image1 4
in , ,

Αργυρώ Γιαννουδάκη: Ας μείνει αυτό, ότι η εξουσία του θύτη δεν διαρκεί για πάντα

Η δημοσιογράφος που τη μέρα του θανάτου του Γιάννη Διακογιάννη αποκάλυψε τη σεξουαλική παρενόχληση που είχε υποστεί από τον ίδιο, απαντά μια για πάντα σε όσους αναρωτιούνται «γιατί τώρα;»

Στις 13 Δεκεμβρίου πεθαίνει ο Γιάννης Διακογιάννης, θρύλος του αθλητικού ρεπορτάζ, αγαπημένος όσων μεγάλωσαν με τις μεταδόσεις του. Την ίδια μέρα, σε κάποιον τοίχο στο Facebook ανεβαίνει μια μαρτυρία. Ο τοίχος και η μαρτυρία ανήκoυν –περιουσία πικρή- στη δημοσιογράφο, Αργυρώ Γιαννουδάκη, αθλητικογράφο, μάχιμη, με αρκετές επιτυχίες στο ενεργητικό της.

Γράφει για τη συνεργασία της με τον Διακογιάννη, για τον τρόπο που πριν από 20 χρόνια αναγκάστηκε να παραιτηθεί εξαιτίας της παρενοχλητικής συμπεριφοράς του. Τα γράφει όλα αυτά κάθετα, στεγνά, εστιασμένα, όπως συμβαίνει με όλες τις κακοποιητικές εμπειρίες που έχουν «γράψει» μέσα μας, έχει πέσει σκληρή δουλειά για να μη μπλοκάρουν όλη την υπόλοιπη ζωή και τα όνειρά μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έγινε ζημιά, ότι δεν υπήρξε φθορά.

Ακολουθεί παγωμάρα. Η παρανοημένη συνθήκη του αποθανόντος που «δεδικαίωται» και η παραβίασή της από την πλευρά της Γιαννουδάκη δημιουργεί ενόχληση. Ωστόσο, εδώ και μερικά χρόνια ο κόσμος δεν περπατά ανύποπτος. Το ξενικό “dont meet your heroes” το ζούμε με κρότο εδώ στην Ελλάδα, ειδικά μετά την έναρξη του ελληνικού #MeToo μετά την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου. Στον τοίχο της Γιαννουδάκη οι περισσότερες αντιδράσεις είναι αντιδράσεις συμπαράστασης, «ευχαριστώ» για την αλήθεια που μοιράστηκε, «μπράβο» για το θάρρος. Βέβαια, υπήρξαν αρκετοί που στάθηκαν –παραδοσιακά- στο «γιατί τώρα;», που θεώρησαν ανήθικη την κίνηση ανήμερα του θανάτου του Διακογιάννη, που διείδαν και έλλειμμα δημοκρατίας (!) στην ενέργεια της δημοσιογράφου να μιλήσει, «τώρα που δεν έχει πια αντίλογο».

Πότε, λοιπόν, πρέπει να λέγονται τέτοιου είδους αλήθειες και ποιος υπαγορεύει το σωστό timing; Πόσες φορές προσπάθησε η δημοσιογράφος να μιλήσει γι’ αυτό και δεν υπήρξε κανείς εκεί για να ακούσει; Πότε είναι η σωστή ώρα για ενοχλητικές αλήθειες που αφορούν μεγάλους / θρύλους / ανέγγιχτους; Και κυρίως, πώς –τελικά- ενθαρρύνουμε τις γυναίκες που υπέστησαν παραβιαστικές συμπεριφορές να βγουν μπροστά και να μιλήσουν, αν η μία ώρα δεν είναι σωστή και η άλλη είναι ακατάλληλη; Για τα ηθικά ζητήματα της καταγγελίας της δημοσιογράφου, για την ένδεια του δημοσιογραφικού χώρου να προστατεύσει όσες και όσ@ έχουν υποστεί παρενόχληση και κακοποιητικές συμπεριφορές και για την ανάγκη να αλλάξουν θεσμικά οι διαδικασίες καταγγελίες όχι μόνο στον χώρο των media, αλλά στη χώρα γενικά, κάναμε μία κουβέντα με τη δημοσιογράφο.

—Πριν από την πολυσυζητημένη ανάρτηση στο Facebook είχες επιχειρήσει κι άλλη φορά στο παρελθόν να καταγγείλεις τα όσα είχες υποστεί κατά τη διάρκεια αυτής της συνεργασίας;

Περίπου δύο χρόνια μετά το τελευταίο συμβάν με το τηλεφώνημα (σ.σ.: η Αργυρώ κατέγραψε ότι, αφού παραιτήθηκε από τα ΝΕΑ, δέχθηκε τηλεφώνημα του εκλιπόντος, με το οποίο την προειδοποιούσε ότι αν μιλούσε, θα την «έσβηνε από τον χάρτη»), έτυχε να βλέπω μια εκπομπή, η οποία φιλοξενούσε μία καταγγελία σεξουαλικής κακοποίησης και με είχε αγγίξει πάρα πολύ η κοπέλα που μιλούσε. Από εκείνη την εποχή ήδη σκεφτόμουν ότι δεν ήταν σωστό που δεν είχα καταγγείλει τα όσα είχαν συμβεί, παρ’ ό,τι άμεσα προσπάθησα να ενημερώσω τις συμφοιτήτριες μου να προσέχουν και τις ρώτησα αν είχαν ανάλογες εμπειρίες. Με βασάνιζε ότι είχα συμπεριφερθεί εγώ ανήθικα, εκθέτοντας σε ανάλογο κίνδυνο μελλοντικά άλλες κοπέλες. Πήρα, λοιπόν, τηλέφωνο σ’ εκείνη την εκπομπή –σκέψου ότι τότε δεν υπήρχαν social ή internet- μία κοπέλα κατέγραψε την καταγγελία μου και δυο – τρεις μέρες μετά με πήραν τηλέφωνο να πάω στο κανάλι. Μίλησα με έναν συνεργάτη της εκπομπής, κατέγραψε ό,τι του είπα και αυτό ήταν.

Δεν θέλω να μιλήσω στις γυναίκες. Θέλω να μιλήσω στους άντρες, με αυτή την πράξη. Θέλω να ξέρουν αυτοί που έχουν τέτοιες συμπεριφορές, ότι δεν πρέπει ποτέ να εφησυχάζουν. Θα πρέπει να ξέρουν ότι μπορεί να βρεθεί κάποια που θα τους χαλάσει την υστεροφημία. Γι’ αυτό καλό θα είναι να σκέφτονται διπλά και τριπλά όση εξουσία και να έχουν, η εξουσία της ζωής είναι μεγαλύτερη από την εξουσία του θανάτου, οπότε μπορεί τα θύματά τους να τη χρησιμοποιήσουν μετά τον θάνατό τους. ΟΚ; Σ’ αυτούς απευθύνομαι.

—Τι εννοείς «αυτό ήταν»;

Δεν με ξανακάλεσε ποτέ κανείς. Σα να μην τα είπα πουθενά. Οπότε, το ακούω τσάμπα και βερεσέ το «γιατί τώρα;». Επίσης, θέλω να σου πω κάτι που μου έχει κάνει τρομερή εντύπωση: ότι άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν μου μιλάνε με λόγια ζεστά και άνθρωποι οι οποίοι με ξέρουν και γνώριζαν και την ιστορία μου, συνάδελφοι κιόλας, γράφουν ότι με αυτή μου την κίνηση αποδυναμώνω το #MeToo! Ακριβώς όπως το έγραψα, το ξαναλέω: με τη συνείδησή μου είμαι απολύτως εντάξει. Και μάλιστα από τότε είχα την πρόνοια να λειτουργήσω όσο πιο ψύχραιμα μπορούσα και να το επικοινωνήσω και με ανθρώπους που ήταν στο περιβάλλον, όπως η πολύ καλή συνάδελφος και υπέροχος άνθρωπος Ειρήνη Σπυροπούλου που όπως έγραψα είχε σοκαριστεί η κοπέλα. Και φυσικά δεν ξέρει μόνο η Ειρήνη και συνάδελφοι που κάναμε στενή παρέα εκείνη την περίοδο ξέρουν πολύ καλά.

