Οδύσσεια του Γουίλσον: Ο Όμηρος σε κόμιξ

Οδύσσεια του Γουίλσον: Ο Όμηρος σε κόμιξ Facebook Twitter
7

Η Οδύσσεια του Ρόμπερτ Γουίλσον στοΕθνικό Θέατρο δεν κρύβει εκπλήξειςγια όσους γνωρίζουν τον σκηνικό του κώδικα: την αρχιτεκτονική αντιμετώπιση της σκηνικής πράξης, τη δομική σημασία των φωτισμών (με τη βοήθεια των οποίων ορίζεται ο χώρος - «without light there is no space» λέει ο ίδιος) και της χρήσης της σκιάς (που ανακαλεί παραδοσιακούς θεατρικούς τρόπους της Ανατολής αλλά και τα ιδιαιτέρως δημοφιλή κατά τον 18ο και 19ο αιώνα πορτρέτα με την τεχνική της χαρτοκοπτικής Silhouette Αrt). Κι εδώ θα διαπιστώσουν τη βαρύνουσα λειτουργία της κίνησης, ο ρυθμός της οποίας λειτουργεί άλλοτε ως χρονικός προσδιορισμός κι άλλοτε ως ένδειξη ψυχολογικής/συναισθηματικής ποιότητας, στο πλαίσιο ενός φορμαλισμού χοροθεατρικής ποιότητας που επηρεάζει αναλόγως και την ερμηνεία του λόγου.

Η αγάπη της γεωμετρίας και της συμμετρίας, φανερή ακόμα και όταν ακυρώνεται, επιβεβαιώνει και σε αυτή την παράσταση τη βαθιά σχέση του Γουίλσον με την αισθητική του μοντερνισμού – επιρροές από τον κυβισμό, τον σουρεαλισμό, τη μονοχρωμία του Μάλεβιτς ή του Ρόθκο, τον γερμανικό εξπρεσιονισμό, το αρχιτεκτονικό και βιομηχανικό design του Μπαουχάουζ, είναι εμφανείς στην οπτική σύλληψη, ενώ και η ονειρώδης ατμόσφαιρα που συχνά χαρακτηρίζει επιμέρους σκηνές οδηγεί στη θεμελιακή για την αισθητική θεωρία των σουρεαλιστών λειτουργία του ονείρου στη δημιουργική πράξη.

Αλλιώς ξεκίνησε τη δημιουργική του πορεία, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Γουίλσον: η ιδιοφυΐα του γρήγορα αναγνωρίστηκε στην αβανγκάρντ νεοϋορκέζικη σκηνή και στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Ακόμα και όταν πειραματιζόταν με τα όρια των παραστατικών τεχνών και των αντοχών των θεατών, οι παραστάσεις ήταν οπερατικού χαρακτήρα, διάρκειας και φιλοδοξιών. Η συγκρότηση και η πληρότητα της αισθητικής του, το πολύπτυχο ταλέντο του σε διαφορετικές μορφές τέχνης, το ξάφνιασμα των Ευρωπαίων από τη δημιουργική ορμή αυτού του Αμερικανού εστέτ, γρήγορα εκτιμήθηκαν δεόντως. Η υψηλή αισθητική του ήταν εγγύηση για θεάματα που αγαπούσε να βλέπει η φιλότεχνη αστική τάξη, αποδεικνύοντας και στον χώρο των τεχνών τη δύναμη του δυτικού κεφαλαιοκρατικού μοντέλου να απορροφά ακόμα και δημιουργούς που θέλησαν να σταθούν απέναντι, να διαρρήξουν βεβαιότητες. Το εσάνς της «πρωτοπορίας» δεν ενοχλεί καθόλου. Αντιθέτως, λειτουργεί κάπως σαν αφροδισιακό στους χώρους της σύγχρονης τέχνης, που σε μεγάλο βαθμό είναι θεσμική, προκύπτει, με άλλα λόγια, μέσα από θεσμικούς φορείς τους οποίους και «υπηρετεί». Ο Μπομπ Γουίλσον έγινε αγαπημένος των μεγάλων φεστιβάλ, των μεγάλων πολιτιστικών οργανισμών, των μεγάλων θεάτρων και μουσείων.

