σε ,

Queer Παντελής, σουσού & σιμπ: H Gen Z μάς συστήνει τους 15 πιο “εκεί έξω” slang όρους του 2023

Ζητήσαμε από 10 και κάτι εκπροσώπους της Gen Z να μάς πουν ποιον slang όρο χρησιμοποίησαν πολύ το 2023 και κάπως έτσι μάθαμε πως το “cringe” έχει αντίθετο

GettyImages 1493832866
📷 Getty Images

“Εγώ λέω συχνά τη λέξη ‘γκριφόν’ και σκέψου δεν ήξερα ότι είναι ράτσα σκύλου”, μου απαντάει η Μαρίνα όταν τη ρωτάω ποιον όρο slang έχει χρησιμοποιήσει πολύ φέτος. Η Μαρίνα είναι 24 ετών, δουλεύει ως σερβιτόρα σε ένα μπαρ στη Γλυφάδα και με την παρέα της αποκαλούν “γκριφόν” όποιον βαριούνται να πουν “φρικιό”. Τη λέξη “φρικιό” τη λέει σαν να βγαίνει από το στόμα της κάτι φοβερά αναχρονιστικό. Κάτι που της προκαλεί απορία. Πιθανότατα από το “griffin”, ένα μυθικό τέρας με φτερά αετού και σώμα και ουρά λιονταριού.

Η Μαρίνα (26) μου απαντάει αυτόματα με μια λέξη: μπιφ. “Ξέρεις, αυτό που δε σημαίνει απαραίτητα ότι τσακώνεσαι ή μαλώνεις με κάποι@, αλλά το μπιφ δημιουργείται και υπάρχει εκεί ανάμεσα σας. Αν ψάχναμε έναν αντίστοιχο ελληνικό όρο, ίσως καταλήγαμε στην πολύ βαρετή “διαμάχη” ή έστω στη λίγο περισσότερο fancy “έριδα”. Και πάλι όμως, το beef θα έχανε πολλές συνυποδηλώσεις που έρχονται μαζί, σετάκι με τον όρο αυτόν”, μου εξηγεί, τονίζοντας πως η λέξη την έχει βοηθήσει να εκφράσει με ακρίβεια μερικά συναισθήματά της.

Η Ανθή (22) θεωρεί term της χρονιάς το “cancel”. Όχι την κουλτούρα. Τη χρησιμοποιεί κατά τη διάρκεια συζητήσεων, σε μεγάλα και μικρά τραπέζια, όταν ακούει μια άποψη με την οποία διαφωνεί. Όχι ιδιαίτερα σοβαρά, όμως κάθε φορά που ειπώνεται κάτι που θεωρεί λάθος ή βλακώδες, πετάει τη λέξη cancel στα μούτρα όποιου του είπε και λογικά πίνει μια ακόμα γουλιά από το ποτό της. Ο Σωτήρης δεν θυμάται ποια ήταν η τελευταία φορά που είπε “λεφτά” ή “χρήματα”. Όλα αυτά λέγονται “λεκ”, τι εννοείς; Η Γλυκερία (24) λέει συνεχώς “τοπ”. Τοπ σημαίνει “άριστος” ή “ο καλύτερος”. (όσοι βρεθήκαμε στον Arte Povera την ακούσαμε αμέτρητρες φορές, πακέτο με το “μπρο”). Μιλώντας για μπρο, η Μαρία (25) δηλώνει περήφανα πως δεν υπάρχει πρόταση που να μην περιλαμβάνει τη λέξη “μπρο” στη ζωή της. “Το βασικότερο για να τη χρησιμοποιήσω είναι να θεωρώ τον συνομιλητή μου «δικό» μου άνθρωπο. Δεν θα απευθυνθώ έτσι, δηλαδή, στον οποιοδήποτε αν δεν μου το «βγάλει» και δη μεγαλύτερό μου. Εξάλλου, δεν συνηθίζω να κάνω παρέα με μεγαλύτερούς μου (σόρυ Millenials & Boomers) γιατί νιώθω ότι δεν με πολυκαταλαβαινουν για να μιλήσω έτσι -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων”, διευκρινίζει.

