Από την αρχή της Ερμού, στη διασταύρωση με την οδό Βουλής, μέχρι και την Καπνικαρέα, συναντάς τέσσερις σαλεπιτζήδες σε μόνιμες θέσεις. Οι τρεις από αυτούς είναι νέα παιδιά. Αν προσθέσεις και τους δύο που συχνάζουν στο Μοναστηράκι, στην πλατεία, καταλαβαίνεις ότι το σαλέπι, σε πείσμα όσων το θεωρούν είδος προς εξαφάνιση, συνεχίζει μια χαρά να «στρώνει το στομάχι» των Αθηναίων και να τους τονώνει. Λίγο το σχήμα της ρίζας του, λίγο το όνομα του φυτού απ' το οποίο προέρχεται (ένα είδος ντόπιας άγριας ορχιδέας), λίγο η παλιά ονομασία του (σερνικοβότανο), το ρόφημα που έφτασε στην Ελλάδα από τη Μικρά Ασία για πολλούς επιβεβαιώνει τον μύθο του (ως Viagra) και το βρίσκεις εύκολα στον δρόμο από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Κάποτε το έβρισκες και τα ξημερώματα.
Ο Ηλίας είναι υπάλληλος που κάνει αυτήν τη δουλειά εδώ και έναν χρόνο. Την ώρα που ραντίζει με σκόνη τζίντζερ και κανέλας το πλαστικό ποτηράκι με το καυτό σαλέπι, μας διαβεβαιώνει ότι οι Έλληνες συνεχίζουν να το προτιμούν – όχι τόσο οι νέοι άνθρωποι, όσο οι μεγαλύτερες ηλικίες που είναι εξοικειωμένες με τη γεύση του. Δοκιμάζουν και τα νέα παιδιά, αλλά τα πιο πολλά δεν ξέρουν καν τι είναι. Πάντως, ξεπουλάει, όσο κι αν φτιάξει κάθε μέρα. Και η ποσότητα που καταναλώνεται εξαρτάται από την ημέρα (η καλύτερη είναι το Σάββατο). Ο Ηλίας δουλεύει από τις 8 το πρωί μέχρι τις 9 το βράδυ.
Ο Γιάννης, λίγο πιο κάτω, δουλεύει στο σαλεπιτζίδικο του θείου του, μαζί με τον αδερφό του, και δεν βγάζουν απλά χαρτζιλίκι αλλά μεροκάματο. Δουλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, εναλλάξ, και λένε ότι ο κόσμος αγοράζει σαλέπι. Δεν ξέρουν αν είναι μια δουλειά που θα μπορούσαν να κάνουν μόνιμα, αλλά είναι μια καλή απασχόληση.