Ένα μαγικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα: Η άγνωστη «Εξομολόγηση» του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου

Ένα μαγικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα: Η άγνωστη «Εξομολόγηση» του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου Facebook Twitter
Young Man Posing for Polaroid, 1959. Cherry Grove Archives Collection
1

Νύχτες πολλές λαχταρούσα να σου γράψω. Αισθήματα, ναυάγια καθημερινά, θα έμεναν χωρίς δικαίωση αν κάποιος δεν ερχόταν να τα καταγράψει. Έχεις τα ποιήματα, μου λέγανε. Όμως κι αυτά μένουν αδιάφορα, περιφρονούν την ομορφιά που τα γέννησε. Αντανακλούν τον κόσμο του ποιητή κι όχι τον εμπνευστή - αυτός πεθαίνει. Ύστερα, με τα ποιήματα, δε σταματά ποτέ η χλεύη κι η κατάκριση κι ο διασυρμός. Πως επιτέλους θα προστατευτούμε; Κάνοντας ίσως σύστημα ζωής να διαπομπεύουμε τον ίδιο μας τον εαυτό στα μάτια εκεινού που αγαπούμε. Μες στο αργό αυτό ξετύλιγμα της ψυχής μας υπάρχει ένας θρίαμβος ατομικός που κανένας δε φαίνεται να τον καταλαβαίνει.

Πότε σε γνώρισα... Αργός ερχομός που επισκευάζει τα παλιά χαλάσματα, ώρες χαμένες στα καφενεία ή σεργιανίζοντας τη θάλασσα κάθε πρωί. Τίποτα πια δε θα μ' αλλάξει, έλεγα, κι έβλεπα γύρω μου φιλήδονους αστούς, πόστα και ρεβεράντζες και κουρσάκια ιδιωτικά, μπασκετμπωλίστες φιλοχρήματους, κι εγώ μόνος μου κι έκθετος σα μια κηλίδα ανεξίτηλη πάνω στην πόλη. Κι όταν πήρα την όψιμη απόφαση να φύγω στη Γαλλία ή στο Αλγέρι για σπουδές, ήταν απόγνωση στο βάθος - ανώνυμος στιχοποιός και πάροικος να δοκιμάσω έναν καινούριο τρόπο σωτηρίας.

Μη βγάζεις άχνα, λέξη. Θα προσπεράσεις, ψυχή μου περήφανη, ακατάδεχτη, θα προσπεράσεις, είπα σιγά.

Ποιός σε περίμενε...Όχι το βράδυ εκείνο μέσα στα φώτα, στη βραδινή εξάτμιση της θάλασσας. Κι όμως, πώς σε κατάλαβα να έρχεσαι, δροσιά καλοκαιριάτικη σαν τα προάστια που απλώνονται στις παρυφές των βουνών μόλις πέφτει το βράδυ.

Κι ήρθε η στιγμή. Ριπή των ματιών που διασταυρώνονται μετέωρα και που θα πεί είσαι συ κι όχι άλλος. Εσύ ο αναμενόμενος που ανατρέπεις μέσα μου την τάξη του κόσμου. Είσαι η νέα οργάνωση με το διαβήτη της καρδιάς, ότι ονειρεύτηκα παράφορα περνώντας σαν έπιπλο από χέρι σε χέρι. Μα όταν σε λίγο σηκωθήκαμε να φύγουμε κι εσύ βημάτιζες αργά κι ανέβαινες, κι εγώ καθυστερούσα και λαχάνιαζα, κι όλα προετοίμαζαν το χωρισμό, τότε συνήλθα και είπα, παραιτήσου ψυχή μου. Εμείς που είμαστε οι πιο κατάλληλοι, είμαστε οι καταγέλαστοι του κόσμου αυτού. Διψάμε ο ένας τον άλλο τόσο αλλόφρονα που μόνο μες στην απάρνηση θα ολοκληρωθούμε.

Δέκα μέρες μετά, ανταμωθήκαμε στα έρημα ακρογιάλια της Χαλκιδικής. Αργά το απόγευμα είχαμε αφήσει πίσω το χωριό και προχωρούσαμε προσεχτικά πάνω στην άμμο. Η μέρα ήταν ζεστή μα φύσαγε. Κι εμείς γυρεύαμε μιαν αμμουδιά για να περάσουμε τη νύχτα.