—Νομίζω ήταν το -εν γένει χαστούκι- στην υστεροφημία του που ενόχλησε κάποιους και υπήρξαν οι αντιδράσεις που αναφέρεις…

Κοίτα, δεν αμφισβητεί κανείς το τι ήταν. Το ότι ακόμη και μεθυσμένος είχε αυτοέλεγχο και είχε να σου πει πράγματα, που όταν είσαι πιτσιρίκι, μένεις με το στόμα ανοιχτό. Μην τρελαθούμε, ήταν ο Διακογιάννης. Επίσης: ήταν ο Διακογιάννης – ποιος θα του έλεγε τι; Ήταν δημοσιογραφάρα, μπορούσε να σου μιλήσει για τον αθλητισμό, για τη μουσική, για χίλια δύο πράγματα. Αλλά σ’ εμένα συμπεριφέρθηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Άλλους ανθρώπους –και είναι γεγονός αυτό- τους βοήθησε, τους πήγε σε δουλειές, τους άνοιξε πόρτες…

—Συγνώμη που ρωτάω, αυτοί οι «άλλοι» ήταν αποκλειστικά άνδρες ή και γυναίκες;

Και γυναίκες. Νομίζω ότι εκείνος είχε μεσολαβήσει να πάει στο Sportime η Ειρήνη Σπυροπούλου και άλλη μία κοπέλα που είχε πάει μαζί με εμένα στο καλλιτεχνικό των Νέων, η Ιωάννα.

—Άλλη φορά που επιχείρησες να φέρεις στη δημοσιότητα την υπόθεση;

Ναι, τότε με τις αρχές του δικού μας #MeToo και είχε βγει η Μπεκατώρου και έγινε μία απόπειρα να ανοίξει η κουβέντα και για τον δικό μας χώρο. Είχε οργανωθεί μία συζήτηση, στην οποία ήταν παρούσα και η Ιωάννα Ηλιάδη και ήταν και ένα μέλος του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ, αν θυμάμαι καλά. Τότε είχα καταγγείλει το περιστατικό, χωρίς να κατονομάσω. Αλλά και πάλι κανείς από την ΕΣΗΕΑ δεν με κάλεσε. Δεν θα έπρεπε;

—Διαβάζοντας ότι μία εργαζόμενη δημοσιογράφος έκανε μία αποκάλυψη, αρχικά έψαξα να τη βρω στο site που εργάζεσαι γιατί δεν μπορούσα να τη βρω στο facebook. Θα ρωτήσω κάτι αφελές, αν θέλεις απαντάς: πώς και αυτό που έγραψες δεν έτυχε καμίας αναδημοσίευσης στο χώρο που δραστηριοποιείσαι επαγγελματικά;

Πιθανώς να μην πιστεύουν την ιστορία μου, αυτή είναι η μία εκδοχή. Η άλλη είναι ότι ίσως και από εκείνους να θεωρήθηκε λάθος το timing. Ειλικρινά δεν μπορώ να γνωρίζω και δεν μπορώ να απαντήσω.

