Η κριτική μας για το «Ο Ιρλανδός» του Σκορσέζε: 5 άστρα - είναι αριστούργημα

Η κριτική μας για το «Ο Ιρλανδός» του Σκορσέζε: 5 άστρα - είναι αριστούργημα Facebook Twitter
Ο Ιρλανδός θίγει τα οικεία θέματα του σινεμά του Σκορσέζε, την πίστη και την προδοσία, τις ενοχές και την κάθαρση, το έγκλημα και την τιμωρία.
1

Είναι δυνατόν ένας 77χρονος σκηνοθέτης, παρέα με τρεις συνομήλικούς του θρύλους της υποκριτικής, να γυρίζει μια ταινία 3,5 ωρών για λογαριασμό ψηφιακής πλατφόρμας, συνολικού προϋπολογισμού 160 εκατομμυρίων δολαρίων, σε μια εποχή κατά την οποία η διάσπαση προσοχής προελαύνει και ο μέσος όρος αυτοσυγκέντρωσης σε «θέαμα δεν ξεπερνά τα λίγα λεπτά της ώρας», με όρο να παιχτεί πρώτα στις αίθουσες που περιμένουν πώς και πώς τους ανήλικους για να καταναλώσουν έπη υπερηρώων, τα οποία, διόλου τυχαία, ο Μάρτιν Σκορσέζε αποκήρυξε πολύ πρόσφατα ως μη-σινεμά; Όχι μόνο είναι αλλά ο ίδιος άνθρωπος που αξιοποίησε υπέρ του την τρισδιάστατη τεχνολογία στο Hugo χρησιμοποιεί προχωρημένα εφέ για να καθηλώσει, επιδεικνύοντας ολύμπια και μαεστρικά το χάρισμά του στην αφήγηση, στην πολυθρύλητη πολιτεία του Τζίμι Χόφα, μέσα από τα μάτια του προστατευόμενού του «Ιρλανδού», Φρανκ Σίραν.


Το πρόβλημα για τον Σίραν, έτσι όπως ξετυλίγεται σε ένα χρονικό του εγκλήματος για παραπάνω από 40 χρόνια, είναι πως βρίσκεται καίρια και αδόκητα στριμωγμένος ανάμεσα στον Ράσελ Μπουφαλίνο, άτεκνο νονό του εγκλήματος που τον έχει σαν γιο του, και τον εργατοπατέρα Τζέιμς Ριντλ «Τζίμι» Χόφα, τον αρχισυνδικαλιστή που δρούσε εκ μέρους των οδηγών φορτηγών τη δεκαετία του '60 (ώσπου απέκτησε δύναμη, πλούτο και εξουσία δυσανάλογα των συμφερόντων που εξυπηρετούσε και απώλεσε τα δυσθεώρητα προνόμιά του) και που τον θεωρούσε κι αυτός ισότιμο μέλος της οικογένειάς του. Ο Φρανκ Σίραν ξεκίνησε ταπεινά και συνέχισε το ίδιο σιωπηλά, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του δύσκολου, μειλίχιου αλλά πρακτικά σκληρού και άτεγκτου Μπουφαλίνο, ενός μικρόσωμου γκάνγκστερ που ποτέ δεν ψέλλισε τη διαταγή «σκότωσε», αν και όποτε έδινε εντολή, την εννοούσε απαρέγκλιτα.

Ο Σίραν αναλάμβανε με ψυχρή αποτελεσματικότητα όλες τις βρόμικες δουλειές χωρίς να ζητά χρήματα, διότι γνώριζε πως ο μόνος δρόμος για να εδραιωθεί είναι να μη ρωτά πολλά και να μην αποσκοπεί στο βραχυπρόθεσμο όφελος – είχε μια ενστικτώδη διαίσθηση του καθήκοντος που εξέλιξε σε συνειδητή γνώση της πυραμίδας μέσα στον χρόνο. Το κέρδος του έγινε πολλαπλάσιο, καθώς απέκτησε τη φήμη του σταθερού και ευπειθή εκτελεστή στην «κοινότητα» των Ιταλών, έστω κι αν η ιρλανδική καταγωγή του ήταν μειονέκτημα στο ξεκίνημα. Ο Τζίμι Χόφα,αντίθετα, άλλος ένας μη Ιταλός χωμένος βαθιά στη φωλιά τους, υπήρξε ανέκαθεν φασαριόζος, εγωκεντρικός και δημαγωγός, ένας σταρ των media που έδειχνε ανάγλυφα ποιους απεχθανόταν, μοίραζε απλόχερα αντιπάθειες και εγκάρδιες χειρονομίες, αντιμετώπιζε εριστικά και υποτιμητικά τους εχθρούς του και χειριζόταν τις υποθέσεις και τα πορτοφόλια πολλών χιλιάδων εργατών με εξωστρεφείς και πολιτικάντικους ελιγμούς, φτάνοντας να τα βάλει ανοιχτά με τους Κένεντι και τη μαφία.

