόξαζα μέσα στη λιακάδα τη ζωντανή μου σάρκα. "Εκείνη πέθανε κι εσύ όχι". Αυτή η φράση τα συνόψιζε όλα. Πάντοτε ήξερα ότι για να τελειώσει αυτή η κατάρα, ένας από τους δυο μας έπρεπε να πεθάνει»...

Σίγουρα, η εικόνα ενός ευτυχισμένου χήρου που παραδίνεται ηδονικά στη ζεστασιά του ήλιου, δεν είναι κάτι που συναντάμε συχνά σε εξομολογητικά κείμενα. Ωστόσο, η αυτοβιογραφία του Φίλιπ Ροθ δεν θα μπορούσε να είναι σαν τις άλλες και δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς ως το σημείο που αναφέρεται στη γυναίκα που του ενέπνευσε το «Όταν ήταν καλό κορίτσι» ή το «Η ζωή μου ως άντρα» για να το αντιληφθεί. Είναι σαφές από την πρώτη κιόλας σελίδα μιας και ο Ροθ υποτίθεται πως υποβάλει το χειρόγραφό του στον ...Νέιθαν Ζούκερμαν, το διάσημο μυθιστορηματικό του alter ego, περιμένοντας από εκείνον μια ξεκάθαρη απάντηση: «Αξίζει τίποτε αυτό το βιβλίο; Έσο ειλικρινής»!

Μπορεί το "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" να τον είχε εκτοξεύσει στα ύψη, αλλά του είχε προκαλέσει και μια τεράστια πληγή απ' την οποία έπρεπε ν' απαλλαγεί. Κατά βάθος, ίσως γι' αυτό έγραψε τα "Γεγονότα".

Απ' ό,τι φαίνεται, τα "Γεγονότα" υπήρξαν καρπός ενός μεγάλου νευρικού κλονισμού. «Την άνοιξη του 1987», διαβάζουμε, «στο αποκορύφωμα μιας δεκαετούς περιόδου δημιουργικότητας, εκείνο που αναμενόταν να είναι μια ασήμαντη εγχείρηση, εξελίχθηκε σε παρατεταμένη σωματική δοκιμασία, η οποία οδήγησε σε ακραία κατάθλιψη, που με τη σειρά της με έσπρωξε στο χείλος της συναισθηματικής και πνευματικής κατάρρευσης». Στη συνέχεια, όμως, καθώς η αρρώστια υποχωρούσε και με τη διαύγεια του μετακαταθλιπτικού στοχασμού, ο Ροθ, σχεδόν άθελά του, όπως υποστηρίζει, άρχισε να στρέφει την προσοχή του σε κόσμους απ΄τους οποίους είχε πάρει προ πολλού αποστάσεις και ν' ανακαλεί εμμονικά την αφετηρία του.

Να' τος λοιπόν στα 55 του, έχοντας ήδη πίσω του μια ντουζίνα μυθοπλαστικά έργα -από το "Αντίο Κολόμπους", το "Kι ό,τι θέλει ας γίνει" και το πολύκροτο "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" μέχρι τον "Συγγραφέα-φάντασμα" και το "Ζούκερμαν λυόμενος"- έτοιμος να δώσει ένα γραπτό αφυδατωμένο από τους χυμούς της φαντασίας. Αυτός ο δεξιοτέχνης των βιογραφικών αντικατοπτρισμών, αυτός που επέμενε να κρύβεται πίσω από τη μάσκα του Πόρτνοϊ, του Ζούκερμαν, του Τάρνοπολ, του Κέπες, να΄τος τώρα αποφασισμένος να καταστεί «βιογραφικά ορατός», να παρουσιαστεί «αμεταμφίεστος». Τι τον διαμόρφωσε ως συγγραφέα; Τι τον κράτησε δέσμιο μιας ετοιμοπόλεμης, διαταραγμένης γυναίκας; Και πώς αυτός ο καλοαναθρεμένος γιος δυο ανεπίληπτων Εβραίων μικροαστών έφτασε να προκαλέσει την οργή των ομοθρήσκων του;

Aν τον εμπιστευτούμε, τα παιδικά του χρόνια ήταν σχεδόν ειδυλλιακά, ανέμελα. Αν και στενεμένη οικονομικά, η οικογένειά του ήταν εργατική κι ενωμένη, στη δε γειτονιά του, οι συζητήσεις περί ιουδαϊσμού και εβραϊκής ταυτότητας ήταν ανύπαρκτες. «Το να μεγαλώνεις ως Εβραίος στο Νιούαρκ τη δεκαετία του '30 και του '40, με το εβραϊκό σου σχολείο και τα όλα σου, δεν το ένιωθες μόνο σαν έναν απολύτως νόμιμο τρόπο να μεγαλώνεις ως Αμερικανός, αλλά σαν κάτι παραπάνω: το να μεγαλώνεις ως Εβραίος όπως εγώ και το να μεγαλώνεις ως Αμερικανός μου φαίνονταν ένα και το αυτό». Εκείνο που κυριαρχούσε στην Αμερική τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ήταν «το υπέροχο αίσθημα ότι είχες τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους, ότι μπορούσες να κάνεις τα πάντα και να μην αποκλειστείς από τίποτε». Απ' τη μεριά του είχε εκφράσει την επιθυμία να σπουδάσει νομικά. Στο ταπεινό Μπακνέλ, όμως, όπου θα έκανε το πρώτο κύκλο των σπουδών του, θ' ανακάλυπτε σύντομα την πραγματική κλίση του.

Εκεί, παράλληλα με την δραστηριοποίησή του στην εβραϊκή αδελφότητα (που φιλοδοξούσε ν' αφήσει το στίγμα της ως η πλέον ελευθέρια του πανεπιστημίου), ο Ροθ συμμετείχε και στην συντακτική επιτροπή ενός αντίστοιχα φιλόδοξου λογοτεχνικού περιοδικού, υπό τις φτερούγες ενός νεαρού λέκτορα της αγγλικής φιλολογίας και της συζύγου του, η οποία είχε εργαστεί για ένα φεγγάρι στον New Yorker. Όπως ομολογεί, ένα από τα πράγματα που θαύμαζε στους τελευταίους ήταν η αδεκαρία τους: «Είχαν τα βιβλία και τους δίσκους τους, το παλιό τους αυτοκινητάκι κι ένα μικρό σπιτάκι χτισμένο με τούβλα, λιτά επιπλωμένο... Ό,τι δεν είχαν στην κατοχή τους δεν έδειχνε να τους λείπει. Έκαναν τη φτώχεια να φαίνεται κάτι τόσο εύκολο και ανέμελο, ώστε αποφάσισα ν' ακολουθήσω το παράδειγμά τους και να γίνω κι εγώ μια μέρα φτωχός, είτε ως καθηγητής αγγλικών, είτε ως σοβαρός συγγραφέας και μάλιστα τόσο καλός, ώστε τα βιβλία του να μην του αποφέρουν καθόλου χρήματα».

Το συγκεκριμένο ζευγάρι ήταν οι πρώτοι Εθνικοί στους οποίους ο Ροθ έδωσε μια εκ των έσω περιγραφή της εβραϊκής γειτονιάς του, της οικογένειάς του, των φίλων του. «Όποτε πηδούσα απ' την καρέκλα μου για να μιμηθώ τους πιο γραφικούς συγγενείς μου, διαπίστωνα ότι δεν διασκέδαζαν απλώς, αλλά ότι ενδιαφέρονταν και με ενθάρρυναν να πω περισσότερα για την καταγωγή μου». Ο ίδιος, ούτε που σκεφτόταν πως αυτά τα ανέκδοτα θα μπορούσαν να γίνουν ποτέ λογοτεχνία. Οι ιστορίες που έγραφε εκείνη την περίοδο, ήταν, λέει, «πένθιμα αφηγήματα για ευαίσθητους νέους που συντρίβονταν από την σκληρότητα της ζωής». Ήταν απλοϊκές ιστορίες που δανείζονταν από την «γλυκανάλατη πειθώ» του Σάλιντζερ και από την «αραχνούφαντη ευαισθησία» του Καπότε, τραβώντας ταυτόχρονα στα άκρα την «αυταρέσκεια» και τον «αυτοοικτιρμό» του Τόμας Γουλφ. Μέχρι να σκάσει η βόμβα του "Πόρτνοϊ", με την ξεκαρδιστική ψυχαναλυτική συνεδρία ενός καταπιεσμένου από τους γονείς του εβραίου ο οποίος αυνανίζεται ακατάπαυστα, ο Φίλιπ Ροθ ζούσε και ανέπνεε κάτω από τον αστερισμό του Χένρι Τζέιμς. Για να προσχωρήσει στην αισθητική της «εξτρεμιστικής μυθοπλασίας» και να επιδείξει την «αποσβολωτική θρασύτητα» που θα έκανε έξαλλους τους ραβίνους, έπρεπε προηγουμένως να συναντήσει - στο Σικάγο, το 1956 – το «κορίτσι των ονείρων» του.

