Γιατί όλοι σήμερα μιλούν για τη Βαϊμάρη;

Γιατί όλοι σήμερα μιλούν για τη Βαϊμάρη; Facebook Twitter
Το εμβληματικό «Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας» του Λέο Πέρουτς μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά
0


Όσο κλισέ, κοινότοπο και απλοϊκό και αν ακούγεται, το όνομα της Βαϊμάρης, που επανέρχεται ως ιστορική αναφορά και ως πηγή έμπνευσης, λειτουργεί ακόμα. Ενίοτε εκνευρίζει και προκαλεί κάνοντας τις αναρτήσεις να παίρνουν φωτιά: πρόσφατα ο Δημήτρης Πολιτάκης δημοσίευσε κείμενο στη LifΟ με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Μη μου μιλάς άλλο για Βαϊμάρες, ντάρλινγκ, δεν αντέχω με τον καύσωνα», ενώ άλλοι, ακολουθώντας το παράδειγμά του, φρόντισαν να στείλουν στο πυρ το εξώτερον τις κυκλοτερείς αναλύσεις περί πάσχουσας δημοκρατίας. Κι όμως, η παραγωγή λόγου και οι συνεχείς εκδόσεις βιβλίων που αναφέρονται στην Κεντρική Ευρώπη εκείνης της εποχής αποδεικνύουν το αντίθετο, από τον Γιόζεφ Ροτ έως τον Στέφαν Τσβάιχ και από τον Κάφκα έως τον εμβληματικό «Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας» του Λέο Πέρουτς. Αλλά και στο εξωτερικό δεν πάνε πίσω, για να 

μη μιλάμε μόνο για την ελληνική φρενίτιδα: ο γνωστός αρθρογράφος Ρίτσαρντ Σέιμουρ παρομοίαζε την παρούσα περίοδο στη Βρετανία με τη Βαϊμάρη σε κείμενό του με τίτλο «Welcome to Weimar Britain», ενώ το περίφημο «Spectator» δεν έχει πάψει να αρθρογραφεί πάνω στο ίδιο θέμα. Παρά τις αντιρρήσεις, τα συμπεράσματα για μια ιστορική περίοδο που έχει τα δικά της χρωστούμενα στις δημοκρατικές αρχές και είδε την ελευθεριακή κουλτούρα να μεταμορφώνεται σε φασισμό λένε από μόνα τους πολλά. Αντίστοιχα, πάλι, το φαινομενικό ρομάντζο της Ευρώπης, που έθρεψε τις ελπίδες των περασμένων δεκαετιών, τείνει να αναχθεί σε μια στέρφα σχέση με καθαρά οικονομικά συμφέροντα και διαψευσμένες ελπίδες. Η άμορφη θολούρα κάνει το όραμα ακόμα πιο θαμπό και τα συμφέροντα βαριά καρφιά σε ένα βασανισμένο ευρωπαϊκό corpus. Αν, λοιπόν, η επίδραση της Βαϊμάρης σε όλη την Κεντρική Ευρώπη άφηνε πίσω της το ad majorem gloriam της Αυτοκρατορίας με το υψηλό κλέος και τα ηρωικά συμβάντα, η σημερινή συγκυρία αποχαιρετά τα μεγαλεπήβολα όνειρα για ενοποιημένο ευρωπαϊκό κόσμο και τις σοσιαλιστικού τύπου αυταπάτες. Αδιέξοδα του αστισμού ή κρίση της ύστερης δημοκρατίας; Όπως και να έχει, τα δεδομένα είναι σοκαριστικά: από την κατίσχυση του Brexit έως την κρίση της Αριστεράς και την επαναφορά των μικρών απολυταρχικών καθεστώτων στις παρυφές του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι, πάνε πια οι εποχές που η Τουρκία έβλεπε σταθερά προς τη Δύση λόγω Κεμάλ. Σε ένα πολύ ωραίο πρόσφατο κείμενό του (16.7.16. «Εφημερίδα των Συντακτών») ο Νικόλας Σεβαστάκης έγραφε, με αφορμή το βιβλίο του Γιόζεφ Ροτ, «Βερολινέζικα Χρονικά», πως «η Δημοκρατία της Βαϊμάρης θα αναχθεί σε σύμβολο των αδυναμιών του αστισμού και σε πεδίο ανταγωνισμού ανάμεσα σε διαφορετικές επαναστατικές φιλοδοξίες».

Στην αρχή πιστεύαμε ότι η αναλογία με την εποχή της Βαϊμάρης έρχεται μόνο από την Ακροδεξιά, τώρα φαίνεται να αντικρίζουμε τη μέδουσα του θανάτου ακόμα και στα πιο όμορφα και γαλήνια μέρη.

