Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ Facebook Twitter
Πρέπει κανείς να μπορεί να σταθεί στο ύψος του Τολστόι, του Ντοστογέφσκι, του Γκόγκολ ή του Τσέχοφ για να τους αντικρίσει κατάματα ή να διαβάζει πίσω από τις άρρητες συγγραφικές τους προθέσεις – και ο Ναμπόκοφ ξέρει ότι μπορεί.
0



ΔΙΑΒΟΗΤΟΣ ΣΚΑΚΙΣΤΗΣ, περίτεχνος λογοτέχνης, ατίθασος αναγνώστης αστυνομικών περιπετειών αλλά και έργων υψηλής διανόησης, αυτός ο λεπτολόγος που ήξερε να ανατέμνει όλες τις υφολογικές διακυμάνσεις με τον ίδιο τρόπο που διέκρινε τα αθέατα στο γυμνό μάτι στοιχεία από τις πεταλούδες δεν θα μπορούσε παρά να είναι και ιδανικός κριτικός λογοτεχνίας. Όχι χωρίς προκαταλήψεις, αφού η εμμονή ήταν από τα αδιάσειστα στοιχεία της υψηλής ευφυΐας του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, αλλά με την απόλυτη συνέπεια που παρατηρείται σε όλο το έργο του: κύρια αρχή η αποδόμηση των αγκυλώσεων και των κλισέ και η ανάδειξη κάθε κρυφής γωνιάς που περνά απαρατήρητη από το απαίδευτο μάτι.

Μακριά από τις μεγάλες ιδέες και τις υψηλές θεωρίες και με τη λεπτή φροντίδα που διαθέτει ένας ευγενής που αγαπάει εμμονικά τα λεπιδόπτερα και τις ωραίες περιγραφές, ο σπουδαίος Ρώσος λογοτέχνης και κριτικός ήταν ξεκάθαρος ως προς τις αρχές του: η λογοτεχνία πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας και να εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκε από τα χέρια ενός πρωτομάστορα που ξέρει, όπως έγραφε ο ίδιος για τον Τσέχοφ, να διακρίνει «τις απροσδόκητες συνηχήσεις» και τις «λεπταίσθητες πινελιές με τις οποίες αποδίδονται οι κάθε είδους λεπτομέρειες».

Το μυθιστόρημα δεν πρέπει να μεταφέρει ένα συγκεκριμένο μήνυμα αλλά να αφήνει κενά και μαύρες τρύπες στην υφή του κειμένου, που να αντιστοιχούν στις ρωγμές και την υφή της ίδιας της ζωής.


Γι' αυτό και ο Ναμπόκοφ αγαπούσε με πάθος τη λογοτεχνία της πατρίδας του, την οποία τίμησε με κάθε τρόπο, θεωρώντας ότι αυτή ξεπερνάει τα όρια των συνόρων ή των συνθηκών που δημιούργησαν οι μεγάλοι πόλεμοι, ο τσαρισμός ή η Σοβιετική Επανάσταση. Αν και εμμένει στον 19ο αιώνα, που για εκείνον ήταν η εποχή που γέννησε τη μεγάλη λογοτεχνία ειδικά στην πατρίδα του, θεωρεί ότι η πρόοδος που επιτεύχθηκε στη Ρωσία σε επίπεδο λογοτεχνίας δεν είχε αποτιμηθεί όσο έπρεπε από τη Δύση, η οποία εξακολουθούσε, τότε, να μιλάει για τις κοινωνικοπολιτικές μεταλλάξεις ή για τη μεγάλη «ρωσική ψυχή». Αλλά αν κάτι κατάφεραν οι σπουδαίοι Ρώσοι κλασικοί περισσότερο από τους υπόλοιπους, είναι να υπηρετήσουν με πίστη την τέχνη τους και όχι κάποιες αδιάσειστες αρχές, στον βαθμό που για τον Ναμπόκοφ «η πεμπτουσία της λογοτεχνίας δεν είναι οι ιδέες αλλά οι λέξεις, οι εκφράσεις, οι εικόνες».