Κάπως έτσι η πρωτοπορία έγινε ακαδημία και βιομηχανία παραγωγής θεαμάτων. Θεσμικού χαρακτήρα είναι και η Οδύσσεια, που ανέλαβε να παρουσιάσει στο Εθνικό Θέατρο της πενόμενης Ελλάδας. Μην κάνετε την αφελή ερώτηση αν φρόντισε να αφουγκραστεί την ιδιαιτερότητα στιγμής και τόπου στη σύλληψη κι «εφαρμογή» της σκηνικής πράξης. Δεν υπάρχει χρόνος για τέτοιες πολυτέλειες – η μηχανή είναι διαρκώς on, κάνοντας καινούργιες παραγωγές ή στήνοντας παλαιότερες σε διαφορετικές χώρες του κόσμου. Το αποτέλεσμα, άλλωστε, δεν υπήρχε περίπτωση να προσβάλει κάποιον και η υπεραξία του ονόματος «Ρόμπερτ Γουίλσον» θα υπερκάλυπτε τις όποιες αντιρρήσεις της κριτικής ή του πιο ενημερωμένου κοινού.

Γιατί δεν είναι καινούργιο ότι η φόρμα έγινε στενός κορσές στο οπτικό θέατρο του Γουίλσον. Ισχυρός προσωπικός κώδικας δεν μπορεί να σημαίνει ατέρμονη επανάληψη των ίδιων μέσων σε διαφορετικές συνθέσεις, σε βαθμό που να ομογενοποιούνται εντελώς διαφορετικά είδη και έργα/σκηνικά κείμενα ή, ακόμα χειρότερα, σε βαθμό που να εξαφανίζονται ολοσχερώς, όπως συνέβη με την Οδύσσεια του Εθνικού.

Η σκηνή ορίστηκε από τους κινούμενους πλαϊνούς τοίχους, που άλλοτε ενώνονταν, σχηματίζοντας γωνία στο βάθος ή μικρό άνοιγμα, κι άλλοτε όριζαν ένα τέλειο ορθογώνιο. Ο λόγος ελάχιστος στην απόδοση του Simon Armitage, εκτός από τους αυθεντικούς ομηρικούς στίχους της α ραψωδίας, που ερμηνεύει ο Νικήτας Τσακίρογλου με χαμόγελο γέρου σε κατάσταση άνοιας. Κάποια αποσπάσματα επαναλαμβάνονται επίμονα, με τον τρόπο που συμβαίνει στην όπερα (προσέξτε την τριφωνία της Αρήτης, της Ναυσικάς και του Αλκίνοου). Οι ηθοποιοί μοιάζουν με ανδρείκελα, με κίνηση ορισμένη στη λεπτομέρεια και πρόσωπο παγωμένο σε μια έκφραση ή σε μια σειρά διαδοχικών παγωμένων εκφράσεων – με πιο δημοφιλή τη διφορούμενη του «μειδιάματος της φρίκης».

Η χορογραφία της σκηνικής δράσης αποκλείει κάθε ίχνος συναισθηματικής εμπλοκής των ηθοποιών – ανάλογη, δηλαδή ανύπαρκτη, είναι και η συμμετοχή των θεατών. Μπορεί να γοητευθείς από τις ωραίες εικόνες (στις σκηνές λ.χ. με τον Κύκλωπα ή τις Σειρήνες), αλλά δεν συμμετέχεις.

 

Αν ψάχνετε χειροπιαστή απόδειξη του συναισθηματικού ελλείμματος αυτής της Οδύσσειας, δείτε πόσο γρήγορα κι εύκολα ξεμπέρδεψε ο Γουίλσον με τη ραψωδία λ, την περίφημη Νέκυια, την αφήγηση της καθόδου του Οδυσσέα στον Άδη. Δεν υπάρχει ο φόβος του ήρωα μπροστά στον άγνωστο κόσμο των σκιών ούτε η έκπληξη και τα αντικρουόμενα αισθήματα από το συναπάντημά του με μορφές του μύθου ή με συμπολεμιστές του.

Πουθενά η φρίκη κι η απόγνωση που κάνουν τον Αχιλλέα να πει ότι θα προτιμούσε να ’ναι δούλος στο φως του ήλιου, παρά βασιλιάς στον Κάτω Κόσμο, ούτε ίχνος συγκίνησης από τη συνάντηση του Οδυσσέα με τη μάνα του, όταν, δάκρυα πικρά χύνοντας, του λέει «πώς ήρθες, γιε μου, ζωντανός μες στο θολό σκοτάδι;».

Τίποτε απ’ όλα αυτά. Μια σειρά ομοιόμορφων σκιών προχωρεί στο βάθος από δεξιά προς αριστερά, φορώντας κάτι σαν κράνος-μάσκα που δίνει στις φιγούρες εξωγήινη διάσταση. Μία απ’ αυτές θα αποσπαστεί και θα πει δυο λόγια ως μάνα του Οδυσσέα, προτού προχωρήσουμε γρήγορα στις επόμενες «περιπέτειες».

Πώς θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτή την Οδύσσεια; Κλασικό εικονογραφημένο, ιδανικό για θεατές παιδικής ηλικίας. Ή, τέλος πάντων, για θεατές που δεν έχουν απαίτηση να διακρίνουν μέσα από την παράσταση τους λόγους για τους οποίους τα ομηρικά έπη αποτελούν το λογοτεχνικό θεμέλιο του δυτικού πολιτισμού.

Αυτό, λοιπόν, το ανεπανάληπτο γραπτό μνημείο της ανθρώπινης περιπέτειας στα χέρια του Ρόμπερτ Γουίλσον γίνεται ένα «σκηνικό προϊόν» της εποχής της παγκοσμιοποίησης, που ευνοεί την κατάργηση του λόγου και της εθνικής γλώσσας, χάριν του ευανάγνωστου απ’ όλους οπτικού σημείου. Ίσως, τελικά, ο Γουίλσον είναι περισσότερο Αμερικανός απ’ όσο επιτρέπει να φανταστούμε η εικόνα που έχει προσεκτικά χτίσει ο ίδιος για τον εαυτό του. Σχεδόν φυσικά, μετά την παράσταση ένιωσα την ανάγκη ν’ ανοίξω την Αμερική του Ζαν Μποντριγιάρ. Στις σελίδες του γίνεται συχνά λόγος για την έρημο (με αφορμή τις αληθινές ερήμους των ΗΠΑ) ως μεταφορά γι ’αυτό που εκφράζουν αυτή η χώρα και οι άνθρωποί της, έναν συνδυασμό της «πιο ζωηρής φωτεινότητας και της πιο ολικής επιφανειακότητας». Mετά από 40 χρόνια αδιάλειπτης παραγωγής καλλιτεχνικών έργων υψηλού κύρους, ο Γουίλσον θα έπρεπε να σταματήσει λίγο, να απαλλαγεί από τον καταναγκασμό της συνεχούς δημιουργίας και της ταχύτητας «ως θριάμβου του αποτελέσματος επί της αιτίας» και να σκεφτεί αυτό που λέει ο Μποντριγιάρ:

«Η σιωπή της ερήμου είναι οπτική».

Θέατρο
7

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Θέατρο / Ένας λυκάνθρωπος πρωταγωνιστεί στη νέα, απίστευτη παράσταση του Ευριπίδη Λασκαρίδη

Ο τρόμος στο θέατρο και τον κινηματογράφο, η περίοδος γύρω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο γερμανικός εξπρεσιονισμός, οι εικαστικές τέχνες, τα αμερικανικά μιούζικαλ και οι μεταμορφώσεις χωράνε στο «Lapis Lazuli» που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
M. HULOT

σχόλια

6 σχόλια
Ποσο λαθος κανετε! Παρόλο που η κριτική σας μάλλον είναι καλοπροαίρετη. Μόλις είδα την παράσταση στο Μιλανο, τρεις φορές συνεχόμενα. Ηταν η καλύτερη παράσταση του Γουιλσον με μεγάλη διαφορα και μια απο τις καλύτερες που έχω δει ποτέ. Η γνωστή του φόρμα αντί να αποστασιοποιει τον ηθοποιό και το κοινό απο το ψυχολογικό βάθος του κειμένου, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Με την υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών μετατράπηκε σε μηχανισμό που ξεχειλιζε το συναισθηματικό φορτίο: πόσο πιο εκφραστική δεν είναι μια υπέρ φορτωμένη δεξαμενή που παει να σπάσει απο τον όγκο του περιεχομένου, απο μια δεξαμενή που έχει ήδη ξεχειλίσει...! Μου κάνει εντύπωση πως μαθαίνω ότι η παράσταση δεν έτυχε διθυραμβικης κριτικής απ´ολους στην Αθήνα ενώ εδώ έγινε το ακριβώς αντίθετο: κοινο και κριτικοί ενθουσιάστηκαν απο την συγκλονιστική παραγωγή! Συγκλονιστική για μένα γιατί δεν ξέρω στην ιστορία του θεάτρου, άλλο παράδειγμα θεάτρου μάσκας, όπως αυτό τελικά ήταν, που να αποδίδεται με τόσο συναισθηματικό βάθος... Στα αυτιά μου ακόμη ηχούν λέξεις απο την παράσταση (¨μητέρα... Μητέρα¨... Οι τελευταίες λέξεις στην σκηνή του Αδη-- η ´ θα σε σκότωσω... Σκοτωσω...¨ της τρίαδικής σκηνής στο παλάτι των Φαιακων¨ ) που με την επαναληπτική τους έμφαση, συμπυκνωναν και μεγεθυναν το ομηρικο βάθος που περιγραφετε, χωρίς την ανάγκη περιφραστικοτητας...Λυπάμαι μόνο που το προγράμμα της περιοδείας περιλαμβανει μόνο το Μιλανο, γιατί τέτοιες παραστάσεις θα έπρεπε να είναι το πρώτο μας εξαγωγικό προϊόν, και με οικονομικά ωφέλη, παρεμπιπτόντως!Εγώ ως Ελληνίδα θα κάνω ότι μπορώ απο την θέση του απλού θεατή ώστε να έρθει και πάλι αυτή η εξαιρετικη, μοναδική, παράσταση στην πόλη μου και ελπίζω και όλοι οι άλλοι Ελληνες, και όχι μόνο, απανταχού της γης, να έχουν την ευκαιρία να την δουν. Και προσεύχομαι να πάψουμε κάποτε ως έθνος να πυροβολουμε τα πόδια μας!
Ποσο λαθος κανετε! Παρόλο που η κριτική σας μάλλον είναι καλοπροαίρετη. Μόλις είδα την παράσταση στο Μιλανο, τρεις φορές συνεχόμενα. Ηταν η καλύτερη παράσταση του Γουιλσον με μεγάλη διαφορα και μια απο τις καλύτερες που έχω δει ποτέ. Η γνωστή του φόρμα αντί να αποστασιοποιει τον ηθοποιό και το κοινό απο το ψυχολογικό βάθος του κειμένου, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Με την υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών μετατράπηκε σε μηχανισμό που ξεχειλιζε το συναισθηματικό φορτίο: πόσο πιο εκφραστική δεν είναι μια υπέρ φορτωμένη δεξαμενή που παει να σπάσει απο τον όγκο του περιεχομένου, απο μια δεξαμενή που έχει ήδη ξεχειλίσει...! Μου κάνει εντύπωση πως μαθαίνω ότι η παράσταση δεν έτυχε διθυραμβικης κριτικής απ´ολους στην Αθήνα ενώ εδώ έγινε το ακριβώς αντίθετο: κοινο και κριτικοί ενθουσιάστηκαν απο την συγκλονιστική παραγωγή! Συγκλονιστική για μένα γιατί δεν ξέρω στην ιστορία του θεάτρου, άλλο παράδειγμα θεάτρου μάσκας, όπως αυτό τελικά ήταν, που να αποδίδεται με τόσο συναισθηματικό βάθος... Στα αυτιά μου ακόμη ηχούν λέξεις απο την παράσταση (¨μητέρα... Μητέρα¨... Οι τελευταίες λέξεις στην σκηνή του Αδη-- η ´ θα σε σκότωσω... Σκοτωσω...¨ της τρίαδικής σκηνής στο παλάτι των Φαιακων¨ ) που με την επαναληπτική τους έμφαση, συμπυκνωναν και μεγεθυναν το ομηρικο βάθος που περιγραφετε, χωρίς την ανάγκη περιφραστικοτητας...Λυπάμαι μόνο που το προγράμμα της περιοδείας περιλαμβανει μόνο το Μιλανο, γιατί τέτοιες παραστάσεις θα έπρεπε να είναι το πρώτο μας εξαγωγικό προϊόν, και με οικονομικά ωφέλη, παρεμπιπτόντως!Εγώ ως Ελληνίδα θα κάνω ότι μπορώ απο την θέση του απλού θεατή ώστε να έρθει και πάλι αυτή η εξαιρετικη, μοναδική, παράσταση στην πόλη μου και ελπίζω και όλοι οι άλλοι Ελληνες, και όχι μόνο, απανταχού της γης, να έχουν την ευκαιρία να την δουν. Και προσεύχομαι να πάψουμε κάποτε ως έθνος να πυροβολουμε τα πόδια μας!
Σε προηγούμενο άρθρο που διάβασα στο lifo.gr, συνεντευξη με τον κύριο Μαστοράκη, αναφέρεται το κόστος της παράστασης σε 650.000€. Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε στους αριθμούς, μην περιμένουμε να το κάνουμε στην αντίληψη ενός έργου τέχνης.
"Αυτό, λοιπόν, το ανεπανάληπτο γραπτό μνημείο της ανθρώπινης περιπέτειας στα χέρια του Ρόμπερτ Γουίλσον γίνεται ένα «σκηνικό προϊόν» της εποχής της παγκοσμιοποίησης, που ευνοεί την κατάργηση του λόγου και της εθνικής γλώσσας, χάριν του ευανάγνωστου απ’ όλους οπτικού σημείου". ΤΑ ΨΕΥΤΙΚΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ... Πολύ δήθεν κριτική που φαντάζει βαθυστόχαστη, ενώ κατά βάθος κρύβει εμπάθεια και μικρότητα απέναντι σε μια νέα και ολοκληρωμένη πρόταση ανάγνωσης του όντως πρώτου ίσως και τελευταίου κειμένου της δυτικής τέχνης. Τι να κάνουμε κυρία μου, υπάρχουν και μεγάλοι καλλιτέχνες στον κόσμο που δεν μπορούν να φτάσουν το μέγεθος της δικής σας σκέψης. Άλλη φορά θα προτείνω στο Ουίλσον να σας συμβουλεύεται πρώτα και μετά να αρχίζει να δουλεύει τα έργα του. Σκεφτείτε μήπως αυτό που γράφετε για την Οδύσσεια του Ουίλσον ότι δηλ. πρόκειται για "Κλασικό εικονογραφημένο, ιδανικό για θεατές παιδικής ηλικίας" μήπως τελικά αφορά τη δική σας κριτική και όχι το κρινόμενο έργο. ΔΗΘΕΝ κριτικές, ΔΗΘΕΝ όλα, στη χώρα του ΔΗΘΕΝ.
Η κριτικός θεάτρου Ματίνα Καλτάκη και συντάκτρια του παραπάνω άρθρου, ζήτησε απ' το LIFO.gr να μεταφέρει την απάντησή της:Aγαπητέ αναγνώστη, Γιατί κάθεστε και ασχολείστε, και χάνετε το χρόνο σας, με δήθεν κριτικές στη χώρα του δήθεν;Για να καταθέσετε ένα σχόλιο, κρυμμένος/η πίσω από την ανωνυμία, που δεν αφορά την παράσταση (γιατί δεν μας λέτε γιατί διαφωνείτε, για ποιους λόγους σας άρεσε η παράσταση;) αλλά επιδιώκει να μειώσει το πρόσωπο που υπογράφει την κριτική;Ποιος είστε εσείς που θα συμβουλεύσετε τον Ουίλσον τι να κάνει; Γιατί ειλικρινά προβληματίζει η επαρχιώτικη και ύποπτα συντηρητική αντίληψή σας ότι ένας κριτικός στην Ελλάδα δεν δικαιούται να γράψει την άποψή του όπως μπορεί ο Γάλλος, ο Άγγλος ή ο Γερμανός κριτικός –όταν μάλιστα αφορά σε μία παράσταση του κρατικού θεάτρου που θα στοιχίσει ποσό μεγαλύτερο του ενός εκατομμυρίου ευρώ σε μια χώρα υπό κατάρρευση.Ματίνα Καλτάκη
Όλα εντάξει με την κριτική και κατανοητά. Αλλά αδικείτε τον εαυτό σας όταν το συμπέρασμα όλων αυτών είναι ένας γραφικός αντιαμερικανισμός. Μην είστε τόσο κατά της παγκοσμιοποίησης... μας έφερε το διαδίκτυο, το οποίο κι εσείς με μεγάλη χαρά -φαντάζομαι- χρησιμοποιείτε. Με πολύ ωραίο τρόπο εξηγήσατε γιατί δεν σας άρεσε η παράσταση, όμως γιατί νιώθετε την ανάγκη να ταυτίσετε ολόκληρη την Αμερική με τον Ουίλσον μόνο και μόνο για να χαρακτηρίσετε τους Αμερικάνους ζωηρά φωτεινούς και επιφανειακούς (δεν έχει σημασία αν δανείζεστε λόγια του Μποντριγιάρντ); Φαντάζομαι πως λόγω της επιφανειακότητάς τους τρώνε βελανίδια, ενώ εμείς χτίζουμε Παρθενώνες, έχοντας βαρύνει από το βάθος των πολλών παραδόσεων και ιστοριών μας. Ακόμα αναρωτιόμαστε για την ταυτότητά μας... ερώτημα τόσο βολικό, γιατί είναι τόσο αναπάντητο. Λες και η Αμερική δεν μας έχει δώσει αριστουργήματα σε όλες τις τέχνες και όλες τις επιστήμες.Αυτό το "ανεπανάληπτο γραπτό μνημείο της ανθρώπινης περιπέτειας" έχει γνωρίσει τόσες και τόσες αναγνώσεις... Δεν νομίζω πως ο Γουίλσον δεν έχει συνείδηση του τι είναι η Οδύσσεια. Αλλά νομίζω πως αυτό που έχει καταφέρει είναι να πάει ένα βήμα παραπέρα. Είναι τόσο χιλιοειπωμένη η ιστορία της Οδύσσειας, που ίσως καιρός είναι να εκμαιεύσει με τον τρόπο του τις φορμαλιστικές της ιδιότητες. Γιατί μας τρομάζει το ότι ακόμα και η Οδύσσεια μπορεί να αναγνωσθεί από κάποιον με την ίδια ελαφρότητα που διαβάζουμε οτιδήποτε άλλο; Η ζωή και το έργο του Γουίλσον δεν μου δίνουν καθόλου την εντύπωση ενός "επιφανειακού" ανθρώπου. Ίσα-ίσα μου δίνουν την εντύπωση ενός ανθρώπου που έχει κάνει την"οδύσσεια" βίωμα και για αυτό δεν τη φοβάται. Είμαι σίγουρος πως ο δρόμος του Γουίλσον είναι μακρύς, γεμάτος γνώσεις, Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες.Το πιο αστείο είναι πως μιας και θίξατε τον δυτικό πολιτισμό, ένας Αμερικάνος σίγουρα θα θεωρούσε σήμερα τη χώρα του ως το κέντρο του δυτικού πολιτισμού, ενώ ένας Έλληνας ακόμα θα αναρωτιόταν. Εσείς τι πιστεύετε; είναι η ελληνική μία δυτική κοινωνία; Τα πάντα ρει, λοιπόν, ή the times are a-changing όπως έλεγε ένας άλλος επιφανειακός αμερικάνος.Ευχαριστώ πάντως, γιατί μου δώσατε μια ιδέα για το πού να πάω με τον γιο μου. Νομίζω το έλεγε εξάλλου και ο ίδιος ο Γουίλσον σε μια συνέντευξη, "ελάτε με τα παιδιά σας". Nothing wrong with that!