Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Το μεγάλο τρένο

Μια μαρτυρία για την ασταμάτητη επιθυμία της Κίνας να χτίσει μια σιδηροδρομική γραμμή που να ενώνει το Πεκίνο με τη Λάσα και να τιθασεύσει το Θιβέτ και τους ανθρώπους του είναι το βιβλίο του Έιμπραμ Λάστγκαρτεν «Το μεγάλο τρένο» (εκδόσεις Ωκεανίδα). Επίκαιρο και προκλητικό.

Το μεγάλο τρένο

«Ο χειμώνας διαπότιζε ανεπαίσθητα την πυκνή καταχνιά της αιθάλης και της άμμου, που κρύβουν τις εποχές στην πόλη του Πεκίνου, τη μέρα εκείνη του Οκτωβρίου του 2000, όταν η συζήτηση στράφηκε ξανά στο Θιβέτ, τη μακρινή και αμφισβητούμενη περιοχή στα δυτικά σύνορα της Κίνας. Πίσω από μία ανώνυμη πόρτα μέσα στο Υπουργείο Σιδηροδρόμων, ήταν συγκεντρωμένοι γύρω από ένα επιβλητικό ξύλινο τραπέζι συνεδριάσεων καμιά τριανταριά επιστήμονες, μηχανικοί και πολιτικοί για να συζητήσουν την πιθανότητα κατασκευής μιας σιδηροδρομικής γραμμής ως την πρωτεύουσα της κινεζικής Αυτόνομης Περιφέρειας του Θιβέτ, τη θρυλική Λάσα. Ανάμεσά τους ήταν ένας πενηντατετράχρονος κατώτερος μηχανικός καριέρας, ο Ζανγκ Λου-σιν. Γλυκομίλητος και μικροκαμωμένος, με σκούρα ανακατεμένα μαλλιά που μετά βίας έκρυβαν την αρχόμενη φαλάκρα, ήταν η ενσάρκωση της απουσίας κάθε κύρους εξουσίας μέσα σε μια αίθουσα γεμάτη με πολιτικά ισχυρούς τεχνοκράτες ολκής.

Ο Ζανγκ είχε περάσει όλη του τη σταδιοδρομία στους σιδηροδρόμους της Κίνας και μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος της στο Θιβέτ, αλλά δεν είχε κατορθώσει ακόμη να ανέλθει στην απέραντη ιεραρχία της διοίκησης των σιδηροδρόμων. Η παρουσία του στη σύσκεψη οφειλόταν στις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του ως μηχανικού και όχι στην όποια πολιτική του υπόσταση. Στην πραγματικότητα, ανήκε στους κατώτερους των παρισταμένων και επομένως οι πιθανότητες να εισακουστεί η γνώμη του ήταν ελάχιστες. Ωστόσο, προτού τελειώσει η μέρα, ο Ζανγκ έμελλε να μιλήσει τολμηρά -και κάπως ανάρμοστα ίσως, αν λάβουμε υπόψη μας το αυστηρό πρωτόκολλο της Κίνας σχετικά με το σεβασμό προς την εξουσία- για να δώσει μορφή σε αυτό που θα γινόταν το πρώτο σημαντικό σχέδιο της Κίνας στον νέο αιώνα.

...

Ο Ζανγκ παρακολουθούσε τη σύσκεψη και ένιωθε να απειλείται. Αν επιλεγόταν η διαδρομή του Γιουνάν, τον περίμενε η ζωή ενός φτωχού ερευνητή σε κάποιο σκοτεινό δωμάτιο του συγκροτήματος των γραφείων ενός πανεπιστημίου του Λαν-τσόου. Μετά από μια ζωή γεμάτη προσπάθειες και ελπίδες για εισδοχή στην εξουσιαστική δομή του Κομμουνιστικού Κόμματος, θα έμενε άγνωστος και χωρίς αναγνώριση. Παρ' όλες τις θυσίες του -χρόνια ολόκληρα μακριά από τη γυναίκα του και μια υποτυπώδη σχέση με το γιο του-, δεν θα λάβαινε τίποτε σε ανταπόδοση. Είχε προσφέρει τη ζωή του στην κατασκευή της γραμμής Τσινγκχάι-Θιβέτ. Αν δεν γινόταν το τρένο του Θιβέτ, θα έχανε κάθε αίσθημα προσωπικής αξίας. Αν πάλι κατασκευαζόταν κάπου αλλού, αυτό θα ήταν ακόμη χειρότερο: οι φιλοδοξίες του θα συνθλίβονταν από την επιτυχία κάποιου άλλου.