Είναι, ωστόσο, άπειρες οι απόψεις που διατυπώνονται, όχι πάντα δοσμένες με εμβρίθεια,και αποκτούν το χαρακτηριστικό του κιτς. Στην Ελλάδα αυτό το βλέπεις παντού: στα εύκολα ποστ, στις πικρόχολες αναρτήσεις στα social media, στα πολιτικά πεδία που στήνονται αυτοστιγμεί. Οι μεγάλοι υμνωδοί είναι οι ίδιοι με τους κήνσορες και κάπου εκεί το χιούμορ αποχαλινώνεται σε ρεσιτάλ κακογουστιάς. Βέβαια, το σαφές σημείο στο οποίο διαχωριζόταν το αστείο από την κακόγουστη σάτιρα δεν δινόταν πάντα με ευκρίνεια ούτε στη Βαϊμάρη: ο Καρλ Κράους δεν γινόταν πάντοτε κατανοητός στη Βιέννη, αναγκάζοντας ακόμα και τον Κλαούντιο Μάγκρις να πει πως ο Κράους έβρισκε τροφή για αστεία «με τη χυδαιότητα πορτιέρη που τον χαρακτήριζε και την άσπλαχνη σάτιρά του». Η σάτιρά του, όμως, είναι αυτή που γαλούχησε πλείστους επιφανείς συγγραφείς και απογείωσε τη δηκτική πένα του Λέο Πέρουτς.Λαμβάνοντας όλα αυτά υπ' όψιν, οι εκδόσεις Κίχλη κατάφεραν, στην άκρως φροντισμένη επανέκδοση του «Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας» –σε όμορφη μετάφραση Ρόζας Ιωαννίδου–, να δώσουν μια συνολική επισκόπηση της εποχής: μια σειρά από φωτογραφίες στο τέλος του βιβλίου αναδεικνύουν αυτή την ελευθεριακή αύρα που έπνεε πάνω από τους άκρως δηκτικούς θαμώνες των βιεννέζικων καφέ. Ως γνήσιο τέκνο της εποχής του ο γεννημένος στην Πράγμα αλλά κάτοικος Βιέννης, Πέρουτς, τόλμησε, λίγο μετά την πτώση της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, την ώρα που όλοι οι φαντάροι πετούσαν το πηλήκιό τους, να βγει επιδεικτικά με αυτό. Σε άλλη φωτογραφία τον βλέπουμε να απολαμβάνει το τσιγάρο του και να ποζάρει μαζί με τους υπόλοιπους ευζωιστές που είχαν «μετατρέψει το Café Central Herrengasse σε αρχηγείο τους. Λίγοι από τους συνδαιτυμόνες του γνώριζαν ότι ο παθιασμένος με τα ταρώ (αν και μέτριος παίχτης) Πέρουτς τις ώρες της αυτοσυγκέντρωσης ασχολούνταν με τη μελέτη της αρχαιολογίας της Μεσογείου και με τις γιαπωνέζικες μικρογραφίες του 17ου και του 18ου αιώνα, πόσο μάλλον ότι έγραφε παράδοξες μικρές ιστορίες». Αυτό φαίνεται και στο διαβρωτικό ειρωνικό χιούμορ που διέπει ακόμα και τις πιο μακάβριες στιγμές του «Μαιτρ» και θυμίζει τις υπονομευτικές εξάρσεις του μόνιμου αντιπάλου του, Φραντς Κάφκα. Δεν είναι να απορείς που το «ψυχαγωγικό», όπως θεωρήθηκε τότε, «αστυνομικό ανάγνωσμα» αγαπήθηκε από έναν σπουδαίο είρωνα και μελετητή της κοινωνικής ψυχής, τον Βάλτερ Μπένγιαμιν, που είδε σε αυτό τα σπάργανα των δικών του αλλόκοτων αγγέλων. Η μυστικιστική συνωμοσία, όμως, δεν τελείωνε εδώ και είχε να κάνει με την εξέλιξη της ιστορίας, την ανατροπή, το μεσσιανικό κομμάτι, τα καλλιτεχνικά χρώματα που έκαναν τον Αντόρνο να διακρίνει το αισθητικό αποτύπωμα που περίμενε από ένα βιβλίο που μεταμορφώνεται σε πίνακα. Η ατμόσφαιρα του πανικού και του ανεξήγητου ενδεχομένως να συνάδει και με τη λογική του απρόσμενου που χαρακτήριζε τον Μεσοπόλεμο – εξού και το ότι σήμερα, τις πιο ήρεμες στιγμές, συμβαίνουν τραγωδίες και ξεπηδάνε ολοκληρωτικά τέρατα.

Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα και στο νουάρ που ξεδιπλώνεται στον «Μαιτρ της Δευτέρας Παρουσίας», όταν μια νύχτα συγκεντρώνονται στο σπίτι του ηθοποιού του Αυλικού Θεάτρου Ευγένιου Μπίσοφ, ο οποίος κάνει πρόβες στους σαιξπηρικούς ρόλους που πρόκειται να ερμηνεύσει, ο δόκτωρ Γκόρσκι, ο μηχανικός Σόλγκρουπ, ο βαρόνος Φον Γιος, που τυγχάνει να είναι ο αφηγητής, η γυναίκα του Μπίσοφ και αντικείμενο του πόθου του βαρόνου, Ντίνα, και ο αδελφός της Φέλιξ, με σκοπό να απολαύσουν μια μουσική βραδιά. Βέβαια, αυτή η βραδιά κατά κάποιον τρόπο δεν θα τελειώσει ποτέ, αφού θα λήξει με τον ανεξήγητο θάνατο του οικοδεσπότη και τα αμέτρητα πισωγυρίσματα του αφηγητή στο σκηνικό όπου οι φόνοι, οι αυτοκτονίες, οι ψυχικές μεταπτώσεις και ο ενίοτε αντιφατικός και παραληρηματικός λόγος του δεν εγγυώνται ένα ξεκάθαρο τοπίο. Ακόμα και οι τρόποι που μετέρχεται ο αφηγητής Φον Γιος για να αποδείξει ότι δεν είναι αυτός ο ένοχος αυτοαναιρούνται από τα κρεσέντο ενοχών και αμφιβολιών, ακόμα και από τη λανθασμένη αντίληψη του χώρου και του χρόνου. Αλλού αποδέχεται ότι μπορεί να ονειρεύεται, αλλού ότι κατατρύχεται από την έμπνευση και την τρέλα ή ότι μπορεί να εξηγήσει το μυστήριο του φόνου από ένα μυστικό που προέρχεται από τα βάθη του Μεσαίωνα και αφηγείται την ιστορία του ζωγράφου Κίτζι, με τους πίνακές του να αναπαριστούν την έλευση της Δευτέρας Παρουσίας. Πρόκειται για ένα ανεξάντλητο Dies Irae, για ένα βύθισμα στο Valse Bleue –η κατάλληλη πένθιμη μουσική που κάπου αναφέρεται στο κείμενο– όπου «αυτό που μας συγκλονίζει και μας ισοπεδώνει μεταμορφώνεται σε ειρωνικό χαμόγελο του Οικουμενικού Πνεύματος, για το οποίο η δοκιμασία, η οδύνη και ο θάνατος των ανθρώπινων πλασμάτων δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αέναη επανάληψη από την απαρχή του κόσμου».


Αυτό ακριβώς ζούμε, λοιπόν, και τώρα: την αίσθηση, αν όχι τη συνειδητοποίηση, πως για πρώτη φορά από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας η ασφάλεια στις χώρες της Δύσης δεν είναι δεδομένη, πόσο μάλλον η πρόοδος που κάποτε φάνταζε σχεδόν μονόδρομος. Στην αρχή πιστεύαμε ότι η αναλογία με την εποχή της Βαϊμάρης έρχεται μόνο από την Ακροδεξιά, τώρα φαίνεται να αντικρίζουμε τη μέδουσα του θανάτου ακόμα και στα πιο όμορφα και γαλήνια μέρη. «Όμως την ίδια στιγμή επανήλθε ο φόβος, ναι ο φόβος, ο τρόμος μπροστά σε κάτι ακαθόριστο, που ένιωθα να έχει πλησιάσει απειλητικά, κι αυτός ο φόβος με παρέλυσε και μ' έκανε ανήμπορο και με πλάκωσε βαρύς σαν βράχος» γράφει ο Πέρουτς. Ακόμα και η ίδια η ιστορία ανατρέπεται στο τέλος του βιβλίου –όπως και η δική μας ζωή– από το πολύ ευφυές εύρημα του επιλόγου του εκδότη: εκεί ακριβώς όπου όλα φαίνονται λογικά και εξηγήσιμα, προκύπτει το κακό. «Πίσω από κάθε μεγαλειώδη σύνθεση της μουσικής, των χρωμάτων και του νου, εγώ διακρίνω τη λάμψη του θαυμαστού εκείνου κόκκινου χρώματος του αίματος, της αμαρτίας και της φωτιάς. Μια μακρινή αναλαμπή του μεγάλου οράματος, που για ένα μικρό χρονικό διάστημα έκανε τον δάσκαλο να υπερβεί τον τρόμο της ενοχής και το μαρτύριό του». Τρέλα, θάνατος και ενοχή. Τα συμπεράσματα δικά σας.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