Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Μαρία Κούρση: «Έχει μείνει ακόμη κάτι να κερδίσουμε»

Ήμερα τα χέρια των στραγγαλιστών (μας). Το πένθος ταιριάζει στον Ιούλιο. Ένας είναι που κρατάει τα μαχαίρια. Βαδίζουμε στο χαλασμό με ψέματα στα ψέματα. Τρώγεται η ζωή με μαχαιροπήρουνο; Ό, τι είναι να γίνει, δεν θα γίνει. «Έλειψα για κάμποσο γύρισα/ το σπίτι ορθάνοιχτο/ φωτεινό και καθαρό κι αν είχα/ παραλείψει μια καληνύχτα ποτέ/ δεν μπόρεσα να πω γιατί ο/ επίλογος ήταν από την ποίηση/ ελαφρύτερος και η ζωή βαρέλι/ αμείλικτο κυλούσε η ποίηση/ δεν έχει φωτογένεια»*. Η ποιήτρια Μαρία Κούρση στο lifo.gr.

Μαρία Κούρση: «Έχει μείνει ακόμη κάτι να κερδίσουμε»

Ανάμεσα στις ερωτήσεις παρατίθενται αποσπάσματα απο τις ποιητικές συλλογές «Λέει ότι είναι κήπος» (2012) και «Το βραχιόλι στον λαιμό» (2013) που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.

 

_______________

«Αγριεμένες ημέρες ήμερα

ήμερα τα χέρια που τις

στραγγαλίζουν». («Το βραχιόλι στον λαιμό»)

_______________

Ποιοι στραγγαλίζουν τις μέρες μας; Γιατί είναι τόσο ήμερα τα χέρια τους;

 

Οι καλογυαλισμένοι «μάνατζερ» και τα όσα επιδεικνύουν προς πώληση. Υποσχέσεις σε κλειστούς φακέλους, που όταν τους ανοίξεις είναι άδειοι. Τα ήμερα χέρια τους είναι λευκά και δόλια. Και άδεια.

 

 _______________

«Σαστισμένο καλοκαίρι

που η φύση είχε ορίσει

δεν το πένθησε κανείς». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Το πένθος ταιριάζει στο καλοκαίρι;

 

Το πένθος ταιριάζει στον Ιούλιο. Ούτε πριν, ούτε μετά.

 

_______________

«Η αγάπη ανακατεύει τα μαχαίρια της.

Είναι δική μου η αγάπη

δικά σου τα μαχαίρια.

Ας μοιραστούμε το φόβο

της ανταλλαγής

τουλάχιστον». («Το βραχιόλι στον λαιμό»)

______________

Η αγάπη (πρέπει να) πονάει; Είναι πάντα ο ένας που κρατά τα μαχαίρια;

 

Η αγάπη (πρέπει να) στρώνει στα πόδια της όλα τα ρήματα όλων των λεξικών. Να πονάει· να κινεί· να ελπίζει· να αυθαδιάζει· να γεμίζει· να αρνείται· να φοβάται· να λυτρώνει· να πεθαίνει. Ναι, είναι ένας που κρατάει μαχαίρια.

 

_______________

«(Κι όταν όλα περάσουν

σου υπόσχομαι θα γονατίσεις

με λουλούδια μαραμένα

μιας άλλης εποχής

γιατί δεν ήξερα να περιμένω)». («Το βραχιόλι στον λαιμό»)

_______________

 

Είναι υπερτιμημένη η υπομονή;

 

Η υπομονή με διαλύει. Τελευταία δεν την απέφυγα και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Όταν μου τελειώσει η υπομονή θα δω πόσο γελοίος ίσως ήταν και ο λόγος για τον οποίο την έκανα.

 

_______________

«Την τράπουλα αναστατώνεις

με άνεση (τη θεωρείς σημαδεμένη)

θα ξαφνιαστείς όταν όλα

θα τα χάσεις κοιτάζοντας

τον φταίχτη γιατί

τίποτα δεν σημαδεύεται και

κανένας δεν ορίζεται και

βέβαια απομακρύνομαι

αλειμμένη σ' ένα πυκνό ρήμα

που δείχνει Σάββατο χωρίς

σημασία απόγευμα απογράφω». («Το βραχιόλι στον λαιμό»)

_______________

Τίποτα δεν σημαδεύεται και κανένας δεν ορίζεται; Έχει μείνει ακόμη τίποτε να χάσουμε;

 

Δεν είναι πάντα έτσι. Όλα σημαδεύονται, καθορίζονται, παγιδεύονται, υπονομεύονται, προδίδονται, σβήνουν και χάνονται. Έχει μείνει ακόμη κάτι να κερδίσουμε.