GettyImages 1088527940

📷 Getty Images

Πάντως, ο barista του BAR IN FRONT OF THE BAR μου είπε ότι το “μπρο” είναι λίγο πασέ. Η φάση είναι “μπροκολόκο”, όρος που συνδέει το “μπρο” (τον αδερφό) και το “λόκο”. Με την καλύτερη έννοια. “Έχω ακούσει πολύ το ‘βουνό μου’, αλλά δεν υιοθετώ”, μου λέει. Παιδιά, βρείτε τα.

Η Εύα (21) θεωρεί λέξη της χρονιάς το “σουσού”. “Τι είναι το σουσού”, τη ρωτάω, για να μάθω πως “σουσού είναι το τσάι, καλέ. Το τσάι! Το κουτσουμπολιό!”. “Μην ξεχάσεις εννοείται να βάλεις το φλεξ”, με απείλησε. Υιοθετώ. Όπως υιοθετώ και το “ντελούλου” της Κατερίνας (26), που το θεωρεί term της χρονιάς και τονίζει σε όποιον συστήνεται μαζί του πρώτη φορά να μη βγάζει γρήγορα συμπεράσματα. “Πέρα από το ανάλαφρο της υπόθεσης, υπάρχει και μια βαθύτερη ανάγνωση της λέξης. Το να συμπεριφέρεσαι με ντελούλου τρόπο ενίοτε λειτουργεί και σαν αμυντικός μηχανισμός, μέσω του οποίου παλεύουμε να αντέξουμε την πραγματικότητα”. ΟΚ, και το “girl’s girl” της Νικολέτας (24). “Χρησιμοποιείται συνήθως για να δηλώσει πως όταν ένα κορίτσι/γυναικα υποστηρίζει το φύλο της, ξεπερνώντας τυχόν κοινωνικά και όχι μόνο στερεότυπα που παράγουν τον ανταγωνισμό μεταξύ γυναικών”, μου εξηγεί στα γρήγορα. “Ο όρος αυτός υποδηλώνει την γυναικεία αλληλεγγύη με λίγα λόγια και γι αυτόν τον θεωρώ έξτρα γοητευτικό και όμορφο. Η πρώτη φορά που άκουσα αυτόν τον όρο νομίζω ήταν σε ένα βίντεο του TikTok, το οποίο δεν θυμαμαι γιατί έχω δει δεκάδες από τότε αλλά αυτό που ξέρω είναι ότι μου έχει κάνει τη ζωή πιο εύκολη και τον χρησιμοποιώ συχνά σε συζητήσεις που κάνω για να αιτιολογήσω σκέψεις και συμπεριφορές”.

Όταν λέμε “glow up” εννοούμε μία μεγάλη αλλαγή (είτε μιλάμε για εξωτερική εμφάνιση είτε για προσωπική εξέλιξη) ενός ατόμου προς το καλύτερο”, μου εξηγεί η Γεωργία (21), θεωρώντας όρο της χρονιάς το “glow up”. “Το άκουσα πρώτη φορά σε ένα χαλαρό καφέ με ένα φίλο που είχα να δω καιρό, όταν του είπα ότι χώρισα, και μου απάντησε «YAS QUEEN, έτσι εξηγείται το glow up σου». Στη συνέχεια του συγκεκριμένου chit-chat έμαθα ότι μετά από ένα χωρισμό ο άνθρωπος που κάνει το glow up είναι αυτός που κατά τη διάρκεια της σχέσης έκανε τη μεγαλύτερη υπομονή. Αντίστοιχα αυτός που κάνει glow down είναι ο τοξικός της ιστορίας. Απλά, λιτά και κατανοητά”. Γιες μπος.