Ο Φίλιπ Ροθ, αυτοβιογραφούμενος Facebook Twitter
O νεαρός Φίλιπ Ροθ, αριστερά, με τους γονείς του και τον μεγαλύτερο αδερφό του, Σάντι, έξω από το σπίτι τους στο Νιούαρκ.

Η τραυματική εμπειρία του Ροθ από την πρώτη του γυναίκα, διεκδικεί στα "Γεγονότα" τη μερίδα του λέοντος. Η ξανθή, γαλανομάτα Τζόσι, όπως την βαφτίζει για τις ανάγκες του βιβλίου, δεν αποτελούσε απλώς την αρχετυπική ενσάρκωση της άριας εθνικής Αμερικανίδας. Κόρη ενός αλκοολικού μικροεγκληματία από το Μίσιγκαν, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του, άρτι διαζευγμένη, καταχρεωμένη και μητέρα δύο παιδιών, ήταν για κείνον κάτι σαν εξωτικό πουλί που τον έκανε να νιώθει απελευθερωμένος από κάθε σύμβαση. Γρήγορα, εν τούτοις, στο πρόσωπό της θ' ανακάλυπτε μια γυναίκα «ωμή, αλλοπρόσαλλη, φθονερή, ανικανοποίητη, ραδιούργα». Γιατί λοιπόν την κυνήγησε; Γιατί την παντρεύτηκε; Γιατί δεν το έβαλε στα πόδια;

Την ίδια ακριβώς απορία έχει και ο Ζούκερμαν. Στο τελευταίο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας του, καθώς ο Αμερικανός συγγραφέας δίνει τον λόγο στον μυθιστορηματικό του εαυτό κι επιτρέπει στον Ζούκερμαν να του τα ψάλλει έξω από τα δόντια, αντιλαμβάνεται κανείς πως ό,τι προηγήθηκε δεν είναι παρά μια εκδοχή της αλήθειας. Ενδεχομένως ο Ροθ να στάθηκε ανίκανος να παραδεχτεί πόσο υπεύθυνος ήταν για τα βάσανά του. Υπό το βάρος της νοσταλγίας, ενδεχομένως να απάλειψε πόση ασφυξία ένιωθε στο σπίτι του και ν' αντιμετώπισε επιδερμικά τη σύγκρουση με τον πατέρα του. Ενδεχομένως να 'χε τόσο πολύ ανάγκη να συμφιλιωθεί με τη φυλή του, ώστε να ήθελε να ξεχάσει πόσο δυσφορούσε παλιότερα με τις κοινότοπες απαιτήσεις της. Από πού, όμως, πήγασε η λαχτάρα του γι' ανεξαρτησία, η σφοδρή του επιθυμία να σπάσει τα ταμπού; Για την ψυχανάλυση που έκανε ο ίδιος επί μια επταετία, αφιέρωσε στο γραπτό του μόλις μία πρόταση. Τόσο επαίσχυντα ήταν τα θέματα που συζητούσε με τον γιατρό του όλον αυτόν τον καιρό;

Όσο κουρασμένος κι αν ήταν από τα ψέμματα και τις μεταμφιέσεις, άλλο τόσο εξουθενωμένος πρέπει να ήταν ο 55χρονος Ροθ και από τις επιθέσεις που είχε δεχτεί ως κυνικός, επιπόλαιος, μισογύνης, αντισημίτης. Μπορεί το "Σύνδρομο Πόρτνοϊ" να τον είχε εκτοξεύσει στα ύψη, αλλά του είχε προκαλέσει και μια τεράστια πληγή απ' την οποία έπρεπε ν' απαλλαγεί. Κατά βάθος, ίσως γι' αυτό έγραψε τα "Γεγονότα": για να κατευνάσει μέσα του όση οργή του είχε απομείνει, για να δείξει προς τα έξω τις όποιες καλές του πλευρές και, με ανανεωμένες τις δυνάμεις, να προχωρήσει μπροστά. Όπως και να' χει, έδωσε μια αυτοβιογραφία που διαβάζεται ως άτυπος οδηγός στα πρώτα μυθοπλαστικά του έργα και σαν ένα πανέξυπνο και συναρπαστικό μυθιστόρημα. Το μόνο που δεν εξασφαλίζουν τα "Γεγονότα" είναι ματιές από την κλειδαρότρυπα.

Βιβλίο
0

Απεργία την Πρωτομαγιά

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