Έχοντας γνωρίσει την ανθρώπινη σκληρότητα στο μέγιστο βαθμό από την πρώτη μέρα της ζωής του, ο Jace ξεκινά –ολομόναχος και ορφανός για δεύτερη φορά στα επτά του χρόνια– έναν άνισο αγώνα επιβίωσης. Σ' έναν κόσμο όπου η ανθρώπινη εκμετάλλευση κυριαρχεί, αναγκάζεται να περάσει από τη ζωή στα φανάρια στην κόλαση του αναμορφωτηρίου και από εκεί στον θαμπό κόσμο της διαφθοράς, της πορνείας και των ναρκωτικών. Βλέποντας κάθε ελπίδα για διέξοδο συνεχώς να διαψεύδεται, συνεχίζει να πολεμά, κρατώντας καλά κρυμμένες μέσα του τις «ουλές» από τις προσωπικές του απώλειες. Η περιπλάνηση ενός βίαια πληγωμένου πλάσματος, που προσπαθεί να κυριαρχήσει στη δύναμή του και να διατηρήσει την ευαισθησία του, ενώ αγωνίζεται για δικαιοσύνη, συντροφικότητα και ελευθερία μέσα από την εκκωφαντική του σιωπή.

 

Όπως και στην προηγούμενη ταινία του, το Black Out, ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης έχει πολλά να πει και σπεύδει να τα δηλώσει μεγαλοφώνως, έχοντας φιλοδοξίες κινηματογραφικές και πυκνές, περιεκτικές σκηνές για να χωρέσει πολλούς, πολύχρωμους χαρακτήρες, πέρα από τον ευαίσθητο πρωταγωνιστή ενός σκληρού δράματος. Παράλληλα, ζογκλάρει με τα είδη, τέμνοντάς τα σε μια περιπέτεια που δεν αποφασίζει ποτέ αν είναι εσωτερική και υπαρξιακή ή ένα καθαρόαιμο θρίλερ. Ο Καραμαγγιώλης έχει ιδιαίτερο ταλέντο στη σκηνογραφία ως βασικό μοχλό μετακίνησης από ένα αξεπέραστο δραματικό αδιέξοδο σε μια σχεδόν εξωτική απόδραση σε έναν κόσμο φαντασιακό και ψυχοτροπικό (το τσίρκο, τα ναρκωτικά, η παρένδυση) και μια βασική αδυναμία στη συμπαγή αφήγηση της ιστορίας του. Η εισαγωγή της ταινίας και τα φλασμπάκ στη γενέτειρα του ήρωα είναι τα καλύτερα στοιχεία του έργου (μαζί και ο Χρήστος Λούλης στον ρόλο του πατέρα, μια ρεαλιστική, δυναμική ανάσα σε ένα αντικρουόμενο σύνολο υποκριτικής), ενώ το φινάλε οδηγείται σε μια συρραφή σκηνών που δεν κρατάνε το σασπένς. Η Στεφανία Γουλιώτη απέσπασε το Βραβείο Ερμηνείας στο περσινό Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.