Τώρα μπορούσα να σε δω πιο καθαρά καθώς λιγόστευε το φως. Βασιλεμένη ομορφιά μες στα νερά της θάλασσας, με καθαρότητα πουλιού, βημάτιζες αργά, αδιάφορος κι αμίλητος, ανύποπτος στην αγωνία μου που άρχιζε, σχεδόν σκληρός, κι έφεγγες αποχτώντας έτσι διαφάνεια. Κι όταν στρατοπεδεύσαμε καθώς σουρούπωνε και ψάρευες ακόμα μοναχός, κι οι θόρυβοι των άλλων πέσανε στην άπνοια που ακολούθησε μετά κι ύστερα έπεσες κι εσύ κι απομακρύνθηκες κι έβλεπα τα μαλλιά σου να πλέουνε στη θάλασσα, τότε γαλήνεψα περιμένοντας το κακό.

Κι ήρθε το άλλο πρωί. Ώρες που κύλησαν μονόχνωτα χαζεύοντας τη βάρκα που σας πήρε για το ψάρεμα, μαύρη κηλίδα απλωμένη στον ήλιο. Και σεργιανούσα τις πένθιμες λουρίδες του νερού που ανοίγονταν στο πέλαγο όταν φτάσαν οι ξένοι.

Ήρθαν πολλοί. Σιγά σιγά μαυρίζανε σαν έντομα την περιοχή, λερώνανε παντού, σήκωναν σκόνη. Ασχημονούσαν και φωνάζανε ανάρμοστα κι οι πιο θρασείς φτάσανε στο τραπέζι μας και μας ζητούσανε να φύγουμε γιατί θα τους χαλνούσαμε, λέει, το κέφι. Καθώς η κατακραυγή έγινε γενική κι εμείς ξεφεύγαμε κυνηγημένοι ως το χωριό, σου είπα καθώς επέστρεφες στη θάλασσα: Αυτοί είναι η ρίζα του κακού. Βάναυσοι, ανίκανοι για ομορφιά, ηθικολόγοι. Τότε αντιμίλησες κοφτά κι η φωνή σου είχε μιάν αλλοίωση απερίγραπτη: Χωρίς αυτούς θα υποφέραμε χειρότερα. Το δικό μας κορμί θα μας φάει στο τέλος, να είσαι σίγουρος. Τι σου φταίνε οι άλλοι.

Ατέλειωτο απομεσήμερο στον ίσκιο ενός δέντρου δροσερού. Η επιθυμία μού έφερνε ζάλη. Κατέρρεα σιγά σιγά, δεν είχα τίποτε πια να σου πω, κι όμως πώς λαχταρούσα να εξομολογηθώ κι ύστερα να ζητήσω τη συγνώμη σου, που η σκέψη μου σε σπίλωνε, και το χειρότερο, χωρίς να το καταλαβαίνεις. Κι όταν ο ήλιος πνίγηκε στα σύννεφα κι η μπόρα φαίνονταν να έρχεται ακάθεκτη κι ο άνεμος μού 'σφιγγε τη φωνή, μέσα μου γρύλιζα, ας έρθει.

Κι η κρίση ήρθε. Εκεί, μες στο λεωφορείο της επιστροφής, στο μέσα κάθισμα, πίσω απ' το τζάμι. Ένα μούδιασμα των χεριών και το πρόσωπο γέμισε δάκρυα χωρίς ούτε μια σύσπαση να το χαράξει. Οι επιθυμίες είχανε πια εξατμιστεί - η απόγνωση κι ο πανικός πώς όλα τέλειωναν μου προκαλούσαν έναν πόνο φριχτό στο στομάχι. Σε ξέρω καλύτερα απ' τη μητέρα, το κορίτσι σου. Σε νιώθω περισσότερο απ' αυτούς κι ούτε κουβέντα δε θα μπορέσω ποτέ μαζί σου να στήσω.

Μη βγάζεις άχνα, λέξη. Θα προσπεράσεις, ψυχή μου περήφανη, ακατάδεχτη, θα προσπεράσεις, είπα σιγά.

Δε θα σε ξαναδώ ποτέ. Μέρες που μ' ακολούθησαν χωρίς σκοπό, μέρες ολόιδιες που μ' έτρωγαν στα ίδια μέρη. Δρόμοι της πόλης που περάσαμε μαζί, πόλη ζεστή, ανάλγητη, κι εσύ παντού μα πουθενά κι ο χρόνος μου περίσσευε κι εγώ ζητούσα απεγνωσμένα έστω μια λεπτομέρεια σου να με κρατήσει.

Δε θα σε ξαναδώ ποτέ. Νύχτα του Αυγούστου πνιγερή που επιβιβάστηκα στον Πειραιά φεύγοντας για τη Μασσαλία. Η ζέστη ήταν αποπνικτική. Απ' το κατάστρωμα άκουγα τα μοτέρ της μηχανής, η αποβάθρα ήταν έρημη και το λιμάνι άχνιζε στο κάρβουνο και στη λίγδα.

Και ξάφνου, μες στις μαούνες και τους γερανούς, ήρθε στ' αυτιά μου μια μουσική γλυκιά απ' την Αθήνα. Τα γόνατα μου λύνονταν καθώς χιλιάδες φώτα άναψανε με μιάς κι οι δρόμοι ανοίγανε στη θάλασσα κι αρχίνησε μιά ατέλειωτη πομπή κι οι πόρτες των σπιτιών με καλωσόριζαν κι η άσφαλτος με δρόσιζε, εμένα, το μετανάστη κάποιας άλλης εποχής που έφαγε τα χρόνια του μες στην παρανομία.

Και σε είδα τότε για στερνή φορά πάνω στα κράσπεδα του δρόμου που ανηφόριζε, σχεδόν τυφλό απ' τους προβολείς, κι είχες μεθύσει απ' την οχλαβοή κι έτρεχες να προλάβεις για να μου μιλήσεις. Κι η ομορφιά σου είχε το άρωμα της εποχής που σε γαλούχησε, ένα άρωμα γλυκόπικρο αυτού που ζήσαμε με ότι έρχεται ή ετοιμάζεται νά 'ρθει. Κι η γεύση αυτής της διάρκειας μού 'δινε μιαν απερίγραπτη χαρά και με μαλάκωνε κι ο πόνος μου γλυκαίνονταν καθώς σκεφτόμουνα πως ήρθε επιτέλους η εποχή να τα πούμε.

Κι είπα, καρδιά μου, κράτησε όσο μπορείς πιο ζωντανό κι ανάγλυφο τον άνθρωπο και τη φωνή. Μέσα στ' αυλάκι του καιρού ας δέσει ο σπόρος του. Άλλοι θα γεύονται τον καρπό. Για μας, η νύχτα είναι καλή, θα καταπιεί όσα τραβούμε.

_______________

Το διήγημα «Εξομολόγηση» του μέγιστου Νίκου - Αλέξη Ασλάνογλου πρωτοδημοσιεύθηκε στο 10ο τεύχος του περιοδικού «Διαγώνιος» που εξέδιδε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος τη δεκαετία του 1960. Στο ίδιο τεύχος υπήρχαν ακόμη ποιήματα και κείμενα των Νίκου Καρούζου, Κλείτου Κύρου, Ρώμου Φιλύρα, Λείας Χατζοπούλου - Καραβία κ.α. 

Επιμέλεια: ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪΤΗΣ

Βιβλίο
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντον Ντελίλο: «Άνθρωπος σε πτώση»

Το πίσω ράφι / «Άνθρωπος σε πτώση»: Το ρεαλιστικό έργο ενός από τους σπουδαιότερους εξερευνητές της μοντέρνας εποχής

Ο πολυβραβευμένος Ντον Ντελίλο γράφει για την ανάγκη των ανθρώπων να ανήκουν κάπου και να επικοινωνήσουν, όταν εισπράττουν από την Ιστορία οδύνη, απώλειες και χιλιάδες ερωτηματικά.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Αντώνης Καραμπατζός: Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση

The Book Lovers / Αντώνης Καραμπατζός: «Με έλκει ο μυθιστορηματικός κόσμος του Καραγάτση»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον καθηγητή Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντώνη Καραμπατζό για το πώς το έργο του Τζότζεφ Κόνραντ, του Φίλιπ Ρόθ ή η ποίηση του Κ.Π. Καβάφη ανοίγουν δρόμους στο συναίσθημα, στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ιστορία.
THE LIFO TEAM
Ο θάνατος τής πήγαινε πολύ

Βιβλίο / Κάντι Ντάρλινγκ: Η συγκινητική ιστορία του τρανς ειδώλου και μούσας του Άντι Γουόρχολ

