Στα αναμασήματα των άοσμων '00, συναντάς συχνά την εκβιαστική προσπάθεια πολλών που διακαώς μοχθούν να πείσουν για μια γενική κινητικότητα των πολιτιστικών και κοινωνικών πραγμάτων, αναφερόμενοι μάλλον σε επιτηδευμένες μετριότητες και μεσοβέζικες αναγκαιότητες. Φυσικά, έτσι, το συνολικό ανύπαρκτο επιτείνεται προς χάριν διαφημιστικών πρακτικών προς περιττή κατανάλωση. Μια υποδόρια κραυγή γι' αυτή τη φρίκη της αποχαύνωσης ακούγεται στο μίνι σατιρικό ρέκβιεμ του νορβηγού σκηνοθέτη. Ο Άντρεας καταφθάνει, δίχως μνήμη, σε μια πόλη αγνώστων, βρίσκοντας έτοιμη δουλειά και, με αρκετή άνεση, μια ερωμένη. Στις παλ αποχρώσεις της θα συνειδητοποιήσει πως απουσιάζουν οι μυρωδιές και οι γεύσεις, πως κάθε τι είναι αποστειρωμένο και πως οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν να διάγουν βίο σε ολόλευκο πολυκατάστημα. Βασισμένο σε ραδιοφωνική θεατρική παραγωγή και κινούμενο στις νόρμες του σκανδιναβικού σινεμά, το φιλμ του Γιενς Λίεν κριτικάρει έξυπνα και με χιούμορ τη φλατ κατάσταση που επικρατεί, οξύνοντας τις λεπτομέρειες μέσα απ' την προσπάθεια ενός ανθρώπου για αναζήτηση διεξόδου. Ο πρωταγωνιστής απορεί κωμικοτραγικά με τον καθολικό παραλογισμό, και οι απόπειρες «διαφυγής» του είναι κατάμαυρα αστείες. Πραγματικά ευφάνταστη και διασκεδαστική ιστορία, που στην ουσία αποτελεί μια ακατάληκτη ανασφάλεια για τα τεκταινόμενα. Ξορκίζεται από πικρά μειδιάματα, όπως κάθε φόβος.