Η Ντίσνεϊ διασκευάζει ξανά έναν πολυτραγουδισμένο μύθο, την Μπαλάντα της Μουλάν, που βασίζεται στη θρυλική ιστορία μιας νεαρής πολεμίστριας τόσο ατρόμητης, που αψήφησε τους αυστηρούς νόμους, ντύθηκε άνδρας, παίρνοντας τη θέση του πατέρα της, μαζί με το άλογο και το ξίφος του, και κατετάγη στον στρατό για να υπερασπιστεί την αυτοκρατορία.

 

Εναρμονισμένη με το #metoo και την ασιατική κουλτούρα, αυτή η Χούα Μουλάν, σε αντίθεση με τη σχεδόν καπριτσιόζα, ακατάσχετα ατομίστρια προκάτοχό της στα κινούμενα σχέδια, ακολουθεί το υψηλό αίσθημα ευθύνης καθώς και την ορμή της να αγωνιστεί για τα ιδανικά και την πατρίδα, πέρα από τις νόρμες, αλλά επιδεικνύει σεβασμό και ως έναν βαθμό μια συμβιβαστική στάση προς την ηθική πλευρά των κανόνων ‒ ένα κράμα θερμοκέφαλης ακτιβίστριας πριν από την εποχή της και κόρης με συναίσθηση και ταπεινότητα.

 

Η πρωταγωνίστρια Λιου Γιφέι καταφέρνει να εσωτερικεύσει τις στιγμές που χρειάζεται να διστάσει μπροστά στα δραματικά διλήμματα, στο περιθώριο του μεγάλου θεάματος με το αμβλύ ύφος που έχει προσεκτικά επιμεληθεί η Νεοζηλανδή σκηνοθέτις Νίκι Κάρο (Whale Rider).

 

Η Κάρο, η πρώτη γυναίκα που υπογράφει ταινία προϋπολογισμού άνω των 200 εκατομμυρίων δολαρίων, πασπάλισε με κινηματογραφικό (Άπω) οριενταλισμό και μπόλικη wuxia χορογραφία τη Μουλάν της, πλαισιώνοντάς την ηρωίδα με μία σειρά από γνωστούς ηθοποιούς ασιατικής καταγωγής, από τον αγνώριστο Τζετ Λι, τον Τζέισον Σκοτ Λι και πολλούς καρατερίστες που έχουμε δει κατά καιρούς σε αμερικανικές ταινίες ως την ιέρεια του σινεμά του Ζανγκ Γιμού, Γκονγκ Λι, η οποία κρατά με ένταση και επείγουσα δραματικότητα τον ρόλο-κλειδί της μάγισσας Τσιάν Λανγκ, της γυναίκας που αλλάζει σχήματα και φανερώνει τα πραγματικά της «χρώματα» δυναμικά και εντυπωσιακά τις λίγες φορές που εμφανίζεται στις κρίσιμες σκηνές της.

 

Η υπερπαραγωγή της Ντίσνεϊ, που προβάλλεται στη streaming πλατφόρμα του στούντιο και σε επιλεγμένες αγορές, όπως η Ελλάδα, στις αίθουσες, θα μπορούσε να ανελιχθεί γύρω από τα πολλά θέματα που αγκαλιάζουν το εμβληματικό φολκλόρ παραμύθι, αλλά, αντί να αναπτυχθεί σε μια σαιξπηρικού βάθους παραβολή για την ειρωνική έννοια της ανδρείας, τη συλλογική αντίληψη του δικαίου και της ηθικής, καθώς και την επαχθή λύτρωση από μια απαγορευμένη πράξη αυτοθυσίας, αποφεύγει μεν την εκτεταμένη κωμωδία μασκαρεμένων παρεξηγήσεων, αλλά αναλύεται σε μια αναμενόμενα διδακτική περιπέτεια, επικαιροποιημένη και στρογγυλή.