Η Μάγκι Σμιθ, που δεν έχει λόγο να φοβηθεί τίποτα και κανέναν πια, έχει δηλώσει ανοιχτά πως όσο κι αν διασκέδασε την εμπειρία του «Downton Abbey», δεν έχει δει κανένα επεισόδιο της σειράς («μου τα έχουν στείλει όμως σε DVD» προσθέτει γελώντας).

 

Σε περίπτωση που υποχρεωθεί να βρεθεί σε κάποια προβολή της ταινίας, τη φαντάζομαι με ένα βλέμμα απορίας για αρκετή ώρα, αντίστοιχο με αυτό που θα έχουν όσοι πάνε στην αίθουσα, χωρίς να έχουν αναλύσει τα της οικογένειας Κρόουλι στο σπίτι τους. Το «ποιοι είναι όλοι αυτοί;» οφείλεται στην επιλογή της παραγωγής και του σκηνοθέτη Μάικλ Ένγκλερ να μην επανασυστήσουν τους χαρακτήρες της δημοφιλούς σειράς, θεωρώντας τους δεδομένους στην ανάπτυξη του βρετανικού αριστοκρατικού period drama που τόσοι και τόσοι αγαπούν.

 

Ο Ένγκλερ, άλλωστε, δουλεύοντας για χρόνια στην τηλεόραση, σε διάσπαρτα επεισόδια δεκάδων σειρών, ξέρει το επάγγελμα της διαχείρισης έτοιμων ρόλων και διεκπεραιώνει αυτό που του ζητείται, να τους δώσει μικροπροβλήματα τα οποία θα λυθούν χάρη στην ως τότε ανάπτυξη του χαρακτήρα τους.

 

Εδώ, ένα ταξίδι του βασιλικού ζεύγους στη θρυλική έπαυλη υποδεικνύει την ανάγκη αυτού του έθνους για ξεκάθαρο ταξικό διαχωρισμό, αφού ο καθείς γνωρίζει πού ανήκει. Η επίσκεψη αφήνει πίσω της μια σειρά από μικρές επαναστάσεις, όλες τους πρόχειρα σκαρφισμένες, αφού κανονικά θα έπρεπε καθεμία να απασχολεί και ένα ξεχωριστό επεισόδιο, που στέκονται ως μικρές δονήσεις, απαραίτητες για να γεφυρώνονται ανά γενιά τα ταξικά χάσματα μέχρι να επανέλθουν χάρη στην προθυμία όλων. Όσοι ψάχνουν επίκαιρα πολιτικά μηνύματα, μπορεί να συνδέσουν τις υποπλοκές με το Brexit, αν και η ταινία στην πραγματικότητα κρύβει τα σύγχρονα γεγονότα στο κελάρι του σπιτιού, ασχολούμενη σχεδόν αποκλειστικά με την απεικόνιση της βρετανικότητας στην οθόνη σαν ένα είδος εθνικού κειμηλίου.