Μια μεταμοντερνιστική προσέγγιση στο Θέατρο του Παραλόγου

Μια μεταμοντερνιστική προσέγγιση στο Θέατρο του Παραλόγου Facebook Twitter
0

Δεν είχα δει το Εσωτερικό του Μέτερλινκ που σκηνοθέτησε η Σοφία Μαραθάκη πέρσι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου – όταν προχθές είδα το βίντεο στο YouTube, κατάλαβα ότι δεν προέκυψε ξαφνικά η σκηνοθέτις που έστησε την εντυπωσιακής πληρότητας παράσταση Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί στο 104. Φαινομενικά, τα τέσσερα μονόπρακτα του Αμερικανού συγγραφέα Ντέιβιντ Άιβς (γεν. 1950) που συνθέτουν την παράσταση μοιάζουν να ακολουθούν την παράδοση των μονόπρακτων του Ιονέσκο σε μια αμερικανική, ελαφριά διαχείρισή της που περισσότερο από το να επισημαίνει το παράλογο στην οντολογική του διάσταση, το χρησιμοποιεί ως υλικό κωμωδίας. Είναι κάτι πολύ περισσότερο απ' αυτό: αποτελούν μια μεταμοντερνιστική προσέγγιση της δραματουργίας του λεγόμενου Θεάτρου του Παραλόγου, στην οποία τον πρώτο λόγο έχουν η σάτιρα και η παρωδία ιστορικών προσώπων και γεγονότων και οικείων φαινομένων από τον χώρο των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών.


Από τα τέσσερα, μόνο το πρώτο, με τίτλο Λόγια, λόγια, λόγια (τρεις χιμπαντζήδες, στο πλαίσιο ενός πειράματος, αναμετριούνται με τη γραφή, με απώτερο στόχο να προκύψει κάποια στιγμή ο... Άμλετ), είναι μορφολογικά ξεχωριστό. Από τη δομή των υπολοίπων, ωστόσο, υποψιάζομαι ότι ο Άιβς επιχειρεί ένα σχόλιο που χάνεται εκτός Αμερικής, και δη Νέας Υόρκης. Το είχε κάνει σε αρκετές ταινίες του ο Γούντι Άλεν – στο Μανχάταν (1979), λ.χ., όταν σατιρίζει την αυταρέσκεια των καλλιεργημένων μεσοαστών της Νέας Υόρκης που διαβάζουν «New Yorker» και «New York Review of Books», και τρώγοντας και πίνοντας σε ατμοσφαιρικά ρεστοράν ανταλλάσσουν απόψεις για τη μουσική του Μάλερ και τις ταινίες του Μπέργκμαν. Στα τέλη της δεκαετίας του '80, όταν έγραφε τα μονόπρακτά του, ο Άιβς σχολιάζει με χιούμορ και ευγένεια τους αβανγκάρντ κύκλους της Νέας Υόρκης. Απ' αυτούς προέρχονταν και σ' αυτούς απευθύνονταν δημιουργοί όπως ο Μπομπ Γουίλσον και ο Φίλιπ Γκλας, που υπέγραψαν, μαζί με τη χορογράφο Λουσίντα Τσάιλντς, την περίφημη πεντάωρη όπερα Einstein on the beach (1976), στην οποία σαφώς παραπέμπουν τόσο ο τίτλος όσο και η μορφή του μονόπρακτου Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί. Όπως στην όπερα των Γκλας-Γουίλσον δεν υπάρχει πλοκή και το λιμπρέτο είναι μια δομή ήχων (αριθμών, συλλαβών σολφέζ, κρυπτικών στίχων του Κρίστοφερ Νόουλς) που συνοδεύει την αυτόνομη σκηνική δράση, έτσι και στο εν λόγω μονόπρακτο λίγες προτάσεις, ακολουθώντας μινιμαλιστικούς μουσικούς τρόπους, γίνονται λεκτικό όχημα για ένα σκηνικό πολυφωνικό ποίημα.

Η Σοφία Μαραθάκη, σαν έτοιμη από καιρό, παρακολούθησε με ασυνήθιστη προσοχή τη μουσική δομή των μονόπρακτων και καθοδήγησε τους ηθοποιούς της (Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Γιώργος Σύρμας) σε μια συλλογική ερμηνεία απόλυτης ακρίβειας.


Έχω την εντύπωση ότι και τα άλλα δύο μονόπρακτα, Παραλλαγές σχετικά με τον θάνατο του Τρότσκι και Κανένα Πρόβλημα, σχολιάζουν, μέσω της δομής τους, τη μινιμαλιστική μουσική πρωτοπορία, καθώς αποτελούν συνθέσεις που βασίζονται στην επανάληψη, στον μετασχηματισμό και στη σύνθεση και επανασύνθεση βασικών μοτίβων. Θυμίζω ότι στις μινιμαλιστικές συνθέσεις τα βασικά μοτίβα επαναλαμβάνονται σε μια ποικιλία ρυθμών και διάρκειας, σε μια (δυνητικώς αέναη) διαδικασία πρόσθεσης και επέκτασης των αρχικών θεμάτων, μετασχηματισμού και επανασύνθεσής τους σε μια κυκλική διαδικασία. «Η κυκλική διαδικασία», λέει ο Γκλας, «συνεπάγεται κάτι που διαρκεί πιθανόν τριάντα πέντε παλµούς και µετά ξεκινάει ο κύκλος ξανά. Μετά, ενώνεις κύκλους µε διαφορετικούς παλµούς, όπως ένα γρανάζι µέσα σε άλλο, και όλα γίνονται ταυτόχρονα και πάντοτε αλλάζουν».


Έτσι, στις μεν Παραλλαγές σχετικά με τον θάνατο του Τρότσκι παρακολουθούμε διαφορετικές εκδοχές, καθαρού «παράλογου» χιούμορ, της κατάληξης του Τρότσκι, αφού ο κηπουρός του τού έχει καρφώσει στο κεφάλι μια ορειβατική σκαπάνη, ενώ στο Κανένα Πρόβλημα δύο ζευγάρια ηθοποιών παίζουν το παιχνίδι του φλερτ σε μια ποικιλία εκδοχών και εκβάσεων που αποκαλύπτουν σε μικροκλίμακα τη διαρκή διαπλοκή δράματος και κωμωδίας στις ερωτικές σχέσεις.


Η Σοφία Μαραθάκη, σαν έτοιμη από καιρό, παρακολούθησε με ασυνήθιστη προσοχή τη μουσική δομή των μονόπρακτων και καθοδήγησε τους ηθοποιούς της (Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Γιώργος Σύρμας) σε μια συλλογική ερμηνεία απόλυτης ακρίβειας. Όταν ο δημιουργός έχει ταλέντο, καθαρή πρόθεση και βλέμμα, τα ελάχιστα μέσα (σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη, κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, μουσικά σχόλια του Βασίλη Τζαβάρα) φτάνουν και περισσεύουν για μια ολοκληρωμένη, απολαυστική σκηνική πρόταση. Δείτε την!

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