Έχω ξαναπεί πως σε περιπτώσεις που το σπίτι σου είναι δαιμονισμένο, εξωγήινοι έχουν καταλάβει τον πλανήτη σου, μια μάγισσα σε κυνηγάει, φαντάσματα σε απειλούν μπροστά στα μούτρα σου, το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι να το σκάσεις, να κρυφτείς, να πεθάνεις ίσως. Όχι να συνεχίσεις να φοβάσαι ακίνητος, ή, ακόμη χειρότερα, να έχεις κάμερα στο χέρι ή κάμερες να σε απαθανατίζουν (για να σε δει ποιος και για ποιο λόγο;). Γι' αυτό και έχω αντίρρηση επί της αρχής με ταινίες τρόμου που χρησιμοποιούν κατά κόρον την ψευδαίσθηση του ρεαλισμού, αλλά δεν στέκουν ούτε καν ως παιχνίδια της πραγματικότητας.

Επί της ουσίας, η Μεταφυσική Δραστηριότητα part deux είναι περίπου συνέχεια της πρώτης, αφού πονηρά ανακατεύει ένα μέλος από την πρώτη οικογένεια που βίωσε τα ακατανόητα φαινόμενα, με τον πατέρα, τη μητέρα, την έφηβη κόρη, το νήπιο και τον σκύλο, οι οποίοι έχουν εγκαταστήσει κάμερες ασφαλείας στο ωραίο τσαρδάκι μετά από κάποιες δαιμονικές εισβολές. Μα, αγαπητέ μου, έχεις παιδάκι, και μάλιστα που αιωρείται, και δεν τρελαίνεσαι; Αν μιλάει για κάτι η ταινία, πέρα από τη θριλερική δραστηριότητα που κλιμακώνεται αλλά μένει εκκρεμής, είναι η παράκαμψη από το περιεχόμενο προς την αφήγηση της αντικειμενικής κάμερας, μια μείξη ντοκιμαντέρ και paranormal. Η Μεταφυσική Δραστηριότητα ισχύει ως εμπειρία μόνο βράδυ και μέσα σε αίθουσα. Με δεδομένη τη σχετική πρωτοτυπία του original, το δεύτερο μέρος είναι σαφώς αποδυναμωμένο.