Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Τελικά, επρόκειτο για πολύ φτηνό «Πακέτο»

Ας ενημερωθούν κάπως οι συντελεστές της εκπομπής ότι οφείλουν να προστατεύουν τις επιλογές των καλεσμένων τους για όσο τους ακολουθεί η κάμερα

Τελικά, επρόκειτο για πολύ φτηνό «Πακέτο»

Aντί προλόγου, δύο διευκρινίσεις: 1) Θεωρώ το «Πακέτο» μία από τις πιο συναισθηματικά εκβιαστικές εκπομπές, τελεία. Φυσικά και σέβομαι ότι υπάρχει μερίδα του τηλεοπτικού κοινού που το παρακολουθεί φανατικά και ταυτίζεται / συμπάσχει. Ή περιπτώσεις ανθρώπων που χρωστούν ευγνωμοσύνη στους συντελεστές της εκπομπής.

2) Πιστεύω βαθιά, ακράδαντα, πυρηνικά τόσο στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, όσο και σ' εκείνο της απόρριψης. Στις μέρες μας, υπάρχει η αντίληψη ότι ένας όχι –κατά κοινή- ομολογία ή στερεοτυπικά όμορφος άνθρωπος (άντρας ή γυναίκα, αδιάφορο) και όχι νέος δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί ένα φλερτ, να απορρίψει μια πρόταση, να πει «όχι» στο ενδιαφέρον κάποιου/κάποιας.

Πού συναντιούνται τα δύο παραπάνω;

Στην εκπομπή της Τετάρτης, πέρα από τις συνήθεις υποθέσεις «εξαφανισμένων» γονιών, χωρισμένων από την κούνια αδελφών που βρέθηκαν ξανά, σπαρακτικών οικογενειακών ιστοριών και υποθέσεων συγνώμης που δεν ειπώθηκαν ποτέ, φιλοξενήθηκε μια διαφορετική ιστορία. Ίσως για το πιο ανάλαφρο ιντερμέδιο της τεχνηέντως βαριάς εκπομπής.

Ο κύριος νιώθει προσβεβλημένος από την απόρριψη on camera, λέει ασυναρτησίες και χοντράδες, τα λουλούδια επιστρέφονται (πάλι καλά που δεν εκτοξεύθηκαν) και τότε θυμάται το μοντάζ ότι πρέπει να «κόψει». 

Ένας κύριος, μιας κάποιας ηλικίας, δημοσιογράφος παλαιάς κοπής κατά δήλωσή του, βρέθηκε στο στούντιο δηλώνοντας κεραυνοβολημένος και αποφασισμένος να αναζητήσει –με μηδενικά στοιχεία- τη γυναίκα που του έκλεψε την καρδιά σε μια βόλτα του στην Πάτρα.

Οι ειλικρινείς περιγραφές του, που εκμαιεύονται χωρίς προσπάθεια από τις ερωτήσεις της παρουσιάστριας, κάνουν λόγο για μια εντυπωσιακή, ξανθιά γυναίκα, με αέρα, με στυλ, με δυναμισμό.

Ήδη το πράγμα φαίνεται κατά πού πάει, καθώς η παρουσιάστρια έχει αποσπάσει, κατενθουσιασμένη για το ευτυχές κεραυνοβόλημα, τις πληροφορίες που χρειάζονται για την ταυτότητα του καλεσμένου της: της εξηγεί, υπέρ το δέον γλαφυρά, ότι πάντα του άρεσαν οι γυναίκες, αλλά για να παίζει, ότι πρώτη φορά ερωτεύεται, ότι ο άντρας αξίζει μετά τα 50 γιατί τότε είναι ώριμος – όσα ηλικιακά κλισέ και κλισέ φύλων μπορούν να χωρέσουν σε ένα δεκάλεπτο έχουν εκστομιστεί, μαζί με το χιουμοριστικό (;) συμπέρασμα της τηλεοπτικής οικοδέσποινας ότι ο κύριος υπήρξε «ερωτύλος».

Η καλεσμένη ξεγλιστρά με διπλωματία και ακόμη παρούσα την ευγένειά της, και θα έμενε μια οριακά αστεία, σίγουρα αμήχανη, εντύπωση στον τηλεθεατή αν το ζήτημα τέλειωνε εκεί.

Στο πακέτο που θα προσφερθεί, ο κεραυνοβολημένος έχει τοποθετήσει 18 τριαντάφυλλα όσα και οι ημέρες της αναζήτησής της εντυπωσιακής κυρίας. Η τελευταία έχει ενημερωθεί ότι έχει «Πακέτο» και ανοίγει φιλόξενα την πόρτα της. Απ' όσα έχει ακούσει ο τηλεθεατής μέχρι εκείνη τη στιγμή, ίσως περιμένει άλλα.