—Αυτές οι εμπειρίες μάς αλλάζουν και πολύ συχνά μας κάνουν να βλέπουμε και διαφορετικά αυτό που αγαπάμε: τη δουλειά μας. Εσένα τι σού άφησε;

Με άλλαξε. Φαντάσου ένα 20χρονο παιδί που μπαίνει με όνειρα σε μια σχολή μετά από ένα διαγωνισμό και συναντά το «τέρας» της δημοσιογραφίας και ξαφνικά όλα καταρρέουν. Και ξαφνικά αισθάνεσαι μια απειλή, γιατί αν μιλήσεις, έχεις τελειώσει. Βλέπεις την ασυλία, την οποία απολαμβάνει ακόμη και τώρα. Και ξαναλέω: προσπάθησα να μιλήσω. Πιθανώς και τώρα πια ξέρω ότι απευθύνθηκα στους λάθος ανθρώπους. Θα μου πεις, θα μπορούσες και πιο μετά να προσπαθήσεις. Αλλά θα μπορούσε και αυτός. Βλέποντας με να προσπαθώ μόνη μου και να ανεβαίνω σκαλί – σκαλί στη δημοσιογραφία και έχοντας καταφέρει πράγματα –ας πούμε θεωρώ τεράστιο βραβείο στη διαδρομή μου το γεγονός ότι κατάφερα να αλλάξει ο νόμος που αφορούσε τις ανίατες ασθένειες μετά τη δική μου επιστολή στην Έφη Αχτσιόγλου…

Ας κριθώ, λοιπόν, κι εγώ γι’ αυτό που έκανα, ότι το δημοσιοποίησα την ημέρα του θανάτου του, αλλά να κριθεί κι εκείνος γι’ αυτό που έκανε, γιατί δεν κρίθηκε ποτέ. Δυστυχώς, δεν είχε τελειώσει αυτό το πράγμα για ‘μένα. Ένιωθα ότι είχαμε ανοιχτούς λογαριασμούς που έπρεπε να κλείσω. Ε, λοιπόν τους έκλεισα τώρα. Τελειώσαμε. Τώρα τελειώσαμε.

Θεωρώ ότι ήταν πολύ σοβαρό και άλλαξε τη ζωή πολλών οικογενειών που είχαν τεράστιο πρόβλημα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι αυτός ο άνθρωπος δεν ένιωσε ποτέ τύψεις γι’ αυτό που έκανε. Και ότι ήξερε και τι κάνω και πού είμαι και είχε την ευκαιρία να ζητήσει συγνώμη, αλλά δεν το έκανε. Σε κάποια φάση είχα σκεφτεί να το αφήσω να περάσει, να μην πω ποτέ το όνομά του. Τότε ο σύντροφός μου μου είπε ότι κάνω λάθος. «Αφού σε πληγώνει μέχρι τώρα, οφείλεις να το πεις». Και να σου πω και κάτι; Αυτή τη στιγμή δεν νιώθω εξιλέωση. Νιώθω να έχει ανακατευτεί το μέσα μου. Είμαι τρεις μέρες με ημικρανίες, δεν πανηγυρίζω. Παρ’ ό,τι είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά για το τι θα περάσω. Παρ’ ό,τι που κάθε φορά έβλεπα τις αντιδράσεις που υπήρχαν απέναντι σε καταγγέλουσες, προσπαθούσα να αφομοιώσω το πώς μπορεί να νιώσω και εγώ κάποτε.

—Αναφέρεσαι στο αν ήταν σωστό το timing, καταλαβαίνω καλά;