Η Ελένη (25) με βομβαρδίζει: shimp, πιπόζα, based. Shimp είναι εκείνος ο τύπος που όταν βρίσκει σχέση γίνεται ο κύριος “ναι, σε όλα” και τον χάνουν οι φίλοι του. Πιπόζα, από ό,τι φαίνεται, είναι η κοπέλα που απολαμβάνει να προσφέρει στοματική απόλαυση. Υπάρχει και αντίστοιχο term για άντρες. Ο “γλειφομ***κιας”. ΟΚ, μπορούσα απλώς να σας αφήσω να το μαντέψετε σε ένα άτυπο Σκραμπλ. Αλλά μισό λεπτό. Τι είναι το “based”; “Το based χρησιμοποιείται όπως το fact. Δηλαδή όταν κάποιος λέει κάτι που ισχύει και θες να του δώσεις κρέντιτ, λες “based””, εξηγεί η Ελένη, social media manager, FYI.

Ένα από τα τελευταία terms που άκουσα αυτές τις μέρες μιλώντας με εκπροσώπους της Gen Z ήταν το “τριλιζάτος”. Μου τον είπε ο Άρης και για να μου εξηγήσει τι είναι μου περιέγραψε με έναν ενθουσιασμό που νόμιζα πως είχε ξεπεραστεί στις μέρες μας, το πρώτο σεξ με ένα date του. Μην τα πολυλογώ, τριλιζάτος είναι ένας τύπος με γυμνασμένους κοιλιακούς. Επίσης, με σύστησε στον “queer Παντελή”, στο “χαμάς” (εντελώς μη πολιτικά ορθό – προερχόμενο από γνωστό ρήμα που περιγράφει τη σεξουαλική πράξη) και το “ευαισθησιόμετρο”, μιλώντας για πολιτική ορθότητα. Ή την παντελή απουσία της.

Για όποιον αρνήθηκε να διαβάζει όλες τις παραπάνω γραμμές, οι slang όροι που θεωρούν οι Έλληνες εκπρόσωποι της Gen Z “τοπ” της χρονιάς, παρακάτω:

1. Γκερλς γκερλ: Ένα κορίτσι που σέβεται τις άλλες γυναίκες και τους “άγραφους κανόνες” μεταξύ γυναικών. Δεν είναι μικροπρεπής και προσπαθεί να είναι ηθική και τίμια με τις γυναίκες φίλες της.

2. Γκλόου Απ: Το γκλόου απ είναι ένας ανεπίσημος όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια θετική προσωπική μεταμόρφωση, η οποία συνήθως περιλαμβάνει σημαντικές αλλαγές στην εμφάνιση και το στυλ. Επίσης, εκφράζει και την τόνωση της αυτοπεποίθησης και της ωριμότητας (για κάποιες πτυχές της προσωπικής ή επαγγελματικής ζωής). Συχνά, χρησιμοποιείται για να δώσει κρέντιτ σε κάποιον που έχει περάσει μια αμήχανη φάση ή μια δυσκολία.

3. Ευαισθησιόμετρο: Σλανγκικό μέτρο κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο μετράει την ευαισθησία του κάθε χρήστη.

Παράδειγμα από slang.gr: Αυτή η ιστορία δεν είναι για επίδειξη, δεν είναι για μοίρασμα, δεν είναι των κορεκτόρων της αλληλεγγύης, ούτε για το ευαισθησιόμετρο του καθενός, τώρα που η αλληλεγγύη δεν είναι υπόθεση των λίγων αλλά ξεκάθαρα των πολλών, των όλων. Είναι μια ιστορία δική μου, είναι μια από τις κραυγές αγωνίας των ανώνυμων αλληλέγγυων που δε θέλουν τίποτα άλλο παρά να φτάσουν αυτοί οι άνθρωποι σώοι στους προορισμούς τους. (Από Φέισμπουκ)

4. Κάνσελ: το να απορρίπτεις ένα άτομο ή μια ιδέα.