Ωστόσο, αντικρίζει μία γλυκιά γυναίκα, κυριολεκτικά της διπλανής πόρτας και ίσως σκέφτεται «πάρ' τα μάτια μου και δες», όπως, άλλωστε, σκέφτεται κανείς για όλους τους κεραυνοβολημένους.

Όπως εξηγεί στην πρώτη επαφή της με την κάμερα, η γυναίκα έχει κάποια οικογενειακά ζητήματα που την απασχολούν και γι' αυτό αποφασίζει να εμφανιστεί στην εκπομπή. Καταφθάνοντας στο στούντιο είναι σαφές ότι πρόκειται για έναν ευγενή, ετοιμόλογο και χαμηλών τόνων άνθρωπο, με αυτογνωσία και αρκετό αυτοσαρκαστικό χιούμορ.

Όταν πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με τα τριαντάφυλλα και της εξηγούν ότι κάποιον "κεραυνοβόλησε" απαντά: «Παρακαλώ;! Εγώ; Μ' έχει δει καλά; Τι να πω, κύριε, η αισθητική σας βρίσκεται στον ύψιστο βαθμό», μια διακριτική αναφορά στην εμφάνισή της.

Φεύγει ο τοίχος, γίνονται τα αποκαλυπτήρια και οι συστάσεις, ωστόσο, η γυναίκα βρίσκεται σε δύσκολη θέση και φαίνεται. Ευχαριστεί, αλλά δεν θα 'θελε, δεν είναι στις προτεραιότητες της μια σχέση. Η παρουσιάστρια επιμένει, επαινεί τα προτερήματα του κυρίου, εξηγεί ότι ένας καφές γνωριμίας δεν είναι τίποτα δεσμευτικό, έχει ήδη κλείσει -ετσιθελικά- το ραντεβού για το ποτό.

Η καλεσμένη ξεγλιστρά με διπλωματία και ακόμη παρούσα την ευγένειά της, και θα έμενε μια οριακά αστεία, σίγουρα αμήχανη, εντύπωση στον τηλεθεατή αν το ζήτημα τέλειωνε εκεί.

Όμως, η κάμερα ακολουθεί τους δύο ανθρώπους και το τέλος είναι πικρό, άκομψο και άβολο. Ο κύριος νιώθει προσβεβλημένος από την απόρριψη on camera, λέει ασυναρτησίες και χοντράδες (πιστεύει στον Θεό, έχει σπουδάσει ψυχολογία, την βλέπει ότι είναι κακοπαθημένη από τη ζωή και σε τελική ανάλυση ας μην το παίρνει και πάνω της κι αν τον απορρίπτει εκείνη μία, εκείνος την απορρίπτει δέκα...). Τα λουλούδια επιστρέφονται (πάλι καλά που δεν εκτοξεύθηκαν) και τότε θυμάται το μοντάζ ότι πρέπει να «κόψει».

Γιατί κρίθηκε τόσο σημαντικό το στιγμιότυπο της απόρριψης, έξω πλέον από το στούντιο;

Μερικές απορίες τώρα:

Αυτό γιατί έπρεπε να φτάσει στον τηλεθεατή;

Ποιος πραγματικά εκτέθηκε;

Γιατί κρίθηκε τόσο σημαντικό το στιγμιότυπο της απόρριψης, έξω πλέον από το στούντιο;

(Ναι, η τηλεόραση δεν φημίζεται για τους λεπτούς χειρισμούς της, αλλά μέσα σε τόσους έμπειρους, κάποιος ας προοικονομούσε την εξαιρετικά άβολη έκβαση).

Ως παράδοξο μήπως; Ως αστείο; Γιατί δεν ήταν τίποτα από τα δύο.

Μήπως να λαμβανόταν υπ' όψιν το "μετά" που κρύβουν τέτοια περιστατικά σε μικρότερες, κλειστές κοινωνίες; 

Γιατί να υπάρχει αυτό το βάρος ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που μέχρι χθες αγνοούσε ο ένας την ύπαρξη του άλλου; 

Και για να το πούμε λίγο ωμά: ας πάψουμε να συμπεραίνουμε πράγματα για τους ανθρώπους από την εξωτερική εμφάνιση και την ηλικία τους. Ούτε το πρώτο καθιστά κάποιον δεδομένο ούτε το δεύτερο είναι εχέγγυο σοβαρότητας.

Και μπορεί να θεωρείται μοιραίο και επόμενο -για την ελληνική τηλεόραση- ότι αποδεχόμενος την πρόταση να εμφανιστείς σε μια τηλεοπτική εκπομπή, προσυπογράφεις το μερίδιό σου (και) στην αρνητική δημοσιότητα. Ωστόσο, επειδή υπάρχουν ακόμη ευαίσθητοι άνθρωποι, ας υπάρχει και μια δικλείδα ασφαλείας – ναι, το μοντάζ είναι μία από αυτές, αν κάπως μαντρωθεί το τέρας της τηλεθέασης.