 

_______________

«Κι εδώ τελειώνει το φως της

ημέρας.

Καμία συγγνώμη.

Περπάτησα πολύ στις εποχές

Σκυμμένη κωμικά νηστική

(μια μία οι λέξεις έμειναν

καθαρές)

περνώ διαμέσου μιας θαμπής

παρέλασης

Με αφορά που βαδίζω

ακόμη». («Το βραχιόλι στον λαιμό»)

_______________

 

Πώς καταφέρνει κανείς να βαδίσει μέσα σε αυτόν το χαλασμό;

 

Με ψέματα στα ψέματα.

 

_______________

«Ό, τι είναι να γίνει

Δεν θα γίνει.

Η φλόγα όμως καίει.

 

[...]

 

 Ό, τι είναι να γίνει

Δεν θα γίνει.

Δεν το ήξερε.

 

[...]

 

Ό, τι είναι να γίνει

Δεν θα γίνει.

Ως συνήθως.

 

 [...]

 

 Ό, τι είναι να γίνει

Δεν θα γίνει.

Πέρασε απαρατήρητο.

 

 [..]

 

Ό, τι είναι να γίνει

Δεν θα γίνει.

Κανείς δεν φταίει». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Τι είναι να γίνει (έστω κι αν δε γίνει);

 

Λέω να μην σας πω, γιατί δεν θα γίνει.

 

_______________

«Δεν τρώγεται η ζωή

με μαχαιροπήρουνο». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Πώς τρώγεται η ζωή; (αλήθεια, τρώγεται η ζωή;)

 

Με τα χέρια, το στόμα, το σώμα, το μυαλό.

 

_______________

«Στη διπλανή σκηνή

ξεβράζεται μια άλλη ιστορία». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Πού καταλήγουν οι πρωταγωνιστές που ξεβράζονται στη διπλανή σκηνή;

 

Στο παρασκήνιο, πάντα.

 

_______________

«Στον κήπο μοιραία παίζουν ξένα

στρουμπουλά παιδάκια

Συνεχίζεται η ζωή από μακριά». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Πώς φέρνεις τη ζωή πιο κοντά;

 

Πάντοτε κρατούσα αποστάσεις ασφαλείας.

 

_______________

«(Σου είχα τάξει τον ουρανό

με τ' άστρα.

 

Βρήκες τίποτα);». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Πόσο κρατά μια υπόσχεση;

 

Λίγο, πολύ λίγο, έως καθόλου.

 

_______________

«Σειρά ανθισμένα δέντρα

σ' ένα χρωματιστό πανέρι

αέρας / απόγευμα/ δροσιά

συννεφιασμένα φύλλα στο νερό

 

Στην αριστερή όχθη

ο παλαιοπώλης δίπλα στη γέφυρα

αέρας / απόγευμα / δροσιά

ο φανοστάτης κοιτάζει το ποτάμι του

 

Ας μπορούσα θεέ μου να είμαι εκεί

να πνιγώ με την ησυχία μου». («Λέει ότι είναι κήπος»)

_______________

 

Είναι μια εποχή που έχει χαθεί η ιδιωτικότητα κι έχει υποτιμηθεί η σιωπή;

 

Στην πραγματικότητα, είναι μια εποχή που έχει υποτιμηθεί η ιδιωτικότητα και έχει χαθεί η σιωπή. Έχοντας μάθει να σιωπούμε, τώρα το μόνο που βγαίνει από τα χείλη μας είναι ακατάσχετοι βερμπαλισμοί. Η σιωπή είναι ο ιδιωτικός μας χρυσός – την προφυλάσσουμε και την θαυμάζουμε μέσα στην γυάλινη προθήκη της. Και τώρα, που είναι πια η ώρα να μιλήσουμε, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κοιτάζουμε αμήχανα τον ήχο της χρυσής μας σιωπής.

 

*Από «Το βραχιόλι στον λαιμό»