Η επιστημονική φαντασία χωράει ακόμα και ρομάντσο και στην περίπτωση του «Passengers», που βασίζεται σε ένα σενάριο από εκείνα που εκτιμώνται αρχικά, αλλά ταλαιπωρούνται χρόνια στα γραφεία των στούντιο, η ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο επιβάτες ενός διαστημικού σκάφους με προορισμό μια αποικία, δεκαετίες αργότερα από την εκτόξευσή του, ξεπερνάει την τεχνολογική ίντριγκα. Διότι η ταινία του Νορβηγού Μόρτεν Τίλντουμ («Το παιχνίδι της μίμησης») αιωρείται ανάμεσα στην απόκοσμη μοναξιά του «Gravity» και στην πολυπληθή τραγωδία του «Τιτανικού», συνεπώς ο ηρωισμός γειώνεται από την ανθρώπινη αδυναμία. Παρά τα πελώρια σκηνικά με τη θέα στο Διάστημα και την προηγμένη χλιδή, τελικά πρόκειται για ένα πολυτελές πλοίο που βυθίζεται, με δύο ανθρώπους που βρίσκονται εκτός χρόνου, πιο συγκεκριμένα 90 χρόνια πριν από τη στιγμή της προγραμματισμένης προσγείωσης, άρα νεκροί προτού πραγματοποιήσουν τους στόχους και τα όνειρά τους για μια άλλη, μάλλον καλύτερη ζωή.

 

Ο λόγος που πρώτα ο Κρις Πρατ και αμέσως μετά η Τζένιφερ Λόρενς αναγκάζονται να διακόψουν τον βαθύ ύπνο τους είναι το μικρό κλειδί μιας ταινίας χωρίς μεγάλο μυστήριο. Σημασία έχει η χημεία τους, με δεδομένο πως ο Πρατ βρίσκεται μακριά από τις χιουμοριστικές του συνήθειες και η Λόρενς κάνει πιο πολύ την ωραία σε σχέση με τους τελευταίους της ρόλους ‒ και, μεταξύ μας, δείχνει να ξεκουράζεται περισσότερο, απολαμβάνοντας τα 20.000.000 της αμοιβής της και 30% ποσοστά επί των κερδών. Ανεξάρτητα από το ρεκόρ που έσπασε η Λόρενς, με τον Πρατ έχουν μια αρμονική σύμπλευση, αλλά όχι και την ερωτική σπίθα της επείγουσας συνθήκης που επιβάλλει η υπαρξιακή απόγνωση σε πείσμα της στατικής προοπτικής σε ένα βαρετό διαστημικό υπερωκεάνιο χωρίς προσκεκλημένους ‒ παρεμπιπτόντως, εξαιρετικός ο Μάρτιν Σιν ως ρομπότ-μπάρμαν. Όπως και οι «Σύμμαχοι» των Πιτ-Κοτιγιάρ, το «Passengers» των Λόρενς-Πρατ είναι ένα grand folly, μια τεράστια τρέλα, από εκείνες που παλιά θυσίαζαν για χάρη των σταρ. Μόνο που πλέον το concept έχει σημασία, και εδώ το concept δεν έχει και τόση...