Η Κάντι Ντάρλινγκ προκαλούσε ανέκαθεν συμπάθεια και θαυμασμό, όχι τόσο για τα επιτεύγματά της στη σκηνή και τη μεγάλη οθόνη, όσο για την ομορφιά και την εύθραυστη αύρα της.
THE LIFO TEAM
Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

The Happy Reader / Η Gen Z αγαπάει τη γιαγιά που πλέκει στο πανηγύρι του χωριού

Η Γενιά Ζ γράφει και διαβάζει, καταρρίπτοντας τα στερεότυπα. Βιογραφίες, ταξιδιωτικοί οδηγοί και υγεία οδηγούν τους Ευρωπαίους στα βιβλιοπωλεία. Οι γιοι του Μάρκες, Ροδρίγκο και Γκονζάλες, απολογούνται για το δικαίωμά τους στο έργο του πατέρα τους. Εκδοτικό γεγονός, η μετάφραση του πρώτου μυθιστορήματος του Τζέιμς Μπόλντουιν.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
«Teatro Grottesco»: Η γοτθική σκηνή της ζοφερής απελπισίας

Βιβλίο / «Teatro Grottesco»: Mια συλλογή σκοτεινών διηγημάτων από έναν μετρ του τρόμου

Κάποιοι ίσως τον γνωρίζουν από την πρώτη (και καλύτερη) σεζόν του «True Detective». Η βουτιά στις πλέον σκοτεινές πτυχές της υπαρξιακής φιλοσοφίας, η άκρως ζοφερή ατμόσφαιρα, η εικονοποιία που φλερτάρει με τη γοτθική αισθητική είναι χαρακτηριστικά του έργου του Τόμας Λιγκότι, η απουσία του οποίου από την ελληνική αγορά είναι τρανταχτή.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΤΣΑΠΡΑΪ́ΛΗΣ
Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις ποτέ τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

The Book Lovers / Ακύλλας Καραζήσης: «Μου αρέσει η λογοτεχνία του Θανάση Βαλτινού γιατί δεν ξέρεις τι είναι αλήθεια και τι ψέμα»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Ακύλλα Καραζήση για την αναγνωστική διαδρομή του, που ξεκινάει από τον «Τομ Σόγερ» και τη Θεσσαλονίκη, περνάει από τον ρομαντικό κόσμο της Χαϊδελβέργης και φτάνει στην Αθήνα του θεάτρου και των κειμένων.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Βιβλίο / Ιωάννα Τσιβάκου: «Δεν έχει χρόνο ο σημερινός άνθρωπος να γνωρίσει τον άλλον κι εδώ βρίσκεται η δυστυχία του»

Η συγγραφέας και ομότιμη καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου μιλά για την εποχή μας, τον χώρο της εκπαίδευσης και την ταυτότητα του νεοέλληνα.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Βιβλίο / «Η άνοδος της δεξιάς συνδέεται με τις αποτυχίες της αριστεράς»

Ο Ντόναλντ Σασούν, ομότιμος καθηγητής Συγκριτικής Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου και άλλοτε στενός φίλος, συνεργάτης και επιμελητής των βιβλίων του Έρικ Χoμπσμπάουμ, μιλά στη LiFO.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Βιβλίο / Η Κάλλας δεν ήταν τραγική φιγούρα και δεν εγκατέλειψε την καριέρα της για τον Ωνάση

Η συγγραφέας του βιβλίου “Diva”, Ντέζι Γκούντγουιν, τονίζει με άρθρο της στον Guardian ότι το να χαρακτηρίζει κανείς τη ζωή της κορυφαίας τραγουδίστριας τραγική, σημαίνει ότι την αδικεί κατάφωρα.
THE LIFO TEAM
Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Βιβλίο / Η Θήβα που δεν ξέρουμε

Ο Βρετανός ιστορικός Πολ Κάρτλετζ αποκαθιστά την ιστορική πόλη της αρχαιότητας που αντιμετώπιζαν υπεροπτικά οι Αθηναίοι. Δείχνει πώς τα θηβαϊκά θέματα επιβιώνουν στη σύγχρονη τέχνη, γράφει για τον Επαμεινώνδα που είχε έναν μόνο τραχύ μανδύα, παρουσιάζει την κοινωνία που δημιουργεί τον Ιερό Λόχο, ένα στρατιωτικό σώμα που αποτελείται αποκλειστικά από εραστές και ερώμενους.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ

σχόλια

1 σχόλια