Στα πολύτιμα Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία –που είμαστε ευτυχείς να έχουμε στα ελληνικά στην εξαιρετική μετάφραση του Ανδρέα Παππά από τις εκδόσεις Πατάκη– ο δάσκαλος και κριτικός λογοτεχνίας Ναμπόκοφ ουσιαστικά αποδεικνύει ότι οι μεγάλοι Ρώσοι λογοτέχνες του 19ου αιώνα όχι μόνο δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν σε καινοτομία και ευρηματικότητα από τους Γάλλους ή τους Βρετανούς αλλά και ότι είναι εκείνοι που πρώτοι μετέφεραν τις ιδέες της πρωτοπορίας στη Δύση. Αντί για το μεγαλόπνοο των υψηλών ιδανικών, ο Ναμπόκοφ θεωρεί ότι οι Ρώσοι διακρίνονταν από το λεπτό, ειρωνικό και πρωτοποριακό τους πνεύμα, καθώς ήταν οι πρώτοι που στοχάστηκαν προσεκτικά πάνω στις περιγραφές, στις εσωτερικές αντιθέσεις ή στον χρόνο, καταφεύγοντας, πολύ πριν από τον Τζόις, σε ένα ιδιόμορφο stream of consciousness (συνειδησιακή ροή).

Φαίνεται, βέβαια, ότι στην προσπάθειά του να αναλύσει το έργο τους, ο κριτικός Ναμπόκοφ δεν μπορεί να αποφύγει τις ασυνείδητες έστω και όχι σαφώς εκπεφρασμένες, σε προσωπικό επίπεδο, ταυτίσεις με την υψηλή, για παράδειγμα, δεξιοτεχνία που χαρακτηρίζει τον Τσέχοφ, την επική μεγαλομανία αλλά και την πειραματική δεινότητα του Τολστόι, το ρομαντικό παράλογο του Γκόγκολ αλλά και την περιγραφική ακρίβεια και την ποιητική ομορφιά του Τουργκένιεφ, στοιχεία που βλέπουμε να διαπνέουν κατά κόρον το έργο του συγγραφέα Ναμπόκοφ. Παρότι αδικεί τα μάλα τον Ντοστογέφσκι, εξαιρώντας τον από τον αριθμό των μεγάλων, δείχνει να αναγνωρίζει την επιδεξιότητα και τη θεατρική δύναμη των περιγραφών του. Ένας ακραιφνώς δραματικός λογοτέχνης, όπως ο Ντοστογέφσκι, δεν θα μπορούσε να ταιριάζει στον ζείδωρο αγνωστικισμό του Νταμπόκοφ και στη ζωτική ορμή που διαπνέει τις πάντοτε αισθαντικές, ως προς τις απτές λεπτομέρειες, στυλιστικές του περιγραφές.

Πρόκειται, άλλωστε, για διαφορετικούς κόσμους, όπως πολύ εύστοχα είχε τονίσει ο Στάινερ στο Τολστόι ή Ντοστογέφσκι: από τη μια ο έμπλεος θρησκευτικών και μεταφυσικών δοξασιών σαιξπηρικός κόσμος του Ντοστογέφσκι και από την άλλη ο επικός, αλλά γεμάτος αντιθέσεις κόσμος του Τολστόι. Ο Ναμπόκοφ δοξάζει πανηγυρικά τον δεύτερο, θεωρώντας πως η μορφοποιητική επίδραση του δράματος θα πρέπει να αντισταθμίζεται από τον σκεπτικισμό, καθώς, ακόμα και το απόκρυφο, θα πρέπει να διαλάμπει μέσα στο παράδοξο, όπως, κατά τη γνώμη του, συμβαίνει με τον Γκόγκολ. Το μυθιστόρημα δεν πρέπει να μεταφέρει ένα συγκεκριμένο μήνυμα αλλά να αφήνει κενά και μαύρες τρύπες στην υφή του κειμένου, που να αντιστοιχούν στις ρωγμές και την υφή της ίδιας της ζωής.


Έτσι, ο Τουργκένιεφ είναι για τον Ναμπόκοφ ο «πρώτος Ρώσος συγγραφέας που απέδωσε τον τρόπο με τον οποίον ο απογευματινός ήλιος φωτίζει τη σιλουέτα και το πρόσωπο των ανθρώπων», καταφεύγοντας σε φράσεις που «θυμίζουν σαύρα που λιάζεται στον τοίχο, με τις δύο τελευταίες λέξεις της φράσης να σχηματίζουν καμπύλες σαν εκείνες της ουράς της σαύρας», όπως αντίστοιχα υποστηρίζει ότι η «περιγραφή του κήπου του Πούσκιν στις Νεκρές Ψυχές θα πρέπει να προκάλεσε στον Ρώσο αναγνώστη το ίδιο σοκ που προκάλεσαν και ορισμένοι πίνακες του Μανέ στους σαστισμένους φιλισταίους της εποχής του».

