Ελληνίδες φόνισσες στο απόσπασμα

Ελληνίδες φόνισσες στο απόσπασμα Facebook Twitter
9

Ελληνίδες φόνισσες στο απόσπασμα Facebook Twitter

Η Φούλα και η Κάστρου δεν εκτελέστηκαν για τη δολοφονία του Αθανασόπουλου, λόγω Κατοχής. Η πρώτη εκτέλεση γυναίκας στην Ελλάδα, έγινε τα ξημερώματα της 27ης Αυγούστου 1960 στον Υμηττό. Πριν από την Γκουβούση, είχαν εκτελεστεί μόνον πολιτικές κρατούμενες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. Η Σταυρούλα Γκουβούση καταδικάστηκε σε θάνατο από το Κακουργιοδικείο της Κυπαρισσίας για τη δολοφονία της νύφης της 22άχρονης Μεταξίας Γκουβούση. Στο εδώλιο κάθησε συγκατηγορούμενος και ο γιός της Δημήτρης Γκουβούσης, ο οποίος εκτελέστηκε λίγες ημέρες αργότερα.

Η Σταυρούλα Γκουβούση, μια δυναμική και αυταρχική μάνα, χήρα και μητέρα δυο παιδιών, έπεισε το γιό της ότι το παιδί (το τρίτο) που περίμενε η γυναίκα του δεν ήταν δικό του. Αν και ο γιος δήλωνε πως αγαπούσε την γυναίκα του, οι φήμες έλεγαν ότι έμενε μαζί της επειδή εκείνη ήταν που συντηρούσε όλη την οικογένεια με τη δουλειά της. Η Μεταξία παρασκεύαζε γλυκά προς πώληση. Το πρωί της 6ης Ιανουαρίου 1959, ανήμερα των Φώτων, η 62χρονη Σταυρούλα Γκουβούση επέστρεψε από την εκκλησία και οι γείτονες άκουσαν τις φωνές της. Στεκόταν δίπλα στη στέρνα του σπιτιού της, σε πεταμένα ρούχα και ένα σημείωμα. Τους είπε  ότι τα ρούχα ανήκαν στην νύφη της Μεταξία, ενώ τους έδειξε και το χειρόγραφο που έγραφε: «Φτωχτόνησε η Μεταξία Γεωργίου Αδρία, γιατί δεν της έδινε τα λεφτά που της χρωστούσε η Θάλεια, η κυρά της. Τον Μήτρο, τον άνδρα της, να μην τον πειράξετε, γιατί δεν έχει κάνει τίποτα». Στους γείτονες, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας "Ακρόπολις" στις 9/1/59 είπε: «Αυτή η τρελλή εξετέλεσε την απόφασί της. Ευρήκα ανοιχτή τη στέρνα κι έξω ριγμένα τα ρούχα της. Η Μεταξία πληρώθηκε από τον θεό όπως της άξιζε. Και δεν σκέπτομαι τίποτα άλλο παρά ότι, αν έχη πέσει στην στέρνα, μας βρώμισε το πόσιμο νερό».

