Η ταινία δεν θα μπορούσε να γίνει, αν δεν αγαπούσε τόσο πολύ το περιεχόμενό της η Γκλεν Κλόουζ, η οποία πρωτοέπαιξε τη θεατρική εκδοχή της 30 χρόνια πριν σε μια μικρή νεοϋορκέζικη σκηνή με μεγάλη επιτυχία και διακρίσεις, και δεν αναλάμβανε την παραγωγή, συνέγραφε το σενάριο, ακόμη και τους στίχους του τραγουδιού που ακούγεται στους τίτλους τέλους! Φυσικά, πρωταγωνιστεί σε αυτό το χρονικό μιας μίζερης, αλλά περήφανης πορείας μιας γυναίκας που αναγκάστηκε να παριστάνει τον άνδρα όλη της τη ζωή, ώσπου συνάντησε μια άλλη γυναίκα (Τζάνετ Μακτίαρ) που για διαφορετικούς λόγους κρυβόταν, μάλιστα ζώντας επίσημα «παντρεμένος» με μια άλλη γυναίκα. Υποψήφιες για Όσκαρ η Γκλεν Κλόουζ και η Τζάνετ Μακτίαρ -θηρίο υποκριτικής στο αγγλικό θέατρο- λάμπουν όποτε μοιράζονται τις σκηνές, εμβαθύνοντας στην πραγματική αιτία, πέρα από το αξιοπερίεργο του θέματος, που το έργο έχει λόγο ύπαρξης: το όνειρο για αυτοδιάθεση και βελτίωση δεν σταματά, ακόμη και σε ακραίες συνθήκες καταπίεσης. Όσο κι αν ακούγεται προσχηματικό, υπήρχαν πολλές γυναίκες στην ιστορία που μασκαρεύτηκαν για να επιβιώσουν. Ο Νομπς ήταν ένας αόρατος άνθρωπος, ένας υπηρέτης που εκπαιδεύτηκε να περνάει απαρατήρητος. Σε μια διαδρομή ελάχιστα θεαματική ξεθάρρεψε για μια στιγμή και πίστεψε πως έχει το δικαίωμα να ελπίζει. Αν και το τέλος δεν τον δικαίωσε, δεν διέψευσε τον στίχο της Βισλάβα Σιμπόρσκα που πέθανε πρόσφατα: «Δεν υπάρχει ζωή που να μην είναι αθάνατη, έστω και για μια ελάχιστη στιγμή».