 Μια επική ιστορία για το οργανωμένο έγκλημα στη μεταπολεμική Αμερική μέσα από τα μάτια του βετεράνου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου Φρανκ Σίραν, ενός απατεώνα και εκτελεστή που συνεργάστηκε με διαβόητες μορφές του 20ού αιώνα.


Ο Μάρτιν Σκορσέζε είχε από καιρό εκδηλώσει την πρόθεσή του να αποδώσει κινηματογραφικά (με τη συνδρομή του πεπειραμένου Στίβεν Ζαΐλιαν στο σενάριο) το μακρύ και λεπτομερές βιβλίο του Τσαρλς Μπραντ, I heard you paint houses, ενός συνθηματικού, που μάλιστα ενισχύεται ειρωνικά και εύγλωττα με το «φτιάχνω και τα φέρετρα, εκτός από το μπογιάτισμα των σπιτιών», στηριγμένο στους βασικά αναπόδεικτους, συνεπώς ανυπόληπτους ισχυρισμούς του Φρανκ Σίραν γύρω από την πιθανή δολοφονία και τη διαβόητη εξαφάνιση του Χόφα από προσώπου γης το 1975.

Η οπτική του Ιρλανδού είναι απ' άκρη σ' άκρη στην ταινία, σεβαστή, άξια του τίτλου: η ταινία παρακολουθεί βήμα προς βήμα την ανέλιξη και την αναγκαιότητά του σε ένα ερμητικό σύστημα αμφίβολων, αλλά ισχυρών αξιών. Το πρώτο ενδιαφέρον στοιχείο, και κερδισμένο στοίχημα, στον Ιρλανδό είναι ο ρυθμός, που ξεφοδράρει το τυπικό, φρενήρες τέμπο του Σκορσέζε, ακριβώς για να φτάσει στην αντιστροφή της απόλαυσης της βίας που χαρακτήριζε το Καλά Παιδιά και το Καζίνο. Αρχίζοντας με ένα περίτεχνο μονοπλάνο, με υπόκρουση το υπέροχο «In the still of the night» των Five Satins (ο Ρόμπι Ρόμπερτσον των Band συνεπιμελείται και πάλι τις μουσικές επιλογές μαζί με τον σκηνοθέτη), για να σταματήσει κυριολεκτικά στη νεκρική σιγαλιά της νύχτας, ξεκινώντας ουσιαστικά από το τέλος, με τον γηραιό Σίραν/Ντε Νίρο στον οίκο ευγηρίας που φιλοξένησε τις μνήμες και τις ενοχές στο λυκόφως της βεβαρημένης του ζωής.

Με απανωτά φλασμπάκ, έξοχα ραμμένα στο πνεύμα μιας ελεγείας για την κοινωνία της βίας, ο Σκορσέζε επισκέπτεται μια πολυπρόσωπη χορωδία πρωταγωνιστών και κομπάρσων του εγκλήματος που μοιάζουν με φαντάσματα του ηδονικού, δαιμονιώδους παρελθόντος – του δικού τους αλλά και του αποτυπώματος που είχε επιλέξει ο σκηνοθέτης σε προηγούμενες ταινίες του. Μάλιστα, ο Σκορσέζε φροντίζει, άσπλαχνα, χωρίς ίχνος ηρωικού επικήδειας συμπάθειας, να παγώνει συχνά την εικόνα στα πρόσωπά τους με τη σύντομη, ξερή σημείωση της ημερομηνίας και του τρόπου του (συνήθως βίαιου) θανάτου τους – μια δραματική αποκαθήλωση του πάλαι ποτέ ιλουστρασιόν στίγματός τους στη φιλμική μυθολογία.

