Αφού η εύπορη, παραδοσιακή και καθολική οικογένεια Βερνέιγ δέχτηκε, τελικά, τους γάμους των 4 θυγατέρων της, έστω κι αν αυτές διάλεξαν άντρες διαφορετικών εθνικοτήτων και θρησκειών, η συνέχεια του Θεέ μου, τι σου κάναμε; περιγράφει το κόλπο γκρόσο των γονιών ώστε να πείσουν τα ζευγάρια να μη μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες, φτιάχνοντας μια εικονική Γαλλία που μοιάζει με επίγειο παράδεισο.

 

Ελάχιστα πράγματα αλλάζουν σε σχέση με το πρώτο φιλμ, καθώς η σαρωτική επικράτηση ενός χιούμορ που μυρίζει ναφθαλίνη καθοδηγεί από την αρχή ως το τέλος την ιστορία. «Βαρέθηκα την πολιτική ορθότητα» λέει στην αρχή της ταινίας ένας από τους γαμπρούς, δίνοντας το στίγμα των διαλόγων που θα ακολουθήσουν, αλλά η αλήθεια είναι πως η επίθεση εναντίον της είναι εντελώς επιδερμική.

 

Μια καυστική κωμωδία, που όντως θα ήθελε να πετάξει την πολιτική ορθότητα στα σκουπίδια, δεν θα φοβόταν να προσβάλει ευθέως τους πάντες και τα πάντα ως το τέλος αντί να αναλώνεται σε μικροπειράγματα, βασισμένα σε στερεότυπα ετών αλλά και σε μια αναληθοφανή κατεύθυνση προς την ανεκτικότητα, σε βαθμό που την κάνει να μοιάζει με την παγκόσμια ειρήνη που εύχονται οι διαγωνιζόμενες σε καλλιστεία, δηλαδή ως κάτι αναγκαίο που πρέπει να πουν για να κερδίσουν (για λίγα λεπτά) την εκτίμηση του κοινού.