5. Κουίρ Παντελής: Το μέλος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που συμπεριφέρεται ως κυρ Παντελής, ως νοικοqueerαίος, δηλαδή θέλει να έχει οικογένεια και αξίες καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, όπως ένας αστός, ησυχία, τάξη, ασφάλεια κ.τ.ό., χωρίς να ασχολείται με την αντιστασιακή κινηματική διάσταση της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.

Παράδειγμα από σχόλιο στο Facebook: Είχαμε τους κυρ-Παντελήδες που ψηφίζουν ΝΔ, τώρα θα έχουμε και τους queer Παντελήδες που θα ψηφίζουν Κασσελάκη (Φέισμπουκ).

6. Λεκ: Το νόμισμα της Αλβανίας. Χρησιμοποιείται αντι για τις συνηθισμένες λέξεις: Λεφτά, χρήματα, φράγκα κλπ.

7. Μπέιζντ: Μια λέξη που χρησιμοποιείται όταν συμφωνείς με κάτι- ή όταν θέλεις να αναγνωρίσεις σε κάποιον ότι είναι ο εαυτός του, δηλαδή θαρραλέος και μοναδικός ή ότι δεν νοιάζεται για το τι σκέφτονται οι άλλοι. Ιδιαίτερα διαδεδομένη στη διαδικτυακή πολιτική αργκό. Το αντίθετο του cringe, συχνά και το αντίθετο του προκατειλημμένος.

8. Μπιφ: Οι διαφορές ή οι κόντρες στη γλώσσα (;) του χιπ-χοπ. Εκ του μελαψοαγγλοσαξονικού beef (διαφωνία, κόντρα), το οποίο έχει αρχαιότερες ρίζες.

9. Μπρο: Η λέξη χρησιμοποιείται και με την κυριολεκτική της έννοια, σημαίνουσα αδερφός. Μια μετεξέλιξή της είναι το “μπροκολόκο” (μπρο + λόκο, από το ισπανικό “loco” που σημαίνει ” τρελός).

10. Ντελούλου: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που ζει με ψευδαισθήσεις. “Όταν πιστεύεις ότι θα καταλήξεις με τον αγαπημένο σου σελεμπριτι σε σχέση, χωρίς αυτό να μην έχει ούτε λίγη σχέση με την πραγματικότητα. Εναλλακτικά, χρησιμοποιείται όταν γενικά είσαι λίγο κούκου και τρελάκιας”, γράφει το slang.gr.

Από το αγγλικό delusional, το οποίο σημαίνει «ψυχωτικός». Εξελίχθηκε σε delulu προτού περάσει και στα ελληνικά. Συναντιέται και στον θηλυκό τύπο «ντελούλα» και αρσενικό, «ντελούλος», συχνά χαϊδευτικά.

(Τα έχουμε γράψει εδώ και εδώ)

11. Πιπόζα: Αυτή που γουστάρει πολύ να κάνει στοματικό έρωτα. Ο όρος υποδηλώνει τόσο την επιθυμία όσο και την επιδεξιότητα, με αποτέλεσμα την υπέρτατη σεξουαλική απόλαυση του παρτενέρ της.

12. Σιμπ: κάποιος που κάνει υπερβολικά πολλά για χάρη του ατόμου που του αρέσει.

13. Σουσού: το κουτσομπολιό.

14. Τριλιζάτος: Ο body-builder που έχει γυμνασμένους κοιλιακούς τύπου σιξ πακ, στο οποίο με λίγη φαντασία μπορεί κάποιος να παίξει τρίλιζα.

15. Φλεξ: Είναι η επίδειξη διαφόρων υλικών αγαθών (κινητά, κοσμήματα, ρούχα κλπ.). Επίδειξη σωματικών προσόντων. Εν κατακλείδι όταν κάνεις “διαφημιση” την πάρτη σου είναι φλεξ.

____

Με πληροφορίες από Slang.gr και Urban Dictionary

 

 

 

 

 

Ακολουθήστε τα Μικροπράγματα στο Google News, για άρθρα και κουίζ που θα σας φτιάχνουν τη μερα.
0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια

Τα Μικροπράγματα στο inbox σου!