Η κριτική μας για το «Ο Ιρλανδός» του Σκορσέζε: 5 άστρα - είναι αριστούργημα Facebook Twitter
Με απανωτά φλασμπάκ, έξοχα ραμμένα στο πνεύμα μιας ελεγείας για την κοινωνία της βίας, ο Σκορσέζε επισκέπτεται μια πολυπρόσωπη χορωδία πρωταγωνιστών και κομπάρσων του εγκλήματος που μοιάζουν με φαντάσματα του ηδονικού, δαιμονιώδους παρελθόντος.


Παρά τη μεγάλη διάρκειά της, η ταινία πλοηγείται με τρομερή άνεση στις δεκαετίες, μπαίνοντας και βγαίνοντας σε επεισόδια που συνδέονται οργανικά και εμπλουτίζουν την πλοκή, εμβαθύνοντας με κάθε τους βήμα τους κεντρικούς χαρακτήρες και τις γενεσιουργές αιτίες πίσω από τις πράξεις τους. Ογκόλιθος, φυσικά, ο Ιρλανδός, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, σε μια ερμηνεία που την ίδια στιγμή που παγώνει την ψυχή συγκινεί για την απέραντη μοναξιά που αναδίδει. Ο Φρανκ Σίραν του είναι το τσιράκι, ο πρόδρομος των σύγχρονων μπράβων, αλλά με αυξημένες αρμοδιότητες και υψηλό δείκτη αντίληψης της περίφημης ομερτά, που εμφανίζεται την κατάλληλη στιγμή, ένας οικογενειάρχης, απαίδευτος, λαϊκός και μπρούτος στην επεξεργασία του βασικού συναισθήματος άντρας που αδυνατεί να αντιληφθεί την έννοια της προστασίας, παίρνοντας πικρό μάθημα από τη μικρή του κόρη (Άνα Πάκουιν), η οποία, χωρίς να γνωρίζει τίποτα συγκεκριμένο, έχει καταλάβει από νωρίς τι ακριβώς κάνει έξω από το σπίτι.

Ο Ντε Νίρο, άφθαστος στο λακωνικό παίξιμο, γνήσιος reactor (η σκηνή του τηλεφωνήματος στη χήρα του Χόφα ανήκει αυτόματα στην ανθολογία) και ζωώδης, όποτε καλείται να χτυπήσει, καταπίνει τόμους ανείπωτων μυστικών και στάζει ελάχιστα σώψυχα, συσσωρεύοντας τόνους ασχήμιας, ωσότου το πρόσωπό του αποκτά μια μάσκα απωθημένου πόνου και το βλέμμα του εκλιπαρεί για συγχώρεση. Επινοώντας αποχρώσεις σε ένα άκαμπτο delivery θανάτου, με την κατακτημένη ευχέρειά του να καιροφυλακτεί, ενώ παραμένει ακίνητος, ο βασιλιάς των σκορσεζικών ηρώων είναι καταπληκτικός, και για τη μοναδική αδυναμία της ερμηνείας του δεν ευθύνεται ο ίδιος: η τεχνολογία απογήρανσης των προσώπων που εφαρμόζεται για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση, και μάλιστα σε διαφορετικές ηλικίες, δεν τον βοηθά στη νεαρότερη φάση του χαρακτήρα του, μειώνοντας δραστικά την έκφραση – σχεδόν την απενεργοποιεί, και είναι κρίμα.

Αντίθετα, στους άλλους δύο πρωταγωνιστές λειτουργεί πιο αρμονικά και τους βοηθά να διασχίσουν τα χρόνια αβίαστα, κάνοντάς τους να μοιάζουν στις νεότερες εκδοχές των ρόλων καθώς και των ίδιων, όπως τους θυμόμαστε από τις εμφανίσεις τους. Ο Τζο Πέσι ευτυχώς ανακάλεσε τη συνταξιοδότησή του για να πλάσει τον Ράσελ Μπουφαλίνο ως διακριτικό διάβολο, ένα μεσαίο στέλεχος της ευρύτερης συμμορίας των Ιταλοαμερικανών αφεντικών. Ψιθυρίζει με νόημα και επιβάλλεται αθόρυβα, τελεσίδικα. Ξεχάστε τον Τζόι και τον Τόμι που τον ανέδειξαν. Ο Ράσελ του εξανθρωπίζει ένα στερεότυπο με μίνιμαλ μέσα και αξιοθαύμαστο κοντρόλ.