Η βαθιά αντίληψη και το λεπτό ένστικτο για το εύρος της τέχνης τους είναι που μετέτρεψε, κατά τον Ναμπόκοφ, τους Ρώσους σε πραγματικούς πρωτοπόρους, όχι εσκεμμένα, αλλά από την ίδια τους την ανάγκη να τελειοποιήσουν την τέχνη τους, που δεν έχει να κάνει παρά με την αποθέωση του ύφους και της ομορφιάς. «Από τη στιγμή που ένας συγγραφέας αρχίζει να ενδιαφέρεται για ερωτήματα όπως "τι είναι τέχνη;" και "ποιο είναι το καθήκον του συγγραφέα;" είναι τελειωμένος» επιμένει –και όχι άδικα– ο Ναμπόκοφ.

Ωστόσο, πρέπει κανείς να μπορεί να σταθεί στο ύψος του Τολστόι, του Ντοστογέφσκι, του Γκόγκολ ή του Τσέχοφ για να τους αντικρίσει κατάματα ή να διαβάζει πίσω από τις άρρητες συγγραφικές τους προθέσεις – και ο Ναμπόκοφ ξέρει ότι μπορεί. Καταλαβαίνει, για παράδειγμα, την αξία που μπορεί να έχει ακόμα και ένας κρεμασμένος πίνακας της δικής μας Μπουμπουλίνας για να υποδηλώσει τον κρυφό ηρωικό ρομαντισμό του ήρωα του Γκόγκολ, Σομπάκιεβιτς, στις Νεκρές Ψυχές ή γιατί ο γκρίζος φράχτης του σπιτιού, το γκρίζο χαλί και το σκονισμένο μελανοδοχείο όπου δεσπόζει ένας καβαλάρης με το καπέλο του στο χέρι και το κεφάλι του κομμένο στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου απλώς αντικατοπτρίζουν την εσωτερική ψυχική αναστάτωση του Γκούροφ στην Κυρία με το σκυλάκι του Τσέχοφ. Είναι προφανές ότι ο Ναμπόκοφ βρίσκεται πολύ κοντά στον κόσμο του Τσέχοφ, «που είναι ένας κόσμος που έχουμε ανάγκη, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε», παρά στις υψηλές διακηρύξεις και αντιθέσεις του Τουργκένιεφ ή στη συντριβή που διαπνέουν τα σκοτεινά κείμενα του Ντοστογέφσκι.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι ένας πραγματικός εραστής των λέξεων που ζει μέσα σε κάθε πρόταση της λογοτεχνίας, είτε ως συγγραφέας είτε ως αναγνώστης, και όντως χρειάζονται υψηλές δόσεις συμπόνιας για να αντιληφθεί εκείνη τη στιγμή της συγγραφικής θείας έμπνευσης που σου δίνει την αίσθηση ότι οι «σελίδες του Τολστόι είναι γραμμένες από κάποιο αόρατο, "εσωτερικό" χέρι, από το ίδιο τους το θέμα, και όχι από το χέρι ενός ανθρώπου με σάρκα και οστά, ο οποίος γράφει από αριστερά προς τα δεξιά, σβήνει, προβληματίζεται, χαϊδεύει ίσως τα γένια του». Γιατί αν κάτι χαρακτηρίζει τα περίτεχνα αυτά κείμενα-παραδόσεις του Ναμπόκοφ για τους Ρώσους συγγραφείς σε αμερικανικά πανεπιστήμια, είναι, πέρα από την αγάπη, μια βαθιά, ουσιαστική και ανυπόκριτη συμπόνια για την υψηλή τέχνη του μυθιστορήματος και τον ακατάβλητο κόσμο τους, επιβεβαιώνοντας τον ισχυρισμό του Στάινερ ότι η λογοτεχνική κριτική πρέπει να γεννιέται από ένα χρέος αγάπης και να διατρανώνεται σε ένα καθεστώς συμπόνιας.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΚΠΤΩΣΗ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

 

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