Η αστυνομία με βάση τα ευρήματα και τα αποτελέσματα της νεκροψίας, κατέληξε ότι ο θάνατος της Μεταξίας δεν οφειλόταν σε αυτοκτονία, αλλά σε εγκληματική ενέργεια.  Στην αναπαράσταση του εγκλήματος, προέκυψε ότι οι δράστες έσυραν την Μεταξία δεμένη στην αυλή και εκεί την πέταξαν στο βάθος της στέρνας, σχεδιάζοντας να τραβήξουν το σκοινί ώστε να μην αφήσουν ίχνη. Η Σταυρούλα Γκουρούση μισούσε τη νύφη της από την αρχή του γάμου της με τον γιό της, παρόλο που το ζευγάρι είχε αποκτήσει ήδη δυο παιδιά. Στις 8 Ιανουαρίου,ο Δημήτρης Γκουρούσης, ενώ έχει ήδη συλληφθεί, λέει: «Η γυναίκα μου ήταν έγκυος πέντε μηνών». Λογάριαζα να την πείσω να ρίξη το παιδί, μα κανείς γιατρός δεν αναλάμβανε αυτή την ευθύνη. Κάναμε κάτι δουλειές και γυρίσαμε στο σπίτι της μάνας μου, όπου είχαμε αφήσει το παιδί. Όταν φθάσαμε, καθήσαμε και φάγαμε. Η γυναίκα μου μετά το φαγητό, ξάπλωσε βγάζοντας τη ρόμπα της και μια ζακέτα που φορούσε. Η μάνα μου άρπαξε ένα σχοινί 5 μέτρων που ήταν εκεί και της το πέρασε αιφνιδιαστικά γύρω από τους ώμους, δένοντάς την καλά, μαζί και τα χέρια της. Συγχρόνως, μάλωνε μαζί της και την έβριζε για την άσχημη ζωή που έκανε. Η γυναίκα μου νόμιζε ότι αστειευόταν και ότι η μητέρα μου ήθελε απλώς να την φοβίση. Όμως εκείνη την τράβηξε έξω στην αυλή και την έριξε στην στέρνα. Σ' αυτή τη δουλειά τη βοήθησα κι εγώ. Έπειτα με υπόδειξί της, έγραψα ένα σημείωμα που έλεγε ότι η Μεταξία αυτοκτόνησε γιατί της χρωστούσαν τα αφεντικά της λεφτά που δεν της τα έδιναν. Αυτό το σημείωμα το έβαλα στο σκέπασμα της στέρνας μαζί με κάτι χάπια που είχε στην τσέπη της η γυναίκα μου. Επίσης, η μάνα μου έβαλε στην άκρη της στέρνας τα ρούχα της Μεταξίας και τα παπούτσια, ώστε να νομισθή ότι έπεσε μόνη της στο νερό. Πράγματι το πρωί των Φώτων βρέθηκαν τα ρούχα στο χείλος της στέρνας από την ίδια τη μητέρα μου, η οποία και έβαλε τις φωνές ότι δήθεν η νύφη της αυτοκτόνησε".

Ελληνίδες φόνισσες στο απόσπασμα Facebook Twitter

Η Γκουρούση γίνεται έξαλλη με την "προδοσία" και την ομολογία του γιού της και στρέφεται εναντίον του: «Κύτταξε τι φίδι μεγάλωνα!...» είπε. «Έτσι μωρέ πληρώνεις όλες τις θυσίες που έκανα για σένα;», γράφει η εφημερίδα "Ακρόπολις" στις 9 Ιανουαρίου. Το μέτωπο των συνεργών σπάει. Η Γκουρούση αποκαλεί το γιό της "αχαΐρευτο και ότι πάει να την μπλέξει. Στον τότε αστυνομικό συντάκτη των εφημερίδων "Ακρόπολις" και "Απογευματινή" Θ. Δράκο λέει τα εξής: «Αυτός ο αχαϊρευτος πάει να με μπλέξη! Λέει ότι εγώ την έριξα στο πηγάδι, αφού της τύλιξα πρώτα το σκοινί στο σώμα. Πάει να με κλείση στη φυλακή. [...] Αν ο γιος μου πάει στο εκτελεστικό απόσπασμα, τού αξίζει». Από την πλευρά του, ο Δημήτρης Γκουρούσης απάντησε: «Εγώ δεν είχα τίποτα μαζί της. Ήταν καλή και φρόνιμη. Εσύ τη μισούσες και αποφάσισες τον θάνατό της. Ανάθεμα την ώρα που σ' άκουσα. Εγώ γιατί να την σκοτώσω; Κι αυτό το παντελόνι που φορώ, μου το πήρε την ίδια μέρα που τη σκότωσες. Το πρωί, που πήγαμε στο Άργος... Κι εσένα δεν σε φρόντιζε; Μόνο εσύ διαρκώς την έβριζες και την κτυπούσες. Αυτή καθόταν σαν χαζή και τις έτρωγε...»