Η κριτική μας για το «Ο Ιρλανδός» του Σκορσέζε: 5 άστρα - είναι αριστούργημα Facebook Twitter
Ογκόλιθος, φυσικά, ο Ιρλανδός, ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, σε μια ερμηνεία που την ίδια στιγμή που παγώνει την ψυχή συγκινεί για την απέραντη μοναξιά που αναδίδει.


Με το που εισβάλλει ο Χόφα του Πατσίνο, προσδίδει όχι μόνο γοητεία σε έναν τραμπούκο αλλά και ενέργεια και κρισιμότητα στο έργο, αναβαθμίζοντας τη βιογραφία σε τοιχογραφία. Ο ρόλος ταιριάζει γάντι στην εξωστρέφεια και στην υπερβολή του, και ο Σκορσέζε ελέγχει το μέτρο του στην πρώτη συνεργασία τους. Οι τρεις τους παίζουν διαφορετικά, αλλά δένουν μοναδικά σε μια συμφωνία υπόγειου τρόμου και εσωτερικού σασπένς, λύπης και ανθρωπιάς.


Ο Ιρλανδός θίγει τα οικεία θέματα του σινεμά του Σκορσέζε, την πίστη και την προδοσία, τις ενοχές και την κάθαρση, το έγκλημα και την τιμωρία. Κάτω από αυτά ο μεγάλος σκηνοθέτης εξετάζει κυρίως τον ρόλο του πατέρα μέσα από τις πολλαπλές δυναμικές του μέντορα με τον γιο και τις πλανημένες σχέσεις του πάτερ φαμίλια με τις γυναίκες της ζωής του, κόρες και συζύγους, και του εξουσιαστή αφέντη με τους πιστούς υπηκόους, ως την ψυχική κατάρρευση, όταν δεν την προλαβαίνει το πρόωρο τέλος. Στη χρυσή του ωριμότητα ο Σκορσέζε εκθέτει τον σκελετό της τεχνικής του μέσα από την τέχνη του, την απέριττη αρχιτεκτονική των χαρακτήρων μέσα στον χωροχρόνο που διεκδικεί με υπομονή και θαυμαστή επιδεξιότητα, τοποθετώντας τον Ιρλανδό, αυτόν τον συναρπαστικό μαίανδρο στο ημίφως της σύγχρονης ιστορίας της βίας, στην πρώτη τριάδα, ίσως μαζί με τον Ταξιτζή και το Οργισμένο Είδωλο, μιας φιλμογραφίας με τουλάχιστον άλλα τόσα αριστουργήματα.

 

  

Οθόνες
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ!»

Οθόνες / Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ»

Με αφορμή τον πολυσυζητημένο «Εμφύλιο Πόλεμο» του Άλεξ Γκάρλαντ, η Αμερικανίδα ηθοποιός συζητά με τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο για τους ρόλους που την απελευθερώνουν, για την ανάγκη να υπάρχουν γυναίκες ηγέτιδες στην πολιτική, για τα πιο ιδιαίτερα σενάρια που έχουν πέσει στα χέρια της, όπως αυτό της τελευταίας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια
Δεν θα διαφωνήσω για τις αρετες της ταινιας!Αυτο που εχω να επισημάνω ειναι οτι το trailer της εχει 6.5m youtube views του Joker 80m.Δεν ειναι επιχείρημα αυτο για να συγκρινω τις ταινιες αλλα για να δωσω ενα στοιχειο γιατι τα studio δεν ενδιαφερθηκαν! Στοχευουν στην παγκοσμια αγορα τωρα πια και μια ταινια αμερικανικης ιστοριας δεν μπορει το ιδιο ευκολα να πουληθει οπως το Batman πχ στην Ασια! Times have cange