Ο δικός μου Άρχοντας, σε μικρό τόπο

Ο δικός μου Άρχοντας, σε μικρό τόπο Facebook Twitter
1

 

Ο δικός μου Άρχοντας, σε μικρό τόπο Facebook Twitter

 

Φόρεσα τα καινούρια παπούτσια πάνω απ' τις τρύπιες κάλτσες μου, και σ' ακολούθησα με κρύα πόδια. Τυλίχτηκα με το παλτό σου ψάχνοντας στις τσέπες του την τελευταία σου σκέψη. Στο μαξιλάρι σου ήθελα να συναντήσω το τελευταίο σου όνειρο, αυτό που δεν ήξερα και δεν πρόλαβες να μου πεις . Προσπάθησα να μπω στο στενό ανήλιαγο σοκάκι που έπαιζα παιδί, αλλά μεγάλωσα τόσο που δεν χώρεσα. Η υγρασία κράταγε στους τοίχους του τα παιδικά μου όνειρα, εκείνα που σου έκρυβα καλά, γιατί ήθελα να έχω μυστικά.


Σήμερα ο αέρας μύριζε νοσταλγία και η ομίχλη απλωνότανε παντού, σαν καπνός από θυμιατό σε μοναχικό ξωκλήσι, στην λιτανεία μιας άγνωστης γιορτής για το τέλος της δικής μου παιδικότητας. Οι σκέψεις μου ένα κουβάρι που το άπλωσα πάνω σε λευκά κεντητά σεντόνια. Σ' εκείνα που μου 'δωσε η μάνα μου για προίκα όταν αποφάσισα να μεγαλώσω γρήγορα. Πώς ήτανε πέρυσι σαν σήμερα; Πως ήτανε πριν χρόνια σαν σήμερα;

Θέλω να φωνάξω λέξεις που δεν έμαθα, να τραγουδήσω παράφωνα για να ελευθερωθώ από παιδικά παράπονα.


Δεν σ' αποχαιρέτησα... Τι να σου πω; Αφού για μένα είσαι εδώ. Είσαι παντού. Στις σκέψεις μου, στις μεγάλες αποφάσεις μου, στις χαρές μου στις λύπες μου, σε όλη μου τη ζωή... Από τίποτα δεν έλειψες... Τώρα τι θα την κάνω τόση αγάπη; Θα φτάνει σε σένα με επαρχιακό λεωφορείο, μέσα στο χειμώνα;

Συλλαβίζω τις λέξεις, σαν καινούρια στολίδια σε δέντρα μοναχικών Χριστουγέννων. Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες αποτυπώματα μιας γεμάτης ζωής, στοιβαγμένες σ' ένα παλιό κουτί από μπισκότα. Πάντα κρατιόμασταν απ' το χέρι...

Ο δικός μου Άρχοντας, σε μικρό τόπο Facebook Twitter

Έτσι λένε οι φωτογραφίες και έτσι θυμάμαι. Τότε που περπατάγαμε στο χιόνι, τότε που έβρεχε, τότε που ανεβαίναμε στο τρένο, τότε που φοβόμουνα, τότε που γέλαγα, τότε που έπεσα, τότε στο πρώτο ταξίδι στην πρωτεύουσα, τότε στην πρώτη ταινία στο σινεμά, τότε στο λούνα πάρκ, τότε που όλα έμοιαζαν μαγικά και τα χάρτινα καραβάκια είχαν επιβάτες, τότε που οι γραμμές των αεροπλάνων οδηγούσαν κάπου, τότε που το συννεφάκι πάνω στην κορυφή του βουνού θα έφερνε οπωσδήποτε βροχή και εγώ νόμιζα πως ήσουνα μάγος και γι' αυτό ήξερες τόσα πολλά, τότε... τότε... τότε...

Πόσο θα μου λείψει το χάδι σου, το φιλί σου! Πόσο θα μου λείψει εκείνο το «Καλημέρα αγάπη μου...» που μου 'λεγες κάθε πρωί!

-Μπαμπά, τα παπούτσια της θλίψης μου είναι στενά και με πονάνε.

 

Έφη Λαδά, εικονογράφος

 

 

 

 

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια