Η Martina Keogh ήταν μόλις 16 χρονών όταν, την ώρα που πουλούσε εφημερίδες έξω από ένα κινηματογράφο του Δουβλίνου, έγινε ένας καβγάς στο δρόμο πολύ κοντά στο σημείο που βρισκόταν εκείνη. Συνελήφθη μαζί με τα κορίτσια που εμπλέκονταν, πήγε στο δικαστήριο και καταδικάστηκε για παραβατική συμπεριφορά. Η τιμωρία της θα ήταν φυλάκιση δύο ετών και εθελοντική (μη αμειβόμενη) εργασία σε ένα μοναστήρι- φυλακή το οποίο διοικούσαν καλόγριες.
Το 1964, οι Beatles κυκλοφόρησαν το κομμάτι τους A Hard Day's night, η Elizabeth Taylor και ο Richard Burton παντρεύτηκαν για πρώτη φορά και 5000 αμερικανικά στρατεύματα εστάλησαν να πολεμήσουν στο Βιετνάμ. Η Martina δεν θα μάθει τίποτα για όλα αυτά. Αντ 'αυτού, θα περάσει τις μέρες της πλένοντας και σιδερώνοντας. Kαι τις νύχτες της κλειδωμένη σε έναν κοιτώνα με μπάρες στα παράθυρα.
Η ιστορία της Martina Keogh είναι συνηθισμένη για την εποχή. Η άγαμη μητέρα της ζούσε στο Δουβλίνο με
Η κόλαση όμως της Martina δεν τελείωσε. Το μικρό κορίτσι σύντομα θα κακοποιούνταν σεξουαλικά από τον πατριό της: «Μπαινόβγαινα στα ορφανοτροφεία και πάντα έτρεχα μακριά από το σπίτι». Μέχρι τη στιγμή που την έστειλαν στο πλυντήριο, αυτή ήταν που φρόντιζε οικονομικά τη μητέρα της, αφού ο πατριός της δεν της έδινε τίποτα.
«Από τη στιγμή που έφτασα στο πλυντήριο δούλεψα πολύ σκληρά. Έπλενα σεντόνια και τα έβαζα στο στεγνωτήριο. Μετά τα σιδέρωνα. Άμφια, πουκάμισα, ό,τι φοράνε οι μοναχές. Το μισώ το γαμημένο το σιδέρωμα» θα εξομολογηθεί μετά από πολλά χρόνια η Martina. Μια φορά μάλιστα, μια μοναχή έκαψε το χέρι μιας φίλης της, γιατί σιδέρωνε αργά. «Ήμασταν κλειδωμένες στους κοιτώνες από τις 19:30 μέχρι τις 6 το πρωί που θα έρχονταν να μας ξυπνήσουν οι μοναχές για να πιάσουμε δουλειά. Εάν έπιανε μια φωτιά, θα καιγόμασταν στα κρεβάτια μας».
Η Martina Keogh βγήκε έξω μετά από δύο χρόνια εξοντωτικής δουλειάς, αλλά πολλές γυναίκες δεν έφυγαν ποτέ. Αμόρφωτες και χωρίς υποστήριξη ή επαφές στον έξω κόσμο, για κάποιες από αυτές δεν γνωρίζουμε καν τα πραγματικά τους ονόματα ή από πού προέρχονται.
Κάποια από τα κορίτσια είχαν σταλεί στα πλυντήρια μετά από επιδρομές της αστυνομίας σε οίκους ανοχής, αλλά τα περισσότερα, έφταναν εκεί για άλλους λόγους
Τέσσερα θρησκευτικά τάγματα ήταν υπεύθυνα για τα 11 πλυντήρια της Μαγδαληνής τα οποία λειτούργησαν σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στην Αυστραλία, την Αγγλία, την Ιρλανδία, ακόμη και στη Βόρεια Αμερική. Από το 1765 έως τα τέλη του 1990, περίπου 30.000 γυναίκες φυλακίστηκαν και στερήθηκαν μια φυσιολογική ζωή για ένα "κακό" που έκαναν σε νεαρή ηλικία και η εκκλησία δεν ήταν σε θέση να συγχωρήσει. Ο στόχος των ιδρυμάτων ήταν να εντάξει και πάλι τις γυναίκες μέσα στην κοινωνία, αλλά στην πραγματικότητα, η επιστροφή τους στην ελευθερία ήταν σπάνιο γεγονός. Οι γυναίκες αυτές, που ήταν γνωστές ως Μαγδαληνές -περιπεσούσες (πήραν το όνομά τους από τη Μαρία Μαγδαληνή, η οποία θεωρούνταν έως τότε από την εκκλησία πόρνη), δούλεψαν νυχθημερόν σ' αυτά τα ιδρύματα, χωρίς αμοιβή, προς όφελος της καθολικής εκκλησίας.
Κάποια από τα κορίτσια είχαν σταλεί στα πλυντήρια μετά από επιδρομές της αστυνομίας σε οίκους ανοχής, αλλά
Χωρίς ταυτότητες, χωρίς επισκέψεις, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, τα κορίτσια αυτά αντιμετωπίζονταν ως εγκληματίες, χωρίς δικαστήρια και αποφάσεις. Καθάριζαν τα πατώματα της φυλακή τους, μαγείρευαν, φρόντιζαν τις ηλικωμένες μοναχές και έκαναν ένα σωρό άλλες εργασίες που κανείς δεν ήθελε να κάνει.
Το 2001, η Ιρλανδική Κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι τα Πλυντήρια της Μαγδαληνή ήταν μέρη κακοποίησης. Το 2011, η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων κάλεσε την Ιρλανδία να διερευνήσει τα πραγματικά περιστατικά και την αλήθεια για τη συμμετοχή της κυβέρνησης.
Το 2013, βρέθηκαν αποδείξεις λεκτικής κακοποίησης και ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Enda Kenny, ζήτησε συγνώμη από τα θύματα, αποκαλώντας το άσυλο «ντροπή του έθνους».
Το τελευταίο Πλυντήριο της Μαγδαληνής που βρισκόταν στην Ιρλανδία, έκλεισε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1996.