Το ρεπορτάζ αποκαλύπτει και άλλες πτυχές της εγκληματικής πράξης. Μπορεί να μην είναι απλώς ένα έγκλημα τιμής, αφού μετά τον θάνατο της Μεταξίας, θα κληρονομούσε την περιουσία της ο Γκουρούσης. Η δίκη τους έγινε λίγους μήνες αργότερα στο Κακουργιοδικείο Κυπαρισσίας. Και οι δύο δράστες καταδικάστηκαν σε θάνατο, αφού η πράξη τους χαρακτηρίστηκε ιδιαζόντως ειδεχθής. Μετά την καταδίκη της, η Γκουβούση μεταφέρθηκε στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ της Αθήνας. Η αίτηση χάριτος που υπέβαλλε  απορρίφθηκε παμψηφεί από το Συμβούλιο Χαρίτων. Μία εβδομάδα μετά την απόρριψή της, στις  2 Σεπτεμβρίου, εκτελέστηκε στο πεδίο βολής της περιοχής Αλυκές κοντά στην πόλη της Κέρκυρας ο Δημήτρης Γκουβούσης. Ο Γκουβούσης «εξομολογούμενος, ηκούσθη λέγων εις τον ιερέα, ότι ούτος δεν έπταιε δια τον στραγγαλισμόν της συζύγου του, αλλά ότι τον επήρε στον λαιμό της η μάνα του, της οποία ήτο ερωμένος...» (εφημ. «Ελευθερία» – 3 Σεπτεμβρίου 1960), στοιχείο που ωστόσο ουδέποτε επιβεβαιώθηκε.

 

Πεθερές με το παραθείο ανά χείρας και σύζυγοι "υποσεξουαλικές"

  

Το Δεκέμβριο του 1960, στο Μεσολόγγι, στον Άγιο Ανδρέα, συλλαμβάνεται η 62χρονη Αλεξάνδρα Μέρδη. Κατηγορείται ότι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς είχε δηλητηριάσει με παραθείο τον γαμπρό της Χρήστο Περβέντζα, 28 ετών, ρίχνοντας παραθείο στο φαγητό του. Ο Περβέντζας είχε παντρευτεί την κόρη της Μέρδη, Μαρία. Ζούσαν όλοι μαζί στο σπίτι των πεθερικών. Μια ακόμα ελληνική κλασική ιστορία ενδοοικογενειακών συγκρούσεων με την πεθερά να μισεί τον «σώγαμπρο» έχει αρχίσει.

Οι κάτοικοι της περιοχής μαρτυρούσαν ότι οι προστριβές ανάμεσα σε γαμπρό και πεθερά ήταν συχνές. Αυτό που δεν αναφέρεται συχνά είναι ότι η κόρη της και γυναίκα του θύματος κατηγορήθηκε για συναυτουργία. Στην εφημερίδα «Μακεδονία» στις 6 Δεκεμβρίου του 1960, υπάρχει μια δήλωση της Μέρδη ότι ο Περβέντζας τους «είχε αποξενώσει τόσο αυτήν όσο και τον σύζυγό της».

Η δίκη της Μέρδη έγινε στην Αμαλιάδα. Καταδικάστηκε σε θάνατο χωρίς ελαφρυντικά. Για κάποιο περίεργο λόγο, η κόρη της σε εκείνη την πρώτη δίκη, ενώ κατηγορούνταν για συναυτουργία, αθωώθηκε. Η δίκη επαναλήφθηκε λίγους μήνες μετά στο Κακουργιοδικείο Πάτρας. Το δικαστήριο καταδίκασε ξανά τη Μέρδη σε θάνατο και την κόρη της σε κάθειρξη 15 ετών, πενταετή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και χρηματική ποινή 5.000 δρχ. Η Μέρδη εκτελέστηκε τον Σεπτέμβριο του 1962, στον Άγιο Θεολόγο στον Υμηττό.

 

Στην Μαγκουφάνα, το 1960, η 52χρονη Αθανασία Αγγελινού σκοτώνει τον σύζυγο και ξάδερφό της Νικόλαο, πολτοποιώντας το κεφάλι του με μια αξίνα. Σε δεύτερο γάμο και με μια κόρη 30 ετών η Αγγελινού ήταν θρησκομανής και έπασχε από υποσεξουαλισμό εξαιτίας ενός ατυχήματος, δεν άντεξε τον έντονο υπερσεξουαλισμό του άντρα της. Δηλαδή, εν ολίγοις ο μακαρίτης είχε τις ερωμένες με τη σέσουλα. Η Αγγελινού καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε τον Οκτώβριο του 1962.

Η Ελληνίδα σίριαλ κίλερ με το παραθείο ή η Δηλητηριάστρια της Μάνης 

Ελληνίδες φόνισσες στο απόσπασμα Facebook Twitter

  

To 1971 ο Φασμπίντερ γράφει το έργο «Ελευθερία στη Βρέμη». Η υπόθεση στηρίζεται σε ένα αυθεντικό γεγονός των ιστορικών στοιχείων της πόλης. Η Γκέσε Γκότφριντ, μια γυναίκα με τη φήμη της τίμιας και θεοσεβούς συζύγου και μητέρας, αποκεφαλίστηκε δημόσια το 1831 με την καταγγελία δεκαπέντε φόνων που είχε διαπράξει. Γονείς, παιδιά, συζύγους και πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντός της με δηλητήριο. Η "Ελευθερία στη Βρέμη" είναι η αφήγηση αυτών των εγκλημάτων. Όμως ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται για τα ποινικά στοιχεία της υπόθεσης. Το έργο εστιάζεται στο πρόσωπο της φόνισσας και στα κοινωνικά και ψυχολογικά κίνητρα των εγκλημάτων.

Εννέα χρόνια νωρίτερα, το 1962, στη Στούπα της Μεσσηνιακής Μάνης, στο Νεοχώριο Λεύκτρου, συλλαμβάνεται η Αικατερίνη Δημητρέα, μια γυναίκα 42 ετών, η οποία σε διάστημα σχεδόν τεσσάρων μηνών δηλητηρίασε τέσσερα άτομα, αποπειράθηκε να δηλητηριάσει άλλα δυο και ήθελε να δηλητηριάσει και ολόκληρο το χωριό της. Η περίπτωση της Δημητρέα θα μπορούσε να είναι και η μοναδική Ελληνίδας σίριαλ κίλερ. Η Δημητρέα είναι μια γυναίκα 42 ετών. Είναι διαζευγμένη, με ό,τι αυτό σημαίνει στην ελληνική επαρχία του 60, με ένα παιδί 10 ετών, ενώ πάσχει και από ημιπληγία στο αριστερό πόδι και χέρι. Ζούσε φτωχικά με μοναδικό εισόδημα ένα επίδομα που έπαιρνε από την Πρόνοια των 200 δραχμών. Σήμερα, ψύχραιμα και με την απόσταση του χρόνου, αν μπορεί να προσεγγίσει κάποιος την περίπτωσή της, θα έλεγα ότι η Δημητρέα ήταν μια γυναίκα αποσυνάγωγη, με αναπηρία, στην περιοχή που τα ανάπηρα παιδιά τα πετούσαν κάποτε στον Καιάδα, δουλικό και ντροπή της οικογένειας. Μια γυναίκα η οποία μισούσε τον εαυτό της και όλους τους γύρω της. Ακόμα και την οικογένειά της. Διαβάζοντας παλαιά αρχεία και καταθέσεις, το μόνο στο οποίο μπορώ να βρω ένα δίκιο της είναι όταν είπε: «Η μητέρα μου με βασάνιζε συνεχώς. Ο αδελφός μου με απόπαιρνε, με έδερνε. Ήμουν μια φτωχή γυναίκα που την εγκατέλειψε ο άνδρας της και έπρεπε να ζήσω το μικρό μου κοριτσάκι, τη Στέλλα. Αλλά, μου φερόντουσαν όλοι εχθρικά. Και περισσότερο η μάνα μου και ο αδελφός μου. Με πίεζαν να κάνω όλες τις δουλειές αν και ήξεραν πως είμαι άρρωστη κι έπασχα από την καρδιά μου. Κάθε ώρα μου έλεγαν να φύγω από το σπίτι. Γι αυτό κι εγώ τους εκδικήθηκα. Με μισούσαν όλοι. Θέλαν το κακό μου». Αν όντως υπήρχε αυτό το περιβάλλον, η κακία, η μοχθηρία και τα εγκληματικά ένστικτα νίκησαν οτιδήποτε καλό θα μπορούσε να υπάρχει στην προσωπικότητα της Δημητρέα, η οποία οργάνωσε και εκτέλεσε αριστοτεχνικά τρία τουλάχιστον τέλεια εγκλήματα. Κάτι ακόμα: Η Δημητρέα δηλητηρίαζε τα θύματά της και τα έβλεπε να ξεψυχάνε μπροστά της. Μιλάμε για την μάνα της, τον αδερφό της. Εδώ ξεπερνά κάθε όριο ανθρώπινης συνείδησης. 

Πάμε πίσω στον Μάιο του 1962. Η Δημητρέα προσφέρει ένα πιάτο μακαρόνια στην 80χρονη μητέρα της Στεφούλα Λουκαρέα. Ο συνδυασμός μακαρόνια και παραθείο είναι θανατηφόρος για την ηλικιωμένη και με καρδιακά προβλήματα μητέρα της. Πέφτει στο πάτωμα με σπασμούς και τρομερούς πόνους. Ο γιατρός που φτάνει, πιστοποιεί το θάνατο της γυναίκας και τον αποδίδει στα καρδιολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Δυο μήνες αργότερα η Δημητρέα κερνάει καφέ την 40χρονη εξαδέρφη της Ποτούλα Τσιλιγονέα. Η Τσιλιγονέα σωριάζεται στο πάτωμα. Πέφτοντας, χτυπάει το κεφάλι της, με αποτέλεσμα ο γιατρός να αποδώσει το θάνατό της σε κάταγμα κρανίου. Λίγες μέρες αργότερα ο φονικός καφές σερβίρεται στον αδερφό της Κωνσταντίνο Λουκαρέα. Ο αδερφός της φεύγει από το σπίτι της και στο δρόμο σωριάζεται. Οι συγχωριανοί του τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Του κάνουν πλύση στομάχου ενώ στις εξετάσεις που του κάνουν βρίσκουν ότι πάσχει από τη χολή του. Δέκα μέρες αργότερα επιστρέφει στο χωριό και επισκέπτεται την αδερφή του η οποία του ετοιμάζει αυγά. Η Δημητρέα αυτή τη φορά, για να είναι σίγουρη, έχει ρίξει μεγαλύτερη ποσότητα παραθείου. Ο αδερφός της ξεψυχά στο πάτωμα του σπιτιού της. Ο γιατρός εξετάζει το πτώμα και πιστοποιεί ότι ο θάνατος επήλθε από καρδιακή συγκοπή, εξαιτίας μιας οξείας κρίσης χολής. Αν η Δημητρέα είχε σταματήσει εδώ θα μιλούσε κανείς για τα τέλεια εγκλήματα. Όμως η εκδικητική της μανία εναντίον όλων είναι ασυγκράτητη. Τον Σεπτέμβριο δίνει στον 5χρονο ανιψιό της Ηλία Πίτσουλα ένα λουκούμι με παραθείο. Το παιδί λιποθυμά. Μετά από λίγη ώρα και πριν προλάβουν να το μεταφέρουν στο νοσοκομείο πεθαίνει. Ο γιατρός Σακελαρίδης, ο οποίος έχει αποφανθεί ήδη για τους τρεις προηγούμενους θανάτους, εξετάζοντας το πτώμα του 5χρονου αποφαίνεται ότι βρίσκεται «ενώπιον φαινομένου δηλητηριάσεως». Στην τοξικολογική εξέταση των σπλάχνων, η οποία έγινε στην Αθήνα, ανιχνεύτηκε σημαντική ποσότητα παραθείου.

Εδώ αρχίζουν και οι πρώτες υποψίες κατά της Δημητρέα. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι την είχαν δει να δίνει στο παιδί το λουκούμι. Η Δημητρέα κάνει την πρώτη ομολογία στους αξιωματικούς της Χωροφυλακής λέγοντας πως «έπρεπε να πεθάνουν γιατί με κακομεταχειρίζονταν» και «δεν ήθελα να κάνω κακό σε κανέναν εκτός από τον αδελφό μου». Σε ένα εκκλησάκι, πεντακόσια μέτρα μακριά από το χωριό, έχει κρύψει το παραθείο και υδράργυρο, τον οποίο σκόπευε να χρησιμοποιήσει σε άλλη περίπτωση. Από το θανατηφόρο παραθείο γλύτωσε η γυναίκα του άλλου της αδερφού και η 4χρονη Ανθούλα Θωμέα. Η πρώτη αρνήθηκε να φάει ένα δηλητηριασμένο κοτόπουλο και η δεύτερη ένα δηλητηριασμένο ρόδι. Τις επόμενες μέρες γίνεται εκταφή των τριών προηγουμένων θυμάτων της Δημητρέα και τα σπλάχνα τους στέλνονται για τοξικολογική εξέταση στην Αθήνα. Την προηγούμενη μέρα, η Δημητρέα είχε συναντηθεί στην υποδιεύθυνση χωροφυλακής Καρδαμύλης, όπου κρατούταν, με δημοσιογράφους, προς τους οποίους δήλωσε: «Έριξα παραθείο στα μακαρόνια της μάνας μου για να γίνουν πιο... νόστιμα. [...] Στα αυγά του αδελφού μου έβαλα δηλητήριο για να δει πόσο... καλή μαγείρισσα είμαι! [...] Η μητέρα μου με βασάνιζε και ήθελε να με βγάλει από το σπίτι, το ίδιο και ο αδελφός μου. Όσο για την Τσιλιγονέα, έβαζε λόγια να με διώξουν, να με αφήσουν να πεθάνω της πείνας και εγώ και η κόρη μου. [...] Γιατί ο γιατρός που τους εξέτασε, δεν βρήκε τίποτα;» (Ακρόπολις, 13 Σεπτεμβρίου 1962). Επίσης, στην ανάκριση η Δημητρέα ομολόγησε ότι στα «σαράντα» του αδελφού της Κωνσταντίνου σκόπευε να παρασκευάσει κόλλυβα και να βάλει σε αυτά «τόσο παραθείο ώστε να δηλητηριάσω όλο το χωριό». Υπάρχει και κάτι άλλο: Η Δημητρέα ήθελα να βγάλει από τη μέση τον αδερφό της επειδή κληρονομούσε το σπίτι της μητέρας τους.

Λίγο αργότερα παραπέμπεται στο Δημόσιο Ψυχιατρείο (Δαφνί) ώστε να κριθεί ποιο βαθμό ευθύνης έφερε για τον καταλογισμό των πράξεών της. Ενώ η υπεράσπιση προσπαθεί να την παρουσιάσει σαν μειωμένου καταλογισμού άτομο, η γνωμάτευση της Δ΄ Ψυχιατρικής Κλινικής Αθηνών, είναι η εξής: «(1) Η νοημοσύνη της Αικ. Δημητρέα ελεγχθείσα κλινικώς και εργαστηριακώς δια ψυχολογικών δοκιμασιών ευρέθη ότι κείται στο μεταίχμιον του κατωτάτου ορίου του μέσου όρου της ανθρωπίνης διανοήσεως και της διανοητικής καθυστερήσεως, (2) η ως άνω δεν εμφανίζει ενεργά στοιχεία ψυχώσεως, (3) αι σωματικαί παθήσεις της και εν γένει αι άθλιαι συνθήκαι υφ' ας έζη κατά τα τελευταία έτη, ασφαλώς επέδρασαν εν συνδυασμώ και προς την συναισθηματική της ανωριμότητα εις την διαμόρφωσιν του ανωμάλου χαρακτήρος και πιθανώς ερμηνεύουν, εις τινά βαθμόν, τας αντικειμενικάς αντιδράσεις της». Οι ένορκοι αποφάνθηκαν ότι η κατηγορούμενη δεν είχε μεταμεληθεί για τις πράξεις της, εκτέλεσε τα εγκλήματα από πρόθεση και δεν βρισκόταν υπό το κράτος πλήρους ή μερικής σύγχυσης κατά τη διάπραξή τους. Το διακστήριο της καταδίκασε τέσσερις φορές εις θάνατον και σε δεκαπενταετή κάθειρξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση. Τον Αύγουστο του 1965, η Δημητρέα εκτελείται στο Γουδή. Ο επίλογος στην ιστορία της δηλητηριάστριας της Μάνης έχει γραφτεί με τον χειρότερο τρόπο.

 

 

 

Ελλάδα
9

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

8 σχόλια