Ναι. Ξέρω ότι αυτό που έκανα δεν ήταν σωστό. Στην ορεινή Κρήτη ισχύει μέχρι και σήμερα δυστυχώς –σε μικρότερο βαθμό τώρα πια, ευτυχώς- η βεντέτα. Θεωρώ ότι ισχύει, γιατί δεν λειτουργεί ο θεσμός της δικαιοσύνης. Αυτό που έκανα ήταν κατά κάποιον τρόπο έναν έγκλημα. Θες να το πούμε έγκλημα τιμής; Αυτός προσπάθησε να σκοτώσει τα όνειρα και την αξιοπρέπειά μου και εγώ του ανταπέδωσα το χτύπημα με την υστεροφημία του. Σε μια βεντέτα δεν υπάρχουν νικητές και νικημένοι. Όταν γίνεται ένα έγκλημα δεν υπάρχει καλός και κακός εγκληματίας. Ας κριθώ, λοιπόν, κι εγώ γι’ αυτό που έκανα, ότι το δημοσιοποίησα την ημέρα του θανάτου του, αλλά να κριθεί κι εκείνος γι’ αυτό που έκανε, γιατί δεν κρίθηκε ποτέ. Δυστυχώς, δεν είχε τελειώσει αυτό το πράγμα για ‘μένα. Ένιωθα ότι είχαμε ανοιχτούς λογαριασμούς που έπρεπε να κλείσω. Ε, λοιπόν τους έκλεισα τώρα. Τελειώσαμε. Τώρα τελειώσαμε.

—Τι θα συμβούλευες γυναίκες που έχουν βρεθεί ή βρίσκονται στην ίδια θέση;

Α, συγνώμη. Δεν θέλω να μιλήσω στις γυναίκες. Θέλω να μιλήσω στους άντρες, με αυτή την πράξη. Θέλω να ξέρουν αυτοί που έχουν τέτοιες συμπεριφορές, ότι δεν πρέπει ποτέ να εφησυχάζουν. Θα πρέπει να ξέρουν ότι μπορεί να βρεθεί κάποια που θα τους χαλάσει την υστεροφημία. Γι’ αυτό καλό θα είναι να σκέφτονται διπλά και τριπλά όση εξουσία και να έχουν, η εξουσία της ζωής είναι μεγαλύτερη από την εξουσία του θανάτου, οπότε μπορεί τα θύματά τους να τη χρησιμοποιήσουν μετά τον θάνατό τους. ΟΚ; Σ’ αυτούς απευθύνομαι. Την εξουσία δεν την έχεις για πάντα. Το no justice, no peace ισχύει και στον θάνατο. Για να αναπαυτεί κάποιος εν ειρήνη, πρέπει να υπάρχει δικαιοσύνη. Το «νεκρός δεδικαίωται» με την λανθασμένη ερμηνεία που το έχουμε μάθει, δεν υπάρχει. Και σίγουρα εγώ δεν είμαι θεός για να δικαιώσω κανέναν μετά θάνατον. Είμαι άνθρωπος. Κι εκείνον ας τον δικαιώσει ο Θεός που πίστευε.

—Διάβαζα την έρευνα του Balkan Insight για την κατάσταση με τις κακοποιητικές συμπεριφορές στα ελληνικά media και εκτός όλων των άλλων μου έκανε εντύπωση η έλλειψη Τμήματος σε κάθε επιχείρηση media που να μπορεί να δέχεται και να ερευνά καταγγελίες περί σεξουαλικής παρενόχλησης, κ.λπ. Θεωρείς ότι θα άλλαζε την κατάσταση στον χώρο;

Νομίζω –και συγχώρεσέ με γι’ αυτό που θα πω- στη γιδοχώρα που ζούμε είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ. Είναι μονόδρομος. Γιατί είμαστε μία χώρα που δεν βασίζεται στην αξιοκρατία, όλα βασίζονται στις πελατειακές σχέσεις – μέσα σε αυτές και οι σεξουαλικές. Ειδικά στον χώρο μας κι ας το πούμε ανοιχτά ή μπαμπά θα πρέπει να έχεις ή γκόμενο για να βαδίσεις σε δρόμο ανοικτό. Διαφορετικά πρέπει να τον ανοίξεις μόνη σου. Προφανώς στον κανόνα αυτόν, υπήρξαν και υπάρχουν λαμπρές εξαιρέσεις.

Ακολουθήστε την Α,ΜΠΑ; στο Google News

0 Comments
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια