Δεν είναι αυτοί, αυτοί, αλλά οι άλλοι τους εαυτοί: μια οικογένεια παραθερίζει σε ένα εξοχικό στη Σάντα Κρουζ της Καλιφόρνιας, όταν ένα βράδυ εμφανίζονται απρόσκλητοι, έξω από το σπίτι τους, τέσσερις σχεδόν ακίνητοι άνθρωποι που στα σκοτεινά κάτι τους θυμίζουν. Πρόκειται για ένα ανδρόγυνο με τα δύο του παιδιά, ένα έφηβο κορίτσι κι ένα μικρότερο αγόρι.

 

Ο τρόμος ζωγραφίζεται στα πρόσωπα της Αντελάιντ και του Γκέιμπ όταν βλέπουν τους αγριεμένους, οπλισμένους με μεγάλα ψαλίδια, σωσίες τους, να τους συστήνονται βάναυσα, με άλλα ονόματα, και να τους δένουν χειροπόδαρα.

 

Δεν καταλαβαίνουν απόλυτα τις προθέσεις των doppelgängers, αλλά αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει να πολεμήσουν για τη ζωή, τη δική τους και των παιδιών τους, απέναντι σε πλάσματα που βγήκαν με φόρα και απωθημένα από τους υπονόμους, φοράνε κόκκινες φόρμες και μιλούν σπασμωδικά, υπονοούν εκδίκηση και σίγουρα εννοούν κάτι πολύ κακό.

 

Μετά το σοκαριστικά καλό ντεμπούτο του, το Τρέξε, και την πολύτιμη συμβολή του στην Παρείσφρηση του Σπάικ Λι, ο Τζόρνταν Πιλ επιστρέφει με ένα ακόμα πιο τρομακτικό υβριδικό πολιτικό θρίλερ. Το Us δεν σημαίνει μόνο Εμείς αλλά και Ηνωμένες Πολιτείες.

Και δεν είναι οι μόνοι. Στην προσπάθειά της να αποδράσει, η οικογένεια Γουίλσον βλέπει το χάος να έχει κυριεύσει τη λουτρόπολη. Και τους φίλους και γείτονές τους, τους υλιστές λευκούς Τάιλερ, με τις δίδυμες κόρες και τη ναρκωμένη αποστασιοποίηση, σε πολύ χειρότερη μοίρα από τους ίδιους.

 

Μετά το σοκαριστικά καλό ντεμπούτο του, το Τρέξε, και την πολύτιμη συμβολή του στην Παρείσφρηση του Σπάικ Λι, ο Τζόρνταν Πιλ επιστρέφει με ένα ακόμα πιο τρομακτικό υβριδικό πολιτικό θρίλερ.

 

Το Us δεν σημαίνει μόνο Εμείς αλλά και Ηνωμένες Πολιτείες, γι' αυτό και η Red, η άλλη πλευρά της Αντελάιντ, ηγέτιδα των Δεμένων, συστήνεται ως Αμερικανίδα, εκπροσωπώντας την αθέατη όψη μιας χώρας που κρύβεται στα κάτεργα, στο υπογάστριο της μεγάλης βιτρίνας, σαν τη συνείδηση που ξαναχτυπά εκεί που δεν το περιμένεις.

 

Ο διάχυτος συμβολισμός είναι ίσως η πιο μεγάλη αδυναμία σε αυτήν τη σφιχτή, εφευρετική, καθηλωτική μέχρι το τελευταίο λεπτό ταινία που ανασύρει δαίμονες σαν άσχημα φαντάσματα και τους ξερνάει με τη μορφή των περίπου υγιών ζόμπι στην κοιτίδα του ηλιόφωτου ονείρου μιας όψιμα και επικίνδυνα διχασμένης χώρας.

 

Οι Tethered, η υποχθόνια φυλή των flip sides, σχηματίζει μια γιγαντιαία αλυσίδα σαν ανθρώπινο τείχος, δήλωση και απειλή μαζί, υποκατάστατο του μπετονένιου φράγματος συνόρου που ευαγγελίζεται η τρέχουσα κυβέρνηση για να αποτρέψει την εισβολή του ξένου στη γη της ευδαιμονίας.

 

Τη γενικευμένη και αυθαίρετη ρητορεία του Τραμπ το Εμείς τη μεταμορφώνει σε μετα-αποκαλυπτική κοσμογονία, ωστόσο όχι με εξωγήινη ή εντελώς φανταστική μορφή αλλά με αυτοκριτική πολλαπλής διαστρωμάτωσης.

 

Ο Πιλ στρέφει έναν μεγάλο, δραματικό καθρέφτη στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών, χωρίς εξαίρεση, πυροδοτώντας τις αδυναμίες και τα κουσούρια τους και ζητώντας τους να αντιδράσουν ακαριαία για να περισώσουν ό,τι προλάβουν.

 

Ένα έργο με νόημα που παράλληλα κινείται σαν horror με γκάζια και ανατροπές, προικισμένο με αντανακλαστικά των χαρακτήρων που καλούνται να βρουν τον τρόπο να αντιμετωπίσουν τον χειρότερο εφιάλτη τους, δηλαδή τον σωματοποιημένο, αναπάντεχο εχθρό που γνωρίζει τα πάντα γι' αυτούς.

 

Ευτυχώς, το Εμείς δεν είναι μια μονόχορδη, βαριά, αντιδεξιά παραβολή αλλά ένας ζωντανός οργανισμός με μυαλό και δράση, ένα έργο με νόημα που παράλληλα κινείται σαν horror με γκάζια και ανατροπές, προικισμένο με αντανακλαστικά των χαρακτήρων που καλούνται να βρουν τον τρόπο να αντιμετωπίσουν τον χειρότερο εφιάλτη τους, δηλαδή τον σωματοποιημένο, αναπάντεχο εχθρό που γνωρίζει τα πάντα γι' αυτούς.

 

Το πρόσωπο-κλειδί είναι η υποψιασμένη, ψυχικά τραυματισμένη, αμφίσημη και αμφίθυμη Αντελάιντ, την οποία υποδύεται ιδιοφυώς η Λιουπίτα Νιόνγκο.

 

Η ταινία ξεκινά με την ίδια, έφηβη, να περιπλανιέται στην ίδια προκυμαία, να χάνεται στην παραλία, μακριά από την επιτήρηση των γονιών της, ένα ζεστό βράδυ κατά τη διάρκεια μιας καλοκαιρινής βόλτας στο λούνα παρκ, και να μπαίνει, σαν σε όνειρο, σε ένα τυπικό δωμάτιο τρόμου.

 

Φτάνοντας ανάμεσα στους παραμορφωτικούς και κανονικούς καθρέφτες, δεν χάνει τον προσανατολισμό της αλλά αντικρίζει, αντί για το είδωλό της, την πλάτη ενός κοριτσιού που κάτι της θυμίζει.

 

Και όταν φτάνει η στιγμή να γυρίσει, η κάμερα του Πιλ δεν δείχνει τι βλέπει η Αντελάιντ, αρκείται στο σοκ ‒ κάτι ανάλογο με τον άναυδο τρόμο του Ντάνιελ Καλούγια, όταν βυθίστηκε, μετά την ύπνωση, στο Τρέξε. Η μικρή καταφέρνει να βγει, το περιστατικό ξεχνιέται προσωρινά και η ίδια αρνείται να υπερθεματίσει, χάνοντας προσωρινά τη λαλιά της.

 

Ο Αμερικανός σκηνοθέτης θα επανέλθει στο φινάλε με την εξήγηση, επιφυλάσσοντας ωστόσο μια εμβόλιμη έκπληξη που θα περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και θα επισημάνει, αναδρομικά, την ποιότητα της ερμηνείας της Νιόνγκο.

 

Το Εμείς προλειαίνει, με τον εντυπωσιακότερο δυνατό τρόπο, τη Ζώνη του Λυκόφωτος που θα αναστήσει δημιουργικά ο Πιλ και είμαι σίγουρος πως δεν θα είναι απλώς μια σειρά από παραδοξολογικά πυροτεχνήματα.