Βλέποντας τη γραμμή του Τσινγκχάι να κινδυνεύει, ο Ζανγκ αρπάχτηκε από μια τελευταία ευκαιρία να στρέψει τη μοίρα υπέρ του. Πήρε το λόγο και απευθύνθηκε στους ανώτερους αξιωματούχους. Δεν θυμάται πώς τα κατάφερε, αλλά κάποια στιγμή απλώθηκε στην αίθουσα μια τεταμένη σιωπή και ο Ζανγκ άρχισε να μιλάει. «Στην προτεινόμενη διαδρομή από το Γιουνάν», άρχισε, «υπάρχουν πολλά σημεία που δεν τα έχει διασχίσει ποτέ κανείς. Δεν ξέρουμε τίποτε γι' αυτά. Αντίθετα, το υψίπεδο Τσινγκχάι - Θιβέτ το διασχίζουμε επί σαράντα χρόνια και ξέρουμε κάθε του λεπτομέρεια». Επί σαράντα πέντε λεπτά ο Ζανγκ, ο άγνωστος αλλά φιλόδοξος μηχανικός που βρισκόταν στο κατώφλι των γηρατειών, εξηγούσε στους επιστήμονες ότι είχε μελετήσει επί χρόνια τους πάγους του υψιπέδου. «Ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ειδικούς ήμουν ο μόνος που είχε δουλέψει πραγματικά στο υψίπεδο σχεδόν επί τριάντα χρόνια», είπε ο Ζανγκ, «κι έτσι ήμουν αυτός που είχε το δικαίωμα να εκφράσει μια άποψη σ' αυτή τη διαμάχη». Κι όμως, δεν ήταν ακριβώς έτσι. Εκατοντάδες μηχανικοί είχαν δουλέψει σκληρά στο υψίπεδο, αλλά ο Ζανγκ ευχαρίστως θα υπερτόνιζε την προσωπική του συμβολή αν έτσι μπορούσε να περισώσει την περηφάνια του και την καριέρα του. Εξήγησε ότι το έργο αυτών των ερευνητών, ανάμεσα στους οποίους συμπεριλάμβανε περήφανα, αν και όχι εντελώς ακριβοδίκαια, τον εαυτό του σε μια εξέχουσα θέση, είχε γίνει παγκόσμια γνωστό για την κατανόηση του παγωμένου εδάφους και τις αρκτικές συνθήκες, πιο προωθημένη κι από εκείνη των Ρώσων που είχαν κατασκευάσει μερικούς από τους πρώτους αγωγούς και τον Υπερσιβηρικό Σιδηρόδρομο σε παγωμένο έδαφος. Ανασκεύασε μεθοδικά τις επικρίσεις που είχαν ακουστεί εκείνη τη μέρα: τη δεκαετία του '70 είχαν πεθάνει άνθρωποι επειδή δεν υπήρχαν αρκετά τρόφιμα και επειδή τα μηχανήματα ήταν πρωτόγονα· η σήραγγα κατέρρευσε επειδή την έσκαβαν με τα χέρια. «Στην Κίνα του 21ου αιώνα όμως», διαβεβαίωσε, «έχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο. Τώρα έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου». Η τεχνολογία, τα μηχανήματα και ο υπόλοιπος εξοπλισμός ήταν τώρα επαρκή, και η οικονομία όχι μόνο μπορούσε να ταΐσει τους εργάτες της, αλλά θα τους πλήρωνε και αρκετά καλά ώστε να υπάρξει προσφορά εργασίας.

Η αδημονία και η κούραση που επικρατούσαν στην αίθουσα κέντριζαν το ζήλο του Ζανγκ. Έγειρε μπροστά στηρίζοντας τις παλάμες του στο τραπέζι, έκανε μια παύση και κοίταξε αποφασιστικά τους συναδέλφους και τους επικριτές του. «Ο Γουόνγκ λέει ότι κανείς δεν μπορεί να δουλέψει σε τέτοιο υψόμετρο, επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούν καλά καλά ούτε να ανασάνουν», είπε στη σιωπηλή ομήγυρη. «Μόλις χτες κατέβηκα από ύψος πέντε χιλιάδων μέτρων. Ζω και εργάζομαι εκεί σχεδόν τριάντα χρόνια. Είμαι πενήντα τεσσάρων ετών και είμαι απόλυτα υγιής. Σας διαβεβαιώνω ότι έχουμε λύσει τα προβλήματα με τον πάγο στο υψίπεδο και είμαι εγώ ο ίδιος μια απόδειξη ότι οι άνθρωποι μπορούν να δουλέψουν σ' αυτό το υψόμετρο».

Όταν τελείωσε και επέστρεψε στη θέση του, η σιωπή συνεχίστηκε. Κι ύστερα κάποιος άρχισε να χειροκροτεί.

Στην επόμενη σύσκεψη του Υπουργείου Σιδηροδρόμων, η διαδρομή του Τσινγκχάι ήταν η κρατούσα επιλογή».

To «Mεγάλο τρένο. Πώς το Πεκίνο στρέφεται δυτικά και αναμορφώνει το Θιβέτ», του Έιμπραμ Λάστγκαρντεν, θα κυκλοφορήσει στα μέσα Ιουλίου από τις εκδόσεις Ωκεανίδα.